ÐåæÜ

Ðïßçóç-Ìýèéá

Ï Dali & Åãþ

ÈÝáôñï-ÄéÜëïãïé

Äïêßìéá

Ó÷üëéá-Áñèñá

ËáïãñáöéêÜ

ÅíäéáöÝñïíôåò

ÊëáóóéêÜ

Áñ÷áßá Åëë Ãñáìì

ÄéáóêÝäáóç

ÐéíáêïèÞêç

ÅéêáóôéêÜ

Ðáãê. ÈÝáôñï

Ðëçñ-Ó÷ïë-Åðéêïéí.

Öáíôáóôéêü

Åñ. Ëïãïôå÷íßá

Ãëõðô./Áñ÷éô.

ÊëáóóéêÜ ÉÉ

 
 

ÊëáóóéêÜ 

ÂïõôõñÜò ÄçìïóèÝíçò: Ëüãéïò, ÁãùíéóôÞò, Ðñùôïðüñïò


Βιογραφικü

     Ο ΔημοσθÝνης ΒουτυρÜς εßναι Ýνας απü τους σημαντικüτερους λογοτÝχνες του 20ου αι., και πιο συγκεκριμÝνα του ΜεσοπολÝμου, μ' επιβλητικü Ýργο σε ποιüτητα κι üγκο. Το πεζογραφικü Ýργο του σχεδüν αποκλειστικÜ διηγηματικü, εντÜσσεται στο πλαßσιο του κοινωνικοý ρεαλισμοý κι οριοθετεß το πÝρασμα απü την ηθογραφßα στην αστικÞ πεζογραφßα. Ως μüνιμο θÝμα η ζωÞ των περιθωριακþν ομÜδων της ΑθÞνας και του ΠειραιÜ. ¸χοντας ζÞσει κοντÜ τους, περιÝγραψε τη ζωÞ και τη ψυχοσýνθεσÞ τους με Ýντονα ζοφερÜ χρþματα και καταθλιπτικü ýφος, παρουσιÜζοντας ωστüσο και μια τÜση προς την ουτοπßα. ΠαρÜλληλα απεικüνισε την Üρνηση των ομÜδων αυτþν να ενταχτοýνε στην οργανωμÝνη κοινωνßα, Üρνηση που αποτυπþθηκε και στην Üναρχη δομÞ των Ýργων, σε κÜποια απ' τα οποßα συναντÜμε επßσης στοιχεßα μεταφυσικÞς κι επιστημονικÞς φαντασßας που λειτουργοýνε συμβολικÜ. Στα διηγÞματÜ του αναδεικνýονται η εκμετÜλλευση των εργαζομÝνων, οι νÝες κοινωνικÝς συνθÞκες που δημιουργοýνταν στην ΕλλÜδα αρχÝς του 20ου αι., η απανθρωπιÜ της καπιταλιστικÞς εκμετÜλλευσης, κλπ. Κτυπþντας το Üδικο και παρÜλογο, ξεσκεπÜζοντας τις πληγÝς της κοινωνßας που στηρßζονταν στην εκμετÜλλευση, πüτε Ýμμεσα και πüτε Üμεσα, πρüβαλε την ανÜγκη της αλλαγÞς και μÜλιστα της επαναστατικÞς κοινωνικÞς αλλαγÞς.
     Στα Ýργα του περιγρÜφει κυρßως τις περιπÝτειες των φτωχþν ανθρþπων, των περιθωριακþν και των απüκληρων, που Üλλωστε τον γοÞτευαν. Αρκετοß κριτικοß τον Ýχουνε χαρακτηρßσει ως "Μαξßμ Γκüρκυ της ΕλλÜδας". ΕπηρεÜστηκε πολý απü τους Ρþσους συγγραφεßς, που εßχαν αρχßσει να μεταφρÜζονται συστηματικÜ στην ελληνικÞ γλþσσα. ¸πλασε ολÜκερη πινακοθÞκη ανθρþπων που βασανßζονταν στην ανÝχεια, τη φτþχεια και πÜλευαν να επιζÞσουνε, πιασμÝνοι απü την αüριστη ελπßδα για μιαν αυριανÞ καλλßτερη ζωÞ, στηριγμÝνη πÜνω στην αγÜπη και τη δικαιοσýνη. Οι συλλογÝς του διαβÜζονταν με πÜθος, ιδßως απü τους νÝους που ζοýσανε κοινωνικÞ αδικßα κι ονειρεýονταν Ýναν καλλßτερο κüσμο. Πολλοß σýγχρονοß του λογοτÝχνες επηρεÜστηκαν απü το Ýργο του.
     Στο γρÜψιμο εßχε καταπληκτικÞ ευχÝρεια κι ο ßδιος δÞλωνε üτι μποροýσε να τυλßξει üλη τη γη με διηγÞματα. Δεν πρüσεχε ιδιαßτερα τη γλþσσα της γραφÞς του, οýτε τον ενδιÝφεραν τα εξωτερικÜ λογοτεχνικÜ γνωρßσματα. Τα διηγÞματÜ του üμως Ýχουν εσωτερικÞ συνοχÞ, λογικÞ συνÝπεια και δρÜση των προσþπων, πλοýσιο και πηγαßο αßσθημα, σπÜνια παρατηρητικüτητα, γνÞσια ποιητικÞ αßσθηση, δυνατÝς εικüνες, μεταφορÝς και παρομοιþσεις. Για üλες αυτÝς τις αρετÝς του Ýργου του θεωρεßται Ýνας απü τους καλλßτερους ¸λληνες πεζογρÜφους. Ως Üνθρωπος, υπÞρξε φωτεινÞ φυσιογνωμßα κι Ýχει Üμεσους δεσμοýς με το Μεσολüγγι, αφοý η μητÝρα του Θεþνη ΠαπαδÞ Þτανε Μεσολογγßτισσα κι ο ßδιος Ýζησε μÝρος απü τα παιδικÜ του χρüνια στο Μεσολüγγι. Ο δεσμüς με το Μεσολüγγι ανανεþθηκε με το γÜμο της κüρης του ΝαυσικÜς με τον Μεσολογγßτη τραπεζικü υπÜλληλο ΑνδρÝα Κυριακüπουλο. Πολυγραφüτατος -αν και παραμÝνει σε μεγÜλο βαθμü Üγνωστος στο ευρý κοινü- κλασσικüς και συγχρüνως πρωτοπüρος συγγραφÝας της νεωτερικÞς ελληνικÞς λογοτεχνßας. Το Ýργο του εßναι εκατοντÜδες διηγÞματα και δεκÜδες νουβÝλες, καλýπτουν ευρý φÜσμα θεμÜτων και τεχνοτροπßας και δημοσιευτÞκανε σε περιοδικÜ κι εφημερßδες της εποχÞς.


                                           Ο πατÝρας του

     ΓεννÞθηκε 25 ΜÜρτη 1871*, σε ξενοδοχεßο της Πüλης, στο ΓαλατÜ. ΠατÝρας ο Νικüλαος ΒουτυρÜς, δÜσκαλος απü τη ΚÝα, μητÝρα η Θεþνη ΠαπαδÞ-ΣκιπιτÜρηΠαπαγιÜννη) απü το Μεσολüγγι κι εßχε Üλλα 6 αδÝλφια (εκτüς του ΔημοσθÝνη Þ Ποθητοý που Þταν ο πρþτüτοκος, εßχανε την Αναστασßα, τον ΚλÝωνα, την Ελπινßκη, τον Μßλτωνα, την Ιουλßα και το Βýρωνα). Η καταγωγÞ του Þταν απü τη ΚÝα, üπου και πÝρασε τα πρþτα παιδικÜ του χρüνια. Αργüτερα εγκαταστÜθηκε με την οικογÝνειÜ του πρþτα στο Μεσολüγγι και στη συνÝχεια στον ΠειραιÜ, üπου ο πατÝρας του διορßστηκε συμβολαιογρÜφος.Οι γονεßς του εßχανε φýγει βιαστικÜ για ν'αποφýγουνε το μÝνος των αδελφþν της που δε δßνανε συγκατÜθεσÞ στο γÜμο. ΖÞσαν αρχικÜ στη Σμýρνη για 3 Ýτη, üπου γεννÞθηκαν οι 2 μεγαλýτερες αδελφÝς του αλλÜ σε ταξßδι στη Πüλη, οι πüνοι της γÝννας Ýπιασαν τη Θεþνη στο πλοßο.
     Ο πατÝρας Ýπιασε δουλειÜ ως δÜσκαλος σε σχολεßο στον ¢γιο ΣτÝφανο, προÜστιο της Πüλης κι Ýτσι πÝρασε τα παιδικÜ του χρüνια εκεß. Αργüτερα αποφÜσισαν να γυρßσουνε στην ΕλλÜδα το 1876 κι ο πατÝρας επÝστρεψε στο παλιü του γραφεßο, üπου διορßστηκε συμβολαιογρÜφος.. ΕγκαταστÜθηκαν σε μια 3þροφη κατοικßα της οδοý ΠραξιτÝλους  ¹τανε πολý Üτακτος, γýρναγε στους δρüμους κι Ýπαιζε με τα Üλλα παιδιÜ της ηλικßας του δßχως να δßνει σημασßα στα μαθÞματα. Στο Α' ΓυμνÜσιο που πÞγαινε ξεχþριζε μüνο στην ιστορßα και τη γεωγραφßα. Απü εκεß οι γονεßς του τον πÞγανε στο λýκειο Διοσκουρßδη-ΓεννηματÜ στη ΑθÞνα, που üμως διÝκοψε. Μια σοβαρÞ αρρþστια, επιληψßα με συχνÝς κρßσεις, καθüρισε τη πορεßα της ζωÞς του. Τον ανÜγκασε να σταματÞσει τη φοßτησÞ του στο ΓυμνÜσιο και να γßνει αυτοδßδακτος. Το γεγονüς χαρακτηρßστηκε απü τον ßδιο "αρρþστια και νευρασθÝνεια", ενþ "κρßσεις υπερευαισθησßας" την ονüμασε ο ΧρÞστος ΛεβÜντας.



     ΜετÜ τις κρßσεις επιληψßας που παρουσßασε, οι γονεßς του Þταν ιδιαßτερα υπερπροστατευτικοß μαζß του. με αποτÝλεσμα ο νεαρüς ν' απολαμβÜνει ü,τι ζητοýσε απ' αυτοýς. Ξεκßνησε μßα σειρÜ μαθημÜτων σε διÜφορους τομεßς, απü μουσικÞ μÝχρι και ξιφασκßα, αλλÜ δεν αφοσιþθηκε σε κανÝνα απü αυτÜ, κυρßως λüγω της ιδιοσυγκρασßας του. ΓρÜφτηκε για ναυτικÝς σπουδÝς στη ΣχολÞ ΜαχαιριÜδη κι ýστερα στρÜφηκε στη ξιφασκßα, πρþτα κοντÜ στον συνταξιοýχο ανθυπασπιστÞ χωροφυλακÞς Παραλßκα και μετÜ στη ΣχολÞ του Ηλιüπουλου. Τονε τραβοýσε ο κßνδυνος και ζÞτησε να πολεμÞσει στην ¢πω ΑνατολÞ. Με φßλους του Þθελε να πÜει στην ΑφρικÞ να ιδρýσουν "ελεýθερο κρÜτος", αλλÜ ο ΓÜλλος πρüξενος του ΠειραιÜ τους ζÞτησε τη συγκατÜθεση των γονιþν τους!. ΤελικÜ αφοý σταμÜτησε λüγω επιληψßας κι απ' αυτÜ, τον Ýθελξε η αγÜπη για τη μουσικÞ. Σε συνδυασμü με τις φωνητικÝς του ικανüτητες, των ωθοýν ακüμη μßα φορÜ να ξεκινÞσει φωνητικÝς σπουδÝς. ¸κανε και μουσικÜ μαθÞματα απü τους Ιταλοýς Λακαλαμßτα, μουσικοδιδÜσκαλο και ΚαστελλÜνο, μαÝστρο. Το 1889, εμφανßζεται με μεγÜλη επιτυχßα σε συναυλßα στον ΠειραιÜ. Με το γýρισμα του αιþνα, εßναι πια Ýτοιμος να σταδιοδρομÞσει και στο λυρικü θÝατρο. Για Üλλη μßα φορÜ üμως, μια κρßση επιληψßας, θα βÜλει φραγμü στο ταλÝντο και τη φιλοδοξßα του, αποθαρρýνοντας τον Ýτσι, οριστικÜ.
____________
 * Ο ßδιος ξεκινÜ την αυτοβιογραφßα του με τη φρÜση: "ΓεννÞθηκα στις 12/25 Μαρτßου του 1875 (Ýτσι λÝγουσι) σ' Ýνα ξενοδοχεßο της Πüλης του ΓαλατÜ". Ο ΠÝτρος ΧÜρης, στη 2η μνημüνευση εντüς του ιδßου Ýτους στη ΝÝα Εστßα, του θανÜτου του, στο χριστουγεννιÜτικο αφιÝρωμα του 1958, προσθÝτει σε υποσελßδια σημεßωση πως η σωστÞ ημερομηνßα εßναι 25 ΜÜρτη 1971. ΜÜλιστα, χρησιμοποιεß το ρÞμα, εξακριβþσαμε. Φαßνεται, üμως, πως οι μελετητÝς δεν εμπιστεýονται το ΧÜρη. Κακþς γιατß οι παλιüτεροι μπορεß, κρινüμενοι με τα σημερινÜ στÜνταρντς, να υστεροýσανε σε θεωρßες, üμως ερευνοýσανε. ΠÜντως οýτε ο ΔημÞτρης ΣταμÝλος δßνει βÜση στη ΝÝα Εστßα. Στο λÞμμα της ΠÜπυρος Larusse Britannica, που συντÜσσει, προκρßνει το 1872. ¼πως και να 'χει, μÝνει το γεγονüς, üτι πÝθανε 2 μÝρες μετÜ τα γενÝθλιÜ του.
-----------------


     Η φοβερÞ του θÝληση να νικÞσει τις συνÝπειες της αρρþστιας, αλλÜ και του ιδιüρρυθμου χαρακτÞρα του, τον οδÞγησε στη συγγραφικÞ εργασßα, üπου Ýβρισκαν διÝξοδο οι πüθοι του και διοχÝτευε τη μεγÜλη ζωτικüτητα που τον χαρακτÞριζε. Εμφανßστηκε στα γρÜμματα το 1900 δημοσιεýοντας διηγÞματα στα περιοδικÜ ΧρονογρÜφος με το αντιπολεμικü Ýργο Ο ΛαγκÜς κι Üλλα διηγÞματα και στο πειραιþτικο Το Περιοδικüν Μας του ΓερÜσιμου Βþκου -με τον οποßο συνεργÜστηκε σε μüνιμη βÜση τα επüμενα χρüνια- με το διÞγημα Το Κακοýργημα Του ΙερÝως. Ο πατÝρας του το 1902, εßχε ιδρýσει μια εταιρεßα οικοδομþν με τη χρηματικÞ συνδρομÞ των Δομεστßνη και ΧατζηκυριÜκου. ¢νοιξε μÜλιστα κι Ýνα χυτÞριο για τη παραγωγÞ μεταλλικþν υλικþν για χτßσιμο, προς το τÝρμα της οδοý ΤζαβÝλλα στο Ν. ΦÜληρο: ¹ταν η πρþτη επαφÞ του ΔημοσθÝνη με τους εργÜτες και τον τρüπο ζωÞς τους. Τüτε εξÝδωσε ιδιωτικÜ τη νουβÝλα Ο ΛαγκÜς (το 'χε γρÜψει πρþτα στη καθαρεýουσα üταν δοýλευε στο χυτÞριο και 10 Ýτη μετÜ το ξανÜγραψε στη δημοτικÞ τοýτη τη φορÜ) που 'γινε δεκτÞ με θετικÜ σχüλια απü ΠαλαμÜ και Ξενüπουλο. Ακολοýθησαν νÝες δημοσιεýσεις διηγημÜτων του σε λογοτεχνικÜ περιοδικÜ, μεταξý Üλλων και στα ΠαναθÞναια.
  "Μια μÝρα, […] που εßχα βγει περßπατο […] ταρÜχτηκα και τüτε κÜτι, κÜτι παρουσιÜστηκε και μ' αυτü Ýπεσα […] δε μ' Üφησαν να πÜω σχολεßο. Μου Ýφεραν δÜσκαλο στο σπßτι. […] Εκεßνη η αρρþστεια που με τυρÜννησε τüσο, εßχε πÜψει να με ρßχνει κÜτω. Αφοý Ýκανε τα πÜντα, Ýτσι μπορþ να πω, να με ρßξει στη Λογοτεχνßα, μ' Üφησε. Με εßχε βγÜλει κι απü μια ΣχολÞ ΕμποροπλοιÜρχων, με τον ßδιο τρüπο. Δε μ' Ýρριξε πια απ' τη μÝρα που μου Ýκλεισε το δρüμο προς τη ΜουσικÞ".
 - Η Αυτοβιογραφßα Του, περιοδ. ΝÝα Εστßα, τüμ. ΞΔ', Χριστοýγεννα 1958, τεýχ. 755, σσ.12.


                Το ζευγÜρι ΔημοσθÝνης ΒουτυρÜς - Μπετßνα ΦÝξη

     Το 1903 παντρεýτηκε τη Μπετßνα ΦÝξη-ΣκιπιτÜρη, (ΦεκτσÞ Þ ΠαπαγιÜννη) με την οποßα απÝκτησε 2 κüρες, που γßναν αργüτερα, υψßφωνος της ΛυρικÞς και καθηγÞτρια φωνητικÞς (ΝαυσικÜ ΒουτυρÜ-Κυριακοποýλου-Γαλανοý 1908-1982) η μικρÞ, κληρονομþντας το ταλÝντο του πατÝρα της και ζωγρÜφος (Θεþνη ΒουτυρÜ-Στεφανοποýλου 1905-;) η μεγÜλη, -Ýργα της φιλοξενοýνται εδþ στο Üρθρο, με πορτραßτα του πατÝρα της. Η εταιρεßα γρÞγορα παρουσßασε προβλÞματα, οι συνεργÜτες απÝσυραν τα κεφÜλαιÜ τους οριστικÜ το 1905 κι ο πατÝρας αυτοκτüνησε με πιστüλι στο γραφεßο του. ¼σο κι αν προσπÜθησε ο ΔημοσθÝνης Þταν αδýνατον να κρατÞσει την επιχεßρηση, με αποτÝλεσμα να κατασχεθεß üλη η μÝχρι τüτε περιουσßα τους. Αυτü του προκÜλεσε βαθειÜ θλßψη και μελαγχολßα. Η ραγδαßα οικονομικÞ αλλαγÞ, αναγκÜζει την οικογÝνεια να μετÜκομßσει. ¸τσι το 1906 μετακüμισε στην ΑθÞνα, στο Μεταξουργεßο και τÝλος στο ΚουκÜκι (ΓαργαρÝτα) και τονε στρÝφει αποκλειστικÜ πια στην επαγγελματικÞ συγγραφÞ, καθþς ξεκßνησε να πουλÜ διηγÞματα και κεßμενα σε περιοδικÜ κι εφημερßδες της εποχÞς. Πριν αυτοý üμως αναγκÜστηκε να εργαστεß σε διÜφορες χειρωνακτικÝς και βαρειÝς εργασßες. ¸τσι γνþρισε τη ζωÞ και τη ψυχολογßα των ανθρþπων του μüχθου και της βιοπÜλης. Η γνþση αυτÞ και το Ýμφυτο ταλÝντο του τον αναδεßξανε σε εισηγητÞ του ρεαλιστικοý διηγÞματος στην ΕλλÜδα κι εßναι απü τους πρþτους λογοτÝχνες των αρχþν του 20ου αι. που 'γραψε κοινωνικü διÞγημα.
    Η εκμετÜλλευση των εργαζομÝνων στις πρþτες εργατικÝς φÜμπρικες, οι νÝες κοινωνικÝς συνθÞκες που δημιουργοýνταν στην ΕλλÜδα στις αρχÝς του αιþνα, η απανθρωπιÜ κι η δυστυχßα της καπιταλιστικÞς κοινωνßας καυτηριÜζονται μÝσα απü το Ýργο του. Σ' üλα τα διηγÞματÜ του ασχολεßται με κοινωνικÜ θÝματα κι οι ÞρωÝς του εßναι Üνθρωποι απü τη σýγχρονη κοινωνικÞ πραγματικüτητα. ¼λοι οι κοινωνικοß θεσμοß, κρÜτος, θρησκεßα, εκπαßδευση, δικαιοσýνη κι ο πüλεμος Ýγιναν αντικεßμενο κριτικÞς και σÜτιρας στο Ýργο του. Κτυπþντας το Üδικο και παρÜλογο, ξεσκεπÜζοντας τις πληγÝς της κοινωνßας που στηρßζεται στην εκμετÜλλευση, πüτε Ýμμεσα και πüτε Üμεσα, πρüβαλε την ανÜγκη της αλλαγÞς και μÜλιστα της επαναστατικÞς κοινωνικÞς αλλαγÞς. Με το Ýργο του η νεοελληνικÞ πεζογραφßα υποπτεýεται κι αρχßζει να συνειδητοποιεß την ýπαρξη του κοινωνικοý προβλÞματος με τη μορφÞ που το αντιλαμβανüμαστε σÞμερα. Το γεγονüς αυτü τονε κÜνει αντιπρüσωπο μιας ολÜκερης εποχÞς. Το Ýργο του διαβÜστηκε με πÜθος και διαπαιδαγþγησε χιλιÜδες αναγνþστες με τις ανθρωποκεντρικÝς ιδÝες που προÝβαλε. Οι ιδÝες αυτÝς αποτελÝσανε για μεγÜλο χρονικü διÜστημα πνευματικÞ τροφÞ για το προοδευτικü κßνημα της χþρας μας.
    Επßσης θεωρεßται συγγραφÝας των αποτυχημÝνων της ζωÞς. ΧρεοκοπημÝνοι μικροαστοß, μικροûπÜλληλοι, απλοúκοß Üνθρωποι του λαοý χτυπημÝνοι απü τη φτþχεια και τη δυστυχßα, Üτομα με ψυχικÜ τραýματα αποτελοýνε τους ÞρωÝς του. ¢τομο με σοβαρÜ προβλÞματα υγεßας κι Ýχοντας νοιþσει στο πετσß του πολλÝς αποτυχßες στη ζωÞ κι ο ßδιος, φαßνεται να διÜκειται ευνοúκÜ προς τους ανθρþπους εκεßνους που βιþνουνε τον κοινωνικü ρατσισμü και να επιδιþκει με τη προβολÞ και τη δικαßωσÞ τους, τη δικαßωση τÞς ßδιας του ζωÞς και των αντιλÞψεþν του. Η καταξßωσÞ του ως πεζογρÜφου προÞλθε αρχικÜ απü το ελληνικü κοινü της ΑλεξÜνδρειας. ΜετÜ το 1920 Üρχισε να γßνεται γνωστüς και στην ΑθÞνα. Η πορεßα του Þταν ανοδικÞ και μÝχρι το 1923, που τιμÞθηκε με το Αριστεßο των ΓραμμÜτων και των Τεχνþν, εßχαν τυπωθεß Þδη 10 βιβλßα του. Η αναγνþριση Ýχει Þδη προχωρÞσει Ýξω απü τα σýνορα. Το 1928 δημοσιεýεται Ο ΘρÞνος Των Βοδιþν στο περιοδικü La Revue Nouvelle σε αφιÝρωμα για τη παγκüσμια λογοτεχνßα. Το Ýργο του βρÞκε πιüτερη αναγνþριση στην Ευρþπη, ενþ γρÜφτηκαν πολλÝς κριτικÝς σε διÜφορα λογοτεχνικÜ Ýντυπα. Την επüμενη χρονιÜ κυκλοφüρησε απü τις εκδüσεις ΔημητρÜκου το Ýργο του Απü Τη Γη Στον ¢ρη, το 1ο βιβλßο επιστημονικÞς φαντασßας στα ελληνικÜ (ο βιογρÜφος εδþ κÜνει λÜθος μÝγα, καθþς το 1ο βιβλßο στα ελληνικÜ, αλλÜ και παγκοσμßως, της ΕΦ ανÞκει στο Λουκιανü κι Ýχει τßτλο: ΙκαρομÝνιππος, περß το 180 μ.Χ.). ΣÞμερα κυκλοφορεß στις εκδüσεις ΣυμπαντικÝς ΔιαδρομÝς.



     Συμμετεßχε στη συγγραφÞ 7 αναγνωστικþν βιβλßων, σε συνεργασßα με τον Επ. ΠαπαμιχαÞλ, η προσπÜθεια üμως ναυÜγησε καθþς το αναγνωστικü της Γ' δημοτικοý που ολοκλÞρωσαν καταργÞθηκε απü τη δικτατορßα του ΠαγκÜλου. Το 1931 τιμÞθηκε με το Αριστεßο ΔÞμου ΠειραιÜ. Λßγους μÞνες πριν τη κÞρυξη του πολÝμου γιüρτασε 40 χρüνια λογοτεχνικÞς δρÜσης στη ταβÝρνα ΜπογρÜκου στη ΚυψÝλη, που σýχναζε. Στη διÜρκεια της ΚατοχÞς τÜχθηκε υπÝρ της ΕΑΜικÞς ΕθνικÞς Αντßστασης, κÜτι που δεν του συγχþρεσε ποτÝ το μεταπολεμικü κρÜτος της δεξιÜς. ¸τσι, το 1947 ο ΔÞμος ΠειραιÜ διÝκοψε τη καταβολÞ τιμητικÞς σýνταξης που του παρεßχε απü το 1940. Στη διÜρκεια της κατοχÞς, κρÜτησε ημερολüγιο, μÝρος του οποßου δημοσιεýτηκε στην εφημερßδα ΑυγÞ.

     ΜετÜ το τÝλος του Εμφυλßου, σε ηλικßα 80 χρüνων δημοσßευσε το Αργü ΞημÝρωμα. Τα τελευταßα χρüνια της ζωÞς του τα πÝρασε στη φτþχεια, κατÜκοιτος και παραγνωρισμÝνος. Η Ακαδημßα Αθηνþν αρνÞθηκε πρüταση για υποψηφιüτητÜ του σε 2 συνεχεßς εκλογÝς (1951-1953), λüγω της υποστÞριξης που προσÝφερε στην ΑριστερÜ στη διÜρκεια της ΚατοχÞς. ΠÜντως ενþ συμπαθοýσε τον Κομμουνισμü και τον Σοσιαλισμü, παρÝμεινε ανÝνταχτος. ΠÝθανε στις 27 ΜÜρτη 1958 στα 87 του. Ο ΒÜρναλης Ýγραψε την επομÝνη του θανÜτου του: "ΒρÜχος ταλÝντου, εργατικüτητας, πßστης κι Þθους. ΒρÜχος ριζωμÝνος στην ελληνικÞ ζωÞ. ΑκατÜλυτος κι ασÜλευτος. ΑσÜλευτος και στις αγÜπες και στα μßση του, στα πÜθη και στις αδυναμßες του. ΑσÜλευτος και στο κουρÜγιο του. Μüνο το λαü αγαποýσε. Μüνο το λαü μελετοýσε. Και το λαü ζωντÜνευε κι απαθανÜτιζε στα Ýργα του".
     ¼σο για τις τελευταßες του στιγμÝς, ο ΒÜρναλης εßχε γρÜψει: "ΔιαβÜζουμε στις εφημερßδες πως ο ΔημοσθÝνης ΒουτυρÜς, Üρρωστος απü καιρü, περνÜ τα στερνÜ του σε τραγικÞ φτþχεια. Τα λογοτεχνικÜ σωματεßα προσπαθοýν ν' αποσπÜσουνε για το κορυφαßο μÝλος τους μια μικρÞ σýνταξη, απü το ΚρÜτος Þ το ΔÞμο, χωρßς να το πετυχαßνουν!". Εßναι απü κεßμενο του στον τüμο ΑισθητικÜ ΚριτικÜ ΣολωμικÜ (1958), πρωτοδημοσιευμÝνο τüτε που ο ΒουτυρÜς βρισκüταν στη ζωÞ, λßγο πριν φýγει. Και συνεχßζει παρακÜτω: "Σ' αυτüν τον τüπο, σε καιροýς με περισσüτερη ντροπÞ, δεν μπÞκανε στην Ακαδημßα Ýνας ΒλαχογιÜννης, Ýνας ΓρυπÜρης, Ýνας ΜαλακÜσης κι Ýνας Σικελιανüς (για ν' αναφÝρουμε μονÜχα πεθαμÝνους!), σ' αυτüν τον τüπο, που αφÝθηκε να πεθÜνει τüτε στη ψÜθα Ýνας ΠαπαδιαμÜντης, σ' αυτüν τον τüπο σÞμερα, που Ýλειψε και το τελευταßο ßχνος ντροπÞς, ζητÜμε να τιμηθεß ο ΒουτυρÜς και να μη πεθÜνει στη ψÜθα!". (Αυτüς το 'πε κι αυτüς τ' Üκουσε προφανþς).

     ΓρÜφει ο ΓιÜννης ΧαλÜτσης: "O ΔημοσθÝνης αναγκÜστηκε να εργαστεß σε σκληρÝς χειρωνακτικÝς εργασßες. ¸τσι γνþρισε τη ζωÞ και τη ψυχολογßα των ανθρþπων του μüχθου και της βιοπÜλης. Η γνþση αυτÞ και το Ýμφυτο ταλÝντο του τον αναδεßξανε σε εισηγητÞ του ρεαλιστικοý διηγÞματος στην ΕλλÜδα. Εßναι απü τους πρþτους λογοτÝχνες των αρχþν του 20ου αι. που Ýγραψε κοινωνικü διÞγημα. Σ' üλα τα διηγÞματÜ του ασχολεßται με κοινωνικÜ θÝματα κι οι ÞρωÝς του εßναι Üνθρωποι απü τη σýγχρονη κοινωνικÞ πραγματικüτητα. Η εκμετÜλλευση των εργαζομÝνων στις πρþτες εργατικÝς φÜμπρικες, οι νÝες κοινωνικÝς συνθÞκες που δημιουργοýνταν στην ΕλλÜδα στις αρχÝς του 20οý αι. η απανθρωπιÜ κι η δυστυχßα της καπιταλιστικÞς κοινωνßας καυτηριÜζονται μÝσα απü το Ýργο του. ¼λοι οι κοινωνικοß θεσμοß, κρÜτος, θρησκεßα, εκπαßδευση, δικαιοσýνη, και ο πüλεμος Ýγιναν αντικεßμενο κριτικÞς και σÜτιρας στο Ýργο του. Κτυπþντας το Üδικο και παρÜλογο, ξεσκεπÜζοντας τις πληγÝς της κοινωνßας που στηρßζεται στην εκμετÜλλευση, πüτε Ýμμεσα και πüτε Üμεσα, πρüβαλε την ανÜγκη της αλλαγÞς και μÜλιστα της επαναστατικÞς κοινωνικÞς αλλαγÞς".
     Ο ΒÜσιας Τσοκüπουλος, επιμελητÞς των ΑπÜντων του σημειþνει για το Ýργο του: "Πρþτα πρþτα (...) μιλÜ Ýντονα για τη κοινωνικÞ αδικßα και παρακινεß τον αναγνþστη να την αντιστρατευτεß. Τον παρακινεß üμως üχι με ιδεολογικü Þ πολιτικü λüγο, αλλÜ με καθαρÜ λογοτεχνικü. Εßναι Ýνα Ýργο αταλÜντευτα αγωνιστικü. Κι ακüμα δεν μÝνει μüνο στη κοινωνικÞ επιφÜνεια της αδικßας, αλλÜ την αντιστρατεýεται βαθýτερα, στην υπαρξιακÞ της διÜσταση γι' αυτü βρßσκεται και σε διαρκÞ διαμÜχη με το θεü. Αυτü κÜνει τη κριτικÞ του στη κοινωνικÞ αδικßα βαθýτερη και μονιμüτερη. Κι αυτü κÜνει, παρüλο τον πεσιμισμü του και την Ýλλειψη εμπιστοσýνης στο ανθρþπινο εßδος, το Ýργο του να 'ναι αταλÜντευτα αγωνιστικü, -ταυτüχρονα κι εξαιρετικÜ μοντÝρνο. ΜÝχρι που Üρχισε να γρÜφει ο ΒουτυρÜς, αλλÜ και πολý μετÜ, οι λογοτεχνικοß χαρακτÞρες, ακüμα κι οι αρνητικοß, κινοýνται σ' Ýνα παραδεδειγμÝνο κι αποδεκτü σýστημα κοινωνικþν κι ηθικþν κανüνων. Στο Ýργο του ΒουτυρÜ αυτü καταργÞθηκε. Στο λογοτεχνικü ýφος η καλολογßα κι η συμβατικÞ πλοκÞ καταργοýνται και στη θÝση τους μπαßνει το ασθματικü ýφος, η κινηματογραφικÞ αφÞγηση, ο εσωτερικüς μονüλογος και το ρεýμα της συνεßδησης (...) Τß αναζητÜ αυτü το Ýργο; Σßγουρα (...) την ελευθερßα και τη δικαιοσýνη. ΑυτÜ φωνÜζει μÝσα απü τις αντιφÜσεις και την απελπισßα των ηρþων του, τις σκοτεινÝς περιγραφÝς του, τον πüνο του και την ειρωνεßα του, τη σκληρüτητα και τη τρυφερüτητÜ του, üλες τις περιπÝτειες της ανθρþπινης ψυχÞς που αναβιþνει. Τ' αναζητÜ και μÝσα απü τη φανταστικÞ λογοτεχνßα του, μια καταδßκη του σýγχρονου δυτικοý πολιτισμοý, του ολοκληρωτισμοý και του πολÝμου. Το Ýργο αυτü ανοßγει την Þπειρο της Ουτοπßας στην ελληνικÞ λογοτεχνßα και του αιτÞματος για Ýναν Üλλο κüσμο".



    "Αν ýστερ' απü τη γενεÜ των θεµελιωτþν του νεοελληνικοý διηγÞµατος, του Βιζυηνοý, του ΠαπαδιαµÜντη, του Καρκαβßτσα, παρουσιÜστηκε κι Ýνας µε αληθινü ταλÝντο και διαφορετικü, αυτüς εßναι ο ΔηµοσθÝνης ΒουτυρÜς" Ýλεγε ο Ξενüπουλος το 1920 στο περßφηµο Üρθρο του γι' αυτüν ενþ ο ΝιρβÜνας εýστοχα τον αποκαλεß "Üνθρωπο-διÞγηµα". Ο πρωτοποριακüς χαρακτÞρας του Ýργου του Ýγκειται στο üτι σηµατοδüτησε τη στροφÞ απü το ηθογραφικü στο αστικü διÞγηµα. Η χαρακτηριστικüτερη διατýπωση εßναι του Παρορßτη, που επαναλαµβÜνουν αρκετοß µεταγενÝστεροι κριτικοß, üτι δηλαδÞ παρÜτησε "το νησß του ΠαπαδιαµÜντη και το χωριü του Καρκαβßτσα και τη στÜνη του ΚρυστÜλλη" και µετÝφερε το διÞγηµα στη πüλη. Ακüµη κι αν ο ßδιος στη συνÝντευξη τοý 1919 µιλÜ για υπÝρβαση της ηθογραφßας κι ο Μπασκüζος ισχυρßζεται üτι στα διηγÞµατÜ του συνυπÜρχουνε σýγχρονα αλλÜ και παλιüτερα αισθητικÜ ρεýµατα. Ο διηγηµατογρÜφος σαφþς συγκλßνει µε το πρüτυπο της ηθογραφßας, ο τρüπος üµως που χειρßζεται τη περιγραφÞ εßναι τελεßως διαφορετικüς. Αν οι ηθογρÜφοι της περιüδου 1880-1900, ακüµη κι αυτοß που στοχεýουνε και στην υποβολÞ ατµüσφαιρας, üπως ο ΠαπαδιαµÜντης, επιχειροýν να ζωγραφßσουν µε αντικειµενικÞ ακρßβεια το τοπßο, ο ΒουτυρÜς δηµιουργεß την αßσθηση πως αυτü που περιγρÜφει απορρÝει κυρßως απü την υποκειµενικÞ αντßληψη κεßνου που παρατηρεß.
     Ο ΝιρβÜνας γρÜφει "Με τους 3 τελευταßους τüμους διηγημÜτων του, μπρüς μου σκÝφτομαι, üτι ο Üνθρωπος αυτüς, που εßναι τüσο γüνιμος και ταυτοχρüνως τüσο ξεχωριστüς διηγηματογρÜφος. Η ζωÞ κι η τÝχνη εßναι Ýνα πρÜγμα, μÝσα εις τας σελßδας αυτÜς. Η ζωÞ, απλοýστατα, κÜνει τον περßπατüν της δια μÝσου των σελßδων του βιβλßου. Προς στιγμÞ νομßζει κανεßς, üτι ο συγγραφεýς δεν παßζει κανÝνα ρüλο σ' üλη την ιστορßα Þ, τουλÜχιστον, ρüλον εντελþς παθητικü. Ανοßγει απλþς της πüρτες του διηγÞματüς του, üπως θα Üνοιγε τις πüρτες του σπιτιοý του, αφÞνει Ýνα κýμα ζωÞς να περÜσει μπρος στους καλεσμÝνους του, που εßμεθα οι αναγνþστες του και τις ξανακλεßνει. Ιδοý Ýνα διÞγημα. Επειτα τις ξανανοßγει πÜλι, αφßνει να περÜσει Ýνα Üλλο κýμα και τις ξανακλεßνει πÜλι. Ιδοý Üλλο διÞγημα. Κι οýτω καθ' εξÞς. Ιδοý τüμοι διηγημÜτων. Αλλ' αυτÜ εßναι τρüπος του λÝγειν. Για να γßνονται αυτÜ που γßνονται, σημαßνει πως υπÜρχει Ýνας συγγραφεýς στη μÝση. Κι Ýνας συγγραφεýς που επειδÞ ακριβþς δεν κÜνει ü,τι κÜνουν οι Üλλοι, σημαßνει, üτι κÜνει κÜτι εντελþς δικü του".
 -Δημοσιεýθηκε στην Εστßα ΚυριακÞ 6 Απρßλη 1924.
    "...ο ßδιος, περßπου, ωραιολατρικÞς προÝλευσης ρεαλισμüς, üπως του ΧρηστομÜνου, με κοινωνικÝς προθÝσεις üμως σε πολλÜ διηγÞματα, δεσπüζει και στο Ýργο του ΒουτυρÜ, που στις αρχÝς του αιþνα γνþρισε μεγÜλη δημοτικüτητα χÜρη σε μια εκατοντÜδα μικρþν διηγημÜτων -...ζητοýσαν üλο μικρÜ διηγÞματα για να δßνουν λßγα χρÞματα, σημεßωνε με πικρßα. Για πρωταγωνιστÝς του στρατολογεß προλετÜριους, ανθρþπους με ταπεινÜ επαγγÝλματα, Üνεργους απü τους συνοικισμοýς, θαμþνες των καπηλειþν. Πρüκειται για Ýνα νÝο κüσμο, μια νÝα τÜξη που κατοικοýσε σε παρÜγκες εκεß που τÝλειωνε η πüλη Þ σε τρþγλες και τüτε για πρþτη φορÜ ερχüταν να ταρÜξει τη συνεßδηση του αστοý αναγνþστη. Η αθλιüτητα, που περιγραφüτανε κÜποτε με προθÝσεις κοινωνικþν διεκδικÞσεων, παρουσιÜζεται στον αναγνþστη τüσο πιο σκοτεινÞ, üσνο ο ßδιος τη περιβÜλλει με ατμüσφαιρα καταθλιπτικÞ και μουντÞ -κι αυτü Ýκανε μερικοýς να τον χαρακτηρßσουνε συμβολιστÞ. ΜÝτρο των Ýμφυτων ικανοτÞτων του, που δεν τις εκμεταλλεýτηκε αρκετÜ, αποτελοýνε διηγÞματα üπως Το παιδß της βουβÞς: εσωτερικüς μονüλογος ενüς παιδιοý που θεÜται τη ζωÞ μÝσα απü τις δικÝς του ψυχικÝς διαστÜσεις".
 -Mario Vitti, Ιστορßα της νεοελληνικÞς λογοτεχνßας, ΟδυσσÝας, 1989


                         Πορτραßτο του απü τη κüρη του Θεþνη

     Κι ο ΜÜρκος ΑυγÝρης μßλησε θετικÜ για τη λαúκÞ ψυχÞ που αναδυüταν μÝσα απü τη διηγηματογραφßα του: "Ο ΒουτυρÜς εßναι ο διηγηματογρÜφος του λαοý, που δßνει πιστüτερα απü τον καθÝνα τις καταστÜσεις, τη ψυχολογßα και τους τρüπους αγωγÞς του. Το Ýργο του εßναι μια απÝραντη πινακοθÞκη λαúκþν τýπων κι απλοúκþν ψυχþν. Εßναι ανεξÜντλητο […] σε εικüνες απü φτωχογειτονιÝς, τüπους της δουλειÜς, λαúκÝς ταβÝρνες, που περνοýνε τη μßζερη ζωÞ τους οι εργατικÝς τÜξεις κι ο φτωχüκοσμος των μεγÜλων κÝντρων. […] Βρßσκεται πÜντα κοντÜ στο λαü, εßναι λαüς ο ßδιος. Εßναι Ýνας αυθüρμητος τεχνßτης κι Ýχει το ανεπιτÞδευτο ýφος του λαοý". Τη 10ετßα του '50 ο ΣτρατÞς Τσßρκας με τη κριτικÞ του στο περιοδικü ΑλεξανδρινÞ ΤÝχνη Ýκανε λüγο για τη λογοτεχνικÞ αξßα του, τονßζοντας τον μοντερνισμü της γραφÞς του.
     Ο Νßκος ΞÝνιος γρÜφει "Τον ενÝπνεε Ýν ασýνειδο üραμα κοινωνικÞς επανÜστασης που, ως σοσιαλιστικü στη δομÞ, κρυβüταν επιμελþς πßσω απü μιαν επßφαση αντικειμενικüτητας. ΑυτÞ η πρüσοψη üμως συνιστÜ και το στοιχεßο του Ýργου του που εßναι Üξιο μελÝτης: Ýνας σχετικüς βαθμüς ισοπÝδωσης των προσþπων του αυτüματα τον κατατÜσσει στους νατουραλιστÝς συγγραφεßς. ΚατÝγραφε τη πραγματικüτητα φωτοφωνογραφικÜ, με αποτÝλεσμα την Ýντονη θεατρικüτητα και το μαγικü κλßμα των διηγημÜτων του. ΕπιλÝγοντας τη μικρÞ φüρμα, ονομÜστηκε "ο Üνθρωπος-διÞγημα" και δÞλωνε üτι μποροýσε να τυλßξει üλη τη γη με διηγÞματα. Δεν μιλÜμε για απλοúκü ηθογρÜφο, αλλÜ για αναρχικü λογοτÝχνη, που σαρκÜζει την εξαθλßωση της νεüκοπης εργατικÞς τÜξης των αστικþν κÝντρων και προαγγÝλλει τα δεινÜ της".
     Το Ýργο του υπÞρξε ιδιαßτερα πρωτοπüρο για την εποχÞ, τüσο λüγω περιεχομÝνου üσο και μορφÞς, γεγονüς που συμπυκνþνεται στην αμηχανßα, αν üχι την ανοιχτÞ εχθρüτητα, κÜποιων λογοτεχνικþν κýκλων της εποχÞς του απÝναντι στην εκδοτικÞ επιτυχßα του και στην επιρροÞ που Üσκησε το Ýργο του στην ανÞσυχη νεολαßα των πρþτων 10ετιþν του 20οý αι. ΚρατÜ απüσταση απü τη προβολÞ του εθνικοý στοιχεßου κι υιοθετεß τη µορφÞ ενüς λαúκοý αφηγηµατικοý εßδους. Η εκµετÜλλευση των αδυνܵων απü üσους ασκοýν αυθαßρετα την εξουσßα εßναι Ýνα θݵα που γενικüτερα τον απασχολεß. Για τα δεδομÝνα της ελληνικÞς λογοτεχνßας κι üχι τυχαßα, θεωρεßται ο εισηγητÞς του ρεαλιστικοý διηγÞματος στην ΕλλÜδα. ¼  ΠαλαμÜς με το αλÜνθαστο Ýνστικτü του τονε κατÝστησε πρþτος σαν πρωτοπüρο στο ρεαλιστικü διÞγημα. Ο ΒουτυρÜς εισÝβαλε στη σκηνÞ της νεοελληνικÞς πεζογραφßας ενþ Þταν αυτÞ κατÜμεστη απο καθιερωμÝνες φυσιογνωμßες üπως οι: Βιζυηνüς, ΠαπαδιαμÜντης, Καρκαβßτσας, Εφταλιþτης, Ξενüπουλος κ.Ü.. Οι φτωχογειτονιÝς κι οι απüμερες συνοικßες εßναι ο χþρος που κινεßται, ενþ, οι ÞρωÝς του εßναι Üνθρωποι αποτυχημÝνοι Þ χρεωκοπημÝνοι μικροαστοß, μικροûπÜλληλοι, απλοúκοß Üνθρωποι του λαοý χτυπημÝνοι απü τη φτþχεια και τη δυστυχßα.



     Το λεγüμενο "πρüβλημα ΒουτυρÜ" (Παρορßτης) αναφÝρεται ακριβþς στην αμφιθυμßα των λογοτεχνþν και των κριτικþν της εποχÞς απÝναντι στα πρωτοπüρα -αισθητικÜ και πολιτικÜ- χαρακτηριστικÜ του Ýργου του. Τονε κατηγοροýσανε για απουσßα πλοκÞς, για χαþδη γραφÞ, για διÜχυτο πεσιμισμü, για υπερπαραγωγÞ διηγημÜτων σε βÜρος της ποιüτητας και κυρßως για Ýλλειψη σεβασμοý απÝναντι στους βασικοýς κανüνες της λογοτεχνικÞς συγγραφÞς. Σημαντικοß συγγραφεßς και λογοτÝχνες της εποχÞς (Ξενüπουλος, ΝιρβÜνας, ¢γρας, Πολßτης) τον υπερασπßστηκαν αν και, σε κÜποιο βαθμü, συμμερßζονταν την αμηχανßα απÝναντι στο πρωτοπüρο ýφος του. ¹τανε πρÜγματι πρωτοπüρος της νεωτερικÞς λογοτεχνßας, που κατÝγραψε, με συγκλονιστικÜ ρεαλιστικü τρüπο, τις αλλαγÝς στη ταξικÞ διÜρθρωση της ελληνικÞς κοινωνßας στις αρχÝς του 20οý αι. και την επÝλαση του καπιταλιστικοý τρüπου παραγωγÞς, επÝλαση που παρÞγαγε την εξαφÜνιση των παλαιüτερων κοινωνικþν στρωμÜτων και την εμφÜνιση του προλεταριÜτου ως βασικÞ κοινωνικÞ τÜξη.
     Ο ΒουτυρÜς υιοθετεß διÜφορα στυλ γραφÞς, κινοýμενος με Üνεση απü το ρεαλισμü και τα ηθογραφικÜ στοιχεßα, στην επιστημονικÞ φαντασßα, στο διÞγημα μυστηρßου, στην ελλειπτικÞ γραφÞ και στο παρÜλογο. Εßναι πρÜγματι εντυπωσιακü üτι ο ßδιος που 'χει γρÜψει διηγÞματα που θυμßζουνε Πüε, Üλλα που ανταγωνßζονται τον στρατευμÝνο ρεαλισμü του ΖολÜ Þ την αναλυτικÞ ψυχογραφßα του ΝτοστογιÝφσκυ, δßχως μÜλιστα, καθþς φαßνεται, να 'χει πλÞρη γνωση της ξÝνης λογοτεχνßας της εποχÞς του. Αξßζει να σημειωθεß πως, παρÜ τις μεταγενÝστερες αναγνþσεις του Ýργου του, που μποροýν να ανιχνεýσουν Ýντονα στοιχεßα μοντερνισμοý και πολλαπλþν σημειολογικþν επιπÝδων, ο ßδιος δεν Þταν αυτü που σχηματικÜ αποκαλοýμε διανοοýμενος. ¹τανε πιο πολý Ýνας εργÜτης του πνεýματος που Ýφτιαχνε διηγÞματα, δε σýχναζε σε λογοτεχνικÜ σαλüνια, αλλ' αντßθετα συναναστρεφüτανε καθημερινÜ με ανÝργους, εργÜτες κι ευρýτερα ανθρþπους του λαοý στις ταβÝρνες. ΕκφρÜζει μια κοινωνßα σε κατÜσταση μετασχηματισμοý, üπου οι αξßες σ' üλα τα επßπεδα εναλλÜσσονται με γοργοýς ρυθμοýς, μια κοινωνßα δßχως σταθερÝς και στιβαρÝς πßστεις, κοινωνßα ανοιχτÞς ιδεολογßας κι επομÝνως πρüσφορη, üσον αφορÜ τους συγγραφεßς, για πολυεπßπεδη ειρωνικÞ γραφÞ.
  "ºσαμε το φανÝρωμÜ του, το νεοελληνικü διÞγημα πνßγεται στα στενÜ περιθþρια της ηθογραφßας. Κεßνος στρÝφει το μÜτι του στη ζωντανÞ κοινωνικÞ πραγματικüτητα και τους ανθρþπους της... ΠουθενÜ δεν υπÜρχει η κομψÞ φρÜση. ΓρÜφει üπως μιλÜει... ¸χει üμως ρωμαλÝα πνοÞ, επιβλητικü αυθορμητισμü, πλοýσια φαντασßα, βαθýτατη ανθρωπιÜ, ποιητικÞ δýναμη και ρεαλιστικÞ αντßληψη. Μας δßνει μια σειρÜ απü περßφημους τýπους..."
 -ΧρÞστος ΛεβÜντας, Δυο μορφÝς, 1952




     Η εναλλαγÞ τεχνοτροπßας (λüγω της οποßας κατηγορÞθηκε ως μη συγγραφÝας), που αποτελεß το κýριο χαρακτηριστικü πρωτοπορßας της μορφÞς του Ýργου του, δεν καταδεικνýει την εγγενÞ αδυναμßα του να ολοκληρωθεß ως συγγραφÝας. Αντßθετα, αποτελεß τρανÞ απüδειξη της σýνδεσÞς του με τη μεταβατικüτητα/ρευστüτητα της εποχÞς του. Δεν εßχε Ýνα τρüπο γραφÞς γιατß ως υποκεßμενο διαισθανüτανε κι εξÝφραζε το αντικειμενικü γεγονüς της μη παγιωμÝνης ακüμα κοινωνικÞς συγκρüτησης. ΓρÜφει σε μιαν εποχÞ που ακüμα συντελεßται η αστικοποßηση του κοινωνικοý σχηματισμοý, που οι καπιταλιστικÝς σχÝσεις και κατ' επÝκταση το πολιτισμικü εποικοδüμημα εμπεδþνονται και συγκροτοýνε τη νÝα κοινωνικÞ πραγματικüτητα αποδομþντας προηγοýμενες κοινωνικÝς ισορροπßες, Þθη και καθημερινÝς συμπεριφορÝς. Παλιοß κοινωνικοß τýποι, επαγγÝλματα κι εντÝλει ταξικÜ στρþματα της πüλης και της υπαßθρου εξαφανßζονται κι αντικαθßστανται με νÝα, μÝσα απü την απρüσωπη δυναμικÞ των εκμεταλλευτικþν σχÝσεων της αστικÞς κοινωνßας. ΑυτÞ η διαρκÞς καταστροφÞ κι ανασýνθεση των κοινωνικþν σχÝσεων και των υποκειμÝνων σε υλικü κι ιδεολογικü επßπεδο, αυτÞ η ταχýτητα των εξελßξεων, που καθιστÜ τον Üνθρωπο Ýρμαιο των αλλαγþν, ενυπÜρχει στο ýφος του ΒουτυρÜ και στο περιεχüμενο του Ýργου του. Η πολλαπλüτητα των μορφþν του νÝου αδυσþπητου κι Üκαρδου κüσμου που υπÜγει στο κεφÜλαιο παλιüς τρüπος ζωÞς, μορφοποιεßται ως μετÜβαση απü τον Ýνα τρüπο γραφÞς στον Üλλο. Πρüκειται για μια ιδιαßτερη στιγμÞ διαλεκτικÞς συσχÝτισης του αντικειμενικοý πλαισßου με το υποκεßμενο που το καταγρÜφει και το αναπαριστÜ.
     Ο ΒουτυρÜς δεν εßναι, φυσικÜ, Ýνας απλüς καθρÝφτης της αντικειμενικÞς πραγματικüτητας, αλλÜ η αγχþδης (για τον ανθρþπινο ψυχισμü) μεταβατικüτητα της εποχÞς σφραγßζει το Ýργο του. Μες απ' αυτü το πρßσμα γßνονται κατανοητÝς οι καινοτομßες που τονε χαρακτηρßζουνε σα συγγραφÝα της νεωτερικüτητας: ο εσωτερικüς μονüλογος του Þρωα, η μßξη της αντικειμενικÞς πλοκÞς με τις συνειδησιακÝς επεξεργασßες των ηρþων, ο διχασμüς του Þρωα που υπερβαßνει τον απλοúκü μανιχαúσμü, η κυριαρχßα της πüλης ως πλαισßου δρÜσης. Την ßδια στιγμÞ πραγματεýεται την υπαρξιακÞ αγωνßα του ανθρþπου (φüβος θανÜτου/νüημα ζωÞς), την ευαισθησßα για τα ζþα, τη κριτικÞ στον πüλεμο και την οδυνηρÞ πραγματικüτητα της φτþχειας και των ταξικþν αντιθÝσεων.


                    Πορτραßτο του απü τη κüρη του Θεþνη

     To Ýργο του αποτελεß μοναδικÞ περßπτωση στη νεοελληνικÞ λογοτεχνßα. Οι παρÜξενες, σκοτεινÝς ιστορßες με πρωταγωνιστÝς ανθρþπους που εξεγεßρονται, συχνÜ με απελπισμÝνη αγριüτητα, ενÜντια στη μοßρα τους, διαβÜζονται με αμεßωτο ενδιαφÝρον εδþ κι Ýναν αιþνα. Εßναι Ýνας απü τους σημαντικüτερους ¸λληνες διηγηματογρÜφους του ΜεσοπολÝμου που αξßζει να διαβαστεß. ¸ζησε τα παιδικÜ κι εφηβικÜ του χρüνια στον ΠειραιÜ, üπου εßδε τις δυσκολßες της ζωÞς των εργατþν, την Üστατη ζωÞ των περιθωριακþν και γνþρισε τη φτþχεια απü κοντÜ μετÜ την οικονομικÞ καταστροφÞ και την αυτοκτονßα του πατÝρα. ΑυτÝς οι συνθÞκες ζωÞς τον επηρεÜσανε στα διηγÞματÜ του και διαμορφþσανε τους Þρωες του. Ο ατßθασος χαρακτÞρας του, η αριστερÞ και πολλÝς φορÝς αναρχικÞ ιδεολογßα, τονε δυσκολÝψανε στην εýρεση εργασßας κι Ýζησε την ανÝχεια. Παρ' üλ' αυτÜ, τα διηγÞματÜ του εßχανε φανατικü αναγνωστικü κοινü κι üλες οι εφημερßδες ζητοýσανε κεßμενÜ του.
     ΑσχολÞθηκε επßσης με τη συγγραφÞ αναγνωστικþν του δημοτικοý και σατιρικþν και φανταστικþν διηγημÜτων. Το πεζογραφικü Ýργο του, σχεδüν αποκλειστικÜ διηγηματικü, εντÜσσεται στο πλαßσιο του κοινωνικοý ρεαλισμοý κι οριοθετεß το πÝρασμα απü την ηθογραφßα στην αστικÞ πεζογραφßα. Ως μüνιμο θÝμα του κυριαρχεß η ζωÞ των περιθωριακþν ομÜδων ΑθÞνας και ΠειραιÜ. ¸χοντας ζÞσει κοντÜ τους περιÝγραψε τη ζωÞ και τη ψυχοσýνθεσÞ τους μ\ Ýντονα ζοφερÜ χρþματα. Στα διηγÞματÜ του περιγρÜφει τη ζωÞ και τη ψυχολογßα των φτωχþν κι εξαθλιωμÝνων ανθρþπων που αδυνατοýν να δρÜσουν για να αλλÜξουνε τη ζωÞ τους κι αρνοýνται να ενταχθοýνε στη κοινωνßα. Τους γνþριζε καλÜ αυτοýς τους ανθρþπους Ýχοντας ζÞσει δßπλα τους πολλÜ χρüνια. Στις φτωχογειτονιÝς των μεγÜλων πüλεων τους παρουσιÜζει να στενÜζουνε και ν' αφανßζονται με τις κακßες, τα μßση, την Üβυσσο της ψυχÞς τους, τα προβλÞματÜ τους. Γι' αυτü και τον ονüμασαν "Γκüρκυ της ΕλλÜδας". ¸γινε ο αισθαντικüς απολογητÞς των ψυχικþν καημþν που συσσþρευσε στους ανθρþπους και στην ΕλλÜδα, η οικονομικÞ ανÝχεια.



¸ργα:

Λεωνßδας ΛαγκÜς, ΠειραιÜς, τυπ. Σφαßρα (1903)
Ο ΛαγκÜς κι Üλλα διηγÞματα, ΑλεξÜνδρεια, ΓρÜμματα (1915)
ΠαπÜς ειδωλολÜτρης κι Üλλα διηγÞματα, ΑθÞνα, Βασιλεßου (1920)
Οι αλανιÜρηδες, ΑλεξÜνδρεια, ΓρÜμματα (1921)
ΤριÜντα δýο διηγÞματα, ΑθÞνα, ΓανιÜρης (1921)
ΖωÞ αρρωστεμÝνη κι Üλλα διηγÞματα, ΑθÞνα, ΕλευθερουδÜκης (1921)
ΜακρυÜ απ' τον κüσμο κι Üλλα διηγÞματα, ΑθÞνα, ΣιδÝρης (1921)
Το γκρÝμισμα των θεþν κ. Ü. διηγÞματα, Βιβλιοπωλεßο ΓανιÜρη & Σßα (1922)
Ο θρÞνος των βοδιþν κι Üλλα διηγÞματα, ΑλεξÜνδρεια, ΓρÜμματα (1923)
Φως στο σκοτÜδι κ.Ü. διηγÞματα, ΑθÞνα Ακαδημαúκü Βιβλιοπωλεßο (1923)
ΔιωγμÝνη αγÜπη κι Üλλα διηγÞματα, ΑθÞνα, Βασιλεßου (1923)
¼νειρο που δεν τελειþνει κι Üλλα διηγÞματα, ΕλευθερουδÜκης (1923)
Ο νÝος ΜωυσÞς κι Üλλα διηγÞματα, ΑθÞνα, τυπ. ΑθηνÜ Ι.ΡÜλλη (1923)
Η αριστοκρατικÞ γειτονιÜ κι Üλλα διηγÞματα, ΑθÞνα, Βασιλεßου (1924)
Η σιδερÝνια πüρτα, ΑθÞνα, εκδ. Βιβλιοπωλεßου Η Λογοτεχνßα (1925)
ΤροφÞ στο θÜνατο, ΑθÞνα, ΤσουκαλÜς (1926)
Εßκοσι διηγÞματα, ΑθÞνα, ΔημητρÜκος (1926 Þ 1927)
Στη χþρα των σοφþν και των αγρßων, ΑθÞνα, τυπ. ΑθηνÜ (1927)
ΜÝσα στην κüλαση, ΑθÞνα, ΔημητρÜκος (1927)
Μες στους ανθρωποφÜγους κ.Ü. διηγÞματα, ΑθÞνα, Εστßα (1928)
Απü τη Γη στον ¢ρη, ΑθÞνα, ΔημητρÜκος (1929)
ΑνÜσταση νεκρþν κι Üλλα διηγÞματα, ΑθÞνα, ΔημητρÜκος (1929)
Στους Üγνωστους Θεοýς, ΑθÞνα, ΔημητρÜκος (1930)
Η επανÜσταση των ζþων κι Üλλα διηγÞματα, ΑθÞνα, ΔημητρÜκος, (1931)
Η üρνιθα ξýνοντας το μÜτι της..., ΑθÞνα, ΔημητρÜκος, (1932)
ΜÝρες τρüμου, ΑθÞνα, τυπ. Τα ΧρονικÜ (1932)
¾στερα απü εκατομμýρια χρüνια κ.Ü. διηγÞματα, ΑθÞνα, ΔημητρÜκος (1932)
ΚÜλπικοι πολιτισμοß, ΑθÞνα, εκδ. εφ. ΑνεξÜρτητος (1934)
Μιλοýν κι οι νεκροß;, ΑθÞνα, Ýκδ. εφημερßδας Ελληνικüν ΜÝλλον (1934)
Το τραγοýδι του κρεμασμÝνου κ.Ü. διηγÞματα, ΑθÞνα, ΑνεξÜρτητος (1935)
Νýχτες μαγεßας, ΑθÞνα, Καραβßας (1938)
Το σπßτι των ερπετþν, ΑθÞνα, Καραβßας (1939)
Ο Ýρωτας στους τÜφους, ΑθÞνα, ΠÞγασος (1943)
Τρικυμßες, ΑθÞνα, Οι φßλοι του βιβλßου (1945)
Αργü ξημÝρωμα, ΑθÞνα, τυπ. Κατσιþρη (1950)



ΜελÝτες:

Τα σýμβολα στα üνειρα, ΑθÞνα, ΔημητρÜκος (1933)
Τα σýμβολα στα üνειρα, 39 üνειρα, 6 διηγÞματα, μια διÜλεξη, ΦαρφουλÜς (2007)

¢παντα (συλλογÝς, επιλογÞ):

¢παντα, επιλογÞ πρþτη, εισαγωγÞ ΒÜσου Βαρßκα, ΑθÞνα, εκδ. Δßφρος (1958)
¢παντα, εισαγωγÞ Νßκου Κατηφüρη, ΑθÞνα, Δßφρος (1960)
ΔιηγÞματα, εισ. ΤÜκη ΑδÜμου, ΒουκουρÝστι, ΠολιτικÝς & λογοτεχνικÝς εκδ. (1965)
¢παντα Α´ - Ζ´. ΑθÞνα, εισ. - επιμ. ΒÜσιας Τσοκüπουλος, Δελφßνι, ΣτÜχυ (1994 - 2001)
Το καρÜβι του ΘανÜτου κ.Ü´. ιστορßες, επιλ., επιμ. Τσοκüπουλος Τüπος (2011)

================

                                         ΠαραρλÜμα*

     ΚÜποτε του ΦÜρμα του ερχüντανε κι αναμνÞσεις. Και θυμüτανε πως εßχε πατÝρα που φοροýσε φÝσι και κüκκινο ζωνÜρι και μÜνα της οποßας εßχε ξεχÜσει κι αυτÞς τη μορφÞ, που φοροýσε τσεμπÝρι. ¢λλο τßποτα! ¼λα τ' Üλλα τα 'χε φÜει το γýρισμα της ρüδας κι Ýπειτα το κρασß, που Ýπινε για ξεκοýρασμα.
     ΑλλÜ, τß Þθελε να θυμÜται;
     Τη γυναßκα την εßχε λησμονÞσει και κανεßς Δαßμονας δεν καταδεχüταν να του τη φÝρει στο νου για να τονε βÜλει σε πειρασμü. ¼ταν κÜποτε Ýβλεπε καμμιÜ να 'ρχεται στο κατÜστημα, τη κοßταζε χÜσκοντας, σαν παρÜξενο πρÜγμα, που πρþτη φορÜ το 'βλεπε.
     Οι τεχνßτες τον περßπαιζαν. Αυτüς δεν απαντοýσε ποτÝ. Σχεδüν εßχε χÜσει τη λαλιÜ του. Μüνο αισθανüταν μßσος, το μüνο ανθρþπινο που του Ýμενε. Δε γελοýσε ποτÝ, εßχε απομÜθει να γελÜ και κανεßς ποτÝ δεν τον εßδε Ýστω και να χαμογελÜ. Το μüνο, στο σβησμÝνο κι Ýρημο απü Üλλα αισθÞματα σþμα του, που 'μενε, Þτανε το μßσος, üπως μÝνει σε ερειπωμÝνο σπßτι Þ πýργο, φßδι.
     ¼ταν εσχüλαζε Ýπινε üσο που μεθοýσε κι Ýτσι παραμιλþντας, χωρßς να εννοεß κανεßς τι Ýλεγε, σα να μιλοýσε τη γλþσσα της ρüδας, επÞγαινε να κοιμηθεß.
     Εßχε και παρÝα στο κρασοπουλειü που πÞγαινε, αλλ' Þτανε σ' αυτÞ σα βουβü της πρüσωπο. Φαινüτανε μüνο να προσÝχει σ' ü,τι λÝγανε. Δýσκολα üμως να του μεßνει τßποτα στο νου απ' ü,τι Üκουγε, üλα περνοýσανε δßχως ν' αφÞσουν ßχνος. Μια βραδυÜ Üκουσε κÜποιον πολýξερο της παρÝας να διηγεßται κÜτι της ΓραφÞς. ¸λεγε για το χÝρι κεßνο, που 'χε γρÜψει στο συμπüσιο του ΒαλτÜσαρ, τις λÝξεις:: ΜενÝ, ΜενÝ θεκÝλ, ου φαρσßν**. Κι üτι οι λÝξεις εßχανε φÝρει τρüμο στο ΒασιλÝα και σ' üλους τους Üλλους του συμποσßου και κανεßς δε βρισκüτανε να εξηγÞσει τι εννοοýσαν. ΑυτÜ τ' Üκουσε με προσοχÞ μεγÜλη ανοßγοντας και τα μÜτια του τρομαχτικÜ. ¹τανε το μüνο, που μπüρεσε να χαραχτεß στο νου του μαζß με τους κρüτους της ρüδας.
     Την Üλλη βραδιÜ, Üμα εσχüλασε, αντß να πÜει στο κρασοπουλειü, διευθýνθηκε στο δωμÜτιü του. Εßχε συγκÜτοικο Ýνα πατριþτη του, που πÞγαινε πολý ενωρßς και κοιμüτανε. Την πüρτα ποτÝ δεν την Ýκλειναν και μπÞκε ο ΦÜρμας μÝσα χωρßς να μεταχειρισθεß κλειδß Þ να χτυπÞσει. Ο συγκÜτοικος Þταν εκεß και κοιμüτανε. ¸να λυχναρÜκι Ýκαιε πÜνω στο τραπÝζι και φþτιζε Ýνα ξερü κομμÜτι ψωμß και τρεις ελιÝς σÜπιες, βαλμÝνες αντß σε πιÜτο σ' Ýνα χαρτß κßτρινο. Μια μýγα, Üγνωστο γιατß, ξενυχτοýσε, καθüτανε πÜνω στο ξεροκüμματο του ψωμιοý, συλλογισμÝνη.
     Ο ΦÜρμας Ýμεινε αρκετÞ þρα συλλογισμÝνος κι αυτüς, Ýπειτα Ýφυγε γρÞγορα και πÞρε το δρüμο του καταστÞματος που δοýλευε, κοιτÜζοντας κÜποτε, καθþς πÞγαινε, την ημισÝληνο, που του φαινüτανε σα χρυσü λαμπερü ψÜρι φτερωτü. Το κατÜστημα εßχε κι αυλÞ πßσω κι απ' εκεß πÞγε. ΑνÝβηκε σε μια ελιÜ, ψωριασμÝνη ελιÜ, που Þταν απ' Ýξω κι απ' εκεß ο Üνθρωπος της ρüδας και του κρασιοý, ελαφρüς πÞδησε στην αυλÞ. Φýλακας
δεν Ýμενε στο κατÜστημα Üλλος απü Ýνα σκυλß, αλλ' αυτü πÞγε κοντÜ του, μετÜ απü Ýνα μικρü γÜβγισμα, και του Ýγλειψε τα χÝρια.
     ΜπÞκε μÝσα απü Ýνα φεγγßτη πüρτας, üπου στÞριξε μια μισοσπασμÝνη σκÜλα. ΣτÜθηκε στη κÜτω αßθουσα, üπου Þτανε μεγÜλα εργαλεßα και τα γραφεßα του καταστηματÜρχη. Εκεß Üναψε Ýνα σπßρτο και αφοý κοßταξε σαν να ζητοýσε κÜτι στον τοßχο, ανÝβηκε σ' Ýνα εργαλεßο κι Üρχισε να γρÜφει ψηλÜ στον τοßχο με κÜρβουνο μßα λÝξη: Π α ρ α ρ λ Ü μ α. ¹τανε φανταστικÞ η λÝξη· του την εßχε βγÜλει το κρανßο του, αλλÜ του φαινüτανε να λÝει κÜτι κακü. ¸φυγε üπως εßχε πÜει.
     Το πρωß, üταν πÞγε στην εργασßα, επρüσεχε να δει τι θα γßνει για τη λÝξη. Και δεν πÝρασε πολý κι Üκουσε τη φωνÞ του καταστηματÜρχη να φωνÜζει:
 -"Τß εßναι αυτü εκεß! Ποιüς το 'γραψε αυτü"; Η φωνÞ του καταστηματÜρχη Þταν σα φοβισμÝνη. ¼λοι Üφησαν τις δουλειÝς τους και τρÝξανε να δουν.
 -"ΠαραρλÜμα"! Η λÝξη, που Ýβγαλε το κρανßο του, βρισκüτανε στα χεßλη üλων. Μα ποιος την Ýγραψε; Επρüβαλε κι αυτüς το πρüσωπü του απü πÜνω απü τη σκÜλα και κοßταξε. Κανεßς δεν ημποροýσε να υποπτευθεß αυτüν κι οýτε ακüμα παρατÞρησαν üτι δεν Ýτρεξε κι αυτüς να δει. Ο αρχιτεχνßτης αυτüν Ýβαλε να τη σβÞσει. Και την Ýσβησε λÝγοντας σιγÜ-σιγÜ τη λÝξη. Τη νýχτα Ýκανε πÜλι το ßδιο. ΑλλÜ τη λÝξη δεν την Ýγραψε τþρα με κÜρβουνο, αλλÜ με χρþμα κüκκινο: ΠαραρλÜμα.
     Το πρωß Üλλος θüρυβος. Ο καταστηματÜρχης κιτρßνισε πολý. Ζητοýσε τον Üνθρωπο, αλλ' Ýξαφνα φοβÞθηκε μη δεν Þταν Üνθρωπος. Κι üμως εßπε δυνατÜ:
 -"ΠρÝπει να βρεθεß"! Η ιδÝα πÜλι μην κÜποιος Þθελε να παßξει, να τονε γελωτοποιÞσει, τον Ýκανε Ýξω φρενþν και φþναζε üτι θα τους διþξει üλους. Ο ΦÜρμας Üκουσε τους τεχνßτες να λÝνε μεταξý τους, μη φροντßζοντας γι' αυτüν üπως και για το σκýλο, το φýλακα, üτι φÜντασμα θα βγαßνει στο κατÜστημα κι αυτü θα το Ýγραφε! Κι οι τεχνßτες μεßνανε πεισμÝνοι üτι φÜντασμα, δßχως Üλλο, βγαßνει τη νýχτα και γρÜφει αυτÞ τη παρÜξενη λÝξη, που κÜτι θα σÞμαινε στη δικÞ του γλþσσα!
     Τη νýχτα ο κýριος του καταστÞματος Ýβαλε φýλακες. Το πρωß δεν υπÞρχε η λÝξη. ΑλλÜ σε λßγο, καθþς ο καταστηματÜρχης Ýμπαινε, η λÝξη Þτανε πÜλι στον τοßχο γραμμÝνη με τα κüκκινα γρÜμματÜ της. Ο ΦÜρμας εßχε βρει ευκαιρßα και την εßχε γρÜψει. ¼λοι στο πüδι. Ο καταστηματÜρχης ταραγμÝνος, κßτρινος ο αρχιτεχνßτης, οι τεχνßτες, üλοι στÝκονταν μαρμαρωμÝνοι μπρος στα κüκκινα γρÜμματα, που κÜτι θα σÞμαιναν κακü μεγÜλο. ΠαραρλÜμα!
    Οι τεχνßτες Üρχισαν να ορκßζονται τους μεγαλýτεροýς τους üρκους, πολλοß Ýκλαιγαν, üτι δε γνωρßζουνε τßποτα, δεν ξÝρουνε ποιος τα γρÜφει, αλλÜ κÜποιος, κÜποιο... ¹θελαν να πουν φÜντασμα, αλλÜ δεν τολμοýσαν...
     Ο ΦÜρμας φÜνηκε απü ψηλÜ να κοιτÜ, Ýπειτα τραβÞχτηκε γρÞγορα και πÞγε κοντÜ στη ρüδα κι εκεß, κρατþντας το χεροýλι της γÝλασε, ýστερα απü τüσα χρüνια, Ýνα σιωπηλü γÝλιο!...
...
_______________

   * Εßναι φτιαχτÞ λÝξη του ΒουτυρÜ -που το συνÞθιζε στα κεßμενÜ του. Εν προκειμÝνω, μαντεýοντας τη σκÝψη του, εκτιμþ πως θÝλησε να τονßσει τον παραληρηματικü τρüπο που εξελισσüταν η ζωÞ στην εποχÞ του -κι εντεýθεν φυσικÜ και γι' αυτü χρησιμοποßησε τη λÝξη παραλÞρημα, μπερδεýοντÜς τη σε παραλÜρμα.
 ** O ΒαλτÜσαρ βασιλιÜς της Βαβυλþνας, γιος του Ναβουχοδονüσορα, εκθρονßστιηκε απü τον Κýρο. Η Βßβλος (ΔανιÞλ Ε') λÝει πως Ýνα βρÜδυ εßχε πλοýσιο συμπüσιο και διÝταξε να φÝρουνε τα ιερÜ σκεýη που εßχεν αρπÜξει απü την ΙερουσαλÞμ. Ο ιερüσυλος εßδε τüτε να παρουσιÜζεται χÝρι που χÜραζε στον τοßχο Üγνωστη γραφÞ. ΚÜλεσαν τον προφÞτη ΔανιÞλ που διÜβασε τις λÝξεις μανÞ, θεκÝλ, φÜρες ου φαρσßν και τις ερμÞνευσε ως εξÞς: "μÝτρησε ο Θεüς τη βασιλεßα σου κι üρισε το τÝλος της, τη ζýγισε και τη βρÞκε λειψÞ, διαιρÝθηκε η βασιλεßα σου και δüθηκε στους ΜÞδους και στους ΠÝρσες". Την ßδια νýχτα ο Κýρος Ýμπαινε στη Βαβυλþνα.
--------------------

                              Οι ΑποσκευÝς Των Νεκρþν

     ¹τανε γιορτÞ κι οι καμπÜνες της εκκλησιÜς που γιüρταζε δεν εßχανε πÜψει üλη τη νýχτα να χτυποýνε. ΒγÞκα αργÜ σχεδüν Ýξω. Δε θα πÞγαινα οýτε στην εκκλησιÜ, οýτε να χαιρετÞσω φßλο. Θα πÞγαινα να προσκυνÞσω Ýνα τÜφο! Η μÝρα Þτανε συννεφιασμÝνη, ψυχρÞ, του ΔεκÝμβρη μÝρα. Φυσοýσε Üνεμος δυνατüς και παγωμÝνος… Το νεκροταφεßο Þταν Ýρημο. Σαν σκιÝς των Þχων ερχüντανε ßσαμε εκεß οι χτýποι της καμπÜνας της εκκλησιÜς που γιüρταζε.
     Οι σταυροß φυλÜγαν τους νεκροýς κι οι κλþνοι των δÝντρων Ýκλιναν απü πÜνω μüνοι, θλιμμÝνοι. Τα πουλÜκια τους νανουρßζανε τον απÝραντον ýπνο τους, τους τραγουδοýσαν γλυκÜ τραγοýδια της ζωÞς. Κι αυτοß ßσως θα πßστευαν üτι βρισκüντανε στο χαμÝνο για πÜντα σπßτι, κοντÜ στους δικοýς τους κι ακοýγαν τη φωνÞ των παιδιþν, των αδερφþν, συζýγων, γονιþν…
     Αλλοßμονο!… ¸νας κρüτος ερχüταν απü κει κοντÜ, απü Ýνα εργοστÜσιο. Προχþρησα να γυρßσω στο νεκροταφεßο, αφοý εßδα τον τÜφο, που εßχα πÜει να προσκυνÞσω, τÜφο, που δεν τον σκιÜζανε θλιμμÝνα δÝντρα, οýτε κλþνοι Üλλων δÝντρων εγÝρνανε θλιμμÝνοι κοιτÜζοντας τη πλÜκα. ΤÜφοι μαρμÜρινοι, με προτομÝς, με γλυφÝς, με παραστÜσεις δεξιÜ κι αριστερÜ, Þτανε στο δρομßσκο, που 'χα πÜρει. Βρισκüμουν στις πρþτες θÝσεις. ¢ραγε η γη, που της ανοßγουνε τα σωθικÜ της και ρßχνουν πÜλι μÝσα τα παιδιÜ της, Ýχει κι αυτÞ θÝσεις; Πρþτη, δεýτερη, τρßτη…
     ΚÜποτε διακüπτανε τους μαρμαρÝνιους τÜφους Üλλοι τριγυρισμÝνοι με κÜγκελα σιδερÝνια. ¢λλοι πÜλι με ξýλινα κÜγκελα και πλÞθος γλÜστρες. Τα Üνθη της χαρÜς και στη λýπη βρßσκονται, σα να βγÜζει η χαρÜ τα λουλοýδια που φορεß και να τα δßνει στη θλßψη. Εßχα περÜσει τους μαρμÜρινους τÜφους Þ τη πρþτη θÝση. Σ' αυτü το μÝρος οι τÜφοι Þσανε φτωχικοß. ΠÝρα διÝκρινα τα κεραμßδια ενüς μικροý σπιτιοý. Σ' Ýνα δÝντρο, Ýνα Üσπρο σακκοýλι γεμÜτο Þτανε κρεμασμÝνο. Χωρßς να ιδþ, μÜντεψα τι εßχε μÝσα κι Þτανε σα σακκοýλι με φαÀ λησμονημÝνο κÜποιου εργÜτη.
    ΚοντÜ Ýνας τÜφος εßχε ανοιχτεß κι Ýνα φÝρετρο πρüβαλλε σα βÜρκα τσακισμÝνη απü κÜποιο μακρυνü ταξßδι, απ' το ταξßδι της Αχερουσßας! κι Þτανε πλοýσιο φÝρετρο απü καρυδιÜ. Ο ταξιδιþτης Þτανε γυναßκα. Τα ροýχα της, που δεν της εßχε επιτρÝψει ο ΧÜρος να πÜρει μαζß της, Þταν ακÝραια, απü θαλασσß βαθý ýφασμα, λεπτοûφασμÝνο σαν απü αρÜχνη. Σε μια Üκρη του φερÝτρου Þτανε κÜλτσες καφετιÝς τρυπητÝς… Μüλις Ýστριψα Ýναν τÜφο, που ο σταυρüς του εßχε Ýνα γýρο και και κροτοýσε απ' τον Üνεμο, στÜθηκα. Τα δÝντρα πριν μου κρýβανε το θÝαμα. Εßχα φτÜσει στο μικρü σπιτÜκι κι εßδα Ýξω απ' αυτü, σωροýς, σωροýς μεγÜλους και ψηλοýς κοκκÜλων και χυμÝνη ζÜχαρη, Þ κÜτι Üλλο εμπüρευμα. Και κüκκαλα πλÞθος, πλÞθος στιβαγμÝνα το 'να πÜνω στ' Üλλο!…
 -"Ποý εßμαι δω;" εßπα.
     Το σπιτÜκι Þταν σαν τελωνεßο Ýρημο, που απ' Ýξω αφÞσανε τα κιβþτιÜ τους χαμÝνοι ταξιδιþτες κι Ýμποροι. ¸να κιβþτιο ανοιχτü, πÜνω απ' τ' Üλλα, Ýδειχνε το περιεχüμενü του. Μια πλÜτη, κρανßο, κüκκαλο ποδιοý… ¢λλο πιο κÜτω μισοκλεισμÝνο. ΔιÜβασα την επιγραφÞ του -Κωνσταντßνος, Αθανασßα, Αδελφοß- Ýνα κüκκαλο Ýβγαινε, σα να προσπαθοýσε να σηκþσει το σκÝπασμα. ¢λλο πιο πÝρα, με λουκÝτο σκουριασμÝνο: -Χριστüδουλος– η επιγραφÞ. ¸ξω απ' το σωρü των κοκκÜλων μια μασÝλα με λßγα δüντια, παÀδια στραφτερÜ και σα γλυμμÝνα…
     Ο κρüτος του σταυροý με το γýρο ακοýστηκε πιο πολý να ταρÜζει τη σιωπÞ τη πÝνθιμη, σα να 'θελε κÜτι να πει τþρα Þ το παραμιλητü του να δυνÜμωσε. Καθþς πρüσεξα σ' αυτü τον κρüτο, Üκουσα κι Ýναν Üλλο να 'ρχεται απü κει κÜπου. ¹τανε του εργοστασßου ο κρüτος. Εργασßα!…
ΠÜλι εßδα τους σωροýς των κοκκÜλων κι Þταν σα σωρüς απü πÝτρες, που ρßχνουν απ' Ýξω απ' τις οικοδομÝς. Κι ανακατωμÝνα üλα! Κρανßα, πüδια, πλÜτες, χÝρια! Κüκκαλα ευτυχþν, που υπÞρξανε και δυστυχþν! ανθρþπων που γελασανε πολý κι Þπιανε την ηδονÞ, με ανθρþπων κüκκαλα, που τους εßχε πÜντα η θλßψη δικοýς της, που δε γνωρßσανε ποτÝ το γÝλιο!
 -"Γιατß τα ρßχνουν Ýτσι;" σκÝφτηκα.
     ¸ξαφνα τρüμαξα. Θα γεμßσει το νεκροταφεßο, θα ξεχειλßσουν οι τοßχοι απü τα κüκκαλα!…
 -"Ε, νεκροß! ΕλÜτε να τα πÜρετε! Εßναι οι αποσκευÝς σας! Να τι σας Ýμεινε ακüμα απü τα τüσα!… ¸νας σωρüς κüκκαλα!… Ποιος εßναι ο δικüς σας;… ΠροσÝξετε μη πÜρετε ξÝνα"!...

                                  Η ΜÜνα Του Γρßζα

     ¹ταν ερημιÜ κεßνη τη νýχτα στην παραλßα. Εßχε βρÝξει το πρωß κι εßχε γßνει ο καιρüς υγρüς και ψυχρüς. ΚÜτι σýννεφα μαýρα εßχανε σταθεß πÝρα στον ορßζοντα και φαινüτανε σα να ‘τανε η προφυλακÞ του χειμþνα. Τα φþτα της πλατεßας φωτßζανε μüνο το Üσπρο χþμα της. Οι καρÝκλες, που Üλλοτε σκεπÜζανε τη γη σε μεγÜλη απüσταση, εßχανε σαρωθεß και μüνο σε μια γωνιÜ, κοντÜ στους τοßχους του μεγÜλου καφενεßου, εßχανε μαζευτεß λßγοι απü τους τüσους περιπατητÜς της πλατεßας. ΠÝρα στο μεγÜλο δρüμο, που Ýφερνε στην πüλη, τα περισσüτερα καταστÞματα Þτανε σκοτεινÜ, και μüνο σ' Ýνα υπÞρχε φως και απü κει ερχüντανε φωνÝς οργÜνου και τραγοýδια.
     ΚαθισμÝνοι στην ταρÜτσα του μικροý ξενοδοχεßου μιλοýσαμε. Εßχα εγþ μελαγχολÞσει με την αλλαγÞ εκεßνη του καιροý, με τα μαýρα σýννεφα που πÝρα στεκüντουσαν σαν να μας κοιτÜζανε Üγρια. ΣτηριγμÝνος στο πεζοýλι της ταρÜτσας, δεν Üκουγα τι λÝγανε. Κοßταζα την Ýρημη πλατεßα κι Üκουγα, Ýτσι χωρßς να θÝλω, τον κρüτο του οργÜνου που Ýπαιζε στο μεγÜλο δρüμο και τη φωνÞ του μεθυσμÝνου που τραγουδοýσε.
     ΞαφνικÜ Üκουσα τη φωνÞ του γερο-ΦουλαρÜ να λÝει κÜτι, που μου κßνησε την περιÝργεια και μ' Ýκανε να προσÝξω.
 -"ΑυτÞ την ιστορßα που θα σας πω, üλοι τη γνωρßζουνε, üλοι στον τüπο μας, αλλÜ πολλοß φοβοýνται να την ποýνε, γιατß λÝνε πως η γριÜ, η μÜνα του Γρßζα, βγαßνει και φωνÜζει τη νýχτα μεταμορφωμÝνη σε νυχτοποýλι, πÜνω απ' τα σπßτια εκεßνων που τη διηγοýνται".
     ¹τανε παλιÜ και δυνατÞ η οικογÝνεια του Γρßζα στην επαρχßα μας. Εßχε, λÝνε, ßσαμε ογδüντα τουφÝκια συγγενικÜ, αδελφοξÜδελφα, γαμπροß, κουνιÜδοι. ΑλλÜ τþρα, πÜει, πÜει. Ξεκληρßστηκε. Κι οýτε Ýνας πια δε φÝρνει αυτü το επþνυμο. Σα να 'χε πÝσει κατÜρα! Απ' τη μÝρα που 'φυγε και χÜθηκε Ýνα παιδß του, ßσαμε δεκαεφτÜ-δεκαοχτþ χρονþν, απ' τη μÝρα κεßνη πια καλÜ δεν πÞγε κεßνο το σπßτι!… Το πιστεýετε;… Πþς; Εδþ εßναι μυστÞριο! Λοιπüν… Ο καπετÜν-Γρßζας σκοτþθηκε λßγα χρüνια μετÜ το χαμü του γιου του, κατÜ λÜθος, λÝνε, σ' Ýνα πανηγýρι. Οι δυο του Üλλοι γιοι σκοτωθÞκανε απ' τους Τοýρκους λßγες μÝρες πριν αρχßσει το τουφÝκι, που γινüτανε φüνοι, μα το θεü, περισσüτεροι απü τον πüλεμο. ΜετÜ το φüνο των παιδιþν -κι αυτü Þτανε μια αιτßα που ξÝσπασε στην επαρχßα μας πριν της þρας της η επανÜσταση- τα βουνÜ γεμßσανε απü πολεμιστÜς και κÜθε τüσο ακουγüταν ο κρüτος του τουφεκιοý. Κι αρχßσανε πÜλι οι νýχτες να φωτßζονται συχνÜ, μα πολý συχνÜ, απü πυρκαγιÝς χωριþν, ελαιþνων!… Α!, ο πüλεμος εßναι κακüς, κακüς! ΑλλÜ üταν πρüκειται για ελευθερßα, üλα, üλα, στÜχτη να γßνουνται, στÜχτη!… Και δεν υπÞρχε Ýλεος σε κανÝναν αιχμÜλωτο! Τον πιÜσανε; Θα τον τουφεκßζανε! ¢λλο δεν εßχε. Καλλßτερα κι αυτü! Γιατß να σταθεß να τον πιÜσουν; Ας εßναι… Στην ιστορßα μας τþρα…
     ¸να πρωß ο καπετÜν-Αντþνακας, συγγενÞς του Γρßζα και ξακουστüς πολÝμαρχος, ανÝβηκε πÜνω στο σπßτι του καπετÜν-Γρßζα. Τα ξημερþματα εßχε Ýρθει στο χωριü μ' Ýνα σωρü αιχμαλþτους, που üλοι λÝγανε πως τους εßχε φÝρει να τους θυσιÜσει εκεß στο χωριü, για να ευχαριστηθοýνε λßγο οι γυναßκες και τα παιδιÜ των σκοτωμÝνων. Ο Üνθρωπος γßνεται πολý πιο αιμοβüρος απ' τ' Üγρια θηρßα, Üμα του καλλιεργÞσεις το κακü, που κÜθε Üνθρωπος Ýχει, ποιος λßγο, ποιος πολý! Κι ο πüλεμος τß Üλλο εßναι;
     Η γριÜ του Γρßζα καθüτανε με τρεις Üλλες γυναßκες σκοτωμÝνων στον πüλεμο κοντÜ στο παρÜθυρο που Ýβλεπε πÝρα την αγριεμÝνη θÜλασσα. ΜÝνανε σιωπηλÝς σχεδüν. ΚÜτι λüγια φεýγανε κÜποτε απ' το στüμα τους και ευθýς τα χεßλη των κλεινüντανε πÜλι και ο νους των βυθιζüτανε στη λýπη. ¸τσι Ýμεναν, üταν φÜνηκε ο καπετÜν Αντþνακας με βγαλμÝνο το σκοýφο του χωρßς να το θÝλει και αυτüς. ΜιλÞσανε το λßγο. ΚÜτι τους εßπε αυτüς για την πατρßδα, για την ελευθερßα, και οι γυναßκες, αφοý στενÜξανε, σκýψανε το κεφÜλι χωρßς λÝξη να ποýνε. Ο καπετÜν Αντþνακας στεκüτανε üρθιος και φαινüτανε κÜποια στενοχþρια να τον βασÜνιζε πολý. ¸βηξε, ξανÜβηξε, και το μÝτωπü του βρÜχηκε απü ιδρþτα. ΕπιτÝλους üρθωσε το κορμß του κι εßπε στη γριÜ πως κÜτι θÝλει να της πει.
     Οι τρεις γυναßκες σηκωθÞκανε και φýγανε σαν ακοýσανε Ýτσι κι ο καπετÜν-Αντþνακας αρχßνησε να της λÝει γιατß εßχε πÜει εκεß. Της εßπε üτι μÝσα στους αιχμαλþτους που εßχανε φÝρει Þτανε κÜποιος που Ýμοιαζε πολý, μα πολý, απ' το σüι των, απü το σüι του Γρßζα, και προπÜντων με το παιδß το χαμÝνο!… Της εßπε üτι Ýκανε αυτüς, ο Αντþνακας, να του πÜρει λüγια, αλλÜ ο αιχμÜλωτος του μßλησε τοýρκικα. ¸κανε πως δεν Þξερε τÜχα Üλλη γλþσσα, αλλÜ που Ýμοιαζε Ýτσι!… Η γριÜ εßχε γßνει κßτρινη κßτρινη, και Ýτρεμε üλη, αλλÜ σχßστηκε:
 -"Παιδß δικü μου!… παιδß του Γρßζα Τοýρκος!… Τι λες; ΜουρλÜθηκες, καπετÜν Αντþνακα";
     ΚÜνει ο καπετÜν-Αντþνακας να της πει τι Üλλο Þθελε, μα που ν' ακοýσει αυτÞ!, Δε δεχüτανε, οýτε λüγο. Ο Αντþνακας üμως, αντß να φýγει, επÝμενε. Ο πολεμιστης ο Üγριος, που δε λυπüτανε κανÝνα, εßχε γßνει εκεß καλüς και γλυκüς σαν Üγια γυναßκα. Και της Ýλεγε με γλυκÜ λüγια üτι δεν Ýφταιγε αυτüς, αλλÜ η μεγÜλη ομοιüτης που εßχεν ο αιχμÜλωτος με το παιδß που χÜθηκε κι üτι κι αυτουνοý  Þτανε ανßψι και γι' αυτü Ýκανε Ýτσι και φρüντιζε μη πÜρει στην ψυχÞ του αßμα συγγενικü. Και με τα λüγια αυτÜ και Üλλα τη κατÜφερε να κατεβεß να τον δει.
 -"Για κοßτα κι εσý. ΜÜνα εßσαι!… Κι αν εßναι, να τον αφÞσω να φýγει! ΞÝρω 'γþ πþς… Κι ας πÜει üπου ο Θεüς τονε φωτßσει!… ΘÝλει Τοýρκος να μÝνει, θÝλει Εβραßος να γενεß!… ¸τσι της μßλησε.
     Το μÝρος που εßχανε τους αιχμÜλωτους Þτανε δßπλα στο σπßτι της, σ' Ýνα χαμηλü σπιτÜκι Ýρημο, του Αντþνακα. Κι απü μια πορτοýλα, που συγκοινωνοýσε το σπßτι του Γρßζα με του Αντþνακα, μπÞκανε στη μÜνδρα του και πλησιÜσανε κÜτι καμαρÜκια, που μÝσα Þταν οι αιχμÜλωτοι. Μüλις üμως πλησιÜσανε, η γριÜ δε θÝλησε να πÜνε μÝσα.
 -"ΚÜλλιο να κοιτÜξω απü το παρÜθυρο".
 -"¼πως θÝλεις"! της εßπε ο Αντþνακας.
     ¹ταν Ýνα παρÜθυρο μεγÜλο σιδερüφραχτο, με κÜγκελα. Η γριÜ ζýγωσε κßτρινη-κßτρινη και κοßταζε. Οι αιχμÜλωτοι Þτανε δεμÝνοι και καθισμÝνοι καταγÞς. Τα μÜτια της γριÜς στυλωθÞκανε σ' Ýναν αιχμÜλωτο με μαýρα γενÜκια, μελαχρινü και με σμιχτÜ φρýδια, που της θýμισε τη μορφÞ του αντρüς της, üταν Þτανε νÝος. Αυτüς Ýμενε με τα μÜτια καρφωμÝνα στη γη. Φαινüταν να σκÝπτεται. ΞαφνικÜ üμως σÞκωσε το κεφÜλι και τα μÜτια του πÝσανε στο παρÜθυρο που στεκüτανε η γριÜ. Την εßδε καλÜ κι Ýκανε να τιναχτεß σα να Þθελε να φýγει, μα το σκοινß τονε κρÜτησε και τον Ýριξε κει κοντÜ στη γη. ΣÞκωσε μüνο τα μÜτια πÜλι στο παρÜθυρο, üπου αντßκρυσε τα σκοτεινÜ μÜτια της γριÜς και τη χλωμιασμÝνη μορφÞ της.
 -"Ε;" της Ýκανε ο καπετÜν Αντþνακας.
    Η γριÜ, χωρßς να γυρßσει το κεφÜλι απü κει απ' τη θÝση της, του λÝει:
 -"Τß λες, καπετÜν-Αντþνακα;… Παιδß δικü μου, στο εßπα, Τοýρκος δε γßνεται!… Παιδß του Γρßζα!… Εκεßνο πÜει, χÜθηκε!…" Κι αφÞνοντας το παρÜθυρο Ýφυγε γρÞγορα για το σπßτι της, ενþ πßσω της ο καπετÜν-Αντþνακας Ýλεγε, επιμÝνοντας ακüμα με μανßα:
 -"Εγþ üμως δεν το πιστεýω, δεν το πιστεýω. Τß με μÝλει üμως εμÝνα;… Μια κι η μÜνα του τονε διþχνει, κι Ýχει δßκιο, δε λÝω üχι, εκατü φορÝς, χßλιες Ýχω ‘γþ!…"
     Η γριÜ κατÜ τα ξημερþματα ανÝβηκε πÜνω στο δþμα. Τα Üστρα εßχανε χαθεß κι Ýνα μüνο φαινüτανε κοντÜ στη κορφÞ ενüς βουνοý να λÜμπει.
¢κουσε κÜτω, δßπλα, τις πüρτες ν' ανοßγουνε και περπατησιÝς πολλÝς στο δρüμο. ΠÝρασε ακüμα λßγη þρα. Μια ψυχρÞ πνοÞ της Ýφερε σýγκρυο στο κορμß, Ýπειτα Üκουσε τον πετεινü του σπιτιοý να λαλεß, üπως λαλοýσε μια φορÜ κι Ýναν καιρü, στις ευτυχισμÝνες μÝρες.
     ¸να μοιρολüι θλιβερü θλιβερü ανÝβηκε στα χεßλια της, κι Üρχισε σιγÜ-σιγÜ να το τραγουδεß. Δεν Ýκλαιε τον Üντρα της μ' αυτü, οýτε τα δυο της παιδιÜ που μαζß εßχανε βρει το θÜνατο. ¸κλαιε για μιαν Üλλη μεγÜλη συμφορÜ και μοιρολογοýσε για κÜποιον δικü της, που δεν Þτανε δικüς της… που πÝθανε!… Τον Ýβλεπε μικρü μικρü, Ýπειτα παιδß χαριτωμÝνο, και ýστερα λεβÝντη να στολßζει το σπßτι και πολλÜ του λüγια, που θυμüτανε, περνοýσαν απ' το μοιρολüι, για να νιþσει τη φωτιÜ του πüνου πιο βαθειÜ!…
     ¸νας κρüτος πυροβολισμοý ακοýστηκε πÝρα, μακριÜ λßγο. Και τα βρÜχια τον ξαναεßπαν. ¢λλος Ýπειτα, Üλλος!… ¼λος ο τüπος γýρω γýρω αντιλÜλησε την εκδßκηση που γινüτανε!… ¼ταν üμως ζητÞσανε τη γριÜ του Γρßζα, τη βρÞκανε ακßνητη, νεκρÞ πÜνω στο δþμα.
     Και την ιστορßα αυτÞ üλοι την ξÝρουνε στον τüπο, üλοι, αλλÜ φοβοýνται να την ποýνε, γιατß η γριÜ του Γρßζα γßνεται νυχτοποýλι και φωνÜζει τη νýχτα πÜνω στα κεραμßδια των σπιτιþν εκεßνων που τη διηγοýνται!…

 

 

Web Design: Granma - Web Hosting: Greek Servers