ÐåæÜ

Ðïßçóç-Ìýèéá

Ï Dali & Åãþ

ÈÝáôñï-ÄéÜëïãïé

Äïêßìéá

Ó÷üëéá-Áñèñá

ËáïãñáöéêÜ

ÅíäéáöÝñïíôåò

ÊëáóóéêÜ

Áñ÷áßá Åëë Ãñáìì

ÄéáóêÝäáóç

ÐéíáêïèÞêç

ÅéêáóôéêÜ

Ðáãê. ÈÝáôñï

Ðëçñ-Ó÷ïë-Åðéêïéí.

Öáíôáóôéêü

Åñ. Ëïãïôå÷íßá

Ãëõðô./Áñ÷éô.

ÊëáóóéêÜ ÉÉ

 
 

Öáíôáóôéêü 

Bierce Ambrose Gwynnett: ÌåãÜëïò ÊáëëéôÝ÷íçò, ÌåãÜëï Åñùôçìáôéêü!


                                                           ¢μπροουζ Μπιρς

                                                           Βιογραφικü

     Ο ¢μπροουζ Μπιρς (Ambrose Gwynnett Bierce 1842-1914-5;) απεχθανüτανε το ρεαλισμü. Στο ΑλφαβητÜρι Του Διαβüλου τον üρισε ως "τη τÝχνη ν' αναπαριστÜς τη φýση, üπως τη βλÝπουν οι βÜτραχοι Þ Ýνα διÞγημα γραμμÝνο απü κÜμπια". ¸στω λοιπüν, πως η ζωÞ του Þτανε μυθιστüρημα. Θα πßστευε Üραγε κανεßς πως η αρχÞ και το τÝλος του διαθÝτουν τον παραμικρü ρεαλισμü; Πüσο αληθοφανÝς εßναι αυτü το εντελþς παρÜδοξο üνομα ¢μπρüουζ Γκουßνετ; Εßναι δυνατüν Ýνας απü τους πιο γνωστοýς Αμερικανοýς λογοτÝχνες, Ýν απü τα διασημüτερα πρüσωπα της εποχÞς του, να χαθεß στα καλÜ καθοýμενα, σαν ν' Üνοιξε η γη και να τον κατÜπιε, μüνο και μüνο επειδÞ πετÜχτηκε μÝχρι το επαναστατημÝνο Μεξικü για να δει τις μÜχες;
     Για να ποýμε τα πρÜγματα με το καθημερινü üνομÜ τους, φαßνεται να υπÜρχει μια θεμελιþδης αντßφαση ανÜμεσα στη προσωπικüτητα που αναδεικνýουν τα δημοσιογραφικÜ κεßμενÜ του -τον κυνικü μισÜνθρωπο κι ατßθασο μισογýνη, τον απογοητευμÝνο απü τους κÜθε λογÞς πολιτικοýς και τους -ισμοýς τους, τον ορκισμÝνο εχθρü θρησκειþν και παπÜδων κÜθε γνωστÞς Þ πιθανÞς λατρεßας, τον φαρμακερü υβριστÞ συγγραφÝων που θεωροýσε κακοýς, üσο διÜσημοι Þ Üσημοι κι αν Þταν -ανÜμεσα σ' αυτÞ τη προσωπικüτητα κι εκεßνη που προβÜλλουν οι ιδιαßτερα περιποιητικοß βιογρÜφοι του. Το μελαγχολικü προσωπεßο που φορÜει ο Μπιρς του "Αλφαβηταρßου" δεν εßναι παρÜ η μÜσκα ενüς πολý πληγωμÝνου ανθρþπου.
     Παρüλο που αργÜ Þ γρÞγορα τσακωνüταν με τους φßλους του, εßχε πÜντα πολλοýς, þστε να κÜνει ελεýθερα τις επιλογÝς του. ºσως επειδÞ οι γυναßκες νüμιζαν πως ξÝρουν üτι η απÝχθειÜ του για το φýλο τους δεν Þταν παρÜ θεατρινισμüς, δεν Þταν λßγες εκεßνες -ιδßως νÝες συγγραφεßς- που κατÝφευγαν για συμβουλÝς στον «Δρ. Τζüνσον» του Σαν Φρανσßσκο, στον κριτικü της ΔυτικÞς ΑκτÞς. Τις δεχüταν πÜντα με καρτερικÞ ευγÝνεια και τις βοηθοýσε üσο μποροýσε. ¼πως και να 'χει, ο «Πικρüχολος Μπιρς», ο πιο «Μοχθηρüς ¢νθρωπος του Σαν Φρανσßσκο», κατÜφερε να επιβιþσει στο εκτυφλωτικü λυκüφως της φÞμης, διαγρÜφοντας μεγÜλη δημοσιογραφικÞ τροχιÜ, που στη διÜρκειÜ της περιÝλαβε για τα καλÜ, με το πνευματþδες χιοýμορ και το σαρκασμü του -που βοýιξαν απ' Üκρη σ' Üκρη στην ΑμερικÞ, πριν περÜσουν τον Ατλαντικü- συναδÝλφους συγγραφεßς, διÜσημους üπως οι, ΧÝνρι ΤζÝιμς (Henry James 1843-1916) και ΣτÝφεν ΚρÝιν (Stephen Crane 1871-1900), μασüνους, υπερβολικÜ πλοýσιους καπιταλιστÝς, ορισμÝνους ΠροÝδρους κι ακüμα Üσημους ιεροκÞρυκες, ενεργητικüτατους τοπικοýς Üρχοντες κι αδÝξιους στιχοπλüκους.
     Εßναι αδýνατον να νιþσουμε σÞμερα κεßνη την ιδιαßτερη γοητεßα, που 'κανε τους συγχρüνους του ν' ανÝχονται, ν' απολαμβÜνουν και ακüμα ν' αγαποýν το μεγÜλο στραβüξυλο. Αρκεß να επισημÜνουμε -πρÜμα που δε κÜνουν συνÞθως οι σýντομες αναφορÝς στη ζωÞ του- πως επρüκειτο για εξαιρετικÜ καλοφτιαγμÝνον Üντρα. ¹τανε ψηλüς με πλοýσια υπüξανθα μαλλιÜ, ευθυτενÞς κι αθλητικüς, παρüλο που υπÝφερε απü χρüνιο Üσθμα. Εßχε γαλÜζια διαυγÞ μÜτια και φρÝσκια ρüδινη επιδερμßδα, παρüλη τη συνÞθειÜ του να καταναλþνει μεγÜλες ποσüτητες αλκοüλ. Ντυνüτανε κομψÜ κι ασχολιüταν σχεδüν ψυχαναγκαστικÜ με την προσωπικÞ του υγιεινÞ, ßσως επειδÞ πÝρασε μεγÜλο μÝρος της ζωÞς του μÝσα στη δυσοσμßα και τη βρωμιÜ μιας απü τις πιο δυσÜρεστες πολεμικÝς συρρÜξεις της ανθρþπινης ιστορßας.
     ΓεννÞθηκε 24 Ιουνßου 1842 στην επαρχßα ΜÝιγκς, ΟχÜιο. ¹τανε το 10ο παιδß της ΛÜουρα και του ΜÜρκου ΑυρÞλιου Μπιρς. Ο πατÝρας, φτωχüς αγρüτης κι ευσεβÞς ΚοινοτιστÞς Πουριτανüς, προερχüμενος -üπως Üλλωστε κι η μητÝρα- απü αποßκους που εγκαταστÜθηκαν στη ΝÝα Αγγλßα το 17ο αιþνα, αποφÜσισε πως τα ονüματα των παιδιþν του Ýπρεπε ν' αρχßζουν üλα με Α; ΑμπιγκÝιλ, ΑμÝλια, ¢ννα, ¢ντισον, Αýγουστο, ΑλμÝντα, ¢ντριου, ¢λμπερτ κι ýστερα Αμπρüουζ. Πþς Ýφτασεν üμως στο μελüδραμα του ¢γγλου συγγραφÝα ΤζÝρολντ (Douglas Jerrold 1803-1857): "Αμπρüουζ Γκουßνετ Þ Μια Ιστορßα ΠλÜι Στη ΘÜλασσα"  ("Ambrose Gwynett; or Α Seaside Story" 1828), που 'βαλε δßπλα στο Α του βρÝφους Ýνα G; στη συνÝχεια Þρθαν κι Üλλα Α: ο ¢ρθουρ που πÝθανε το 1846, σ' ηλικßα 9 μηνþν, η ΑδÝλια κι η Αυρηλßα, που πÝθαναν κι αυτÝς μες στα επüμενα 2 χρüνια.
     Για να τονε καταλÜβουμε, πρÝπει οπωσδÞποτε ν' αρχßσουμε απü το γεγονüς πως την εποχÞ που Üρχισε να καταλαβαßνει τον κüσμο γýρω του, η μητÝρα του Þταν απασχολημÝνη πρþτα λüγο με φροντßδα νεογÝννητων και δεýτερο με το πÝνθος για το Þδη νεκρü παιδß. ¸τσι, δε πρüσφερε στο αγορÜκι την αγÜπη που üφειλε. Εκεßνος απÝρριψε τους γονεßς και την οικογÝνεια· κατÝφυγε στα βιβλßα. Σýμφωνα μ' üσα λÝγονταν, ο ΜÜρκος εßχε τη μεγαλýτερη βιβλιοθÞκη στο Κοσκιοýσκο της ΙντιÜνα, üπου μετακüμισαν το 1846. Εκεß τριγýριζε ο μικρüς. ¹ταν μüνος. Μüνος στο σπßτι και μüνος στο σχολεßο.
     Μüλις Ýκλεισε τα 13, εγκατÝλειψε για πÜντα το πατρικü. Στην αρχÞ, Ýγινε ο φτωχοδιÜβολος του τυπογραφεßου μιας αντιρατσιστικÞς εφημερßδας που 'χεν ιδρυθεß πρüσφατα στο γειτονικü ΟυÜρσοου. ¾στερα τονε τρÜβηξε το ¢κρον ΟχÜιο, üπου ο Λοýκιος, μικρüτερος αδελφüς του ΜÜρκου -τüσο μα τüσο διαφορετικüς απü κεßνον- Þταν ο επιφανÝστερος πολßτης: δικηγüρος, συγγραφÝας, 4 φορÝς δÞμαρχος και θρυλικüς πολεμιστÞς. ¼ταν το 1838, ο ΚαναδÜς βρισκüταν στα πρüθυρα εξÝγερσης ενÜντια στη βρετανικÞ επικυριαρχßα, ο Στρατηγüς Μπιρς πÝρασε τη λßμνη ¹ρι μ' Ýνα σþμα 500 εθελοντþν, για να προκαλÝσει γενικü ξεσηκωμü. Τþρα Þταν σκληροπυρηνικüς αντιρατσιστÞς που εφοδßασε με πυρομαχικÜ κι üπλα τον Τζων ΜπρÜουν (John Brown 1800-1859), üταν ο τελευταßος ξεκßνησε την αιματηρÞ Ýξοδο απü το δουλοκτητικü Νüτο.
     Ο Λοýκιος αποφÜσισε πως ο Αμπρüουζ Ýπρεπε να γßνει στρατιωτικüς. Μüλις Ýκλεισε τα 17 τον Ýστειλε στο περßφημο Στρατιωτικü Ινστιτοýτο του ΚεντÜκι. ¾στερα απü 'να χρüνο τον απÝβαλαν, αλλÜ εßχεν αποκτÞσει Þδη στρατιωτικü παρÜστημα και γνþσεις σχεδßου και χαρτογραφßας, που σýντομα αποδεßχθηκαν εξαιρετικÜ χρÞσιμες. Ακολοýθησαν 9 μÞνες γεμÜτοι διÜφορες περιστασιακÝς δουλειÝς στο ΟυÜρσοου þσπου, Üνοιξη του 1861 ξÝσπασε ο Εμφýλιος. ¹ταν απ' τους πρþτους που κατατÜχτηκαν στο στρατü του Λßνκολν (Abraham Lincoln 1809-1865). Με το 9ο Σýνταγμα Πεζικοý Εθελοντþν του ΚεντÜκι, μπÞκε στο καθημερινü σφαγεßο. Στον πρüσφατο Κριμαúκü Πüλεμο εßχανε χÜσει τη ζωÞ τους 20000 Βρετανοß στρατιþτες, απü τους οποßους μüνο 3000 ξεψýχησαν στα πεδßα των μαχþν. Τον Απρßλη του 1862, η φρικιαστικÞ μÜχη του Σßλο, που 'λαβε μÝρος κι ο Μπιρς, τÝλειωσε με 23.741 πτþματα.
     ΠÝρασε τη θητεßα του εξ ολοκλÞρου στο Νüτο. Για Ýναν Üνθρωπο γÝννημα-θρÝμμα της πεδινÞς Δýσης, οι ορεινÝς εκτÜσεις του Νüτου Þτανε πρÜγματι συγκλονιστικÝς. Η ομορφιÜ τους, μεταβαλλüταν αναπÜντεχα, βασανιστικÜ, σε σκηνικü ανþφελων ηρωισμþν και νυχτερινþν σφαγþν. Ο Μπιρς εßδε γουροýνια να τρþνε σÜρκες σκοτωμÝνων στρατιωτþν και μυαλÜ να χýνονται απü ανοιγμÝνα κρανßα. Απü μιαν Üποψη εßχε να κÜνει με «τυπικü πüλεμο». Η μÝχρι αυτοθυσßα γενναιüτητÜ του φÜνηκε πολý νωρßς, üταν διÝσωσε Ýνα πληγωμÝνο συνÜδελφü του, περνþντας μες απü τα πυρÜ του στρατοý των Νοτßων. Το Ινστιτοýτο του ΚεντÜκι, μετÜ πολλÜ χρüνια τονε πρüτεινε για προαγωγÞ.
     Το ΦλεβÜρη του 1862 κι ενþ Þταν Þδη λοχßας, μετατÝθηκε στη ταξιαρχßα του στρατηγοý Γουßλιαμ ΧÝιζεν (William Babcock Hazen 1830-1887), που ανÞκε στο σþμα του ΟχÜιο, υπü τη διοßκηση του Μπιοýελ (Don Carlos Buell, 1818-1898). ΟνομÜστηκε αξιωματικüς της τοπογραφικÞς υπηρεσßας κι Üρχισε να χαρτογραφεß τη περιοχÞ. Τον επüμενο χρüνο Ýγινε υπολοχαγüς και το ΝοÝμβρη του 1864 προÞχθη τιμητικÜ σε λοχαγü. Τþρα πια βρισκüταν κοντÜ στο Επιτελεßο κι η συμπεριφορÜ των στρατηγþν του προκαλοýσε αηδßα. ¼σοι δεν Þταν ανüητοι Þταν ανþριμοι. Ο ÞρωÜς του Þταν ο ΧÝιζεν, που δεν Ýβλεπε με καλü μÜτι την ανοησßα, τüσο των οπλιτþν üσο και των αξιωματικþν.
     Αυτüς που θα Ýγραφε αργüτερα το "ΑλφαβητÜρι Του Διαβüλου", εßχε κληρονομÞσει απ' τους πουριτανοýς προγüνους τους την αυστηρÞ συνεßδηση. ¸τσι, τρüμαξε μ' üσα εßδε ως υπεýθυνος για τον ομοσπονδιακü θησαυρü στη ΣÝλμα της ΑλαμπÜμα, μετÜ τη λÞξη της επιστρÜτευσης. ¼λα τα τσακÜλια του ΒορρÜ εßχαν Ýρθει για να σκυλÝψουν το Νüτο. ΔουλειÜ του Μπιρς Þταν να εντοπßζει και να συγκεντρþνει το βαμβÜκι που θεωρεßτο πως ανÞκε στη κυβÝρνηση των ΗΠΑ. Το βαμβÜκι Þτανε προúüν με μεγÜλη ζÞτηση, τüσο σημαντικü üσο το πετρÝλαιο σÞμερα. Οι συνÜδελφοß του στÞνανε κομπßνες με ασυνεßδητους επιχειρηματßες, ξετσßπωτους πειρατÝς και λαθρÝμπορους. Η επιμονÞ του στην εντιμüτητα, Ýθεσε τη ζωÞ του σε μεγÜλο κßνδυνο.
     Τþρα Ýβλεπε πßσω και πÝρα απü τον πομπþδη ιδεαλισμü του θεßου Λοýκιου. Γιατß εßχε γßνει κεßνος ο πüλεμος; Ο τυχοδιωκτισμüς των στρατιωτþν, η απληστßα των δημοσßων λειτουργþν, ο πüλεμος κι οι συνÝπειÝς του, προσφÝρανε στον Þδη αυστηρü ηθικολüγο Μπιρς, τη κυνικÞ ματιÜ που συναντÜμε στο "ΑλφαβητÜρι". ΤελικÜ, ο ΧÝιζεν τονε γλßτωσε απ' αυτÞ τη κατÜσταση. Τον πÞρε μαζß του σε μια περιοδεßα για την επιθεþρηση των οχυρþν στη νÝα ΟρεινÞ ΠεριοχÞ της Δýσης. Η αποστολÞ ξεκßνησε τον Ιοýλιο του 1866 κι Þταν επικßνδυνη, αλλÜ απολαυστικÞ, πορεßα στην ινδιÜνικη ενδοχþρα, üπου οι βßσονες γýριζαν ακüμη ελεýθεροι. Μüλις τελεßωσε η επιθεþρηση, επÝστρεψε στο Σαν Φρανσßσκο, ελπßζοντας πως θα πÜρει κÜποιο γρÜμμα, που θα τονε διορßζει λοχαγü του στρατοý των ΗΠΑ. Το γρÜμμα το πÞρε, αλλÜ τον πληροφοροýσε πως εßχε γßνει δεýτερος αναπληρωτÞς υπολοχαγüς. Θýμωσε κι αποφÜσισε να τα παρατÞσει. ¸τσι βρÝθηκε Üεργος σε μια πüλη που 'σφυζε απü δρÜση, χτισμÝνη τις 2 τελευταßες 10ετßες, στη διÜρκεια του διαβüητου Πυρετοý του Χρυσοý. Θα μεßνει εκεß, για πÜνω απü 30 χρüνια.
     ΑρχικÜ πιÜνει δουλειÜ σαν φýλακας στο Εθνικü Νομισματοκοπεßο, ενþ παρÜλληλα αποφασßζει ν' αναλÜβει ο ßδιος τη μüρφωσÞ του. ΔιαβÜζει üλη τη ΠαρακμÞ & Πτþση Της ΡωμαúκÞς Αυτοκρατορßας (Decline and Fall οß the Roman Empire) του ¸ντουαρντ Γκßμπον (Edward Gibbon 1737-1794). Το Ýργο αυτü, με τη ζωντÜνια του, Ýβγαλε τον Πικρüχολο Μπιρς απ' το κουκοýλι του πρþην στρατιþτη που μüνη του περιουσßα Þταν οι ελπßδες του. ΔιÜβασε κι Ýμαθε πως υπÞρξε κÜποτε μια ισχυρÞ δημοκρατßα, που βυθßστηκε στο χÜος κι αναγκÜστηκε να τρÝχει πßσω απü κυκλοθυμικοýς Καßσαρες, πως υπÞρξαν κÜποτε ενÜρετοι ηγÝτες που αντικαταστÜθηκαν απü απαßσιους τυρÜννους. Καθþς εßχε πια αποξενωθεß εντελþς απ' τη ψυχρÞ ευσÝβεια των γονιþν του και τα επαρχιþτικα ευαγγελικÜ κηρýγματα, η ειρωνεßα με την οποßα περιÝγραφε ο Γκßμπον τη προκατÜληψη, την υποκρισßα και τη διαφθορÜ της πρωτο-χριστιανικÞς Εκκλησßας, Ýδωσε πνευματικÞ διÜσταση στις στομαχικÝς αντιδρÜσεις του. ¼χι μüνο οι απüψεις, αλλÜ και το ýφος του μεγÜλου δασκÜλου διαποτßζουν το "ΑλφαβητÜρι" του, κÜθε φορÜ που τολμÜ να εκφραστεß με το χαρακτηριστικü στüμφο των λατινικþν.
     Το Σαν Φρανσßσκο Þταν το καταλληλüτερο μÝρος για να ξεκινÞσει τη συγγραφικÞ του καριÝρα. 100000 ψυχÝς περßπου στÞριζαν την Ýκδοση 90 εφημερßδων & περιοδικþν κÜθε εßδους. 2 απ' τους σημαντικüτερους πρωτοπüρους αυτοý που Ýλειπε -δηλαδÞ μιας ξεχωριστÞς ΑμερικανικÞς λογοτεχνßας- μεσουρανοýσαν στο εκκεντρικü, αυτοδημιοýργητο στερÝωμα της πüλης: ο Μπρετ Χαρτ (Bret Harte 1836-1902) κι ο Μαρκ Τουαßην (Mark Τwaßn Ψευδ. Samuel Taylor Clemens, 1835-1910). Το πρþτο δημοσßευμÜ του Þταν Ýνα ποßημα, στην εφημερßδα Califomian. Θα συνεχßσει να γρÜφει ποιÞματα μÝχρι το τÝλος της καριÝρας του. ΜερικÜ Þταν μελαγχολικÜ. ¢λλα -τα περισσüτερα- σατιρικÜ. ¼λα üμως διÝθεταν Üρτια τεχνικÞ και μελωδßα.
     Πßστευε πως η ποßηση Þταν η υψηλüτερη μορφÞ λογοτεχνßας. Τον ßδιο καιρü üμως αποφÜσισε, με θλßψη, πως σßγουρα δεν θα μποροýσε να πετýχει κÜτι σημαντικü στη ζωÞ του μüνο με τη συγκßνηση των στßχων. ¢ρχισε να δημοσιεýει Üρθρα απü δω κι απü κει. Το καλοκαßρι του 1868 Ýγινε μÝλος του δημοσιογραφικοý επιτελεßου της News Letter κι απü το ΔεκÝμβρη, αρχισυντÜκτης της εφημερßδας. Ο προκÜτοχüς του -κÜποιος Γουüτκινς- πριν φýγει για τη Ν. Υüρκη, του συνÝστησε ευγενικÜ να διαβÜσει Τζüναθαν Σουßφτ (Johnathan Swift 1667-1745) και Βολταßρο (Francois-Marie Arouet Voltaire 1694-1778).
     Απ' τον τρελüπαπα Ýμαθε μÝχρι ποý μπορεß να φτÜσει η Üγρια αγανÜκτηση, þστε να μη γßνει κακüγουστο χÜχανο. Απü το ΓÜλλο αφομοßωσε μια μÝθοδο λακωνικÞς και χαριτωμÝνης ειρωνεßας, που βρισκüταν στον αντßποδα του Γκßμπον. Στην ßδια σελßδα του "Αλφαβηταρßου" ο Σουúφτικüς ορισμüς της ΑγκαλιÜς ως "... πρωτßστως χρÞσιμης στα αγροτικÜ πανηγýρια, για τη στÞριξη δßσκων με κρýο κοτüπουλο και κεφαλþν αρσενικþν ενηλßκων", ακολουθεßται απü τον Βολταιρικü Δικηγüρο "...Αυτüν που ξÝρει να παρακÜμπτει το νüμο".
     Ο Üγγλος ιδιοκτÞτης της News Letter, ο ΦρÝντερικ ΜÜριοτ (Frederick Marriott 1805-1884), εßχε καταφÝρει να κÜνει την εφημερßδα του το πιο αποδοτικü διαφημιστικü μÝσο του Σαν Φρανσßσκο και τþρα Ýτριβε τα χÝρια του απü ικανοποßηση, βλÝποντας πως η εκ του συστÜδην επßθεση του Μπιρς -που 'γραφε με το ψευδþνυμο ΤελÜλης- στον ΚλÞρο της πüλης θα του ανÝβαζε την κυκλοφορßα. Οι αντιδρÜσεις Þτανε σκανδαλþδεις. Καυτηρßαζε την εγκληματικÞ συμπεριφορÜ των Χριστιανþν απÝναντι στην εργατικÞ κινεζικÞ κοινüτητα και σχολßαζε τους φüνους και τις αυτοκτονßες. Οι φüνοι -ιδιαßτερα οι αιματηροß- εßναι ακüμη και σÞμερα σημαντικüς λüγος για την αýξηση της κυκλοφορßας των εφημερßδων. Σε μιαν εποχÞ και σ' Ýνα τüπο, που οι εφημερßδες Þταν επιθετικÝς και βÜναυσες, üλο το Σαν Φρανσßσκο αντιμετþπιζε με οδυνηρÞ Ýκπληξη Þ χαιρεκακßα τη ΣουúφτικÞ απουσßα αναστολþν του ΤελÜλη.
     Το ανερχüμενο αστÝρι βρÞκε το αστÝρι της καρδιÜς του στη Μüλι ΝτÝι, κüρη ενüς επιτυχημÝνου μεταλλωρýχου. Στο μεταξý, ο Μπιρς εßχεν Þδη προκαλÝσει αßσθηση στο Λονδßνο, που τüτε Þταν ακüμη η λογοτεχνικÞ πρωτεýουσα του αγγλüφωνου κüσμου. 1872 ο γερο-ΝτÝι αποχαιρÝτησε πανευτυχÞς το νεαρü ζευγÜρι, που στρÜφηκε προς ανατολÜς. Κι Üλλοι αστÝρες της Καλιφüρνια αφÝθηκαν στην Ýλξη του ßδιου μαγνÞτη. Ο Μπρετ Χαρτ θα μετακüμιζε για τα καλÜ στην Αγγλßα. Ο Μαρκ Τουαßην Ýκανε μια σýντομη εμφÜνιση, üπως κι ο Χοακßν Μßλλερ (Joaquin Miller 1837-1913), σαν ιδιüτυπος καουμπüι «ΠοιητÞς των ΣιÝρας». ¼μως ο Μπιρς προτßμησε να τριγυρßζει στα καπηλειÜ με μια παρÝα διακεκριμÝνων ¢γγλων πεζογρÜφων και δημοσιογρÜφων, που συμπληρωνüτανε κÜπου-κÜπου με τον Γκßλμπερτ (W.S. Gilbert 1836-1911) και με το λιμπρετßστα του, ΣÜλλιβαν (Arthur Seymour Sullivan 1842-1900).
     Ο Μπιρς βρÞκε εκδüτες για 3 συλλογÝς πεζþν. Το ψευδþνυμü του, «Ντοντ Γκριλ» (Dod Grile), αναγραμματισμüς του «ΟργισμÝνος Θεüς» (God Riled) δεν εßχε επιτυχßα, δεν Ýγινε οικεßο στους αναγνþστες κι Ýτσι δυσκολεýτηκε κÜπως να συντηρÞσει τη γυναßκα και τους 2 νεογÝννητους γιους του. Η Αγγλßα üμως του Üρεσε -μετεβλÞθη σ' Ýνθερμο αγγλüφιλο- και στενοχωρÞθηκε üταν η Μüλι, που 'χεν Þδη επιστρÝψει στο Σαν Φρανσßσκο, νοσταλγþντας τον τüπο της, του ανÞγγειλε πως Þταν Ýγκυος στο 3ο τους παιδß. Οκτþβρη του 1875 Ýφτανε κοντÜ στην οικογÝνειÜ του, στη Καλιφüρνια, καταμεσßς μιας οικονομικÞς ýφεσης, που τον ανÜγκασε να περÜσει πολλοýς μÞνες Üνεργος, πριν καταφÝρει να υπογρÜψει μια στÞλη στην εφημερßδα Argonaut, σα «ΠολυλογÜς» ο «ΤελÜλης» με νÝο üνομα.
     Το 1880 παρατÜ ξαφνικÜ τη δημοσιογραφßα κι αναλαμβÜνει διεýθυνση ενüς μεταλλεßου στους Μαýρους Λüφους της Ντακüτα. ΜιλÜμε για ¢γρια Δýση στα «ÜγριÜ» της! Εßχε την πρüνοια να προσλÜβει το γρηγορüτερο εν ζωÞ πιστüλι της περιοχÞς, για τη προστασßα της επιχεßρησης. Στις μισθοδοτικÝς καταστÜσεις τον καταχþρισε ως «Μποýνι ΜÝι, δολοφüνος». ¼ντως υπÞρχε χρυσÜφι σε κεßνους τους ανθρακüλοφους, αλλÜ η επιχεßρηση δεν βρισκüτανε στο σωστü σημεßο κι Ýτσι, χωρßς ευθýνη του -σ'  üλες τις δουλειÝς του Þτανρ πολý αποδοτικüς- το σýμπαν κατÝρρευσε σε μερικοýς μÞνες.
     ΞανÜστησε üμως τη στÞλη του «ΠολυλογÜ» σε μιαν Üλλη εφημερßδα του Σαν Φρανσßσκο. Η Wasp τον προσÝλαβε ως συντÜκτη τον ΓενÜρη του 1881. Τüτε θα ξεκινοýσε -üλως παραδüξως απü το γρÜμμα Ρ- τα λÞμματα που θα συγκÝντρωνε αργüτερα με τßτλο "Το ΑλφαβητÜρι Του Διαβüλου". Η στÞλη Ýγινε δημοφιλÞς και στα επüμενα 5 Ýτη θα 'φτανε τα 88 λÞμματα, με 15-20 λÝξεις το καθÝνα. Η κρßσιμη στιγμÞ της λογοτεχνικÞς ζωÞς του Ýφτασε το 1887, üταν ο Γουßλιαμ ΡÜντολφ Χερστ (William Randolph Hearst 1863-1951), απüφοιτος του ΧÜρβαρντ και γιος ενüς πλοýσιου διαφθαρμÝνου αυτοδημιοýργητου γερουσιαστÞ, αντιλÞφθηκε πως το μÝλλον των εφημερßδων βρισκüταν στον κιτρινισμü που ερεθßζει μ' αισχρü τρüπο τις αισθÞσεις των αναγνωστþν. ¢ρπαξε τον Μπιρς και τον Ýβαλε να γρÜφει μια στÞλη και κýρια Üρθρα στην Examiner του Σαν Φρανσßσκο.
     Το γεγονüς πως του παρεßχε τη δυνατüτητα ν' αμφισβητεß ü,τι κι üποιον Þθελε Þταν αρκετü. Τον Χερστ δεν τον Ýνοιαζε αν οι απüψεις που εξÝφραζε Þταν αντßθετες με τις δικÝς του. ΕξÜλλου, η Examiner Þταν μια καλÞ διÝξοδος για τις ιστορßες απü τον Εμφýλιο που τον καθιÝρωσαν ως σημαντικü αμερικανü λογοτÝχνη. Το διÞγημα βρισκüταν ακüμη στην εφηβεßα του ως λογοτεχνικü εßδος. Ο Μπιρς το τροφοδüτησε με Ýναν συνδυασμü προσεκτικÜ επιλεγμÝνων λεπτομερειþν κι αλλüκοτων, εξαιρετικþν γεγονüτων, οπωσδÞποτε απßστευτων. Θα μποροýσε να θεωρηθεß πρüδρομος του Μαγικοý Ρεαλισμοý, που αναπτýχθηκε στη διÜρκεια του 2ου μισοý του 20ου αιþνα Þ και μια σημαντικÞ επιστροφÞ στον Γουþλτερ Σκοτ (Sir Walter Scott 1771-1832), το μεγÜλο δημιουργü «μυθιστοριþν». Αρκεß να ρßξουμε μια ματιÜ στο λÞμμα Μυθιστüρημα, στο "ΑλφαβητÜρι": "Για τη μυθιστορßα, το μυθιστüρημα εßναι ü,τι η φωτογραφßα για τη ζωγραφικÞ".
     Ο διεισδυτικüς επιμελητÞς του Ýργου του Μπιρς καταλαβαßνει την «εσωτερικÞ σχÝση» των διηγημÜτων για τον Εμφýλιο, των Μýθων και των φανταστικþν ιστοριþν, που 'χουν Þρωες πολßτες. ¼μως την αναμφισβÞτητη προτßμηση των αναγνωστþν την συγκÝντρωσαν οι φανταστικÝς ιστορßες. Στην αγγλüφωνη λογοτεχνßα δεν υπÜρχει τßποτε παρüμοιο με τα διηγÞματα του Εμφυλßου, που συνεχßζουν να συγκλονßζουνε τον αναγνþστη, ακüμη και μετÜ απ' üλα τα εξαιρετικÜ κεßμενα για τον πüλεμο που γρÜφτηκαν μετÜ το 1914. Ακüμη και τα γραπτÜ του Ρüμπερτ ΓκρÝιβς (Robert Graνes 1895-1985), ας ποýμε, Þ του Βασßλι Γκρüσμαν (Vasily Grossman 1905-1964), συγκρινüμενα με το αδÝκαστο "ΤσικαμÜουγκα"  (Chickamauga) του Μπιρς, φαßνονται σα να μας λυποýνται, σαν να μας κρýβουν κÜποια πρÜγματα.
     Υπηρετοýσε στη ταξιαρχßα του ΧÝιζεν στη Τζüρτζια üταν το ΣεπτÝμβρη του 1863 ξÝσπασε η μÜχη της ΤσικαμÜουγκα. Ο στρατüς των Βορεßων οπισθοχþρησε, εγκαταλεßποντας 16000 νεκροýς και βαριÜ πληγωμÝνους. ¼πως οι περισσüτεροι παλιοß στρατιþτες, ο Μπιρς Ýπνιξε μÝσα του τις φρικιαστικÝς, κυριολεκτικÜ απερßγραπτες, μνÞμες του πολÝμου, για 10ετßες. ΤελικÜ, η τÝχνη του κατÜφερε να σχηματοποιÞσει τη ΤσικαμÜουγκα, üχι φωτογραφικÜ, αλλÜ απü την Üποψη των συνεπειþν της, με τα μÜτια ενüς κωφÜλαλου αγοριοý.
     Το 1ο βιβλßο του, Ιστορßες Για Στρατιþτες & Πολßτες (Tales οf
Soldiers & Civßlians), εμφανßστηκε το 1891. ΑυτÞ η σοβαρÞ δημιουργικÞ Ýκρηξη εßχε συμπÝσει με την καταστροφÞ της προσωπικÞς του ζωÞς. Εξαγριþθηκε üταν ανακÜλυψε την ερωτικÞ επιστολÞ που 'χε στεßλει στη Μüλι κÜποιος Δανüς περαστικüς απ' τη Καλιφüρνια. ºσως, αυτÞ η λüγω απιστßα της, να μην Þτανε παρÜ μüνο πρüφαση κι üχι αιτßα για το χωρισμü τους το 1888, παρüλο που πολý αργüτερα θα εξομολογιüταν στις κüρες του πως η μητÝρα τους Þταν η μεγÜλη αγÜπη του. Την επüμενη χρονιÜ, ο ΝτÝι, ο 17ετÞς γιος του, ανερχüμενος δημοσιογρÜφος, αυτοπυροβολÞθηκε αφοý πρþτα σκüτωσε τον καλýτερü του φßλο για χÜρη ενüς κοριτσιοý. Η γραφÞ του Μπιρς Ýγινε ακüμη πιο πικρüχολη.
     ¼σο για τον Χερστ Þτανε καταδεκτικüς και καλοπληρωτÞς, αλλÜ ο Μπιρς δεν Üργησε ν' αντιληφθεß και ν' αντιμετωπßσει με καχυποψßα τα πολιτικÜ σχÝδιÜ του. (Οι λαúκßστικες εφημερßδες του εξυπηρετοýσανε την επιθυμßα του να γßνει Πρüεδρος). ΑλλÜ οι προσδοκßες του εργοδüτη του γßνανε και δικÝς του üταν το 1896 ο Χερστ τον Ýστειλε στην ΟυÜσινγκτον, για να οργανþσει εκστρατεßα ενÜντια στον Κüλλις Π. ΧÜντινγκτον [Collis Ρ. Huntingdon 1821-1900]. Ο Μπιρς τον απεχθανüτανε, Ýνα βετερÜνο της επιβßωσης μιας γενιÜς αδßστακτων καπιταλιστþν της μετεμφυλιακÞς εποχÞς. Η κυβÝρνηση Λßνκολν εßχε δανειοδοτÞσει τη Southern Pacific Railroad Company, που του ανÞκε. Τα χρÞματα δεν επεστρÜφησαν και τþρα ο ΧÜντινγκτον προωθοýσε στο ΚογκρÝσο νομοσχÝδιο, που ανÝστειλε το χρÝος για 75 πÝντε χρüνια! Τους επüμενους μÞνες, δημοσßευε συγκλονιστικÜ στοιχεßα στις εφημερßδες του Χερστ στο Σ. Φρανσßσκο και τη Ν. Υüρκη.
     Μια μÝρα, στα σκαλιÜ του Καπιτωλßου, ο ΧÜντινγκτον του ζÞτησε να ορßσει την τιμÞ του. "Η τιμÞ μου" απÜντησε κεßνος, "εßναι 75 εκατομμýρια δολÜρια. Αν, üταν εßστε Ýτοιμος να πληρþσετε, τυχαßνει να λεßπω, μπορεßτε να τα δþσετε στο φßλο μου, το θησαυροφýλακα των ΗΠΑ". Η απÜντηση Ýγινε πρωτοσÝλιδο στις εφημερßδες üλης της χþρας και το ΚογκρÝσο απÝρριψε τα σχÝδια του ΧÜντινγκτον.
     Το ΔεκÝμβρη του 1899, επÝστρεψε στην ΟυÜσιγκτον για μüνιμη εγκατÜσταση. ¹ταν ακüμη υπÜλληλος του ΧÝρστ και περιζÞτητος, üταν για κακÞ του τýχη, στις αρχÝς του 1901, ο Λιγκ, ο 2ος γιος του -επßσης δημοσιογρÜφος- πÝθανε απü πνευμονßα στη Ν. Υüρκη. 4 χρüνια
αργüτερα πÝθανε κι η Μüλι Μπιρς, αφοý επιτÝλους εßχεν υποβÜλλει αßτηση διαζυγßου. Στο μεταξý, ο Μπιρς παρÞγαγε για τον Χερστ, περισσüτερο... ΑλφαβητÜρι. Το "ΑλφαβητÜρι Ενüς Κυνικοý" (The Cynic's Word Book) εμφανßστηκε το 1906 κι ο εκδüτης του, ο ΝταμπλντÝι, Þτανε πανευτυχÞς με τον τßτλο. ΠεριλÜμβανε το σýνολο των λημμÜτων, απü το Α μÝχρι και το L. Ολüκληρο το "ΑλφαβητÜρι", με το σωστü τßτλο του, δημοσιεýθηκε το 1911, στον 7ο τüμο μιας παρÜτολμης 12τομης Ýκδοσης των "ΑπÜντων" του [Collected Works 1909-1912].
     Με το γýρισμα του αιþνα, το ΑλφαβητÜρι εßχε μεγÜλην απÞχηση. Οι αντιδρÜσεις Þταν αλυσιδωτÝς, απü το μισογυνισμü των κüμικς της New Yorker και τις μπηχτÝς του Γκροýτσο Μαρξ (Groucho Marx 1890-1977) μÝχρι την Üγρια σÜτιρα του ΓκÝοργκ Γκρος (Georg Grosz 1893-1959), του Στιβ Μπελ (Steve Bell 1951-) και του Ραλφ ΣτÝντμαν (Ralph Steadman 1936-), που εικονογραφεß με τον καλýτερο τρüπο του βιβλßου αυτοý. Το γεγονüς πως βιÜστηκε να συγκεντρþσει τα γραπτÜ του, ενδÝχεται να σημαßνει πως πßστευε üτι δεν θα Ýγραφε πια κÜτι αξιüλογο. Μπορεß να 'νιωθε πως Ýγραψε, μßλησε και μÝθυσε αρκετÜ. Απü το φθινüπωρο του 1913, Üρχισε να κουβεντιÜζει για το ενδεχüμενο να πÜει στο Μεξικü και να δει απü κοντÜ τις επαναστατικÝς εξελßξεις. Το αντιμετþπιζε ßσως σαν μια μορφÞ ευθανασßας. ¹θελε ν' αγωνιστεß στο πλευρü των ανταρτþν του ΠÜντσο Βßγια (Pancho Villa / Doroteo Arango Arambula 1877-1923) Þ να τονε πÜρει καμιÜ αδÝσποτη; Εκτüς τοýτου, συνÝχισε να ισχυρßζεται πως ο πüλεμος τον ενδιÝφερε ακüμη.
     Γνωρßζουμε πως τον Οκτþβρη επισκÝφθηκε τα παλιÜ πεδßα των μαχþν του Εμφυλßου, συμπεριλαμβανομÝνης της ΤσικαμÜουγκα και πως Ýφτασε στο ΤÝξας, απ' üπου ταχυδρüμησε μερικÜ γρÜμματα. Το αν και κατÜ πüσον η επιστολÞ που 'λαβε η γραμματÝας και σýντροφüς του ΚÜρι Κρßστιανσον -και φÝρεται ως η τελευταßα, με ημερομηνßα αποστολÞς: 26 ΔεκÝμβρη 1914- ταχυδρομÞθηκε απü τη ΤσιουÜουα στο Μεξικü, δεν εßναι βÝβαιο. ΤυπικÜ, πρüκειται για το τελευταßο ßχνος του. Το σßγουρο εßναι πως κανεßς απü τους πολλοýς Αμερικανοýς δημοσιογρÜφους που ακολουθοýσανε το στρατü του Βßγια, δεν συνÜντησε τον παλαßμαχο και διÜσημο συνÜδελφü του και πως η Ýρευνα που διεξÞγαγε η ΑμερικανικÞ ΚυβÝρνηση δεν εßχε κανÝν αποτÝλεσμα.

     "Πολý σημαντικüτερη εßναι η εκκεντρικÞ και μελαγχολικÞ μορφÞ του Αμερικανοý δημοσιογρÜφου Αμπρüουζ Μπιρς, που πÝρασε μÝσα απü το σφαγεßο του Εμφυλßου ΠολÝμου, αλλÜ κατÜφερε να επιβιþσει, για να μας δþσει μερικÝς απü τις καλýτερες ιστορßες που γρÜφτηκαν ποτÝ στη γλþσσα μας, και να εξαφανιστεß, το 1913, αφÞνοντας πßσω Ýνα σýννεφο μυστηρßου που θα Ýλεγε κανεßς πως βγÞκε απü την εφιαλτικÞ φαντασßα του. Ο Μπιρς Þταν σατιρικüς συγγραφÝας και δημοσιογρÜφος, αλλÜ την φÞμη του την οφεßλει κυρßως στα σκοτεινÜ, αρχαúκÞς πνοÞς διηγÞματÜ του, τα περισσüτερα απü τα οποßα αντλοýν τα θÝματÜ τους απü τον Εμφýλιο, και αποτελοýν την ζωηρüτερη και ρεαλιστικüτερη συμβολÞ της λογοτεχνßας μας, στην καλλιτεχνικÞ διαπραγμÜτευση εκεßνης της σýγκρουσης. ΟυσιαστικÜ, üλες οι ιστορßες του Μπιρς εßναι ιστορßες τρüμου. Ενþ ασχολοýνται κυρßως με τις οργανικÝς και ψυχολογικÝς που παßρνει ο τρüμος στο πλαßσιο της φýσης, εισÜγουν μιαν αναλογßα ανÜμεσα στον κßνδυνο και το υπερφυσικü στοιχεßο, ανοßγοντας Ýνα νÝο κεφÜλαιο στην λογοτεχνßα του αλλüκοτου".

Χ.Π. ΛÜβκραφτ (1890-1937Ο Υπερφυσικüς Τρüμος Στη Λογοτεχνßα 1935

     Ο κýριος ΣÜμιουελ ΛÜβμαν
[Samuel Loveman, 1885-1976], εξαßρετος ποιητÞς και κριτικüς λογοτεχνßας, που τονε γνþρισε προσωπικÜ, συμπυκνþνει με τον παρακÜτω τρüπο την ιδιοφυÀα του μεγÜλου «ΟυτοπιστÞ», στον πρüλογο της Ýκδοσης μÝρους της αλληλογραφßας του:

     "Στον Μπιρς - για πρþτη φορÜ - η φρßκη δεν εßναι οýτε ρητορικü τÝχνασμα οýτε εκτροπÞ, üπως στον Πüε και τον ΜωπασÜν, αλλÜ μια ατμüσφαιρα καθορισμÝνη κι αλλüκοτα ακριβÞς. Οι λÝξεις, τüσο απλÝς που θα μποροýσαμε ßσως να τους προσÜψουμε υπερβολικÞ λογοτεχνικüτητα, αποκτοýν κÜτι ανßερα φρικτü, μια νÝα απρüσμενη διÜσταση. Στον Πüε νομßζει κανεßς πως αυτüς ο μετασχηματισμüς των λÝξεων πρüκειται για tour de force [ανδραγÜθημα], ενþ στον ΜωπασÜν για μια αγωνιþδη δÝσμευση στην επßτευξη της αποκορýφωσης. Στον Μπιρς, απλÜ κι ειλικρινÜ, το δαιμονιακü στοιχεßο διατηρεßται σταθερü κι απüλυτα θεμιτü μÝχρι τÝλους. ΕπιπλÝον, τßθεται διαρκþς μια σιωπηρÞ συμμαχßα με την φýση. Στο "ΘÜνατο του ΧÜλπιν ΦρÝιζερ", τα λουλοýδια, το χορτÜρι, τα κλαδιÜ και τα φýλλα των δÝντρων γßνονται με υπÝροχο τρüπο Ýνα οχυρü ενÜντια στην επÝλαση του υπερφυσικοý κακοý. Δεν πρüκειται για τον συνÞθη ιδανικü κüσμο,αλλÜ για Ýναν κüσμο διαποτισμÝνο απü το μυστηριþδες γαλÜζιο και την κÜθιδρη απεßθεια των ονεßρων˙ αυτü εßναι Μπιρς. ΤÝλος, με κÜποιον περßεργο τρüπο, το απÜνθρωπο δεν λεßπει εντελþς".

     Το «απÜνθρωπο» στο οποßο αναφÝρεται ο ΛÜβμαν, συνßσταται σε μια σπÜνια διαπλοκÞ σαρδüνιας κωμωδßας και μαýρου χιοýμορ, κι ακüμη-ακüμη σÝνα εßδος απüλαυσης που υποβÜλουν εικüνες σκληρüτητας και μαρτυρικÞς απογοÞτευσης. Το Ýργο του εßναι γενικÜ κÜπως Üνισο. ΠολλÜ διηγÞματÜ του εßναι ολοφÜνερα γραμμÝνα κατÜ παραγγελßα, με κοινüτοπο τεχνητü ýφος, που προÝρχεται απü τα δημοσιογραφικÜ πρüτυπα, αλλÜ το ιδιüμορφο στοιχεßο του αποτρüπαιου τους προσδßδει κÜτι εξαιρετικü, και αρκετÜ απü αυτÜ βρßσκονται οπωσδÞποτε στην κορυφÞ της αμερικανικÞς διηγηματογραφßας.
    
Ο Μπιρς σπÜνια εκμεταλλεýεται στο Ýπακρο τις δυνατüτητες των θεμÜτων του Þ τουλÜχιστον üχι üσο συχνÜ το καταφÝρνει ο Πüε¸να μεγÜλο μÝρος του Ýργου του διακατÝχεται απü κÜποια αßσθηση αφÝλειας, πεζογραφικÞς στερεοτυπßας κι επαρχιωτισμοý, στοιχεßα αντιπαραβαλλüμενα με τις προσπÜθειες των επιγüνων του. Εντοýτοις, η γνησιüτητα κι η καλλιτεχνικÞ αξßα των σκοτεινþν υπαινιγμþν του, θα κρατοýν πÜντα τα διηγÞματÜ του στο απυρüβλητο της επÝλασης του χρüνου.

     "Ο Αμπρüουζ Μπιρς, για του οποßου τη καταγωγÞ και την εκπαßδευση δεν υπÜρχουν πληροφορßες, εκτüς απü το εýλογο γεγονüς πως δεν εßναι απü την Καλιφüρνια, Ýχει γρÜψει ποιÞματα και διηγÞματα, αλλÜ τον γνωρßζουμε κυρßως απü τα καυστικÜ δημοσιογραφικÜ κεßμενÜ του. Η γραφÞ του εßναι εν πολλοßς πικρüχολη, σαρκαστικÞ κι αν Þθελα να ψÞσω Ýναν Üνθρωπο στα κÜρβουνα, δεν θα μποροýσα να βρω Üλλον που να ξÝρει καλýτερα τι πρÝπει να κÜνω. Μα παρüλη την δýναμη της πÝνας του, δεν εßναι εýκολος συγγραφÝας. ΔιψÜ για φρßκη, του αρÝσει να κÜνει τις τρßχες των αναγνωστþν του να ορθþνονται και τα μÜτια τους να κινδυνεýουν να πεταχτοýν απü τα κρανßα τους. ¸να διÞγημα του Αμβρüσιου Μπιρς δεν μπορεß εýκολα να κερδßσει την επιδοκιμασßα οποιουδÞποτε κÜθεται μüνος μια σκοτεινÞ νýχτα του χειμþνα, σÝνα δωμÜτιο με πüρτες που δεν κλειδþνουν καλÜ και παραθυρüφυλλα που τρßζουν. Η λιακÜδα, το καταγÜλανο κýμα, οι ψßθυροι των φýλλων, και το κελÜρυσμα των δροσερþν πηγþν δεν γοητεýουν τον Μπιρς. ¼σοι απü μας αγαποýν üλες αυτÝς τις φυσικÝς ομορφιÝς, θα θεωρÞσουν οπωσδÞποτε τον συγγραφÝα τουλÜχιστον αλλüκοτο. Του λεßπει εκεßνη η ζωντÜνια κι η πνευματικÞ ισορροπßα, που κÜνουν το Ýργο του ΣτÞβενσον [Robert Louis Stevenson, 1850-1894] γοητευτικü κι ιδιαιτÝρως τονωτικü. ΕπιπροσθÝτως, δεν εννοεß να περιορßσει την ÝφεσÞ του προς τη δημιουργßα παρÜξενων λÝξεων, τüσο το χειρüτερο που αυτÞ η Ýφεση δεν υποστηρßζεται απü σοβαρÜ φιλολογικÜ προσüντα".

SAN FRANCISCO NEWS LETTER Τεýχος ΧριστουγÝννων, 1897

     ΠραγματικÜ στοιχεßα που να στηρßζουνε τη φÞμη πως πÞγε στο Γκραντ ΚÜνυον, βρÞκε μιαν Þσυχη γωνιÜ κι αυτοπυροβολÞθηκε, δεν υπÜρχουν.


==================


                            Ο ΘÜνατος Του ΧÜλπιν ΦρÝιζερ
 

     "O θÜνατος επιφÝρει πολý σημαντικüτερες αλλαγÝς απü αυτÝς που συνÞθως παρατηροýμε. Συμβαßνει συχνÜ να επιστρÝφουν οι ψυχÝς και να εμφανßζονται στους ζωντανοýς με την μορφÞ των σωμÜτων που εγκατÝλειψαν üταν πÝθαναν. Το ßδιο γßνεται και με τα σþματα. ΣυχνÜ επανÝρχονται στην ζωÞ και κινοýνται χωρßς ψυχÞ. ΜÜλιστα εκεßνοι που Ýτυχε να συναντÞσουν Ýνα τÝτοιο πτþμα -κι επÝζησαν- δÞλωσαν πως δεν Ýχει συναισθÞματα και μνÞμη˙ μüνο μßσος. Επßσης, εßναι γνωστü πως Üνθρωποι οι οποßοι υπÞρξαν καλοκÜγαθοι üσο ζοýσαν, Ýγιναν κακοß üταν πÝθαναν".  ΑΛΗ

ΜΕΡΟΣ 1ο

     Μια νýχτα κατασκüτεινη στα μÝσα του καλοκαιριοý, Ýνας Üνδρας ξýπνησε απü τον βαθý ýπνο του μÝσα στο δÜσος, ανακÜθισε στην γη, κοßταξε, για μια στιγμÞ το απüλυτο σκοτÜδι που τον Ýζωνε και εßπε: «Κατερßνα Λαροý». Αυτü μονÜχα. Κι οýτε Þξερε γιατß. Ο Üντρας λεγüταν ΧÜλπιν ΦρÝιζερ. ΚÜποτε Ýμενε στην ΣÜντα ¸λενα, μα τþρα κανεßς δεν ξÝρει ποý βρßσκεται, γιατß εßναι νεκρüς. ¼ταν Ýχεις την συνÞθεια να κοιμÜσαι στα δÜση, με μüνο στρþμα τα ξερÜ φýλλα και την βρεγμÝνη γη και μüνο σκÝπασμα τα κλαδιÜ απüπου Ýπεσαν τα φýλλα και τον ουρανü απüπου Ýπεσε η γη, δε μπορεßς να ελπßζεις πως θα ζÞσεις πολý. Παρüλα αυτÜ, ο ΦρÝιζερ κατÜφερε να φτÜσει τα τριανταδýο. ΥπÜρχουν πλÜσματα σαυτüν τον κüσμο -εκατομμýρια πλÜσματα κι ßσως τα πιο σπουδαßα- που θεωροýν πολý σημαντικü να γßνεις τριανταδýο χρüνων. Εßναι τα παιδιÜ. ¼ταν αντικρßζεις το ταξßδι της ζωÞς απü το πρþτο λιμÜνι που Ýπιασε το καραβÜκι των ημερþν σου, ακüμα κι η πιο μικρÞ απüσταση μοιÜζει να οδηγεß στη μακρινüτερη ακτÞ. Εν πÜση περιπτþσει, δεν εßναι βÝβαιο αν ο ΧÜλπιν ΦρÝιζερ πÝθανε απü τις κακουχßες.
     Εßχε περÜσει üλη τη μÝρα στα βουνÜ του ¼κλαντ, κυνηγþντας περιστÝρια κι Üλλα μικρÜ αποδημητικÜ. ΑργÜ το απüγευμα συννÝφιασε ο καιρüς κι Ýχασε ο ΧÜλπιν τον προσανατολισμü του, κι αντß να κÜνει ü,τι κÜνει üποιος χαθεß, να κατεβεß γρÞγορα-γρÞγορα στα πεδινÜ, να βρει τους δρüμους, να σωθεß, μπερδεýτηκε ακüμη περισσüτερο γυρεýοντας τα μονοπÜτια, μÝχρι που η νýχτα τον πρüφτασε στο δÜσος. Μες στο σκοτÜδι δεν μποροýσε να περÜσει τις πυκνÝς φυλλωσιÝς που του Ýφραζαν το δρüμο. ΣÜστισε πια ολüτελα, κουρÜστηκε, ξÜπλωσε στην ρßζα μιας μεγÜλης Μαντüρνας και κοιμÞθηκε βαθιÜ, χωρßς οýτε Ýνα üνειρο. ¿ρες μετÜ, μες στη καρδιÜ της νýχτας, κÜποιος μυστÞριος Üγγελος Θεοý, ξÝφυγε απτις αμÝτρητες στρατιÝς των συναδÝλφων του, και γλßστρησε σαν αστραπÞ κατÜ την Δýση, κÜτω. Ψιθýρισε την λÝξη του ξυπνημοý στο αυτß του κοιμισμÝνου κι εκεßνος ανακÜθισε κι εßπε Ýνα üνομα, χωρßς να ξÝρει οýτε γιατß οýτε σε ποιον ανÞκε.
    
Ο ΧÜλπιν ΦρÝιζερ δεν Þταν φιλüσοφος, οýτε επιστÞμονας. Εßχε ξυπνÞσει απüτομα απ' τον βαθý, τρισκüτεινο ýπνο του και εßχε πει Ýνα üνομα που δεν θυμüτανε καν να το θυμÜται. Κι üμως δεν μπÞκε καν στον κüπο να σκεφτεß πως θα μποροýσε να δþσει μιαν εξÞγηση. ΑπλÜ του φÜνηκε παρÜξενο και ριγþντας απρüθυμα, σε Ýνδειξη σεβασμοý προς τη ψýχρα που Ýβαζε η νýχτα τÝτοια εποχÞ, ξÜπλωσε πÜλι και κοιμÞθηκε. ¼μως τþρα, ο ýπνος του δεν Þταν πια τρισκüτεινος: ονειρευüταν.
    
ΠÞγαινε, λÝει, σÝναν μεγÜλο χωματüδρομο, που χανüταν κατÜλευκος μες στα νυχτερινÜ σκοτÜδια του Καλοκαιριοý. Απü ποý εßχε ξεκινÞσει, ποý πÞγαινε και γιατß, ιδÝα δεν εßχε, παρüλο που üλα Þταν τüσο απλÜ και φυσικÜ. ¸τσι εßναι τα üνειρα, αφοý στη ΠÝρα Γη του Κρεβατιοý, οι εκπλÞξεις δεν προβληματßζουνε κανÝνα κι η λογικÞ αναπαýεται. Σε λßγο, Ýφτασε σε μια διασταýρωση. ¸νας στενüτερος, λιγüτερο ταξιδεμÝνος, δρüμος ξεκινοýσε απü τον μεγÜλο χωματüδρομο κι Ýμοιαζε πια παρατημÝνος, γιατß -üπως σκÝφτηκε ο ΧÜλπιν- θα οδηγοýσε σε κÜτι οπωσδÞποτε κακü. Δεν δßστασε, τον πÞρε αμÝσως, σαν σπρωγμÝνος απü κÜποια ακατανßκητη ανÜγκη.
    
Καθþς βÜδιζε με κüπο, Üρχισε να νιþθει πως ο δρüμος του Þταν ζωντανüς: γεμÜτος αüρατα πλÜσματα, που δεν μποροýσε να τους δþσει κÜποια μορφÞ συγκεκριμÝνη. Μüνο ασυνÜρτητους ψιθýρους, κομματιασμÝνους, Üκουγε πßσω απτα δÝντρα, ολüγυρÜ του. ¢γνωστη Þταν η γλþσσα τους κι üμως κÜπως τη καταλÜβαινε. ΛÝξεις, φρÜσεις ατÝλειωτες, αποσπÜσματα φρικαλÝας συνομωσßας ενÜντια στο σþμα και τη ψυχÞ του.
    
Εßχε νυχτþσει απþρα, κι üμως το απÝραντο δÜσος που διÝσχιζε σαν να φωτιζüταν απü κÜποια ασθενικÞ λÜμψη. Δεν Þξερε απü ποý ερχüταν εκεßνη η λÜμψη, γιατß δεν Ýβλεπε τα πρÜγματα τριγýρω του να ρßχνουν σκιÜ. Μια πορφυρÞ αναλαμπÞ αιχμαλþτισε το βλÝμμα του. Οι παλιÝς ροδιÝς που εßχε αφÞσει κÜποιο κÜρο, σχημÜτιζαν μακρüστενες λιμνοýλες, σαν να βρεχε πριν απü λßγο. ΣταμÜτησε και βοýτηξε τα δÜχτυλÜ του εκεß. ¹ταν αßμα! Κοßταξε γýρω του. Αßμα παντοý. Τ' αγριüχορτα που θÝριευαν στις Üκρες του δρüμου εßχανε τα πανýψηλα πλατιÜ τους φýλλα βουτηγμÝνα στο αßμα κι η σκüνη ανÜμεσα στις παλιÝς ροδιÝς Þταν γεμÜτη ξεραμÝνες κηλßδες σαν να Ýπεσε κüκκινη βροχÞ. Στους κορμοýς των δÝντρων ξεχþριζαν αμÝτρητα σημÜδια πορφυρÜ, κι απü τα φυλλþματÜ τους το αßμα Ýσταζε σαν τη δροσιÜ.
    
Κοßταζε γýρω του ο ΧÜλπιν μ' Ýνα τρüμο, που δεν ταßριαζε στην φυσικÞ ικανοποßηση που Ýνιωθε. ¼λα εκεßνα του φαßνονταν σαν εξαγνισμüς ενüς εγκλÞματος. ¹ξερε πως ο Ýνοχος Þταν ο ßδιος, μα δεν μποροýσε να θυμηθεß πüτε και ποý το Ýκανε. Η συνεßδηση της ενοχÞς του δεν Þταν παρÜ Ýνας ακüμη τρüμος μες στις τüσες απειλÝς, στα τüσα μυστÞρια που τον κýκλωναν. ΜÜταια γýρισε πßσω στη περασμÝνη του ζωÞ, μÞπως και θυμηθεß την στιγμÞ του ανοσιουργÞματüς του. Οι σκηνÝς, τα περιστατικÜ βοýιζαν και μπερδεýονταν μες στο μυαλü του. Η μια εικüνα Ýσβηνε την Üλλη Þ Ýσμιγε μαζß της κι Ýπλαθε κÜτι αüριστο, θαμπü. ΠουθενÜ μια λÜμψη, μια μικρÞ φλογßτσα, κÜποιο σημÜδι αυτοý που αναζητοýσε. Η αποτυχßα φοýντωσε τον τρüμο του. ¸νιωθε σαν να 'χε σκοτþσει μες στο σκοτÜδι, μα δεν Þξερε ποιον και γιατß. ¸φριξε καθþς το μυστηριþδες φως σÜλεψε σιωπηλÜ, απαßσια, απειλητικÜ, ανÜμεσα σε κεßνη την επßβουλη βλÜστηση, σε κεßνα τα δÝντρα, που σαν να εßχαν συνεννοηθεß, απÝπνεαν κÜτι μελαγχολικü, κÜτι μοχθηρü. ¹ταν βÝβαιος πως üλα γýρω του συνωμοτοýσαν για να ταρÜξουν την γαλÞνη του.
    
Δεν Üντεχε πια. Απü παντοý Ýφταναν στ' αυτιÜ του καθαρÜ μυριÜδες αναπÜντεχοι ψßθυροι πλασμÜτων, που Þταν ολοφÜνερο πως δεν ανÞκαν στον κüσμο αυτüν. ΜÜζεψε τις δυνÜμεις του και, σαν να Þθελε να διαλýσει κÜποια απαßσια μÜγια που τον βýθιζαν αργÜ στη σιωπÞ, στη πλÞρη αδρÜνεια, κραýγασε με üση ορμÞ του επÝτρεπαν τα πνευμüνια του! Η φωνÞ του φÜνηκε να σπÜζει σε Üπειρα κομμÜτια παρÜξενων, πρωτüγονων Þχων. ¸να ακατανüητο τραýλισμα ξεπÞδησε απü μÝσα του, κι Ýτρεξε να χαθεß στην απεραντοσýνη του δÜσους. ¾στερα σιωπÞ. ¾στερα üλα üπως πριν. Κι üμως εßχε κÜνει μιαν αρχÞ, εßχε αντισταθεß, εßχε πÜρει κουρÜγιο. ¢νοιξε πÜλι το στüμα του κι εßπε:
 -"
Δε θα υποκýψω στη σιωπÞ. Μπορεß να ταξιδεýουν δυνÜμεις που δεν εßναι μοχθηρÝς σ' αυτüν τον καταραμÝνο δρüμο. Θα τους αφÞσω κÜτι, θα τους αφÞσω Ýνα σημÜδι. Θα εξιστορÞσω τα λÜθη μου και τους κατατρεγμοýς που υπÝφερα, εγþ Ýνας αβοÞθητος θνητüς, Ýνας μετανοþν αμαρτωλüς κι Üκακος ποιητÞς"!
    
Ο ΧÜλπιν ΦρÝιζερ Þταν ποιητÞς μüνον üσο Þταν μετανοþν αμαρτωλüς: στο üνειρü του. ΒγÜζοντας απü το πανωφüρι του Ýνα σημειωματÜριο με κüκκινο δερμÜτινο κÜλυμμα -και τις μισÝς σελßδες χωρισμÝνες για υπενθυμßσεις- διαπßστωσε πως δεν εßχε μολýβι. ¸κοψε Ýνα κλαδÜκι απü κÜποιον θÜμνο, το βοýτηξε σε μια λακκοýβα με αßμα κι Ýγραψε βιαστικÜ. Δεν εßχε καν προλÜβει ναγγßξει το χαρτß με το κλαδÜκι του, üταν κÜπου μακριÜ σε κεßνη την απροσμÝτρητη Ýκταση που απλωνüταν μπρος του, ξÝσπασε Ýνα βαθý, Üγριο γÝλιο, που Ýμοιαζε ολοÝνα να ρχεται ολοÝνα προς το μÝρος του, Ýνα γÝλιο χωρßς ψυχÞ, χωρßς καρδιÜ, χωρßς χαρÜ, σαν την φωνÞ του ψαροφÜγου που ξορκßζει την νυχτερινÞ μοναξιÜ του στην üχθη της λßμνης, Ýνα γÝλιο που κορυφþθηκε σε μιαν απüκοσμη κραυγÞ γýρω του, κοντÜ του, κι ýστερα Ýσβησε με κýματα αργÜ, λες και το καταραμÝνο πλÜσμα που την εßχε βγÜλει πÝρασε πÜλι το κατþφλι του κüσμου απ' üπου εßχε πριν λßγο ξεχυθεß.
    
¼μως ο ΧÜλπιν Ýνιωθε πως δεν Þταν Ýτσι. ¼,τι φρικτü εßχε ξεστομßσει κεßνο το αποτρüπαιο γÝλιο δεν εßχε κÜνει βÞμα απü κοντÜ του. ¸να παρÜξενο αßσθημα κατÝλαβε αργÜ-αργÜ το σþμα και το μυαλü του. Δε μποροýσε να πει τι ακριβþς Þταν και ποιαν απ' τις αισθÞσεις του επηρÝαζε. Το εισÝπραττε σαν βαθιÜ συναßσθηση, σαν ακλüνητη βεβαιüτητα κÜποιου υπερφυσικοý κακοý εντελþς διαφορετικοý απ' τις αüρατες υπÜρξεις που συνωστßζονταν γýρω του κι ασýγκριτα ισχυρüτερου. ¹ξερε πως αυτü Þτανε που 'χε βγÜλει κεßνο το αποτρüπαιο γÝλιο. Τþρα Ýμοιαζε να τον πλησιÜζει. Απü ποý δεν Þξερε, κι οýτε τολμοýσε να υποθÝσει. ¼λοι οι φüβοι που Ýνοιωθε πριν λßγο, σβÞσαν Þ φωλιÜσαν μες στον γιγÜντιο τρüμο που τονε κυριαρχοýσε. ¸τρεμε σýγκορμος κι εßχε μüνο μια σκÝψη: να τελειþσει το μÞνυμÜ του στις καλÝς δυνÜμεις που διÝσχιζαν εκεßνο το στοιχειωμÝνο δÜσος. ºσως κÜποτε τον γλßτωναν αν αρνιüταν την ευλογßα του αφανισμοý. ¸γραφε με τρομακτικÞ ταχýτητα. Το κλαδÜκι δεν χρειαζüταν αßμα πια: εßχε αρκετü απü τα δÜχτυλÜ του. ¼μως, στην μÝση εκεß μιας πρüτασης, τα χÝρια του πÜψανε να υπακοýουν στην θÝλησÞ του. ΚρÝμασαν Üβουλα τα χÝρια του, κι Ýπεσε το μικρü βιβλßο στην γη κι Ýμεινε εκεßνος, Üφωνος, να κοιτÜ το αιχμηρü, τσακισμÝνο, πρüσωπο, τανÝκφραστα, Üψυχα μÜτια της μητÝρας του, που Ýστεκε μπροστÜ του: μια σιωπηλÞ φιγοýρα τυλιγμÝνα στα κατÜλευκα σÜβανÜ της.

ΜΕΡΟΣ 2ο

     ¼ταν Þταν νεαρüς, ο ΧÜλπιν ΦρÝιζερ ζοýσε με τους γονεßς του στο ΝÜσβιλ του ΤÝνεσι. Οι ΦρÝιζερ Þταν καλοστεκοýμενοι, με καλÞ θÝση σε μια κοινωνßα που εßχε καταφÝρει να περÜσει σχεδüν αλþβητη μÝσα απτην λαßλαπα του Εμφυλßου ΠολÝμου. Τα παιδιÜ τους απüλαυσαν üλες τις κοινωνικÝς και εκπαιδευτικÝς ευκαιρßες που τους προσÝφερες ο τüπος και η εποχÞ τους, και εκμεταλλεýτηκαν στο Ýπακρο τις καλÝς συναναστροφÝς και τις γνþσεις τους, δεδομÝνου üτι Þταν ευγενικÜ και καλλιεργημÝνα. Ο ΧÜλπιν Þταν ο μικρüτερος, καθüλου εýρωστος κι ßσως λßγο «βουτυρüπαιδο». Εßχε το διπλü μειονÝκτημα μιας εργατικÞς μητÝρας κι ενüς απερßσκεπτου πατÝρα. Ο ΦρÝιζερ πατÞρ Þταν αυτü που δεν Þταν κανÝνας εýπορος Νüτιος: πολιτικüς. Οι αξιþσεις που προÝβαλε η περιοχÞ του, Þ καλýτερα, ο τüπος, η Πολιτεßα του, διεκδικοýσαν τüσο σθεναρÜ τον χρüνο και την προσοχÞ του, σε σημεßο που αναγκÜστηκε να γυρßσει την πλÜτη στις ανÜγκες της οικογÝνειÜς του -συμπεριλαμβανομÝνων και των δικþν του- μην Ýχοντας αυτιÜ παρÜ μüνο για το πανδαιμüνιο των πολιτικþν και πολεμικþν ιαχþν.
    
Ο νεαρüς ΧÜλπιν πραγματοποßησε μια ονειροπüλα, οκνηρÞ, ρομαντικÞ για την ακρßβεια, στροφÞ σχετικÞ με την αδυναμßα που Ýτρεφε στην λογοτεχνßα και üχι στη νομικÞ, το επÜγγελμα που τον εßχε αναθρÝψει. ¼σοι γνωστοß του Þταν οπαδοß της μοντÝρνας θεωρßας της κληρονομικüτητας, πßστευαν ακρÜδαντα πως ο αστÝρας του üχι ασÞμαντου αποßκου ποιητÞ Μýρωνα ΜπÝιν -πατÝρα της μητÝρας του- συνÝχιζε να βρßσκεται στη τροχιÜ της σελÞνης. Αν και δεν φαßνεται να σχολιÜστηκε ποτÝ, αξßζει να σημειωθεß πως ενþ κÜθε πραγματικüς ΦρÝιζερ Ýπρεπε να διαθÝτει οπωσδÞποτε Ýνα πολýτιμο αντßτυπο των προγονικþν «Ποιητικþν ¸ργων» (που εßχανε τυπωθεß με Ýξοδα της οικογÝνειας κι αποσýρθηκαν προ πολλοý απü την αφιλüξενη αγορÜ), η οικογÝνεια εκδÞλωνε μιαν εντελþς αντιφατικÞ απροθυμßα να τιμÞσει τον μεγÜλο εκλιπüντα στο πρüσωπο του πνευματικοý διαδüχου τουΟ ΧÜλπιν αντιμετωπιζüταν εξολοκλÞρου σαν Ýνα εßδος πνευματικοý μαýρου προβÜτου, που θα μποροýσε ανÜ πÜσα στιγμÞ να εκθÝσει το κοπÜδι βελÜζοντας Ýμμετρα.
    
Οι ΦρÝιζερ του ΤÝνεσι Þταν πρακτικü κοπÜδι, üχι με τη λαúκÞ αντßληψη της αφοσßωσης σε ποταπÝς επιδιþξεις, αλλÜ υπü την Ýννοια μιας εýρωστης απÝχθειας για οτιδÞποτε καθιστοýσε Ýναν Üνδρα ανßκανο να επιδοθεß στο ευεργετικü λειτοýργημα της πολιτικÞς. Για να εßμαστε δßκαιοι με τον νεαρü ΧÜλπιν, θα πρÝπει να ποýμε πως ενþ μÝσα του εßχαν αναπαραχθεß πιστÜ τα περισσüτερα πνευματικÜ και ηθικÜ χαρακτηριστικÜ που τüσο η ιστορßα, üσο κι η οικογενειακÞ παρÜδοση απÝδιδαν στον Üποικο βÜρδο, το κληρονομικü θεßο χÜρισμα δεν Þταν παρÜ μια λογικÞ συνεπαγωγÞ. ¼χι μüνο δεν Ýφερε ποτÝ την μοýσα ενþπιον του δικαστηρßου, αλλÜ δεν εßχε καν τη δυνατüτητα να γρÜψει σωστÜ Ýναν στßχο, προκειμÝνου να γλιτþσει τον εαυτü του απü τον ΦονιÜ των Σοφþν. ΠαρολαυτÜ, δε γνþριζε πüτε θα μποροýσε να ξυπνÞσει και ναρχßσει να κροýει τη λýρα η ικανüτητα που κοιμüταν μÝσα του.
    
Στο μεταξý, ο νεαρüς Þταν κατÜ κÜποιον τρüπο αδÝσποτος. ΑνÜμεσα σ' αυτüν και τη μητÝρα του εßχε αναπτυχθεß Ýνα κλßμα απüλυτης κατανüησης, γιατß η Κυρßα Þταν Ýνθερμη λÜτρης του τελευταßου μεγÜλου Μýρωνα ΜπÝιν, μολονüτι με τη λεπτüτητα για την οποßα τüσο δßκαια θαυμÜζουμε το φýλο της (πανουργßα την ονομÜζουν οι κακεντρεχεßς) κατÜφερνε να κρýβει την αδυναμßα της απüλους, üσοι δεν τη μοιρÜζονταν μαζß της. Απü αυτÞ την Üποψη, η συνενοχÞ τους Ýμοιαζε μ' Ýναν καλÜ κρυμμÝνο δεσμü. Αν η μητÝρα του τον καλüμαθε, εκεßνος αναμφßβολα εßχε κÜνει ü,τι περνοýσε απü το χÝρι του για να καλομÜθει.
    
¼ταν Ýφτασε στην ηλικßα που κÜθε Νüτιος αδιαφορεß για τις εκλογÝς, ο δεσμüς του με την üμορφη μητÝρα του -την οποßα φþναζε απü μικρüς ΚÜτυ- Ýγινε ισχυρüτερος και τρυφερüτερος. Στις δýο αυτÝς ρομαντικÝς υπÜρξεις εκδηλþθηκε με αξιοσημεßωτο τρüπο εκεßνο το αστüχαστα παραμελημÝνο φαινüμενο, η αναπüφευκτη κυριαρχßα του ερωτικοý στοιχεßου, που υπερισχýει, αμβλýνει κι εξωραÀζει ακüμη και την εξ αßματος συγγÝνεια. ¹ταν αχþριστοι πια, και οι ξÝνοι που παρατηροýσαν τη συμπεριφορÜ τους, συχνÜ τους περνοýσαν για εραστÝς.
    
Μια μÝρα, ο ΧÜλπιν ΦρÝιζερ μπÞκε στη κρεβατοκÜμαρα της μητÝρας του, τη φßλησε στο μÝτωπο, Ýπαιξε λßγο με μια κατÜμαυρη μποýκλα που εßχε ξεφýγει απü τη προσεκτικÞ κüμμωσÞ της και της εßπε, καταβÜλλοντας τερÜστια προσπÜθεια να παραμεßνει Þρεμος:
 -"Θα σε πεßραζε πολý, ΚÜτυ, αν πÞγαινα στην Καλιφüρνια για μερικÝς εβδομÜδες"";
    
Η ΚÜτυ δεν χρειαζüταν να κινÞσει τα χεßλη για να δþσει μιαν απÜντηση που μüλις τα εκφραστικÜ της μÜγουλα εßχαν μαρτυρÞσει. Προφανþς τη πεßραζε πολý και τα δÜκρυα που κýλησαν απ' τα μεγÜλα καστανÜ της μÜτια, το απÝδειξαν αμÝσως.
 
-"Αχ, γιε μου!"!" εßπε, κοιτÜζοντας το πρüσωπü του με απÝραντη τρυφερüτητα."¸πρεπε να το περιμÝνω. ΜÞπως δε πÝρασα Üγρυπνη τη μισÞ νýχτα, επειδÞ την Üλλη μισÞ Þρθε στο ýπνο μου ο Παπποýς ΜπÝιν; ΣτÜθηκε κÜτω απ' το πορτραßτο του -το ßδιο νÝος, το ßδιο üμορφος- μου 'δειξε το δικü σου, δßπλα του κι üταν το κοßταξα δε ξεχþρισα χαρακτηριστικÜ. ΠÜνω στο πρüσωπü σου Þτανε ζωγραφισμÝνο Ýνα πανß, σαν κι αυτü που σκεπÜζουμε τα πρüσωπα των νεκρþν. Ο πατÝρας σου γÝλασε μαζß μου, üμως εμεßς οι δυο ξÝρουμε πως üλα αυτÜ δεν εßναι ασÞμαντα. ¾στερα εßδα κÜτω απ' την Üκρη του πανιοý σημÜδια χεριþν στον λαιμü σου. ΣυγχþρεσÝ με, αλλÜ δεν πρÝπει να κρýβουμε ο Ýνας απτον Üλλο τÝτοια πρÜγματα. ºσως εσý να Ýχεις κÜποιαν Üλλη ερμηνεßα. ºσως να μην σημαßνει πως θα πας στη Καλιφüρνια Þ πως θα με πÜρεις μαζß σου".
    
ΟμολογουμÝνως, αυτÞ η επιτÞδεια ερμηνεßα στο φως ενüς εντελþς πρüσφατου δεδομÝνου, δεν ικανοποιοýσε απüλυτα την αυστηρüτερη λογικÞ του γιου. ΧρειÜστηκε μüνο μια στιγμÞ. για να περÜσει απτο μυαλü του η σκÝψη πως το üνειρο προμÞνυε μιαν απλοýστερη και πιο Üμεση -αν κι üχι λιγüτερο τραγικÞ- καταστροφÞ απü την επßσκεψÞ του στις ακτÝς του Ειρηνικοý. Ο ΧÜλπιν ΦρÝιζερ εßχε την εντýπωση πως θα στραγγαλιζüταν στον θαμνüτοπο που τον γÝννησε.
 
-"Δεν υπÜρχουν ιαματικÝς πηγÝς στην Καλιφüρνια;" ξανÜρχισε η Κυρßα ΦρÝιζερ, πριν προλÜβει να της δþσει την αληθινÞ ερμηνεßα του ονεßρου. «Δεν υπÜρχουν μÝρη για ναπαλλαγεßς απτους ρευματισμοýς και τις νευραλγßες; Κοßταξε τα δÜχτυλÜ μου. Δε λυγßζουνε πια. Εßμαι βÝβαιη πως με πονοýν üταν κοιμÜμαι".
    
¢πλωσε τις παλÜμες της προς το μÝρος του. Ποιαν ακριβþς διÜγνωση Ýκρυψε ο νεαρüς πßσω απü το χαμüγελü του, ο αφηγητÞς δεν εßναι σε θÝση να πει. ΑισθÜνεται üμως υποχρεωμÝνος να πει πως δÜχτυλα με πολý μικρüτερη ακαμψßα και πολý λιγüτερες ενδεßξεις ασυναßσθητων πüνων, σπανßως προσφÝρθηκαν για ιατρικÞ εξÝταση, ακüμα κι απü την ομορφüτερη ασθενÞ, τüσο πρüθυμα, τüσο Ýτοιμα για ασυνÞθιστες θεραπευτικÝς μεθüδους.
    
ΤελικÜ ο Ýνας απü αυτοýς τους δýο παρÜδοξους ανθρþπους, που μοιρÜζονταν τις ßδιες παρÜδοξες αξßες, Ýφυγε για την Καλιφüρνια, üπου τον καλοýσαν τα συμφÝροντα του πελÜτη του κι ο Üλλος παρÝμεινε στο σπßτι του, διατηρþντας τη κρυφÞν ελπßδα πως ο σýζυγος δεν Þξερε καν τι σημαßνει διασκÝδαση.
    
Μια νýχτα σκοτεινÞ, ο ΧÜλπιν ΦρÝιζερ περπατοýσε στη προκυμαßα του Σαν Φρανσßσκο, üταν ξαφνικÜ -με μια ταχýτητα που τον εξÝπληξε και τον θορýβησε-μεταμορφþθηκε σε ναýτη. Στη πραγματικüτητα τονε τσουβαλιÜσανε σÝνα πλοßο λαθρεμπορικü κι Ýκαναν πανιÜ για μια χþρα μακρινÞ. ΑλλÜ οι συμφορÝς του δεν τÝλειωσαν με κεßνο το ταξßδι, γιατß το πλοßο ναυÜγησε σÝνα νησß του Νüτιου Ειρηνικοý, και πÝρασαν Ýξι ολüκληρα χρüνια μÝχρι να ανακαλýψει τους επιζþντες κÜποιο τολμηρü εμπορικü ιστιοφüρο και να τους φÝρει πßσω στο Σαν Φρανσßσκο.
    
Παρüλη τη φτþχεια του, ο ΦρÝιζερ δεν εßχε χÜσει τη παλιÜ περηφÜνεια του, πριν απü κεßνα τα Ýξι χρüνια που του φαßνονταν αιþνες. Δεν δεχüταν βοÞθεια απü ξÝνους. ¸μενε μ’ Ýναν απü τους επιζþντες συντρüφους του κοντÜ στην ΣÜντα ¸λενα και περßμενε νÝα και χρÞματα απü το σπßτι του, üταν βγÞκε για κυνÞγι κι ονειρεýτηκε... 

ΜΕΡΟΣ 3ο

     Το φÜσμα που του Ýκοβε τον δρüμο μες στο στοιχειωμÝνο δÜσος -απαρÜλλαχτο
κι üμως τüσο διαφορετικü απü την μητÝρα του- Þταν αποτρüπαιο! ºχνος αγÜπης, ßχνος λαχτÜρας δεν στÜλαζε μες στη καρδιÜ του. Δεν του θýμιζε τßποτε απü τις παλιÝς καλÝς ημÝρες, δεν του προκαλοýσε το παραμικρü συναßσθημα. Αχüρταγος τρüμος τα κατÜπινε üλα. ΠροσπÜθησε να γυρßσει, να τρÝξει, να φýγει, üμως τα πüδια του Þτανε βαριÜ σα μολýβι. Του Þταν αδýνατον ακüμη και να τα σαλÝψει. Τα χÝρια του κρÝμονταν Üψυχα. Μüνο τα μÜτια του μποροýσε να κινÞσει, μα και πÜλι δε τολμοýσε να τα πÜρει απü τα σκοτεινÜ μÜτια του φÜσματος, που Þξερε πως δεν Þταν μια ψυχÞ χωρßς σþμα, αλλÜ η πιο φρικαλÝα απτις υπÜρξεις που λυμαßνονταν εκεßνο το στοιχειωμÝνο δÜσος, Ýνα σþμα χωρßς ψυχÞ! Στο Üδειο βλÝμμα του δεν υπÞρχε οýτε αγÜπη οýτε οßκτος οýτε καν νοημοσýνη, τßποτε, τßποτε ικανü να δεχθεß μια παρÜκληση, μια ικεσßα για Ýλεος. «Δεν υπÜρχουν περιθþρια συμβιβασμοý» σκÝφτηκε καταφεýγοντας εντελþς παρÜλογα στην επαγγελματικÞ του γλþσσα κι Ýκανε τη κατÜσταση ακüμη πιο τρομακτικÞ, σαν αναμμÝνο τσιγÜρο μÝσα σε τÜφο.
    
¼λα Ýγιναν σε μια στιγμÞ, που üμως φÜνηκε να κρÜτησε αιþνες, γιατß ο κüσμος Üσπρισε απü γηρατειÜ και ντροπÞ και το στοιχειωμÝνο δÜσος -με τις σκιÝς και τους ψιθýρους του- χÜθηκε απü την συνεßδηση του ΧÜλπιν, Ýχοντας επιτελÝσει απü καιρü τον τερατþδη προορισμü των τρüμων του. Το φÜσμα στÜθηκε σε απüσταση αναπνοÞς απü τον ονειρευüμενο. Τον κοßταξε με την ζωþδη μοχθηρßα του κτÞνους. ¾στερα σÜλεψε, Üπλωσε τα χÝρια προς το μÝρος του με φρικιαστικÞ αγριüτητα! Η πρÜξη αυτÞ απελευθÝρωσε τις σωματικÝς δυνÜμεις του ΧÜλπιν χωρßς üμως να απελευθερþσει και τη θÝλησÞ του. Το μυαλü του Þταν ακüμη δεμÝνο με μÜγια, αλλÜ το δυνατü σþμα και τα ευκßνητα βλÝφαρÜ του, που μÝχρι κεßνη τη στιγμÞ Þταν Üψυχα, τυφλÜ, ανÝκτησαν την παλικαρßσια δýναμÞ τους. Για μια στιγμÞ, Ýνιωσε Ýνας απλüς θεατÞς σε κεßνον τον αφýσικο αγþνα ανÜμεσα σε μια νεκρÞ νοημοσýνη κι Ýναν ζωντανü μηχανισμü, -συμβαßνουν αυτÜ στα üνειρα. ¾στερα, ανÝκτησε τον Ýλεγχο του εαυτοý του, σαν να πÞδησε ξαφνικÜ μες στο σþμα του. Το καταπονημÝνο αυτüματο εßχε πια βοýληση, μποροýσε να κινηθεß, να νιþσει τον κßνδυνο, να παλÝψει, üπως ο φρικιαστικüς αντßπαλüς του.
    
Μα πþς μπορεß Ýνας θνητüς να τα βγÜλει πÝρα με τα πλÜσματα των ονεßρων του;
    
Η φαντασßα που εßχε πλÜσει τον εχθρü Þταν Þδη κατατροπωμÝνη. Το αποτÝλεσμα της πÜλης Þταν η αιτßα της πÜλης. ΠαρÜ την αντßσταση που προσπÜθησε να προβÜλει, üλη η δýναμη, üλη η ενεργητικüτητÜ του, χÜθηκαν στο απüλυτο κενü κι Ýνιωσε τα παγωμÝνα δÜχτυλα να σφßγγουν τον λαιμü του. Λýγισε, Ýγειρε προς την γη, εßδε το νεκρü, σκελετωμÝνο πρüσωπο να σκýβει πÜνω του, üλο και πιο κοντÜ. ¾στερα σκοτÜδι. ΚÜπου μακριÜ ακοýγονταν Üγρια τýμπανα, φωνÝς ανθρþπων που αναστÝναζαν, βογκοýσαν. ¸νας ατÝλειωτος θρÞνος υψþθηκε και βýθισε τα πÜντα στη σιωπÞ...
    
Ο ΧÜλπιν ΦρÝιζερ ονειρεýτηκε πως Þταν νεκρüς
.

ΜΕΡΟΣ 4ο

     Την ζεστÞ, διÜφανη νýχτα διαδÝχθηκε η πυκνÞ ομßχλη του πρωινοý. Το απüγευμα της προηγουμÝνης, μια ελαφρÜ υπüνοια δροσιÜς, μια ανεπαßσθητη πýκνωση της ατμüσφαιρας, η σιλουÝτα ενüς σýννεφου εßχε φανεß στην δυτικÞ πλευρÜ του ¼ρους ΣÜντα ¸λενα, πÜνω ψηλÜ προς τη γυμνÞ κορφÞ. ¹τανε τüσο λεπτü, τüσο διÜφανο
-σχεδüν αüρατο- που üποιος το παρατηροýσε
, σßγουρα θα 'λεγε:
 «
ΕλÜτε γρÞγορα! Σελßγο θα χαθεß»!
    
ΚÜποια στιγμÞ φÜνηκε να πυκνþνει. Η μια του Üκρη εßχε αδρÜξει το βουνü, ενþ η Üλλη Ýγερνε προς τις πλαγιÝς. ΑργÜ-αργÜ, απλωνüταν προς τον Νüτο και τον ΒορÜ, Ýλκοντας την ομßχλη που ανÝδυαν οι πλαγιÝς του βουνοý, πÜντα απü το ßδιο επßπεδο, υπακοýοντας σÝνα καλομελετημÝνο σχÝδιο. ΜεγÜλωσε, μεγÜλωσε, þσπου η κορφÞ του βουνοý δε φαινüταν πια. ¾στερα απλþθηκε κι Üλλο, σχημÜτισε Ýνα πυκνü σταχτß θüλο πÜνω απü τη κοιλÜδα. Στην Καλιστüγκα, που βρßσκεται στην Üκρη της κοιλÜδας, στους πρüποδες του βουνοý, Þταν νýχτα δßχως Üστρα και μÝρα δßχως Þλιο. Η ομßχλη, βουτþντας στη κοιλÜδα, στρÜφηκε νüτια, καταπßνοντας Ýνα-Ýνα τ' αγροκτÞματα, þσπου τýλιξε τη ΣÜντα ¸λενα, εννιÜ μßλια μακριÜ. Η σκüνη κατακÜθισε στους δρüμους, τα δÝντρα μοýσκεψαν, τα πουλιÜ σþπασαν στις φωλιÝς τους, το φως του πρωινοý μοýγχρωσε, πÞρε μιαν αποτρüπαιη üψη, χωρßς χρþμα, χωρßς ßχνος ζεστασιÜς.
    
Δυο Üντρες Üφησαν την πüλη της ΣÜντα ¸λενα, με το πρþτο χÜραμα. ΠÞραν το δρüμο που διÝσχιζε τη κοιλÜδα και κατευθýνθηκαν νüτια, προς την Καλιστüγκα. Εßχαν üπλα στους þμους κι üποιος δε ξÝρει απü τÝτοια πρÜγματα, θα τους περνοýσε για κυνηγοýς. ¹ταν Ýνας βοηθüς Σερßφη απü την ΝÜπα, κι Ýνας ΝτετÝκτιβ απü το Σαν Φρανσßσκο -ο Χüλκερ κι ο ΤζÜραλσον αντßστοιχα- επαγγελματßες ανθρωποκυνηγοß.
 -"Πüσο μακριÜ εßναι;" ρþτησε ο Χüλκερ, καθþς βÜδιζαν γρÞγορα, σπÜζοντας τη λευκÞ κροýστα υγρασßας που σκÝπαζε τον δρüμο κι αναδεýοντας την σκüνη.
 
-"Η ¢σπρη Εκκλησßα; ¼χι πÜνω απü μισü μßλι"" απÜντησε ο Üλλος. "Και μια που το φÝρε ο λüγος" συνÝχισε, "δεν εßναι οýτε Üσπρη οýτε εκκλησßα. ¸να παλιü σχολεßο εßναι, εντελþς γκρßζο απü την εγκατÜλειψη. ΚÜποτε λειτουργοýσε και σαν εκκλησßα. ¼ταν υπÞρχε εκεß Ýνα νεκροταφεßο ü,τι πρÝπει για ποιητÝς. Δεν αναρωτÞθηκες γιατß σου εßπα να Ýρθεις οπλισμÝνος";
 
-"Α, δεν με απασχολοýν τÝτοια πρÜγματα. ¼ταν Ýρθει η þρα, θα μου τα πεις üλα. ΠÜντα Ýτσι Ýκανες. ΑλλÜ αν πρÝπει να ριψοκινδυνεýσω μιαν υπüθεση, νομßζω πως μÜλλον με θÝλεις για να συλλÜβουμε κανÝναν πεθαμÝνο στο νεκροταφεßο".
 -"ΘυμÜσαι τον ΜπρÜνσκομ
;" εßπε ο ΤζÜραλσον, αντιμετωπßζοντας την ευστροφßα του συντρüφου του με την αδιαφορßα που Üξιζε. "Τον τýπο που Ýκοψε το λαρýγγι της γυναßκας του";
 -"
Αν τον θυμÜμαι λÝει! Μου 'φαγε μια βδομÜδα και με δικÜ μου Ýξοδα. Τον επικÞρυξαν για πεντακüσια δολÜρια.
¼σο τα εßδες, τα εßδα. Δεν εννοεßς πως..."
 -"
Αυτü ακριβþς. ΚÜτω απτην μýτη σας Þταν, παιδιÜ, βÞμα δεν Ýκανε. Τα βρÜδια πÜει στο παλιü νεκροταφεßο, στην ¢σπρη Εκκλησßα".
 -"Ε, τον διÜβολο! Εκεß θÜψανε τη γυναßκα του".
 -"Χρειαζüτανε πολý μυαλü, φιλαρÜκια μου, για να υποθÝσετε πως κÜποια στιγμÞ θα ερχüτανε στον τÜφο".
 -"Εßναι το τελευταßο μÝρος που μπορεßς να φανταστεßς πως θα τον βρεις".
 -"Σε üλα τα υπüλοιπα ψÜξατε üμως. Εßδα πως δεν βγÜλατε Üκρη και του Ýστησα καρτÝρι εκεß".
 -"Και τον βρÞκες";
 -"¼χι, να πÜρει ο διÜβολος, ΜΕ βρÞκε. Με κατÜλαβε το τσακÜλι. ΒγÞκε μπροστÜ μου κανονικÜ κι αναγκÜστηκα να το βÜλω στα πüδια. ¸νας Θεüς ξÝρει πως δεν με καθÜρισε. Α, εßναι πολý καλüς. ΕμÝνα φτÜνει κι η μισÞ επικÞρυξη αν Ýχεις οικονομικÜ ζüρια".
    
Ο Χüλκερ γÝλασε με τη καρδιÜ του κι εξÞγησε πως οι πιστωτÝς του δεν τον ενοχλοýσαν ποτÝ.
 -"ΘÝλω να σου δεßξω τη περιοχÞ και να καταστρþσουμε Ýνα σχÝδιο" συνÝχισε ο ΝτετÝκτιβ. "Νομßζω πως εßναι καλýτερα να οπλοφοροýμε ακüμη και τη μÝρα".
 -"Ο Üνθρωπος μÜλλον εßναι ψυχοπαθÞς" εßπε ο βοηθüς Σερßφη. "Η επικÞρυξη εßναι για τη σýλληψη και καταδßκη του. Αν εßναι παλαβüς, δε πρüκειται να τονε καταδικÜσουν".
    
Τüσον Ýντονα επηρÝασε τον Χüλκερ το ενδεχüμενο μιας δικαστικÞς αποτυχßας, þστε -για μια στιγμÞ- σταμÜτησε ασυναßσθητα στη μÝση του δρüμου. ¾στερα συνÝχισε με λιγüτερο ζÞλο.
 -"¸τσι φαßνεται" συμφþνησε ο ΤζÜραλσον. "Εßμαι υποχρεωμÝνος να παραδεχθþ πως δεν εßδα ποτÝ μου πιο αξýριστο, ακοýρευτο, τσαλακωμÝνο κι εξαθλιωμÝνο ερεßπιο στην αρχαßα και τιμημÝνη τÜξη των αλητþν. ¼μως τον Ýστρωσα στο κυνÞγι και δεν Ýχω καμιÜ πρüθεση να τον παρατÞσω. Εßναι ζÞτημα φÞμης και τιμÞς. Κανεßς δε μπορεß να καταλÜβει πως ο τýπος εßναι η Üλλη πλευρÜ του φεγγαριοý".
 -"ΚαλÜ λοιπüν" εßπε ο Χüλκερ, "θα πÜμε να δοýμε τη περιοχÞ". Και πρüσθεσε,
χρησιμοποιþντας την αγαπημÝνη του Ýκφραση για τους τÜφους: "Θα πÜμε εκεß που Ýτσι κι αλλιþς εßναι γραφτü να πÜμε. Εννοþ, üταν ο γερο-ΜπρÜνσκομ βαρεθεß εσÝνα και την ενοχλητικÞ παρουσßα σου. Α, μια και το φερε ο λüγος, Üκουσα τις προÜλλες πως το «ΜπρÜνσκομ» δεν εßναι το πραγματικü του üνομα".
 -"Και ποιü εßναι";
 -"Δε μπορþ να θυμηθþ. Τον παρÜτησα τον λεχρßτη, τον Ýβγαλα απü το μυαλü μου κι Ýτσι το ξÝχασα. ΚÜτι σαν Παρντß. Η γυναßκα που της Ýκοψε το λαιμü, ο θεüμουρλος, Þταν χÞρα üταν την γνþρισε. Εßχε Ýρθει στην Καλιφüρνια για να βρει τους συγγενεßς της. ΥπÜρχουν Üνθρωποι που το κÜνουν αυτü. Τα ξÝρεις τþρα".
 -"ΦυσικÜ".
 -"¼μως αφοý δεν Þξερες το πραγματικü üνομα, πþς βρÞκες τον τÜφο; Τον μÜντεψες; Ο Üνθρωπος που μου Ýδωσε το üνομα, εßπε πως εßναι σκαλισμÝνο στη ταφüπλακα".
 -"Δε βρÞκα τον τÜφο" εßπε ο ΤζÜραλσον απρüθυμα. Δεν Þθελε να παραδεχθεß πως αγνοοýσε Ýνα τüσο σημαντικü στοιχεßο του σχεδßου του. "¸ριξα μια ματιÜ γενικÜ στη περιοχÞ. Μια απü τις δουλειÝς που πρÝπει να κÜνουμε σÞμερα το πρωß εßναι να εντοπßσουμε τον τÜφο. Εδþ εßναι, λοιπüν, η ¢σπρη Εκκλησßα".
    
ΜÝχρι εκεß, ο δρüμος περνοýσε μÝσα απü χωρÜφια. Τþρα üμως, αριστερÜ τους. απλωνüταν Ýνα δÜσος με βελανιδιÝς, μαντüρνες και γιγÜντια Ýλατα, μισοβυθισμÝνα στη μουντÞ, τρομακτικÞ ομßχλη. Τ' αγριüχορτα σχημÜτιζαν πυκνÝς -αλλÜ üχι αδιÜβατες- λüχμες. Στην αρχÞ, ο Χüλκερ δεν Ýβλεπε το κτßσμα, αλλÜ καθþς μπÞκαν στο δÜσος, Ýνας ανεπαßσθητα γκρßζος τερÜστιος üγκος ανÝτειλε στο βÜθος της ομßχλης. Λßγα βÞματα ακüμη και θα μποροýσε νακουμπÞσει τους τοßχους του. Η ¢σπρη Εκκλησßα Þταν εκεß, ξεκÜθαρη, μουσκεμÝνη απ' τη δροσιÜ, ασÞμαντη στο μÝγεθος. ¸μοιαζε μ' üλα τα επαρχιακÜ σχολεßα: Ýνα τετρÜγωνο αρχιτεκτüνημα, σα κιβþτιο. ΤÝσσερις πÝτρινοι τοßχοι, σκεπÞ γεμÜτη βρýα και μερικÝς Üδειες τρýπες, εκεß που κÜποτε υπÞρχαν παρÜθυρα. ΤζÜμια και κÜσες εßχαν αφαιρεθεß προ πολλοý.
    
¹ταν ερειπωμÝνο αλλÜ üχι ερεßπιο,
δεν Ýμοιαζε με κεßνα τα στερεüτυπα υποκατÜστατα, που οι συγγραφεßς οδηγþν για τη Καλιφüρνια, χαρακτηρßζουν «μνημεßα του παρελθüντος». Ο ΤζÜραλσον, χωρßς να ρßξει οýτε μια ματιÜ στο συνηθισμÝνο κτßσμα, κινÞθηκε προς τα μουσκεμÝνα χαμüκλαδα που βρßσκονταν στο βÜθος.
 -"Θα σου δεßξω ποý πετÜχτηκε μπροστÜ μου" εßπε. "Αυτü εßναι το νεκροταφεßο".
    
ΑνÜμεσα στους θÜμνους ξεχþριζαν μικροß περßφρακτοι χþροι με τÜφους˙ μερικοß εßχαν μüνον Ýνα. Τα μÜρμαρα εßχαν μαυρßσει, οι ξýλινοι φρÜκτες -üταν δεν εßχαν Þδη σκορπßσει κÜπου εκεß γýρω- Þταν σÜπιοι, ετοιμüρροποι. ΟρισμÝνοι εßχανε καλυφθεß εντελþς απü τα σÜπια φýλλα. Μüνο κÜπου-κÜπου μια σκοýρα λωρßδα απü χαλßκι Ýδειχνε πως κÜποιος φτωχüς θνητüς -ü,τι απÝμεινε απ' αυτüν- βρισκüτανε δυο μÝτρα κÜτω απü την γη. ΚÜποιος θνητüς που εγκαταλεßποντας τον «ευρý κýκλο των τεθλιμμÝνων φßλων» εγκαταλεßφθηκε ομοßως απü κεßνους, με μüνη περιουσßα Ýνα κομμÜτι γης, που πÜντως Üντεξε περισσüτερο απ' τη μνÞμη του. Τα μονοπÜτια -αν, τÝλος πÜντων, υπÞρξαν ποτÝ- εßχανε χαθεß προ πολλοý. ΔÝντρα ολüκληρα πετÜγονταν απü τους τÜφους, διαλýοντας μÜρμαρα και φρÜκτες με τις ρßζες και τα κλαδιÜ τους. Παντοý απλωνüταν ατμüσφαιρα εγκατÜλειψης και παρακμÞς, κÜθε Üλλο παρÜ αταßριαστη σε πολιτεßα νεκρþν.
    
Ο ΤζÜραλσον πÞγαινε μπρος, αποφεýγοντας με κüπο, αλλÜ κι επιδεξιüτητα, τα μικρÜ δÝντρα που ξεφýτρωναν απü παντοý. ΞαφνικÜ σταμÜτησε, πρüτεινε το üπλο του, ψιθýριζε κÜτι σαν «ΠροσοχÞκαι στÜθηκε ακßνητος με το βλÝμμα καρφωμÝνο ßσια μπρος. Ο σýντροφüς του, παρüλο που δεν Ýβλεπε τßποτε με τüσα κλαδιÜ γýρω, τον μιμÞθηκε. ΣταμÜτησε κι ετοιμÜστηκε για κÜθε ενδεχüμενο. Μια στιγμÞ αργüτερα, ο ΤζÜραλσον προχωροýσε προσεκτικÜ. Ο Üλλος τον ακολοýθησε. Στη ρßζα ενüς τερÜστιου ελÜτου βρισκüταν το σþμα ενüς νεκροý Üντρα.
    
ΣτÜθηκαν σιωπηλοß απü πÜνω του και παρατÞρησαν üλες εκεßνες τις λεπτομÝρειες, που τραβοýν αμÝσως τη προσοχÞ οποιουδÞποτε: το πρüσωπο, τη στÜση του σþματος, τα ροýχα, οτιδÞποτε θα μποροýσε γρÞγορα κι απλÜ να απαντÞσει στα βουβÜ ερωτÞματα που θÝτει η ανθρþπινη περιÝργεια.
    
Το σþμα Þταν ανÜσκελα, με τα πüδια ανοιχτÜ. Το Ýνα χÝρι Þταν τεντωμÝνο ψηλÜ, πÜνω απü το επßπεδο του κεφαλιοý, ενþ το Üλλο προς τα κÜτω. Αυτü το χÝρι εßχε μια τρομερÞ σýσπαση κι η παλÜμη βρισκüταν κοντÜ στον λαιμü του νεκροý. Κι οι δυο γροθιÝς Þτανε σφιχτÜ κλεισμÝνες. Η üλη στÜση του σþματος Ýδειχνε απεγνωσμÝνη και μÜταιη αντßσταση σε... Τι;
    
Δßπλα του βρισκüταν Ýνα üπλο κι Ýνα κυνηγετικü σακßδιο, που απü τα δßχτυα του πρüβαλαν τα φτερþματα σκοτωμÝνων πουλιþν. ¼λα δεßχνανε πως εßχε προηγηθεß λυσσαλÝα πÜλη. Γýρω υπÞρχαν θÜμνοι τσακισμÝνοι, εντελþς γυμνωμÝνοι απ' τα φýλλα τους κι απ' τον κορμü του δÝντρου λεßπανε κομμÜτια φλοýδας, που βρßσκονταν σκüρπια παντοý. Τα σÜπια φýλλα σχημÜτιζαν μικροýς σωροýς, üχι üμως απü τη κßνηση των ποδιþν του νεκροý. ¢λλα πüδια εßχαν παλÝψει εκεß... Τα πüδια κÜποιου που γονÜτισε, αφÞνοντας αναμφισβÞτητα τα ßχνη του στο ýψος των γοφþν του θýματος.
    
Η φýση της πÜλης Þταν αποτυπωμÝνη στον λαιμü και το πρüσωπο του νεκροý. Ενþ το στÞθος και τα χÝρια Þταν κÜτασπρα, ο λαιμüς και το πρüσωπο Þτανε βαθυκüκκινα, σχεδüν μαýρα. Η πλÜτη του ακουμποýσε σÝνα μικρü ανÜχωμα και το κεφÜλι Þτανε πεσμÝνο πßσω, σχηματßζοντας μια γωνßα εντελþς παρÜλογη. Τα ορθÜνοιχτα μÜτια ρßχνανε το Üδειο βλÝμμα τους προς την εντελþς αντßθετη κατεýθυνση απü κεßνη των ποδιþν του. Απ' τους αφροýς που γÝμιζαν το ανοιχτü στüμα του, πρüβαλλε κατÜμαυρη και πρησμÝνη γλþσσα. Ο λαιμüς εßχε φρικτÝς πληγÝς, καμωμÝνες απü χÝρια δυνατÜ που βυθιστÞκανε στη μαλακÞ σÜρκα και συνεχßσαν να τη σπαρÜζουν ακüμη και μετÜ το θÜνατο απü ασφυξßα. Το στÞθος, το κεφÜλι κι ο λαιμüς Þτανε βρεγμÝνα, τα ροýχα μοýσκεμα, η ομßχλη εßχε νοτßσει με μικρÝς, πυκνÝς σταγüνες δροσιÜς τα μαλλιÜ και το μουστÜκι του νεκροý. ¼λα αυτÜ οι δýο Üντρες τα παρατηρÞσανε σιωπηλοß, με μια μüνο ματιÜ. ¾στερα ο Χüλκερ εßπε:
 -"Ρε τον κακομοßρη! Τß κüλαση πÝρασε"!
    
Ο ΤζÜρλασον επιθεþρησε σβÝλτα Ýνα-γýρο το δÜσος, με τον κüκορα του üπλου σηκωμÝνο και το δÜχτυλο στην σκανδÜλη.
 -"Εßναι δουλειÜ μανιακοý" εßπε, χωρßς να πÜρει τα μÜτια του απü τα δÝντρα.
 -"Ο ΜπρÜνσκομ-Παρντß το Ýκανε".
    
Τη προσοχÞ του Χüλκερ τρÜβηξε κÜτι χωμÝνο ανÜμεσα στα φýλλα που εßχανε σαρþσει τα πüδια του δολοφüνου. ¹ταν Ýνα σημειωματÜριο με κατακüκκινο δερμÜτινο κÜλυμμα. Το μÜζεψε απü κÜτω και το Üνοιξε. Εßχε Ýνα σωρü λευκÝς σελßδες για υπενθυμßσεις. Στην πρþτη σελßδα υπÞρχε το üνομα: ΧÜλπιν ΦρÝιζερ. Λßγο παρακÜτω βρßσκονταν γραμμÝνοι με κüκκινο μολýβι -βιαστικÜ, πρüχειρα γραμμÝνοι, σχεδüν δυσανÜγνωστοι- οι παρακÜτω στßχοι, που ο Χüλκερ τους διÜβασε δυνατÜ, ενþ ο σýντροφüς του συνÝχιζε να επιθεωρεß το μÝρος, Ýτοιμος ν' αντιδρÜσει και στη παραμικρÞ κßνηση της δροσιÜς πÜνω στα φýλλα.

ΠαγιδευμÝνος βρÝθηκα σε δÜσος μαγεμÝνο.
Λßγο το φως κι η δýστυχη καρδιÜ μου σκλαβωμÝνη.
Το κυπαρßσσι στη μυρτιÜ φαινüτανε δεμÝνο,
κι εκεßνη στην αγκÜλη του φαρμακερÜ δοσμÝνη.

ΚÜτι ψιθýριζε η ιτιÜ στο Ýλατο με πüνο˙
το πÝνθιμο μαυρüχορτο κι ο απÞγανος χιμοýσαν
επÜνω στους αμÜραντους,
τους Ýπνιγαν και μüνο
τσουκνßδες μÝναν και φρικτÜ στοιχειÜ που τις πατοýσαν.
 

ΜÝλισσα εκεß δε βοýιζε, πουλß δε κελαηδοýσε.
Αýρα γλυκειÜ δε σÜλευε ανÜμεσα στα φýλλα.
ΣιωπÞ! ο αÝρας, τρομερü αγρßμι, ξεψυχοýσε
πßσω απ' τα δÝντρα σπÝρνοντας τριγýρω ανατριχßλα
.

ΦαντÜσματα ψιθýριζαν, κρυμμÝνα στο σκοτÜδι
,
λüγια βαθιÜ, προδοτικÜ και μυστικÜ θαμμÝνα.
Αßμα τα δÝντρα στÜζανε και μοýσκευαν το βρÜδυ,
κι λÜμπαν μες στο μÜγο φως λουλοýδια ματωμÝνα. 

-¢δικα! φþναξα, Üδικα! ¸μεινα μαγεμÝνος.
Δßχως ψυχÞ, δßχως καρδιÜ, μüνος, δßχως ελπßδα,
στη θÝληση, στη σκÝψη μου Þμουν παγιδευμÝνος,
κι Ýνιωθα πως τα πιο φρικτÜ ακüμη δεν τα εßδα!

     Στο τÝλος, Δεν φαινüτανε καθαρÜ τß Ýγραφε...
 

     Ο Χüλκερ σþπασε. Δεν υπÞρχε τßποτε Üλλο να διαβÜσει. Το χειρüγραφο σταματοýσε στη μÝση του στßχου.
 -"Σαν ΜπÝιν ακοýγεται" εßπε ο ΤζÜραλσον, που Þταν Ýνα εßδος διανοοýμενου, με τον τρüπο του βÝβαια. ΧαλÜρωσε κÜπως την επιφυλακÞ του, κι Ýμεινε ακßνητος με τα μÜτια καρφωμÝνα στον νεκρü.
 -"Ποιüς εßναι ο ΜπÝιν;" ρþτησε μÜλλον αδιÜφορα ο Χüλκερ.
 -"Ο Μýρων ΜπÝιν, Ýνας τýπος που ξεφýτρωσε απü τους πρþτους αποßκους, πριν εκατü χρüνια. ¸γραφε καταθλιπτικÜ πρÜγματα. ¸χω τα «¢παντÜ» του. Αυτü το ποßημα üμως δε περιλαμβÜνεται. Θα ξÝχασαν να το βÜλουν".
 -"ΚÜνει κρýο" εßπε ο Χüλκερ, "πÜμε να φýγουμε. ΠρÝπει να φÝρουμε τον ΔικαστÞ απü την ΝÜπα".
    
Ο ΤζÜραλσον δεν εßπε τßποτε, Ýγνεψε üμως καταφατικÜ. Περνþντας δßπλα απü το μικρü ανÜχωμα στο οποßο ακουμποýσαν οι þμοι και το κεφÜλι του νεκροý Üντρα, σκüνταψε σε κÜτι σκληρü. ¸σκυψε και παραμÝρισε τα σαπισμÝνα φýλλα που το σκÝπαζαν. ¹ταν μια πεσμÝνη ταφüπλακα. ΚατÜφερε να διαβÜσει την επιγραφÞ: Κατερßνα Λαροý.
 -"Λαροý, Λαροý!" φþναξε ο Χüλκερ, σαν κÜτι να τον χτýπησε. "Μα, τι... Αυτü εßναι το πραγματικü üνομα του ΜπρÜνσκομ˙ üχι Παρντß. Και -μπα σε καλü μου, πþς μου Þρθαν üλα ξαφνικÜ!- το üνομα της σκοτωμÝνης γυναßκας του Þταν ΦρÝιζερ"!
 -"ΚÜποια βρωμιÜ γßνεται δω" εßπε ο ΝτετÝκτιβ ΤζÜραλσον. "Τα σιχαßνομαι αυτÜ..."
    
Τüτε Þταν που τÜραξε την ομßχλη -μακριÜ, πολý μακριÜ- Ýνα γÝλιο υπüκωφο, αργü, Üψυχο, τüσο χαροýμενο üσο το ουρλιαχτü της ýαινας που γυρεýει να τραφεß μες στη νýχτα της ερÞμου. ΑνÝτειλε σιγÜ-σιγÜ κι Üρχισε να δυναμþνει, να δυναμþνει, üλο και πιο καθαρü, πιο Ýντονο, πιο τρομερü, þσπου Ýφτασε να γßνει αφýσικο, απÜνθρωπο, δαιμονικü -σχεδüν Ýξω απ' το ξÝφωτο που στÝκονταν οι δυο σκληροß ανθρωποκυνηγοß, γεμßζοντÜς τους απερßγραπτο τρüμο! Δεν κßνησαν τα üπλα τους.
    
Δεν σκÝφτηκαν καν να το κÜνουν. Η απειλÞ αυτοý του φρικαλÝου Þχου δεν μποροýσε ν' αντιμετωπιστεß με üπλα. Απρüσμενα εßχε ξεφυτρþσει απ' τη σιωπÞ κι απρüσμενα επÝστρεψε σ' αυτÞν. Χßμηξε πρþτα καταπÜνω στ' αυτιÜ τους, ξÝσπασε σε μια τελευταßα εκκωφαντικÞ βοÞ κι ýστερα υποχþρησε, πÝρα μακριÜ, σβÞνοντας -πÝνθιμο, μηχανικü μÝχρι και τον τελευταßο αντßλαλο- σ' Ýναν απροσμÝτρητο βυθü...

___________________________________________

                                   Το Ξýλινο ΠαρÜθυρο

     Το 1830, μüλις λßγα μßλια Ýξω απü τη σημερινÞ μεγÜλη πüλη του ΣινσινÜτι, απλωνüταν Ýνα τερÜστιο και σχεδüν αδιÜσπαστο δÜσος. ΟλÜκερη η περιοχÞ εποικßστηκε αραιÜ απü ανθρþπους με τις ανÞσυχες ψυχÝς των συνüρων, που σýντομα εßχανε στÞσει κÜμποσα κατοικÞσιμα σπßτια απü το τßποτα σχεδüν και με το πÝρασμα των ετþν εßχανε φτÜσει σε κεßνο το βαθμü ευημερßας, που σÞμερα θα πρÝπει να τον ονομÜσουμε ανικανüτητα, -παρÜ ωθοýμενη απü κÜποια μυστηριþδη φυσικÞ τÜση- γιατß τα παρατÞσαν üλα σýξυλα κι αποτραβηχτÞκανε δυτικÜ, για να συναντÞσουν νÝους κινδýνους και νÝα προβλÞματα, στη προσπÜθεια να ανακτÞσουνε τις πενιχρÝς ανÝσεις που εßχαν εγκαταλεßψει οικειοθελþς.
     Πολλοß εßχαν Þδη εγκαταλεßψει αυτÞ τη περιοχÞ για τους πιο απομακρυσμÝνους οικισμοýς, αλλÜ μεταξý αυτþν που εßχαν απομεßνει Þταν Ýνας απü αυτοýς που φτÜσαν εδþ πρþτοι. Ζοýσε μüνος, σε Ýνα ξýλινο σπßτι χτισμÝνο με κορμοýς, περιτριγυρισμÝνο ολοýθε απü το μεγÜλο δÜσος, που η σκοτεινιÜ κι η σιωπÞ φαινüταν αναπüσπαστο κομμÜτι του, και κανεßς δεν τον Üκουσε ποτÝ να λÝει μια περιττÞ λÝξη, οýτε ποτÝ του να χαμογελÜ. Οι απλÝς ανÜγκες του καλýπτονταν απü τη πþληση Þ την ανταλλαγÞ δερμÜτων Üγριων ζþων στη ποταμßσια πüλη, γιατß δεν καλλιÝργησε τßποτα στη γη που αν τη χρειαζüταν, θα μποροýσε να τη διεκδικÞσει με το δικαßωμα της απρüσκοπτης αξιοποßησÞς της. ΥπÞρχαν αποδεßξεις βελτßωσης -λßγα στρÝμματα εδÜφους που κÜποτε εßχε καθαριστεß απü τα δÝντρα για το σπßτι του, και τþρα πια τις Ýκρυβε κατÜ το Þμισυ η νÝα βλÜστηση, Ýχοντας ξαναπÜρει δειλÜ-δειλÜ τον Ýλεγχο για να αποκαταστÞσει τη φθορÜ που προκÜλεσε το τσεκοýρι. Προφανþς, το πÜθος του τýπου για τη καλλιÝργεια εßχε καεß με μια φλüγα που πýρωσε κι Ýσβησε σιγÜ-σιγÜ,αφÞνοντας πßσω της μιαν ακßνητη, ανßκητη γκρßζα στÜχτη.
     Το μικρü σπιτÜκι με τη καμινÜδα φτιαγμÝνη απü κλÜπες και τη στÝγη με περαστÜ δοκÜρια πιασμÝνα με πηλü και φορτωμÝνη με κυρτÜ ξυλüγλυπτα, εßχε μιαν εßσοδο κι ακριβþς απÝναντι, Ýνα ξýλινο παρÜθυρο. Το τελευταßο δε, εßχε φτιαχτεß μιαν εποχÞ που κανεßς δεν μποροýσε να θυμηθεß πüτε και κανεßς δεν Þξερε γιατß Þτανε τüσο κλειστü. Σßγουρα üχι λüγω αντιπÜθειας του ιδιοκτÞτη για φως κι αÝρα, γιατß σε κεßνες τις σπÜνιες περιπτþσεις που Ýνας κυνηγüς περνÜ στο στÜδιο της μοναξιÜς, συνÞθως λιÜζεται στο κατþφλι του, γιατß ο παρÜδεισος τοý δßνεται στη ψευδαßσθηση της ηλιοφÜνειας, για να καλýψει την ανÜγκη του. Νομßζω πως υπÜρχουνε λßγα εν ζωÞ Üτομα σÞμερα που ßσως να ξÝρανε ποτÝ το μυστικü αυτοý του παραθýρου, αλλÜ εßμαι ο Ýνας απ' αυτοýς, üπως θα διαπιστþσετε.
     Το üνομÜ του Þταν MÝρλοκ και θα τον Ýκανες σßγουρα εβδομÞντα ετþν και βÜλε, μα στη πραγματικüτητα, ßσα που  περνοýσε τα πενÞντα. ΚÜτι πÝρα ​​απü το χρüνο, εßχε παßξει κÜποιο ρüλο στη σχετικÜ πρüωρη γÞρανσÞ του. Τα μαλλιÜ κι η μακριÜ, πλοýσια γενειÜδα του εßχαν ασπρßσει, τα γκρßζα, αστραφτερÜ του μÜτια Þτανε βυθισμÝνα στις κüγχες τους, το πρüσωπü του Þταν μοναδικÜ γραμμÝνο με ρυτßδες που φαινüταν να ανÞκουν σε δυο τÝμνοντα συστÞματα. ¹τανε ψηλüς με Ýνα κýρτωμα στους þμους, σα να κουβαλοýσε βαρý φορτßο. Δεν τονε γνþρισα ποτÝ. ΑυτÜ τα στοιχεßα τα Ýμαθα απü τον παπποý μου, απü τον οποßο επßσης πÞρα την ιστορßα του Üντρα üταν Þμουνα παληκÜρι. Τον γνþριζε απ' την αρχÞ üταν ζοýσε εκεß κοντÜ.
     Μια μÝρα ξαφνικÜ λοιπüν, ο ΜÝρλοκ βρÝθηκε στη καμπßνα του νεκρüς. Δεν Þτανε χρüνος και τüπος τüτε, για ιατροδικαστÝς κι εφημερßδες, Ýτσι υποθÝτω, συμφωνÞθηκε πως εßχε πεθÜνει απü φυσικÜ αßτια, αλλιþς θα το θυμüμουνα αν μου το εßχε ξεκαθαρßσει ο παπποýς μου. ΞÝρω μüνον üτι Ýτσι üπως εßχανε τα πρÜγματα, το σþμα Þτανε θαμμÝνο κοντÜ στη καλýβα, πλÜι στη σýζυγο του, που ο θÜνατüς της εßχε προηγηθεß τüσα χρüνια, κι η τοπικÞ κοινωνßα μüνο σαν Ýναν υπαινιγμü της ýπαρξÞς της, εßχε διατηρÞσει. Αυτü κλεßνει το τελευταßο κεφÜλαιο αυτÞς της αληθινÞς ιστορßας -εκτüς απü το γεγονüς üτι πολλÜ χρüνια μετÜ, παρÝα με το ßδιο ατρüμητο πνεýμα, Ýφτασα κι εγþ στον τüπο και βγÞκα αρκετÜ κοντÜ στη κατεστραμμÝνη καλýβα για να πετÜξω μια πÝτρα και να φýγω τρÝχοντας, þστε να αποφýγω το φÜντασμα, που κÜθε καλÜ ενÞμερο αγüρι Þξερε πως στοιχειþνει το χþρο. ΥπÜρχει üμως κι Ýνα ακüμα κομμÜτι στην ιστορßα αυτÞ, που μου το διηγÞθηκε ο παπποýς μου.
     ¼ταν ο ΜÝρλοκ Ýφτιαξε τη καλýβα κι Üρχισε να δουλεýει με ζÝση το τσεκοýρι του þστε να χαρÜξει μια φÜρμα -το τουφÝκι, Þταν εν τω μεταξý, φüβητρο και το μÝσο στÞριξÞς του- Þταν νÝος, δυνατüς και γεμÜτος ελπßδα. Σε κεßνη την ανατολικÞ χþρα απü üπου Þρθε, εßχε νυμφευτεß, üπως Þταν η μüδα, μια νεαρÞ γυναßκα απü κÜθε Üποψη Üξια της ειλικρινοýς αφοσßωσÞς του, που μοιρÜστηκε τους κινδýνους και τα μειονεκτÞματα της πατρßδας του με πρüθυμο πνεýμα κι ελαφριÜ καρδιÜ. Δεν υπÜρχει γνωστü αρχεßο για το üνομÜ της. Η γοητεßα του μυαλοý και του προσþπου παραμÝνει σιωπηλÞ κι üποιος αμφιβÜλλει εßναι ελεýθερος να διασκεδÜσει την αμφιβολßα του. αλλÜ μÜρτυς μου ο Θεüς, δεν θα το μοιραστþ! Για τη στοργÞ και την ευτυχßα τους υπÜρχει μπüλικη διαβεβαßωση σε κÜθε προστιθÝμενη μÝρα χαρÜς στης ζωÞς του Üντρα. Γιατß μüνον ο μαγνητισμüς μιας ευλογημÝνης μνÞμης θα μποροýσε να Ýχει αλυσοδÝσει αυτü το τολμηρü πνεýμα σε κÜτι τÝτοιο.
     Μια μÝρα ο ΜÝρλοκ επÝστρεψε απü το κυνÞγι του, σε Ýνα μακρυνü μÝρος του δÜσους και βρÞκε τη σýζυγü του να ψÞνεται στον πυρετü και να παραληρεß. Δεν υπÞρχε γιατρüς σε απüσταση χιλιομÝτρων, οýτε γεßτονας. οýτε Þτανε σε κατÜσταση να αφεθεß, να καλÝσει βοÞθεια. ¸τσι ξεκßνησε να φροντßζει την υγεßα της, αλλÜ Üτυχα, στο τÝλος της τρßτης ημÝρας Ýχασε τις αισθÞσεις της και πÝθανε τüσο Üδικα, χωρßς να συνÝλθει, χωρßς οýτε Ýστω μια στιγμαßα Ýκλαμψη, να πει λßγες λÝξεις.
     Απü ü,τι γνωρßζουμε για μια φýση üπως η δικÞ του, μποροýμε να τολμÞσουμε να σκιαγραφÞσουμε μερικÝς απü τις λεπτομÝρειες της συνοπτικÞς εικüνας που σχεδßασε ο παπποýς μου. ¼ταν πεßστηκε πως Þταν νεκρÞ, εßχε αρκετÞ διαýγεια για να θυμηθεß πως οι νεκροß πρÝπει να εßναι προετοιμασμÝνοι για ταφÞ. ΚατÜ την εκτÝλεση αυτοý του ιεροý καθÞκοντος Ýκανε συνÝχεια λÜθη ξανÜ και ξανÜ, αλλÜ και μερικÜ ευτυχþς σωστÜ. Οι κατÜ καιροýς αποτυχßες του να πραγματοποιÞσει μιαν απλÞ και συνηθισμÝνη πρÜξη τον γÝμισαν Ýκπληξη, üπως αυτÞ ενüς μεθυσμÝνου ανθρþπου που αναρωτιÝται για το πως λειτουργοýν ωρισμÝνοι φυσικοß νüμοι.
     ¹ταν επßσης εκπληκτικü το üτι δεν Ýκλαιγε -Ýκπληκτος και λßγο ντροπιασμÝνος. σßγουρα δεν εßναι καλü να μη κλαßς τους νεκροýς σου. "Αýριο", εßπε δυνατÜ, "θα πρÝπει να κÜνω το φÝρετρο και να σκÜψω τον τÜφο και τüτε θα μου λεßψει, üταν δεν τη βλÝπω πια, αλλÜ τþρα -φυσικÜ εßναι νεκρÞ, αλλÜ εßναι παροýσα ακüμα- πρÝπει να εßναι εντÜξει, με κÜποιο τρüπο. Τα πρÜγματα δεν μποροýν να εßναι τüσο Üσχημα üσο φαßνονται". ΣτÜθηκε πÜνω απü τη σορü στο ξεθωριασμÝνο φως, στρþνοντας τα μαλλιÜ της και βÜζοντας τις τελευταßες πινελιÝς στην απλÞ τουαλÝτα, üλα μηχανικÜ, με Üψυχη φροντßδα. Κι ακüμα, στη συνεßδησÞ του υπÝβοσκε μια υπονüηση πεποßθησης üτι üλα Þτανε σωστÜ -üτι θα Ýπρεπε να την Ýχει ξανÜ üπως πριν και üλα εξηγοýνται. Δεν εßχε εμπειρßα στη θλßψη, γιατß δεν εßχε δοκιμαστεß σε αυτÞν þστε να απλþσει μÝσα του. Η καρδιÜ του δεν μποροýσε να τα συγκρατÞσει üλα, οýτε η φαντασßα του να τα συλλÜβει σωστÜ. Δεν εßχε συνειδητοποιÞσει πως εßχε χτυπηθεß τüσο σκληρÜ. ΑυτÞ η γνþση δεν Ýρχεται αμÝσως, Þ Ýρχεται αργüτερα Þ ποτÝ.
     Η θλßψη εßναι Ýνας καλλιτÝχνης με δυνÜμεις τüσο διαφορετικÝς üσο και τα üργανα στα οποßα παßζει τις θρησκεßες του για τους νεκροýς, προκαλþντας κÜποιες τις πιο αιχμηρÝς, πιο σοκαριστικÝς νüτες, κι Üλλοτε Üλλες, τις χαμηλÝς, σοβαρÝς συγχορδßες που χτυποýνε ρυθμικÜ κι αργüσυρτα σαν τον Þχο ενüς μακρυνοý τυμπÜνου. ΜερικÝς φýσεις τις τρομÜζει, Üλλες κÜπως τις χαζευει. Σε Ýναν Ýρχεται σαν το χτýπημα ενüς βÝλους, που τρυπÜ. üλες τις ευαισθησßες σε μια πιο Ýντονη ζωÞ, σε Üλλον, σαν να του πετÜξανε λÜσπη κι απλþνεται αργÜ αλλÜ παντοý πÜνω του. Θα θεωρÞσουμε λοιπüν τον ΜÝρλοκ στους δεýτερους γιατß, (κι εδþ εßμαστε σε πιο σßγουρο Ýδαφος απü μιαν απλÞν εικασßα) μüλις εßχε τελειþσει το σεπτü Ýργο του, βοýλιαξε σε μια καρÝκλα στο πλÜι του τραπεζιοý, που πÜνω του βρισκüταν η σορüς και βλÝποντας την αντßφαση του πüσο λευκü φαινüτανε το πρüσωπü της στη βαθειÜ σκοτεινιÜ, Ýβαλε το πρüσωπο μες στα χÝρια του, εκεß στην Üκρη του τραπεζιοý, χωρßς δÜκρυα αλλÜ νιþθοντας απßστευτα κουρασμÝνος. Εκεßνη τη στιγμÞ, πÝρασε θαρρεßς μÝσα απü το ανοιχτü παρÜθυρο Ýνας μακρüσυρτος, πÝνθιμος Þχος, σαν κλÜμα χαμÝνου παιδιοý, που βρισκüτανε πολý βαθιÜ στο σκοτεινü δÜσος!
     Ο Üντρας üμως δεν κινÞθηκε. Και πÜλι πιο κοντÜ απü πριν, ακοýστηκε αυτü το θρηνητικü κλÜμα πÜνω στη χαμÝνη του αßσθηση: τÜχα να Þταν Ýνα Üγριο θηρßο, τÜχα ßσως üνειρο. Γιατß ο ΜÝρλοκ üντως κοιμüτανε. Λßγες þρες αργüτερα, üπως φÜνηκε στη συνÝχεια, αυτüς ο Üπιστος παρατηρητÞς ξýπνησε και σÞκωσε το κεφÜλι του γροικþντας με προσοχÞ -δεν Þξερε τß και γιατß. Εκεß στο μαýρο σκοτÜδι, στο πλευρü της νεκρÞς, προσπαθþντας να ξαναβρεß üλες τις αισθÞσεις του
χωρßς να τα χÜσει, Ýψαξε Üπληστα με το βλÝμμα για να δει -δεν Þξερε τß. Οι αισθÞσεις του Þταν üλες σε επιφυλακÞ, η αναπνοÞ του εßχε σταματÞσει, το αßμα του εßχε διακüψει τη πορεßα στις φλÝβες, σαν να Ýκανε κι αυτü ησυχßα. Ποιüς-τß τον εßχε ξυπνÞσει και ποý Þτανε; ΞαφνικÜ το τραπÝζι Üρχισε να τρÝμει κÜτω απü τους αγκþνες του και την ßδια στιγμÞ Üκουσε Þ φαντÜστηκε üτι Üκουσε, Ýνα ελαφρý, απαλü βÞμα -Ýπειτα κι Üλλο- σαν να περπατοýσανε γυμνÜ πüδια στο πÜτωμα!
     ΤρομοκρατÞθηκε τüσο, που στÜθηκε αδýνατον να κινηθεß Þ να φωνÜξει. Δυστυχþς περßμενε -περßμενε εκεß στο σκοτÜδι, χαμÝνος μÝσα στους αιþνες των φüβων που μπορεß κανεßς να τους γνωρßζει, αλλÜ δεν ζει για να τους ονοματßσει. ΠροσπÜθησε, μÜταια να φωνÜξει το üνομα της νεκρÞς γυναßκας, μÜταια να απλþσει Ýστω το χÝρι του στο τραπÝζι, για να διαπιστþσει αν Þταν ακüμα εκεß. Ο λαιμüς του Þτανε κατÜξερος και τα χÝρια του πÝφτανε βαριÜ σαν μολýβια.
     Τüτε συνÝβη κÜτι ακüμα πιο τρομακτικü! ΚÜποιο βαρý σþμα φÜνηκε να πετÜχτηκε στο τραπÝζι με φüρα. τÝτοια που τον Ýσπρωξε στο στÞθος τüσο απüτομα, που σχεδüν τονε πÝταξε κÜτω και την ßδια στιγμÞ Üκουσε κι Ýνιωσε τη πτþση κÜποιου πρÜγματος στο πÜτωμα με τüσο βßαιο κρüτο, που üλο το σπßτι κλονßστηκε απü τη πρüσκρουση. Ακολοýθησε σαματÜς απü μια πÜλη και χλαπαταγÞ Þχων που Þταν αδýνατον να περιγραφοýνε. Ο ΜÝρλοκ εßχε ξανασηκωθεß στα πüδια του. Ο φüβος εßχε παραλýσει υπερβολικÜ τον Ýλεγχο των ικανοτÞτων του. ¢πλωσε τα χÝρια πÜνω στο τραπÝζι. Τßποτα δεν Þταν εκεß!
     ΥπÜρχει Ýνα σημεßο üπου ο τρüμος μπορεß να μετατραπεß σε τρÝλλα κι η τρÝλλα σε καθοδηγεß στη δρÜση. Χωρßς συγκεκριμÝνη πρüθεση, απü κανÝνα κßνητρο αλλÜ απü την αυθüρμητη παρüρμηση ενüς τρελλοý, ο ΜÝρλοκ πÞδησε πÝρα στον τοßχο, με μια απüτομη κßνηση Üδραξε το γεμÜτο τουφÝκι του και χωρßς να Ýχει συγκεκριμÝνο στüχο, πυροβüλησε. Με τη λÜμψη της εκπυρσοκρüτησης που φþτισε απüτομα το δωμÜτιο, εßδε Ýναν τερÜστιο πÜνθηρα να σÝρνει τη νεκρÞ γυναßκα προς το παρÜθυρο, με τα δüντια του να εßναι μπηγμÝνα στο λαιμü της! ¾στερα βυθßστηκε σε σκοτÜδι, πιο μαýρο απü πριν κι επικρÜτησε γαλÞνη.
     ¼ταν συνÞλθε και ξαναβρÞκε τις αισθÞσεις του, ο Þλιος Þτανε ψηλÜ και στη καλýβα ακοýγονταν χαρωπÜ κελÜηδισματα πουλιþν.
     Το σþμα βρισκüτανε κοντÜ στο παρÜθυρο, εκεß που το Üφησε το θηρßο üταν φοβÞθηκε απü τον πυροβολισμü και το τουφÝκι.
     Τα ροýχα της Þτανε ξυλωμÝνα, τα μακριÜ μαλλιÜ της ανακατεμÝνα, τα πüδια της πεσμÝνα ανÜκατα, üπως-üπως.
     Ο λαιμüς της φριχτÜ ξεσκισμÝνος, εßχε σηματßσει στο πÜτωμα μια λßμνη αßματος, που δεν εßχε ακüμη πÞξει τελεßως.
     Η κορδÝλλα με την οποßαν εßχε δÝσει τους καρποýς της, Þτανε σπασμÝνη, τα χÝρια της üμως Þτανε σφιγμÝνα σφιχτÜ -σαν σε προσευχÞ.
     Κι ανÜμεσα στα δüντια της υπÞρχε Ýνα κομμÜτι απü το αυτß του ζþου...

-----------------------------------------------
Ambrose Gwynnett Bierce:
"The Death of Halpin Frayser" (1893)

"The Boarded Window" (μτφρ. σ' αυτü, ΠÜτροκλος)

 

 

Web Design: Granma - Web Hosting: Greek Servers