ÐåæÜ

Ðïßçóç-Ìýèéá

Ï Dali & Åãþ

ÈÝáôñï-ÄéÜëïãïé

Äïêßìéá

Ó÷üëéá-Áñèñá

ËáïãñáöéêÜ

ÅíäéáöÝñïíôåò

ÊëáóóéêÜ

Áñ÷áßá Åëë Ãñáìì

ÄéáóêÝäáóç

ÐéíáêïèÞêç

ÅéêáóôéêÜ

Ðáãê. ÈÝáôñï

Ðëçñ-Ó÷ïë-Åðéêïéí.

Öáíôáóôéêü

Åñ. Ëïãïôå÷íßá

Ãëõðô./Áñ÷éô.

ÊëáóóéêÜ ÉÉ

 
 

Ðáãê. ÈÝáôñï 

Strindberg Johan August: Ôñåëëüò, ÔåñÜóôéïò, ÐïëõðñÜãìùí


                                  Ονειρεýομαι, Üρα υπÜρχω.

 Βιογραφικü

     Ο Γιüχαν ¢ουγκουστ Στρßντμπεργκ Þτανε Σουηδüς θεατρικüς συγγραφÝας, δραματουργüς,
 μυθιστοριογρÜφος, ζωγρÜφος, φωτογρÜφος κι αλχημιστÞς, που συνδýασε στα Ýργα του τη ψυχολογßα, τον νατουραλισμü κι αργüτερα στοιχεßα μυστικισμοý. Το Ýργο του χωρßζεται σε 2 μεγÜλα λογοτεχνικÜ κινÞματα, τον νατουραλισμü και τον εξπρεσσιονισμü. ¸νας ευαßσθητος κι επßμαχος συγγραφÝας που υπÝφερε απü εχθρικÝς κριτικÝς, αντιπροσþπευε τον ιδανικü καλλιτÝχνη του 19ου αι., αυτüν της ελεýθερης προσωπικüτητας κι ασυγκρÜτητο απü συμβατικüτητες. Μαζß με τον Ibsen, τον Kierkegaard τον ΧÜμσουν και τον Andersen θεωρεßται ως ο πιο σημαßνων απ` üλους τους Σκανδιναβοýς συγγραφεßς κι εßναι γνωστüς ως Ýνας απü τους πατÝρες του μοντÝρνου θεÜτρου..
     ΓεννÞθηκε 22 ΓενÜρη 1849 στη Στοκχüλμη, το 4ο παιδß απü τα 11 της οικογÝνειας. Ο πατÝρας του, ο Carl Oscar Strindberg, γüνος αριστοκρατικÞς οικογÝνειας Þταν ναυτιλιακüς πρÜκτορας κι η μητÝρα του, η Ulrica Eleanora Norling Þτανε κüρη ρÜφτη κι οικιακÞ υπηρÝτρια στο σπßτι του Carl Oscar, Ýγινε ερωμÝνη του και στεφανþθηκε ο πατÝρας του, λßγους μüνο μÞνες πριν τη γÝννησÞ του. ¸ζησε φτωχÞ και δυστυχισμÝνη παιδικÞ ηλικßα- Þτανε ντροπαλüς κι οι οικογενειακÝς εντÜσεις τονε κατÝθλιπταν. Τη μητÝρα του την Ýχασε απü φυματßωση στα 13 του κι ο πατÝρας, προτοý περÜσει χρüνος απü το θÜνατü της, ξανανυμφεýτηκε τη νεαρÞ γκουβερνÜντα των παιδιþν του. O ßδιος μßσησε τη μητρυιÜ του. ΜεγαλωμÝνος στη μιζÝρια και τις στερÞσεις, καταπιεσμÝνος απü τη κακßα της μητριÜς του, Ýγινε παιδß υπερευαßσθητο κι αντιδραστικü, οξýθυμο και καχýποπτο. Απü τα πικρÜ αυτÜ βιþματα της παιδικÞς ηλικßας του, δεν θα κατορθþσει να απαλλαγεß ποτÝ "ο γιος της δοýλας", και θα το εμφανßσει στο ομþνυμο αυτοβιογραφικü του Ýργο.



     Το 1867 γρÜφεται στο ΠανεπιστÞμιο της ΟυψÜλα, üπου κι απÝτυχε στις προκαταρκτικÝς εξετÜσεις στη χημεßα κι αργüτερα συνεχßζει τις σπουδÝς του στο ΠανεπιστÞμιο Στοκχüλμης. ΑρχικÜ, Ýφυγε απ' την Uppsala το 1868, για να δουλÝψει ως δÜσκαλος σχολεßου, αλλÜ στη συνÝχεια σποýδασε για λßγο διÜστημα χημεßα στο Ινστιτοýτο Τεχνολογßας στη Στοκχüλμη κÜνοντας προετοιμασßα για ιατρικÝς σπουδÝς. Για να μπορÝσει να ανταποκριθεß στις βιοποριστικÝς ανÜγκες του, δοκιμÜζει, δßχως επιτυχßα, να γßνει ηθοποιüς. Αργüτερα, εργÜστηκε ως οικοδιδÜσκαλος και στη συνÝχεια, για Ýνα σýντομο χρονικü διÜστημα στο Βασιλικü Δραματικü ΘÝατρο, üπου κι Ýγραψε για τη σκηνÞ 3 Ýργα που απορρßφθηκαν. Εγκαταλεßποντας κι αυτü το σχÝδιο, γρÜφεται και πÜλι στο ΠανεπιστÞμιο Στοκχüλμης. ΕπÝστρεψε στην Uppsala το 1870, για να μελετÞσει και να δουλÝψει πÜνω σ` Ýνα σýνολο θεατρικþν Ýργων, τα πρþτα απ' τα οποßα παßχθηκαν στο Βασιλικü ΘÝατρο τον ΣεπτÝμβρη του 1870. Στην Uppsala ξεκßνησε τη Runa, Ýνα μικρü λογοτεχνικü κλαμπ με φßλους, που üλοι πÞραν ψευδþνυμα απ` τη ΣκανδιναβικÞ μυθολογßα. ¸μεινε μερικÜ ακüμη εξÜμηνα στην Uppsala απ` üπου κι Ýφυγε τελικÜ τον ΜÜρτη του 1872 χωρßς ν` αποφοιτÞσει. Πßσω στη Στοκχüλμη εργÜστηκε ως δημοσιογρÜφος και κριτικüς σε εφημερßδες. Στο μεταξý, αρχßζει να γρÜφει σýντομα θεατρικÜ Ýργα και το 1871 δημοσιεýει τη τραγωδßα Στη Ρþμη, με θÝμα τις δοκιμασßες του Δανοý γλýπτη Τüρβαλντσεν (Thorvaldsen, 1768-1844). Κερδßζοντας κÜποιο χρηματικü Ýπαθλο απü το βασιλιÜ ΚÜρολο Ε' της Σουηδßας για Ýνα ρομαντικü Ýργο του, εγκαταλεßπει οριστικÜ πια τις σπουδÝς το 1872 κι αφιερþνεται στη λογοτεχνßα και τη δημοσιογραφßα. ΔιαβÜζει κι επηρεÜζεται σημαντικÜ απü τους ΣβÝντενμποργκ, Κßρκεγκωρ, Σαßξπηρ και Γκαßτε.



     Το 1872, απορρßφθηκε απü τους εκδüτες του κι απü τα θÝατρα το 1ο σημαντικü δρÜμα του Ο Κυρ-¼λαφ, με θÝμα τη θρησκευτικÞ μεταρρýθμιση στη Σουηδßα, που 'χε συνÝπεια να φτÜσει στα πρüθυρα της τρÝλας. Κατορθþνει üμως να αντιδρÜσει και διορßζεται το 1874 υπÜλληλος στη ΒασιλικÞ ΒιβλιοθÞκη Στοκχüλμης, üπου παραμÝνει μÝχρι το 1882, μελετþντας φιλοσοφßα, προσπαθþντας να μÜθει τη κινÝζικη γλþσσα και γρÜφοντας, κÜτω απü την επßδραση του ΦλωμπÝρ, το 1ο νατουραλιστικü κοινωνικü μυθιστüρημα στα σουηδικÜ, το Κüκκινο ΔωμÜτιο (1879), μια σÜτιρα της σουηδικÞς κοινωνßας και των χαλαρþν ηθþν της εποχÞς. Στη περßοδο αυτÞ ερωτεýεται και νυμφεýεται (1877) τη βαρþνη Σßρι φον ¸σσεν, που χþρισε για χÜρη του τον 1ο Üντρα της. ¹ταν μÝλος της ΣουηδικÞς αριστοκρατßας στη Φινλανδßα. ¼ταν παντρεýτηκαν, η Siri Þταν 7 μηνþν Ýγκυος. Το παιδß πÝθανε, αλλ´ απÝκτησαν μετÜ Üλλα 3, Ýνα απ` τα οποßα, η Κristin, Ýγραψε μßα περιγραφÞ για τη θυελλþδη ζωÞ των γονιþν της. ¸κανε συνολικÜ Üλλους 2 γÜμους: με τη Frida Uhl και τη Harriet Bosse. Εßχε παιδιÜ μ' üλες τις γυναßκες του, αλλÜ ο υπερευαßσθητος και νευρωτικüς χαρακτÞρας του οδηγοýσε σε πικρÜ διαζýγια. Οι σχÝσεις του με τις γυναßκες υπÞρξανε ταραγμÝνες κι Ýχει χαρακτηριστεß μισογýνης απ' τους συγχρüνους του. ΚÜτω απü οικονομικÝς κι οικογενειακÝς δυσκολßες Üρχιζε να δεßχνει συμπτþματα συναισθηματικÞς κρßσης. ΣυναισθÞματα διωγμοý καταπνßγονταν καταναλþνοντας μεγÜλες ποσüτητες αψεντßου.



     Με αφορμÞ το Ýργο του ΝÝο Βασßλειο (1881), κριτικÞ της κοινωνικÞς ζωÞς στη Σουηδßα μετÜ τις κοινοβουλευτικÝς μεταρρυθμßσεις του 1865, εγκαταλεßπει τη θÝση του βιβλιοθηκαρßου κι αναγκÜζεται να μεταναστεýσει με την οικογÝνειÜ του και να ζÞσει για αρκετü χρüνο στη Γαλλßα, τη Γερμανßα, την Ελβετßα και την Ιταλßα (1882 - 1889). Στο διÜστημα αυτü δημοσιεýει και μια συλλογÞ με ρεαλιστικÜ διηγÞματα γýρω απü το γÜμο, τους ΝυμφευμÝνους (1884). Το Ýργο κατÜσχεται κι ο εκδüτης δικÜζεται για βλασφημßα, αλλÜ η δημοτικüτητÜ του ανεβαßνει κατακüρυφα, πρÜγμα που τον κÜνει να επιστρÝψει στη πατρßδα και ν' αναλÜβει üλη την ευθýνη για το βιβλßο. Αθωþνεται απü το δικαστÞριο και την επüμενη χρονιÜ (1886) δημοσιεýει μια 2η κι ακüμα πιο καυστικÞ συλλογÞ με διηγÞματα, με τον τßτλο και πÜλι ΝυμφευμÝνοι, μ' Ýντονα στοιχεßα μισογυνισμοý κι αντιφεμινισμοý, που εßναι τüσο γνþριμα στα κατοπινÜ θεατρικÜ Ýργα του.



     Το 1886 γρÜφει το αυτοβιογραφικü μυθιστüρημÜ του Ο Γιος Της Δοýλας. Στη περßοδο 1880-5, εμφανßζει τÜσεις επαναστατικοý σοσιαλισμοý, üπως δεßχνουνε και τα διηγÞματÜ του με τον τßτλο Ουτοπßες ΠÜνω Στη Γη (1885). ΜετÜ üμως στρÝφεται üλο και περισσüτερο σ' Ýνα φιλελεýθερο συντηρητισμü κι απü το 1890 εγκαταλεßπει οριστικÜ το ουτοπικü σοσιαλιστικü του üραμα. Ο γÜμος του συγγραφÝα με τη Σßρι φον ¸σσεν στÜθηκε για λßγα χρüνια ευτυχισμÝνος. Αυτü οφεßλεται βασικÜ και στις συγγραφικÝς επιτυχßες του στο διÜστημα αυτü. Δεν Üργησαν üμως οι ζÞλειες κι οι καβγÜδες ανÜμεσα στο ζευγÜρι. Ο ποιητÞς ζει μια Ýντονη εσωτερικÞ περιπÝτεια, που τρÝφει το μισογυνισμü και την απÝχθειÜ του για το γÜμο και την οικογÝνεια. ΑποτÝλεσμα Þτανε το διαζýγιο το 1891. Απü τüτε η ζωγραφικÞ τοý Ýγινε μια λυτρωτικÞ εκτüνωση. Μεταξý 1884-7 αλληλογραφoýσε με τον Νßτσε κι Ýδειξε ενδιαφÝρον για τα Ýργα του Poe. Η Üνοδος κι η πτþση του Παρισινοý Κοινοβßου το 1871 Ýγινε Ýνα πολιτικü ξýπνημα για κεßνον κι Üρχισε να βλÝπει τη πολιτικÞ ως μια διαμÜχη μεταξý των ανωτÝρων και κατωτÝρων τÜξεων. ΘαυμÜστηκε απü τη ΣουηδικÞ εργατικÞ τÜξη σαν Ýνας ριζοσπÜστης συγγραφÝας. Ο ßδιος Þτανε ΣοσιαλιστÞς κι η κüρη του, η Karin, παντρεýτηκε τον Vladimir Smirnov, Ýναν απü τους αρχηγοýς Μπολσεβßκους της Ρωσßας.
     Η "μÜχη των φýλων", ως μια προαιþνια κι αδιÜλειπτη μονομαχßα Üντρα και γυναßκας, βρßσκει τη πλÞρη ÝκφρασÞ της στα Ýργα: Ο ΠατÝρας (1887), Οι Σýντροφοι (1888), Δεσποινßς Τζοýλια (1888), Οι ΔανειστÝς (1888), Ο Δεσμüς (1893) κι Ο Χορüς Του ΘανÜτου (1901), καθþς και στα αυτοβιογραφικÜ του μυθιστορÞματα. ¼πως Ýγραψε σ' Ýνα θεατρικü του σημεßωμα ο ΤερζÜκης: "Η γυναßκα θ' ασκÞσει πÜνω στη ζωÞ του Στρßντμπεργκ μια αλλüκοτη κι αντιφατικÞ Ýλξη. ¸χει συνειδητοποιÞσει üσο κανεßς Üλλος το δραματικü, το σχεδüν μοιραßο βÜρος του θηλυκοý στοιχεßου στη ζωÞ. ¸βλεπε στη πÜλη Üντρα-γυναßκας μια στοιχειακÞ αναμÝτρηση, που παßρνει διαστÜσεις φυσικοý νüμου".
     ΠολλÜ απü τα Ýργα του, που αναφÝρονται στη πÜλη των δýο φýλων, εßναι αριστουργÞματα ψυχολογικÞς ανÜλυσης. ¸χει γρÜψει θεατρικÜ Ýργα κÜθε σχολÞς -ρεαλισμüς, νατουραλισμüς, συμβολισμüς, ιστορικü δρÜμα, ονειρüδραμα, εξπρεσιονισμüς. Αυτü επιβεβαιþνεται απü το γεγονüς, üτι στην ßδια περßοδο με τα προσωπικÜ του δρÜματα Ýγραψε μετÜ το 1899 και μια σειρÜ απü ρεαλιστικÜ ιστορικÜ Ýργα (Γουσταýος ΒÜζα, Ερρßκος ΙΔ', ΚÜρολος ΙΒ', Βασßλισσα Χριστßνα), καθþς και το αδυσþπητα νατουραλιστικü δρÜμα Ο Χορüς Του ΘανÜτου.
     Απü το 1892, ο Στρßντμπεργκ περιπλανιÝται και πÜλι στην Ευρþπη. Το 1893 γνωρßζει στο Βερολßνο και νυμφεýεται τη νεαρÞ ΑυστριακÞ συγγραφÝα Φρßντα Ουλ. Γßνεται πατÝρας για 4η φορÜ. ΑλλÜ κι ο 2ος αυτüς γÜμος κατÝληξε σε διαζýγιο. ¾στερα απü 2 γÜμους και 2 διαζýγια, το βασανισμÝνο πνεýμα του βρßσκει καταφýγιο στο σβεντενμποργκικü μυστικισμü. Εßχε προηγηθεß üμως η πνευματικÞ του κατÜρρευση απü τον καιρü που Ýμαθε πως ο Νßτσε -με τον οποßο αλληλογραφοýσε στα τÝλη του 1888- παραφρüνησε. ¸φτασε στο απüγειο της κρßσης στο Παρßσι το 1895-6. Κλεßστηκε σ' Ýνα ιδιωτικü σανατüριο για να βρει τη ψυχικÞ του γαλÞνη.



     Η υγεßα του αποκαταστÜθηκε σýντομα, μα δεν μπüρεσε να αποβÜλλει τις ψυχικÝς ιδιορρυθμßες του. Στα Ýργα του της περιüδου αυτÞς κυριαρχεß μια τÜση μυστικιστικÞ, μαζß και μια θρησκευτικÞ ευαισθησßα. Η επßδραση του Μαßτερλινκ εßναι οπωσδÞποτε φανερÞ. Η δραματικÞ 3λογßα του Προς Τη Δαμασκü, που γρÜφτηκε ανÜμεσα στο 1898-1904, εßναι Ýνα Ýργο ονειρικü-συμβολικü. üπου ο συγγραφÝας μÝσα απ' τη θρησκευτικÞ πßστη οδηγεß τον Üνθρωπο στη θριαμβικÞ σωτηρßα. Στη παρÜξενη κωμωδßα του ΥπÜρχουν ΕγκλÞματα Κι ΕγκλÞματα, που δημοσιεýτηκε το 1899, οι αγωνßες που βασανßζουνε την αμαρτωλÞ σκÝψη βρßσκουνε λýτρωση στο "ανþτερο δικαστÞριο" του πνεýματος. Στο ΠÜσχα (1900) κυριαρχεß το χριστιανικü μÞνυμα της αγÜπης, που λυτρþνει απü τους πüνους και τις οδýνες της ενοχÞς.
     Τη ΣουηδÝζα ηθοποιü ΧÜρριετ Μπüσσε, που ερμÞνευσε το ρüλο της ηρωßδας στο ΠÜσχα, üταν το Ýργο παßχτηκε στη Στοκχüλμη τη ΜεγÜλη ΠÝμπτη του 1901, την ερωτεýτηκε και τη νυμφεýτηκε την ßδια χρονιÜ. ¸νας 3ος γÜμος κι 1 ακüμα παιδß. ΖωÞ βασανιστικÞ κι ανυπüφορη. Και 3ο διαζýγιο στα 1904. Η προσωπικÞ δυστυχßα κι οι συνακüλουθες Ýμμονες ιδÝες και μια απαισιοδοξßα για τη ζωÞ αντανακλþνται, κÜτω και απü την επßδραση της υπαρξιακÞς σκÝψης του Κßρκεγκωρ, στα επüμενα δρÜματÜ του, üπως στην απαισιüδοξη ΣονÜτα Των ΦαντασμÜτων (1907), μια εξπρεσιονιστικÞ ανÜλυση της ανθρþπινης δυστυχßας. ΑλλÜ και με το Ονειρüδραμα (1902), μια συμβολικÞ φαντασιοκοπßα της ανθρþπινης ýπαρξης, ο Στρßντμπεργκ ελευθερþνει το νεþτερο δρÜμα απü τα δεσμÜ του νατουραλισμοý, προμηνþντας τα Ýργα των ΠιραντÝλλο, Τüλλερ, ΚÜιζερ, ΤσÜπεκ, Κοκτþ, ΣαρογιÜν και πολλþν Üλλων σýγχρονων πειραματιστþν.



     Στα τελευταßα χρüνια της ζωÞς του, η μοναξιÜ του, μετÜ τους 3 αποτυχημÝνους γÜμους του, γßνεται μαρτυρικÞ. ΣυνδÝεται με τη νεαρÞ ηθοποιü ΦÜννυ ΦÜλκνερ, γνωρßζοντας επιτÝλους κοντÜ της μια Þρεμη κι ευτυχισμÝνη ζωÞ. Το 1912, στις 14 ΜÜη στα 63 χρüνια του, πεθαßνει στη Στοκχüλμη απü καρκßνο του στομÜχου. Το σπßτι που Ýζησε ο Στρßντμπεργκ, ο "γαλÜζιος πýργος", βρßσκεται στην Οδü Ντρüτνιγκαταν 85 στη Στοκχüλμη.
     Ο Στρßντμπεργκ μοιÜζει, σα φυσιογνωμßα και σα δυναμισμüς ψυχÞς, να ξεπερνÜ το Ýργο του. Εßναι απü κεßνες τις μεγαλοφυÀες που φαßνονται ασýντακτες, γιατß δε χωρÜνε σε κανÝνα πλαßσιο, σε κανÝνα σýστημα, σε καμμιÜ καθιερωμÝνη μορφÞ. Τους λεßπει και το κατþτερο Ýστω üριο του μÝτρου. ¸τσι, βλÝπει κανεßς το μεγÜλο αυτü δραματουργü να επικοινωνεß δýσκολα με το ευρýτερο κοινü, να μη γßνεται ποτÝ, ενüσω ζει, συγγραφÝας "επιτυχßας". Σ' αντιστÜθμισμα üμως, αν ξεπερνÜ το μÝτρο, ξεπερνÜ και την εποχÞ του. Πανθομολογοýμενα, εßναι ο πιο πρωτοπüρος δραματουργüς του τÝλους του 19ου α., αυτüς που οδηγεß κατευθεßαν στη δικÞ μας την εποχÞ. Η επßδρασÞ του μÝνει ισχυρÞ κι ευκολογνþριστη στους πιο σημαντικοýς θεατρικοýς συγγραφεßς του καιροý μας ιδιαßτερα στους Αμερικανοýς, απü τον ΕυγÝνιο Ο' Νηλ και κÜτω.



     ¸χει καταπιαστεß με πολλÜ απü τα διÜφορα εßδη της λογοτεχνßας. ¸γραψε μυθιστορÞματα και διηγÞματα, λυρικÜ ποιÞματα και περιγραφÝς ταξιδιþν, ακüμα και μια αυτοβιογραφßα και σ' üλα του αυτÜ τα Ýργα Ýχει βÜλει δουλειÜ πÜρα πολλÞ. Για Ýναν Üντρα που δεν εßναι ακüμα παρÜ 44 ετþν, ο κýκλος αυτüς της συγγραφικÞς δρÜσης εßναι πολý σημαντικüς· ο Στρßντμπεργκ üμως ποτÝ δεν υπÞρξε αποκλειστικÜ και μüνο παραγωγüς βιβλßων, παρÜ εßναι συγγραφÝας βιβλßων -üπως Þταν κι ο ΚαρλÜûλ- ακριβþς επειδÞ Þταν αναγκασμÝνος να γρÜψει βιβλßα. Εßναι σε εξαιρετικü βαθμü ενθουσιþδης, παθητικüς ζητητÞς ανþτερων ιδανικþν και πιο παθητικüς εχθρüς κι αντßμαχος για κÜθε τι που θαρρεß üτι εßναι Üδικο και κακü εδþ στον κüσμο, κι üτι Ýχει γρÜψει ως τα τþρα τüχει γρÜψει για να δþσει Ýκφραση στις ιδÝες του· τα μυθιστορÞματα και τα διηγÞματÜ του αξßζουν ξεχωριστÞ μελÝτη το καθÝνα, üπως και τα ποιÞματÜ του "με στßχους και χωρßς στßχους", καθþς και τα Ýργα του γýρω απü την ιστορßα του πολιτισμοý.


                                    H ΧÜριετ Μπüσσε με το παιδß τους

     ¸νας συγγραφÝας με πολλÜ πρüσωπα, Þτανε συχνÜ ακραßος. Το μυθιστüρημÜ του, The Red Room, του 'φερε φÞμη. Τα πρþιμα Ýργα του Þταν γραμμÝνα σε νατουραλιστικü στυλ και συχνÜ συγκρßνονται με κεßνα του Ibsen. ¸να απü τα πιο γνωστÜ του Ýργα απü κεßνη τη περßοδο εßναι η Miss Julie. Με αυτü καταπιÜνεται μ' Ýνα απ' τα αγαπημÝνα του θÝματα: τη ΔαρβινικÞ μÜχη μεταξý των 2 φýλων μÝσα απü μια κοινωνικÞ πÜλη κι Ýνα δεσμü αγÜπης-μßσους. Ο ßδιος Ýνιωθε πως ο αληθινüς νατουραλισμüς Þταν μια ψυχολογικÞ μÜχη του μυαλοý. Δυο Üνθρωποι που μισιοýνται την ßδια στιγμÞ και πασχßζουν να οδηγÞσουν ο Ýνας τον Üλλο στη καταδßκη, εßναι το χαρακτηριστικü της πνευματικÞς εχθρüτητας που πÜλευε να αιχμαλωτßσει. ΠρüθεσÞ του Þταν να 'ναι τα Ýργα του αμερüληπτα κι αντικειμενικÜ, παραθÝτοντας Ýτσι μια επιθυμßα να κÜνει τη λογοτεχνßα κÜτι απü επιστÞμη. Μεταξý των χρüνων 1892-7 υπÝφερε απü καταστÜσεις εσωτερικÞς ταραχÞς και βßωσε αρκετÜ ψυχωτικÜ επεισüδια, που τον οδÞγησαν στο να καταγρÜψει τις βασανιστικÝς σκÝψεις του στο βιβλßο, που Þταν γραμμÝνο στα ΓαλλικÜ, το Inferno. Επακüλουθα, Üρχιζε να παρÜγει Ýργα διαμορφωμÝνα απ' τον συμβολισμü. Θεωρεßται ως Ýνας απ' τους πρωτοπüρους της μοντÝρνας ευρωπαúκÞς σκηνÞς και του εξπρεσσιονισμοý. The Dance of Death, A Dream Play και The Ghost Sonata εßναι μερικÜ απü τα διÜσημα Ýργα κεßνης της περιüδου.



     Στρεφüμενος προς τη ζωγραφικÞ, δημιουργεß θαλασσινÜ τοπßα, που συγκρßνονται με τα Ýργα του Turner. Τα αγαπημÝνα του μοτßβα περιελÜμβαναν Ýνα üραμα απü μια σπηλιÜ προς τον Ýξω κüσμο κι Ýνα κýμα που σπÜει στην ανοιχτÞ θÜλασσα. Οι πßνακÝς του Þταν μοναδικοß για την εποχÞ τους κι αυτü, γιατß χαρακτηρßζονταν απü μια ριζοσπαστικÞ Ýλλειψη προσκüλλησης στην ορατÞ πραγματικüτητα. Οι 117 πßνακες, που λÝγεται πως Ýγιναν απü τον ßδιο, ζωγραφßστηκαν κυρßως μÝσα σε χρονικü διÜστημα λßγων χρüνων και τþρα συγκαταλÝγονται ανÜμεσα στα πιο πρωτüτυπα Ýργα της τÝχνης του 19ου αι.. Παρüλο που Þταν εξοικειωμÝνος με τις μοντÝρνες τÜσεις, η αυθüρμητη κι υποκειμενικÞ εκφραστικüτητα των τοπßων του μποροýν επßσης να αποδοθοýν στο γεγονüς üτι ζωγρÜφιζε μüνο σε περιüδους προσωπικþν κρßσεων.
     Συνεχßζοντας να ψÜχνει νÝες διεξüδους για τα καλλιτεχνικÜ του ταλÝντα ανακαλýπτει τη φωτογραφßα. Τα αυτοπορτραßτα και το παιχνßδι με τους ρüλους Þταν ανÜμεσα στα αγαπημÝνα του φωτογραφικÜ θÝματα. Ζþντας στην Ελβετßα το 1886, φωτογρÜφισε μια σειρÜ απü πορτραßτα του εαυτοý του σε ρüλους συγγραφÝα, αρχηγοý της οικογÝνειας, ευγενικοý κυρßου, μουσικοý κι Üλλα. Σε πολλÝς απ' αυτÝς τις φωτογραφßες η σýνθεση εßναι με εντυπωσιακü τρüπο ασυμμετρικÞ με παρÜξενα κοψßματα Ο ßδιος εßχε πει: "Δε με νοιÜζει για τη δικÞ μου εμφÜνιση, αλλÜ θÝλω να ελπßζω πως οι Üνθρωποι θα μποροýν να δουν μÝσα στη ψυχÞ μου κι üτι αυτü παρουσιÜζεται καλλßτερα σ' αυτÝς τις φωτογραφßες παρÜ σε Üλλες". Στα 1890 σκÝφτηκε την ιδÝα να φωτογραφßζει την ανθρþπινη ψυχÞ και μßλησε πολý για τα ψυχολογικÜ πορτραßτα. Το ενδιαφÝρον του για τις μυστηριþδεις μορφÝς της φýσης Þτανε τ' αρχικÜ σημεßα του για τις λεγüμενες ουρανογραφßες κι αποκρυσταλλþσεις, που φωτογραφÞθηκαν, χωρßς να χρησιμοποιηθεß φακüς. ΑυτÜ προεικüνισαν μ' εκπληκτικü τρüπο τα φωτογραφικÜ πειρÜματα των σουρρεαλιστþν του 1920.



     Το 1908 εγκαταστÜθηκε σ` Ýνα σπßτι το οποßο αποκαλοýσε ‘Ο Μπλε Πýργος' στην κεντρικÞ Στοκχüλμη κι Ýζησε εκεß μÝχρι και το 1912. ΣÞμερα, αυτü το σπßτι εßναι μουσεßο. Τα Χριστοýγεννα του 1911 αρρþστησε βαριÜ με πνευμονßα και δεν Ýγινε ποτÝ τελεßως καλÜ. ΠÝθανε απü καρκßνο στομÜχου στις 14 ΜÜη 1912 σε ηλικßα 63 χρονþν. Σýμφωνα με την ευχÞ του θÜφτηκε κÜτω απü ξýλινους σταυροýς που εßχανε τον ΕσταυρωμÝνο πÜνω και με την επιγραφÞ O Crux Ave Spes Unica.  ¼πως κι ο Tolstoy, ποτÝ δεν Ýλαβε το βραβεßο Νüμπελ για τη λογοτεχνßα.
     ¸γραψε περισσüτερα απü 70 θεατρικÜ Ýργα, üπως και μυθιστορÞματα, μικρÝς ιστορßες και δοκßμια της ΣουηδικÞς ιστορßας. Η επιρροÞ του υπÞρξε ευρεßα. Ως δραματουργüς Þταν πηγÞ Ýμπνευσης για τους Γερμανοýς εξπρεσσιονιστÝς και για τους Eugene O' Neill, Ionesco, Williams κι η επßδρασÞ του Þταν εμφανÞς σε Ýργα üπως των Harold Pinter, Beckett, John Osborne και John Arden. Ο Par Lagerkvist Ýγραψε για τον Strindberg στο ΜοντÝρνο ΘÝατρο: "Κι εßναι γεγονüς üτι πραγματοποßησε την ανανÝωση του μοντÝρνου δρÜματος και κατ' επÝκταση τη βαθμιαßα ανανÝωση του θεÜτρου. Εßναι απ' αυτüν και μÝσω αυτοý που ο νατουραλισμüς Ýλαβε το (επι)κριτικü χτýπημα, αν κι εßναι επßσης ο Strindberg αυτüς που Ýδωσε στο νατουραλισμü τα πιο Ýντονα, δραματικÜ του Ýργα".


                                         Η κηδεßα του

ΡΗΤ¢:

Εκτüς απü τα μικρÜ παιδιÜ και τα λουλοýδια, η μουσικÞ εßναι το χειρüτερο που ξÝρω.

Πüτε εßναι η επανÜσταση νüμιμη; ¼ταν πετυχαßνει!

Σιχαßνομαι τους ανθρþπους που Ýχουνε σκυλιÜ. Δεν εßναι παρÜ δειλοß που δεν Ýχουνε τα κüτσια να δαγκþσουνε τους ανθρþπους οι ßδιοι.


¸νας συγγραφÝας εßναι μüνο Ýνας ρεπüρτερ για τα üσα Ýχει ζÞσει.


Ονειρεýομαι, Üρα υπÜρχω.


Μüνον οι Üντρες αγαποýνε και τους τυφλþνει.

Προσπαθþντας για το αδýνατο, κατορθþνουμε το καλλßτερο δυνατü.

Στη σιωπÞ δεν μπορεßς να κρýψεις τßποτα… üπως μπορεßς στα λüγια.

Οι νüμοι εßναι μια εφεýρεση της ανþτερης τÜξης, þστε, με το λεγüμενο νομικü τρüπο, να μην αφÞνει τις κατþτερες τÜξεις να σηκþνουν κεφÜλι.

Η ΟικονομικÞ επιστÞμη επινοÞθηκε απü την ανþτερη τÜξη για να δρÝψει τους καρποýς των κüπων της κατþτερης τÜξης.

Αν πρÝπει οπωσδÞποτε να παντρευτεßς, μη πÜρεις τον ποιητÞ αλλÜ τον εκδüτη.


ΕΡΓΑ:

ΘεατρικÜ:

Mäster Olof (Ο ΔÜσκαλος ¼λοφ) 1872
Fadren (Ο ΠατÝρας) 1887
Fröken Julie (Δεσποινßς Τζοýλια) 1888
Fordringsägare (Οι πιστωτÝς) 1889, μονüπρακτο
Den starkare (Η πιο δυνατÞ) 1889, μονüπρακτο
Paria (Ο παρßας) 1889, μονüπρακτο
Inför döden (ΜπροστÜ στο θÜνατο) 1892, μονüπρακτο
Moderskärlek (ΜητρικÞ αγÜπη) 1892, μονüπρακτο
Första varningen (Πρþτη προειδοποßηση) 1893, μονüπρακτο
Till Damaskus (Προς την Δαμασκü) 1898-1904, τριλογßα
Gustav Vasa (Γουσταýος ΒÜζα) 1899
Erik XIV (Ερρßκος ΙΔ´) 1899
Gustaf Adolf (Γουσταýος Αδüλφος) 1900
Påsk (Το ΠÜσχα) 1900
Kristina (Χριστßνα) 1901
Dödsdansen (Ο χορüς του θανÜτου) 1901
Ett drömspel (¸να ονειρüδραμα) 1901
Carl XII (ΚÜρολος ΙΒ´) 1901
Spöksonaten (Η σονÜτα των φαντασμÜτων) 1907
Pelikanen (ΠελεκÜνος) 1907
Sista riddaren (Ο τελευταßος των ιπποτþν) 1908
Stora landsvägen (Η μεγÜλη δημοσιÜ) 1909
Genom öknar till arvland; eller, Moses (ΜÝσα απü τις ερÞμους στην πατρικÞ γη Þ ΜωυσÞς) 1918, μεταθ.
Hellas; eller, Sokrates (ΕλλÜς Þ ΣωκρÜτης) 1918
Lammet och vilddjuret; eller, Kristus (Το πρüβατο και το Üγριο θηρßο Þ Χριστüς) 1918


ΠεζÜ:

The Red Room (Το κüκκινο δωμÜτιο) 1879, μυθιστüρημα
Tjänstekvinnans son ( Ο γιος της δοýλας) 1886–1909, αυτοβιογραφικü
Hemsöborna (Οι Üνθρωποι του ΧÝμσαι) 1887, μυθιστüρημα
Inferno [Κüλαση] 1897, αυτοβιογραφικü μυθιστüρημα
Ensam (Μüνος) 1903, νουβÝλα
Svarta fanor (Μαýρες σημαßες) 1907, μυθιστüρημα



==========================
 

                                  Δεσποινßς Τζοýλια

ΠΡΟΣΩΠΑ

Χριστßνα 35 ετþν
ΓιÜννης 30 ετþν
δεσποινßς Τζοýλια 25 ετþν


H ΣΚΗΝΗ

     Tη νýχτα τ' ¢η Γιαννιοý, σε μια κουζßνα ενüς αρχοντικοý.
    (Μια μεγÜλη κουζßνα, που το ταβÜνι της κι οι πλαγινοß τοßχοι εßναι σκεπασμÝνο με υφÜσματα. Ο πßσω τοßχος προχωρÜ λοξÜ στο αριστερü μÝρος, στην αριστερÞ μεριÜ δυο πιατοθÞκες με χÜλκινα μπροýτζινα και σιδερÝνια σκεýη, οι πιατοθÞκες εßναι γαρνιρισμÝνες με οδοντωτÜ χαρτιÜ, λßγο δεξιþτερα βλÝπεις τα τρßα τÝταρτα της μεγÜλης θολωτÞς εξüδου με δυο τζαμüπορτες, μες απü τα τζÜμια φαßνονται στο βÜθος Ýνα συντριβÜνι μ' Ýναν Ýρωτα, ανθισμÝνες κουφοξυλιÝς και λßγες λεýκες. ¸ßσοδοι δεξιÜ κι αριστερÜ. ΑριστερÜ στη σκηνη η γωνιÜ ενüς μεγÜλου τζακιου μ' Ýνα μÝρος της καπνοδüχου. ΔεξιÜ Þ μια Üκρη ενüς τραπεζιοý φαγητοý για τους υπηρÝτες, απü λευκü ξýλο πεýκου με μερικÝς καρÝκλες, πÜνωστο τραπÝζι Ýνα μεγÜλο ιαπωνικκü κανÜτι με κουφοξυλιÝς. Το τζÜκι εßναι στολισμÝνο με κλαδιÜ σημýδας, το πÜτωμα με κÝδρους, εδþ κι εκεß σκορπισμÝνους. ¸να ντουλÜπι, Ýνας νιπτÞρας, Ýνα τραπÝζι για ξÝπλυμα. ¸να μεγÜλο παλιü ρολüι, πÜνω απ' τη πüρτα κι Ýνα τηλÝφωνο στο αριστερü μÝρος της πüρτας).
     Η Χριστßνα στÝκεται αριστερÜ στο τζÜκι και τηγανßζει κÜτι σ' Ýνα τηγÜνι. ΦορÜ τσßτινο ανοιχτüχρωμο φüρεμα και ποδιÜ κουζßνας. Ο ΓιÜννης Ýρχεται απü τη τζαμüπορτα, με λιβρÝα, κρατÜ στο χÝρι Ýνα ζευγÜρι μεγÜλες μπüτες με σπηροýνια, που αφÞνει στο πÜτωμα σε μÝρος που να φαßνονται.
-------
ΓΙΑΝΝΗΣ: Απüψε η δεσποινßς Τζοýλια εßναι πÜλι τρελλÞ, μα θεüτρελλη πÝρα για πÝρα.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Μπα! Εδþ εßσαι πÜλι;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Συνüδευσα τον κýριο Κüμη στο σταθμü και στην επιστροφÞ, καθþς περνοýσα απü την αποθÞκη, μπÞκα μÝσα για να χορÝψω. Η δεσποινßς Τζοýλια Þταν εκεß και χüρευε μαζß με το δασονüμο, αλλÜ μüλις με εßδε Ýτρεξε αμÝσως σε μÝνα και μου ζÞτησε το βαλς. Απü τüτε χορεýει μ' Ýνα τρüπο που ποτÝ δεν ξανÜδα. Εßναι μÜλλον τρελλÞ.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: ¸τσι Þτανε πÜντα, αλλÜ παρÜγινε τþρα τις τελευταßες δεκαπÝντε μÝρες, αφ' üτου χÜλασε ο αρραβþνας της.
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΑλÞθεια, τß ιστορßα κι αυτÞ! Αυτüς üμως Þτανε λαμπρü παιδß, αν και δεν Þτανε πλοýσιος. Α ΘÝ μου Ýχουνε τüσες ιδιοτροπßες κι αυτοß! (Καθεται δεξιÜ στο τραπÝζι). Εßναι üμως παρÜξενο με τη δεσποινßδα Τζοýλια να κÜθεται στο σπßτι με τους υπηρÝτες παρÜ να πÜει μαζß με τον πατÝρα της στους συγγενεßς ε;
ΧΡΙΣΤºΝΑ: Μπορεß να ντρÝπεται κιüλας ýστερα απü αυτÞ την ιστορßα με τον αρραβωνιαστικü της.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Μπορεß! ¹ταν üμως λαμπρü παιδß. ΞÝρεις πως Ýγινε; Εγþ εßδα αν και δε με πÞρε εßδηση κανεßς.
ΧΡΙΣΤºΝΑ: Εßδες; Τß εßδες;
ΓΙ¢ΝΝΗΣ: ¸να απüγευμα Þτανε κι οι δυο κÜτω στην αυλÞ του σταýλου, η δεσποινßς Τζοýλια κρÜταγε το καμτσßκι και του 'λεγε να πηδÞσει, üπως πηδÜνε τα σκυλιÜ. üταν τα μαθαßνουνε "χοπ". Αυτüς πÞδησε δυο φορÝς και κÜθε φορÜ Ýτρωγε μια καμτσικιÜ. Τη τρßτη φορÜ, της Üρπαξε το καμτσßκι απ' το χÝρι, το 'σπασε χßλια κομμÜτια κι Ýφυγε.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: ¸τσι Ýγινε; Τß 'ν' αυτÜ που λες; Εßσαι καλÜ;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ναι, Ýτσι Ýγινε σου λÝω! ΑλλÜ δεν Ýχεις κÜτι να φÜω, Χριστßνα;
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: (Παßρνει κÜτι απ' το τηγÜνι και το βÜζει μπροστÜ του). Αχ λßγο νεφρü μονÜχα, που το 'κοψα απü το ψητü.
ΓΙΑΝΝΗΣ: (Το μυρßζει). Α! ¸ξοχο! Ο καλλßτερος μεζÝς! (ΒÜζει το χÝρι του κÜτω απü το πιÜτο). ΑλλÜ μποροýσες να ζεστÜνεις λßγο το πιÜτο!
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Οýτε ο ßδιος ο Κüντες δεν Ýχει τις απαιτÞσεις που Ýχεις εσý. (Του τραβÜει χαúδευτικÜ τα μαλλιÜ).
ΓΙ¢ΝΝΗΣ: (ΘυμωμÝνος). ¢ου! Μη τραβÜς Ýτσι... ξÝρεις καλÜ üτι εßμαι ευαßσθητος.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Ε, ε! Απ' αγÜπη το 'κανα. (ΠÜει να του φÝρει λßγη μπýρα, ενüσω κεßνος τρþει).
ΓΙΑΝΝΗΣ: Απüψε μπýρα; ¼χι, ευχαριστþ πολυ... ¸χω μüνος μου κÜτι καλλßτερο εδþ. (Ανοßγει το συρτÜρι του τραπεζιου και βγÜζει μια μποτßλια κüκκινο κρασß με κßτρινη στÜμπα). ΒλÝπεις εδþ; ΦÝρε μου τþρα Ýνα ποτÞρι! ΠοτÞρι του κρασιοý εννοεßται, üταν πßνει κανεßς το καλλßτερο κρασß.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: (Γυριζει πÜλι στο τζÜκι και βÜζει επÜνω μια κατσαρüλα). Ο Θεüς να φυλÜει αυτÞν που ιθα σε πÜρει γι' Üντρα! ΤÝτοιο καυγατζÞ!
ΓΙΑΝΝΗΣ: ¸λα πÜρε! ΜακÜρι να 'παιρνες Üντρα σαν κι εμÝνα. και μου φαßνεται πως δεν σε ενοχλεß και πολý ν' ακοýς να με λεν' αγαπητικü σου. (ΔοκιμÜζει το κρασß). Α ωραßο! Πολý ωραßο, λßγο κρßυο μονÜχα. (Ζεσταßνει το μπουκÜλι με το χÝρι). Το αγορÜσαμε στη Ντιζüν και κοστßζει τÝσσερα φρÜγκα το λßτρο, χωρßς το μπουκÜλι. Κι Ýπειτα ο φüρος! Τß διÜβολο μαγειρεýεις αυτοý και πνßγεται κανεßς εδþ μÝσα;
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Αχ! Ýνα βρωμοσυκþτι, το θÝλει η δεσποινßς Τζοýλια για τη ΛιÜνα!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Να μÜθεις να εκφρÜζεσαι κομψüτερα. Αλλ´απüψε Üγια νýχτα, να κÜθεσαι να μαγειρεýεις για τη σκýλα. ΜÞπως εßναι Üρρωστη;
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Εμ βÝβαια! ΞÝφυγε και πÞγε με το μαντρüσκυλο και κÜναν ανοησßες και βλÝπεις η δεσποινßς Τζοýλια δεν θÝλει να ξÝρει τßποτε απ' αυτÜ.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ναι, σε μερικÜ πρÜγματα η δεσποινßς Τζοýλια εßναι πολý περÞφανη και σε μερικÜ καθüλου, ßδια κι απαρÜλλαχτα με τη ΚοντÝσσα, üταν ζοýσε. Δεν τη πειρÜζει διüλου να κÜθεται στη κουζßνα και στο στÜβλο, αλλÜ να βγει Ýξω σ' αμÜξι μ' Ýνα Üλογο, αδýνατον. Τα μανικÝτια της ας εßναι βρþμικα αρκεß να λεßπει η κορþνα του Κüντε στα κουμπιÜ. Η δεσποινßς Τζοýλια, για να μιλÞσουμε τþρα γι' αυτÞ, δεν προσÝχει πολý το Üτομü της. Δεν εßναι λεπτÞ θÝλω να πω. Πριν που χüρευε στην αποθÞκη, πÞρε το δασονüμο να χορÝψει, ενþ αυτüς Þτανε καβαλιÝρος της ¢ννας. Εμεßς δε φερüμαστε Ýτσι. Αλλ' αυτÜ γßνονται üταν τα αφεντικÜ τα 'χουν üλα κοινÜ μαζß μας- γßνονται οι ßδιοι κοινοß. ¸χει üμως μια μεγαλοπρÝπεια! ¸ξοχο πρÜγμα! Ω! εκεßνοι οι þμοι! Εκεßνα τα στÞθη! ...και τα λοιπÜ!
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Ε τεχνητÜ κι αυτÜ! ΞÝρω τι λÝει η ΚλÜρα που τη βοηθÜ στο ντýσιμο.
ΓΙΑΝΝΗΣ: ¸λα τþρα... η ΚλÜρα δεν θÝλει να σε ξÝρει. Εγþ βγÞκα μαζß της Ýξω, την εßδα να ιππεýει κι Ýπειτα πως χορεýει.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Να σου πω ΓιÜννη, θÝλεις να χορÝψουμε μαζß üταν τελειþσω;
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΦυσικÜ θÝλω.
ΧΡΙΣΤºΝΑ: Το υπüσχεσαι;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Τß υπüσχεση; Αφοý σου το λÝω θα το κÜνω! Σ' ευχαριστþ πολý και για το φαγητü. ¹ταν Ýξοχο. (Βουλþνει το μπουκÜλι).
ΤΖΟΥΛΙΑ: (Στη τζαμüπορτα, μιλÜ προς τα Ýξω). Θα γυρßσω αμÝσως, προχωρεßστε εσεßς. (Ο ΓιÜννης κρýβει το μπουκÜλι με το κρασß στο συρτÜρι του τραπεζιοý και σηκþνεται üρθος με σεβασμü. Η Τζοýλια μπαßνει και προχωρεß στο τζÜκι προς τη Χριστßνα). Εßναι Ýτοιμο; (Η Χριστßνα της δßνει με νüημα να καταλÜβει πως εßναι παρþν κι ο ΓιÜννης).
ΓΙΑΝΝΗΣ: (ΕυγενικÜ). ¸χουν να ποýνε μυστικÜ οι κυρßες;
ΤΖΟ¾ΛΙΑ: (Τονε χτυπÜ με το μαντÞλι στο πρüσωπο). Γιατß τüση περιÝργεια;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Αχ τß ωραßα! Μυρßζει βιολÝττα!
ΤΖΟ¾ΛΙΑ: (ΚοκκÝτικα). ΑδιÜντροπε! Καταλαβαßνει τþρα κι απü αρþματα! ΞÝρει και να χορεýει. -Να μη σε βλÝπω! Φýγε!
ΓΙΑΝΝΗΣ: (ΑδιÜκριτα, αλλÜ üμορφα). Εßναι κανÝνα μαγικü ποτü αυτü που φτιÜχνουν οι κυρßες τη νýχτα του ¢η-ΓιÜννη; ΘÝλουν να διαβÜσουνε τ' Üστρα της ευτυχßας και να δοýνε το μÝλλον;
ΤΖΟΥΛΙΑ: (Απüτομα). Αν θες να δεις το μÝλλον, πρÝπει να 'χεις ανοιχτÜ τα μÜτια. (Στη Χριστßνα). Χýστο σ' Ýνα μπουκαλÜκι και βοýλωσÝ το καλÜ. ¸λα να χορÝψουμε Ýνα σκωτσÝζικο, ΓιÜννη. (ΑφÞνει το μαντÞλι της πÜνω στο τραπÝζι).
ΓΙΑΝΝΗΣ: (ΔισταχτικÜ). Δεν θÝλω σε καμμιÜ να εßμαι αγενÞς, αλλÜ το χορü αυτü τον υποσχÝθηκα στη Χριστßνα.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ε παßρνει Üλλον αυτÞ. (Προχωρεß προς τη Χριστßνα). ¹ üχι; ΘÝλεις να μου δανεßσεις τον ΓιÜννη, Χριστßνα;
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Αυτü δεν εßναι στο χÝρι μου. Αφοý η κυρßα εßναι τüσο καταδεχτικÞ, δεν στÝκει να πει κανεßς üχι. ¸λα, πÞγαινε κι ευχαρßστησÝ τη για τη τιμÞ που σου κÜνει.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Για να μιλÞσω ειλικρινα και χωρßς να θÝλω να σας προσβÜλλω δεσποινßς Τζοýλια, εßναι σωστü απü μÝρους σας να χορÝψετε δυο φορÝς στη σειρÜ με τον ßδιο καβαλλιÝρο, üταν μÜλιστα οι Üνθρωποι αυτοß αφορμÞ θÝλουνε για να βγÜλουνε διÜφορα συμπερÜσματα;
ΤΖΟΥΛΙΑ: (Αγριεýει). Τι θα πει αυτü; Τß συμπερÜσματα; Τß εννοεß αυτüς;
ΓΙΑΝΝΗΣ: (Υπεκφεýγει). ΕπειδÞ η δεσποινßς δεν θÝλει να καταλÜβει, πρÝπει να μιλÞσω καθαρþτερα. Δεν κÜνει καλÞν εντýπωση να δεßχνετε προτßμηση σ' Ýναν απü τους κατωτÝρους σας, ενþ üλοι περιμÝνουν απü σας την ßδια ασυνÞθιστη τιμÞ-
TZOYΛΙΑ: Τß προτßμηση; Τß φαντÜζεται αυτüς; ¢λλο και τοýτο! Εγþ η κυρßα του σπιτιοý τιμþ με τη παρουσßα μου το χορü των ανθρþπων μου κι αν θελÞσω να χορÝψω μ' Ýνα που ξÝρει κÜπως,, αποφεýγω και να με περιγελÜσουνε.
ΓΙΑΝΝΗΣ: ¼πως θÝλετε κυρßα, εßμαι στας διαταγÜς σας.
ΤΖΟ¾ΛΙΑ: (ΜαλακÜ). ΜÞ μιλÜτε τþρα για διαταγÝς. Απüψε εßμαστε üλοι χαροýμενοι χωρßς διακρßσεις. ΕλÜτε τþρα, το χÝρι σας και πÜμε. Ησýχασε Χριστßνα, δε θα σου τονε κλÝψω.
   (Ο ΓιÜννης της προσφÝρει το χÝρι και την οδηγεß Ýξω απü τη τζαμüπορτα. Η Χριστßνα μÝνει μüνη κι απ' Ýξω ακοýγεται μουσικÞ βιολιþν σε κοντινÞ απüσταση με τÝμπο σκωτσÝζικου χοροý. ΣιγοτραγουδÜ τη μουσικÞ, σηκþνει το τραπÝζι που Ýτρωγε ο ΓιÜννης, πλÝνει τα πιÜτα, τα σκουπßζει και τα βÜζει σ' Ýνα ντουλÜπι. ΒγÜζει ýστερα την ποδιÜ, παßρνει Ýνα μικρü καθρÝφτη απ' το συρτÜρι του τραπεζιοý, τονε τοποθετεß στο κανÜτι με τις κουφοξυλιÝς που εßναι πÜνω στο τραπÝζι, ανÜβει Ýνα κερß, καßει μια φουρκÝτα και κατσαρþνει τις αφÝλειÝς της. ¸πειτα πηγαßνει στη τζαμÝνια πüρτα κι αφουγκρÜζεται, γυρßζςι πÜλι στο τραπÝζι, βρßσκει το μαντÞλι της Τζοýλιας που το ξÝχασε, το παßρνει και το μυρßζει. ΣκεπτικÞ Ýπειτα το απλþνει, το σιÜζει μετα χÝρια και το διπλþνει στα τÝσσερα).
ΓΙΑΝΝΗΣ: (Γυρßζει μüνος απ' τη τζαμüπορτα). Μα εßναι θεüτρελλη. Ακοýς να χορεýει Ýτσι! Κι üλοι κÜθονται στις πüρτες και ψιθυρßζουνε χßλια-δυο. Τß λÝς κι εσý, Χριστßνα;
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Ε, εßναι πÜνω στο καιρü της τþρα κι Ýπειτα εßναι πÜντα τüσο παρÜξενη. ΘÝλεις τþρα να χορÝψουμε μαζß;

ΓΙΑΝΝΗΣ: Δεν θýμωσες που σ' Üφησα ε;
ΧΡΙΣΤºΝΑ: ¼χι καθüλου, αυτü το ξÝρεις και ξÝρω τη θÝση μου-
ΓΙΑΝΝΗΣ: (ΒÜζει το χÝρι του στη μÝση της). Εßσαι μυαλομÝνο κορßτσι, Χριστßνα και θα γßνεις καλÞ νοικοκυρÜ-
ΤΖΟ¾ΛΙΑ: (¸ρχεται μÝσα απ' τη τζαμüπορτα, παραξενÝυεται δυσÜρεστα που τους εßδε μαζß, αλλÜ με προσποιητÞ φαιδρüτητα): ΧαριτωμÝνος καβαλλιÝρος εßσθε! Πως εγκαταλεßπετε τη ντÜμα σας Ýτσι;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Απεναντßας δεσποινßς Τζοýλια, καθþς βλÝπετε, βιÜστηκα να ξανÜβρω την εγκαταλειμμÝνη.
ΤΖΟ¾ΛΙΑ: (Σε Üλλο τüνο). ΞÝρετε πως χορεýετε üπως κανεßς Üλλος; ΑλλÜ γιατß φορÜτε λιβρÝα τÝτοια βραδυÜ; ΒγÜλτε την αμÝσως!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Τüτε θα παρακαλÝσω τη δεσποινßδα ν´απομακρυνθεß λßγο, γιατß το μαýρο μου σακκÜκι κρÝμεται εδþ- (Προχωρεß δεξιÜ με κατÜλληλη χειρονομßα).
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΝτρÝπεστε απü μÝνα; Για ν' αλλÜξετε σακκÜκι; Πηγαßνετε στο δωμÜτιü σας και γυρßστε πÜλι. ¹ επιτÝλους μπορεßτε εδþ να μεßνετε, γυρßζω εγþ.
ΓΙ¢ΝΝΗΣ: Με την ÜδειÜ σας δεσποινßς. (Πηγαßνει αριστερÜ, φαßνεται λßγο το χÝρι του καθþς αλλÜζει πανωφüρι).
ΤΖΟΥΛΙΑ: (Στη Χριστßνα). ¢κουσε Χριστßνα, ο ΓιÜννης εßναι αγαπητικüς σου, που σου μιλÜ τüσο εμπιστευτικÜ;
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: (πηγαßνοντας προς το τζÜκι). ¢γαπητικüς μου; Ναι αν Ýτσι θÝλει κανεßς! '¸τσι τον λÝμε.
ΤΖΟΥΛΙΑ: '¸τσι τον λÝτε;
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Να κι η ßδια η δεσποινßς ε!χε Ýναν Üγαπητικü και-
ΤΖΟΥΛΙΑ: ¸μεúς... Þμασταν ÜρραβωνιασμÝvοι πραγματικÜ-
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: ΑλλÜ δε βγηκε τßποτα- (κÜθεται και σιγÜ-σιγÜ τη παßρνει ο ýπνος. Μπαßνει ο ΓιÜννης με μαýρα ροýχα και καπÝλλο).
ΤΖΟΥΛΙΑ: Πολý κομψüς μεσιÝ ΓιÜννη! Πολý κομψüς!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Θα αστειεýεται η δεσποινßς.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Κι εσεßς μιλÜτε γαλλικÜ. Μα ποý τα μÜθατε;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Στν Ελβετßα. üταν Þμουνα καμαριÝρης σ' Ýνα απü τα κορυφαßα ξενοδοχεßα της ΛουκÝρνης.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΑλλÜ μ' αυτÜ τα ροýχα φαινüσαστε αληθινüς τζÝντλεμαν, üμορφος! (ΚÜθεται στο τραπÝζι δεξιÜ).
ΓΙΑΝΝΗΣ: Αχ με κολακεýετε, δεσποινßς.
ΤΖΟΥΛΙΑ: (ΠειραγμÝνη). Εγþ κολακεýω; ΕσÜς;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Η Ýμφυτη μετριοφροσýνη μου δε μου επιτρÝπει να πιστÝψω πως αποτεßνετε αληθινÝς φιλοφρονÞσεις σε Ýναν Üνθρωπο σαν κι εμÝνα, γι' αυτü τüλμησα να υποθÝσω πως μιλÜτε με κÜποιαν υπερβολÞ Þ üπως συνηθßζουν να λÝνε, κολακεýετε.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Που μÜθατε να χειρßζεστε τüσο καλÜ τα λüγια. Θα πÞγατε πολλÝς φορÝς θÝατρο, ε;
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΒÝβαια, πÞγα σε πολλÜ μÝρη.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΑλλÜ γεννηθÞκατε εδþ γýρω;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ο πατÝρας μου Þτανε κολλÞγας του ΕισαγγελÝα, τοýτης της περιφÝρειας κι εßδα τη δεσποινßδα üταν Þταν ακüμα παιδß, χωρßς εκεßνη να με αντιληφθεß.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΑλÞθεια;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ναι και μια φορÜ θυμÜμαι... üχι δεν μπορþ να μιλÞσω γι' αυτü...

ΤΖΟΥΛΙΑ: Μα ναι, μιλÞστε... εεε... για χÜρη μου!
ΓΙΑΝΝΗΣ: ¼χι, πραγματικÜ δεν μπορþ τþρα. ¢λλη φορÜ ßσως.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ¢λλη φορÜ εßναι ποτÝ. Τüσο επικßνδυνο εßναι τþρα;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Επικßνδυνο δεν εßναι, αλλÜ εßναι καλλßτερα να μη το πω. Κοßταξε τοýτη δω: (Δεßχνει τη Χριστßνα που 'χει αποκοιμηθεß σε μια καρÝκλα κοντÜ στο τζÜκι).
ΤΖΟΥΛΙΑ: Πολý ζωηρÞ γυναßκα. Ροχαλßζει ßσως κιüλας.
ΓΙΑΝΝΗΣ: ¼χι, δε ροχαλßζει, αλλÜ μιλÜει στον ýπνο της.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ποý ξÝρετε σεις πως μιλÜει στον ýπνο της;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Την Üκουσα. (ΣιωπÞ, στην οποßα αλληλοκοιτÜζονται).
ΤΖΟ¾ΛΙΑ: Γιατß δεν κÜθεστε;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Δεν το επιτρÝπω στον εαυτü μου να κÜτσω, μπροστÜ σε σας.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Κι αν το διατÜξω;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Τüτε θα υπακοýσω.
ΤΖΟ¾ΛΙΑ: ΚαθÞστε τüτε! ΑλλÜ πριν, μπορεßτε να μου φÝρετε κÜτι να πιω;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Δεν ξÝρω αν υπÜρχει τßποτα εδþ στο ντουλÜπι. Νομßζω μüνο μπýρα Ýχει.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Κι η μπýρα καλÞ εßναι. ¸χω τüσον απλÜ γοýστα, τη προτιμþ απ' το κρασß.
ΓΙΑΝΝΗΣ: (Παßρνει μια μπýρα απ' το ντουλÜπι και την ανοßγει, ψÜχνει στο ντουλÜπι για Ýνα ποτÞρι κι Ýνα πιÜτο και σερβßρει). Ορßστε παρακαλþ.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ευχαριστþ! Δεν θα πιεßτε κι εσεßς;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Δεν μου αρÝσει τüσο η μπýρα, αλλÜ αν διατÜξει η δεσποινßς...
ΤΖΟΥΛΙΑ: Αν διατÜξω; Απü ευγÝνεια σαν καβαλλιÝρος θα μου κÜνετε συντροφιÜ...
ΓΙΑΝΝΗΣ: Σ' αυτü Ýχετε δßκιο. (Ανοßγει ακüμα μια μπýρα και παßρνει Ýνα ποτÞρι).
ΤΖΟΥΛΙΑ: Πιεßτε στην υγειÜ μου.
ΓΙ¢ΝΝΗΣ: (ΔιστÜζει).
ΤΖΟΥΛΙΑ: Πολý δειλüς εßναι ο κýριος!
ΓΙΑΝΝΗΣ: (Γονατßζει στ' αστεßα και σκþνει το ποτÞρι). Στν υγειÜ της κυρßας μου.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΜπρÜβο! Φßλησε τþρα το παποýτσι μου, για να 'ναι τÝλεια.
ΓΙΑΝΝΗΣ: (ΔιστÜζει, πιÜνει Ýπειτα το πüδι της απüτομα και το φιλÜ ελαφρÜ).
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ωραßα! ¸πρεπε να γßνετε ηθοποιüς.
ΓΙΑΝΝΗΣ: (Σηκþνεται). üχι παραπÜνω δεσποινßς. Μπορεß να μπει κανεßς και να μας δει.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Και τß πειρÜζει;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Θα λÝγανε... Ýπειτα αν ξÝρατε τß λÝνε αυτÜ τα στüματα...
ΤΖΟΥΛΙΑ: Τß λÝνε; Πεßτε μου. ΑλλÜ καθÞστε.
ΓΙΑΝΝΗΣ: (ΚÜθεται). Δεν θÝλω να σας λυπÞσω, αλλÜ λÝνε πρÜγματα που αφÞνουν να υποθÝσει κανεßς üτι... να... το καταλαβαßνετε και μüνη σας. Δεν εßστε παιδß πια... κι üταν βλÝπουνε μια κυρßα μüνη να τα πßνει μ' Ýναν Üντρα -ας εßναι κι υπηρÝτης- και μÜλιστα νýχτα... Ýπειτα...
ΤΖΟΥΛΙΑ: ¸πειτα; Στο κÜτω-κÜτω δεν εßμαστε μüνοι. Η Χριστßνα εßναι δω.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ναι, αλλÜ κοιμÜται.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Τüτε θα τη ξυπνÞσω. (Σηκþνεται). Χριστßνα, κοιμÜσαι!
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: (Στον ýπνο της). Μπλα, μπλα, μπλα...
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ε; Χριστßνα! Μα πþς κοιμÜται;
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: (Στον ýπνο της). Οι μπüτες του κυρßου Ýτοιμες. ΚαφÝ θα βÜλω αμÝσως.. αμÝσως. Ω ω πουφ!
ΤΖΟΥΛΙΑ: (Της πιÜνει τη μýτη). Θα ξυπνÞσεις;
ΓΙΑΝΝΗΣ: (ΑυστηρÜ). Μην ενοχλεßτε Ýνα κοιμισμÝνο.
ΤΖΟΥΛΙΑ: (ΤραχειÜ). Πþς;
ΓΙΑΝΝΗΣ: ¼ποιος στÝκει üλη τη μÝρα στο τζÜκι, εßναι κουρασμÝνος τη νýχτα και τον ýπνο του πρÝπει να τονε σÝβεται κανεßς.

ΤΖΟΥΛΙΑ: (ΜαλακωμÝνη). ΣωστÞ σκÝψη και σας τιμÜ. Ευχαριστþ! (Του δßνει το χÝρι). ΕλÜτε τþρα Ýξω και κüψτε μου λßγες κουφοξυλιÝς
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: (ΞυπνÜ στο μεταξý και πηγαßνει τρεκλßζοντας δεξιÜ κι αριστερÜ, να κοιμηθεß στη κÜμαρÞ της).
ΓΙΑΝΝΗΣ: Με τη δεσποινßδα;
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ναι μαζß μου.
ΓΙΑΝΝΗΣ: ¼χι, δεν γßνεται, αδýνατον.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Δεν καταλαβαßνω τß εννοεßτε; Τß σας περνÜει απ' το νου;
ΓΙΑΝΝΗΣ: ¼χι εγþ μα οι Üλλοι...
ΤΖΟΥΛΙΑ: Τß; ¼τι ερωτεýτηκα τον υπηρÝτη μου;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Δεν εßμαι κανÜς ξιπασμÝνος αλλÜ Ýχουμε παραδεßγματα... κι ο κüσμος δε χρωστÜ να κÜνει καλü...
ΤΖΟΥΛΙΑ: Σεις εßστε αριστοκρÜτης, βλÝπω.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ναι εßμαι!
ΤΖΟΥΛΙΑ: Κι εγþ κατεβαßνω...
ΓΙΑΝΝΗΣ: Δεν κατεβαßνετε δεσποινßς, ακοýστε τη συμβουλÞ μου. Κανεßς δεν πιστεýει üτι θÝλετε να κατεβεßτε, ο κüσμος θα πει πÜντα πως πÝσατε.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ¸χω καλλßτερην ιδÝα για τον κüσμο απü σας. ΕλÜτε και δοκιμÜστε... ελÜτε! (Τον προκαλεß με τα μÜτια).
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΞÝρετε... εßστε παρÜξενη.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ισως. ΑλλÜ κι εσεßς εßστε. ¼λα εßναι παρÜξενα. Η ζωÞ, οι Üνθρωποι, üλα εßναι σαν Ýνα καρυδüτσουφλο στο νερü, που γÝρνει απü δω κι απü κει, ως üτου να βουλιÜξει. Εßδα Ýνα üνειρο που ενßοτε το ξαναβλÝπω και τþρα το σκÝφτομαι. ΚÜθομαι λÝει ψηλÜ σε μια κολþνα και δεν υπÜρχει τρüπος να κατεβþ, ζαλßζομαι üταν κοιτþ κÜτω κι üμως πρÝπει να κατÝβω, αλλÜ δεν Ýχω το θÜρρος να πηδÞξω, δεν μπορþ να σταθþ εκεß κι Ýχω επιθυμßα να πÝσω, αλλÜ δεν πÝφτω. Κι üμως δεν ησυχÜζω εκεß ψηλÜ αν δεν κατÝβω, δε βρßσκω ανÜπαυση αν δε φτÜσω στη γη. Κι üταν κατεβþ, θÝλω πιο κÜτω μÝσα στη γη. ΑισθανθÞκατε ποτÝ Ýτσι;
ΓΙΑΝΝΗΣ: ¼χι! Συνηθßζω να ονειρεýομαι πως εßμαι ξαπλωμÝνος κÜτω απü Ýνα ψηλü δÝντρο, μÝσα σ' Ýνα πυκνü  δÜσος και θÝλω ν' ανεβþ πÜνω, ψηλÜ στη κορυφη να δω τα μÝρη που φωτßζει ο Þλιος και θα πÜρω τη φωλιÜ που Ýχει μÝσα τα χρυσÜ αυγÜ. Κι ανεβαßνω, ανεβαßνω αλλÜ το δÝντρο εßναι λεßο και τüσο χοντρü και το πρþτο κλαδß εßναι τüσο ψηλÜ! ΑλλÜ ξÝρω πως üταν φτÜσω εκεß μπορþ ν' ανÝβω ýστερα ως τη κορφÞ, σαν ανεβαßνω σκÜλα. Ακüμα δεν το Ýφτασα αλλÜ πρÝπει, Ýστω και στ' üνειρο μüνο.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΚÜθομαι εδþ μαζß σας φλυαρþντας. ΕλÜτε τþρα Ýξω στο πÜρκο. (Του προσφÝρει το χÝρι της και βγαßνουν).
ΓΙΑΝΝΗΣ: ¸πρεπε απüψε να κοιμηθοýμε σε εννιÜ βüτανα για να εκπληρωθοýνε τα üνειρÜ μας, δεσποινßς.
(Κι οι δυο γυρßζουνε στη πüρτα. Ο ΓιÜννης κρστÜ το χÝρι του στο Ýνα μÜτι).
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΑφÞστε με να δω τß μπÞκε στο μÜτι σας.
ΓΙ¢ΝΝΗΣ: Ω τßποτε, θα περÜσει αμÝσως.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Το μανßκι μου Þτανε που σας γρατζοýνισε. ΚαθÞστε να σας βοηθÞσω. (Τον παßρνει απ' το χÝρι και τον καθßζει στο τραπÝζι, πιÜνει το κεφÜλι του και το γυρßζει προς τα πÜνω και με την Üκρη του μαντηλιοý της προσπαθεß να του βγÜλει το σκουπιδÜκι). ΚαθÞστε Þσυχα τþρα, Þσυχα! (Τονε χτυπÜ στο χÝρι). ¸τσι για να ακοýτε. Μου φÜνηκε πως ο μεγÜλος, δυνατüς Üντρας τρÝμει. (Αγγßζει τον καρπü του). Με τÝτοια δυνατÜ χÝρια!
ΓΙΑΝΝΗΣ: (ΑποτρÝποντÜς τη). Δεσποινßς Τζοýλια!
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ναι μεσιÝ Ζαν.
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΠροσοχÞ, δεν εßμαι παρÜ μüνον Ýνας Üντρας.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Θα καθßσετε φρüνιμα! ΝÜτο, βγÞκε. ΦιλÞστε τþρα το χÝρι μου κι ευχαριστÞστε.
ΓΙΑΝΝΗΣ: (Σηκþνεται). Δεσποινßς Τζοýλια, ακοýστε με! Τþρα η Χριστßνα πÞγε για ýπνο, θÝλετε να μ' ακοýσετε;
ΤΖΟΥΛΙΑ: Το χÝρι φιλÞστε μου πρþτα.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ακοýστε με-...
ΤΖΟ¾ΛΙΑ: Το χÝρι πρþτα!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ναι, αλλÜ πρÝπει πρþτα ν\ αναλÜβετε την ευθýνη.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Για τß πρÜγμα;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Για τß; Εßστε εικοσιπÝντε ετþν κι εßστε ακüμα παιδß; Δεν ξÝρετε πως εßναι επικßνδυνο να παßζει κανεßς με τη φωτιÜ;
ΤΖΟΥΛΙΑ: Για μÝνα üχι! Εßμαι ασφαλÞς.
ΓΙΑΝΝΗΣ: (ΤολμηρÜ). ¼χι δεν εßστε. Κι αν εσεßς εßστε, κοντÜ σας υπÜρχουν εýφλεκτα στοιχεßα.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Εσεßς δηλαδÞ;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ναι, üχι γιατß εßμαι εγþ, αλλÜ γιατß εßμαι νÝος Üντρας.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Με ωραßο παρουσιαστικü κι απßστευτη ματαιοδοξßα! ¸νας δον ΖουÜν ßσως; ¹ Ýνας ΙωσÞφ! Νομßζω ναι, Ýνας ΙωσÞφ, μα τη πßστη μου!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Νομßζετε;

ΤΖΟΥΛΙΑ: Το φοβÜμαι σχεδüν.
(Ο ΓιÜννης προχωρεß τολμηρÜ προς το μÝρος της και θÝλει να την αγκαλιÜσει και να τη φιλÞσει. ΑυτÞ του δßνει Ýνα μπÜτσο).
ΤΖΟΥΛΙΑ: Φýγε!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Σοβαρü Þταν αυτü Þ αστεßο;
ΤΖΟΥΛΙΑ: Σοβαρü!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Τüτε και το πριν Þτανε σοβαρü. Παßζετε πÜρα πολý σοβαρÜ παιγνßδια κι επικßνδυνα. Τþρα üμως κουρÜστηκα με αυτÜ και σας παρακαλþ να με συγχωρÞσετε που πηγαßνω στη δουλειÜ μου. (Πηγαßνει να πÜρει τις μπüτες). Ο κýριος Κüμης χρειÜζεται πρωß-πρωß τις μπüτες του κι εßναι Þδη περασμÝνα μεσÜνυχτα.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΑφÞστε τις μπüτες!
ΓΙΑΝΝΗΣ: ¼χι. ΑυτÞ εßναι η δουλειÜ μου, οφεßλω να τη κÜνω και σωστÜ. ΠοτÝ δεν ανÝλαβα να εßμαι σýντροφος στα παιγνßδια σας κι οýτε μπορþ ποτÝ να γßνω, γιατß με θεωρþ καλλßτερο απ' αυτü.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Εßστε περÞφανος.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Σε μερικÜ πρÜγματα ναι, σε μερικÜ üχι.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΑγαπÞσατε ποτÝ;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Εμεις δεν χρησιμοποιοýμε αυτÞ τη λÝξη. ΠολλÜ κορßτσια üμως μου αρÝσανε και μια φορÜ μÜλιστα αρρþστησα, γιατß δεν μποροýσα να πÜρω κεßνη που 'θελα, σαν τα βασιλüπουλα στα παραμýθια της ΧαλιμÜς, που απü τον Ýρωτα δεν μποροýσαν να φÜνε και να πιοýνε. (ΑφÞνει πÜλι τις μπüτες).
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΠοιÜ Þταν αυτÞ; (Ο ΓιÜννης σωπαßνει). ΠοιÜ Þταν αυτÞ;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Δεν μπορεßτε να με αναγκÜσετε να σας πω.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Αν σας παρακαλÝσω σαν ßση σας, σαν φßλη... ποιÜ Þταν αυτÞ;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Εσεßς!
ΤΖΟΥΛΙΑ: Αστεßο!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ναι αν θÝλετε ν' ακοýσετε, Þταν αστεßο. ΑυτÞ η ιστορßα που δεν Þθελα να διηγηθþ εξ αρχÞς, αλλÜ τþρα θα την ακοýσετε. ΞÝρετε πως βλÝπει ο κüσμος απü κÜτω; ¼χι, αυτü δεν το ξÝρετε. Σαν πουλιÜ, σαν γερÜκια, που πετÜνε ψηλÜ. Εγþ μεγÜλωσα με επτÜ αδÝλφια κι Ýνα γουροýνι, μαζß, Ýξω στα γυμνÜ χωρÜφια που δεν υπÜρχει μÞτε δÝντρο. Απü τα παρÜθυρα üμως Ýβλεπα τον τοßχο του πÜρκου σας κι πü πÜνω τις φουντωμÝνες μηλιÝς. Αυτüς Þτανε για μÝνα ο κÞπος του παραδεßσου και στÝκονταν πολλüß Üγγελοι με φλογισμÝνες ρομφαßες και τονε φυλÜγανε. Κι üμως εγþ βρÞκα το δρüμο μαζß με Üλλα παιδιÜ προς το δÝντρο της ζωÞς, -λοιπüν μη με περιφρονεßτε.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ε üχι δα... üλα τα παιδÜκια κλÝβουνε μÞλα.
ΓΙΑΝΝΗΣ: ¸τσι το λÝτε τþρα, πραγματικÜ üμως με περιφρονεßτε. Μια φορÜ μπÞκα με τη μητÝρα μου να καθαρßσουμε τα χüρτα στα κρεμμýδια. ΚοντÜ στον τοßχο Þταν Ýνα τοýρκικο κιüσκι στη σκια των γιασεμιþν, περιτρυγιρισμÝνο με περικοκλÜδες, που δεν Þξερα τß χρησßμευε τüτε αλλÜ ποτÝ μου δεν εßχα δει τüσο ωραßο σπßτι. ¢νθρωποι Ýμπαιναν κι Ýβγαιναν και μια μÝρα η πüρτα Ýμεινε ανοιχτÞ. ΜπÞκα μÝσα κι εßδα τους τοßχους γεμÜτους εικüνες με βασιλεßς κι αυτοκρÜτορες, τα παρÜθυρα με κüκκινες κουρτßνες με κρüσσια και τþρα καταλαβαßνετε. ΠοτÝ μου δεν εßχα μπει σ' Ýπαυλη, τßποτε Üλλο δεν εßχα δει απü εκκλησßα, αλλ' αυτü εδþ Þτανε πολý ωραιüτερο, κι απ' üπου κι αν Ýτρεχαν οι σκÝψεις μου, πÜντα γυρßζαν εδþ. ¸πειτα σιγÜ-σιγÜ μεγÜλωσε ο πüθος μÝσα μου να δω Üλλη μια φορÜ μÝσα, εßδα και θαýμασα. ΚÜποιος üμως Þρθε και μην Ýχοντας Üλλη Ýξοδο, πÞδηξα απü το παρÜθυρο! (Της δßνει Ýνα κλαδß κουφοξυλιÜς να το κρατÜ, üσο της λÝει αυτÜ. ¼ταν τελειþνει τη διÞγησÞ του, εκεßνη αφÞνει το κλαδß στο τραπÝζι. Συνεχßζει). ΚÜτω Þταν Ýνας φρÜχτης, τονε πÞδηξα, γλýστρησα μες απ' το κÞπο κι Ýφτασα στη ταρÜτσα με τις τριανταφυλλιÝς. Εκεß εßδα Ýνα λευκü φüρεμα και δυο λευκÝς κÜλτσες, -Þσασταν εσεßς. ΞÜπλωσα κÜτω απü Ýνα σωρü χüρτα -μπορεßτε να με φανταστεßτε- κÜτω απü αγκÜθια που με τρυποýσανε, στο υγρü χþμα που βρωμοýσε. Σας κοßταζα, ενþ σεις περπατοýσατε ανÜμεσα στα ρüδα και σκεπτüμουν: üσο αδýνατο να πÜει Ýνας φονιÜς στον παρÜδεισο να μεßνει με τους αγγÝλους, Üλλο τüσο εßναι αδýνατον Ýνα παιδß σαν και μÝνα να μπει στο πÜρκο και να παßξει με τη κüρη του Κüμη.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Νομßζετε πως üλα τα φτωχÜ παιδιÜ σ' αυτÞ τη περßπτωση, θα εßχανε τις ßδιες σκÝψεις;
ΓΙΑΝΝΗΣ: (ΔιστακτικÜ στην αρχÞ, Ýπειτα με βεβαιüτητα). Αν üλα τα... φτωχÜ.. ναι! ΦυσικÜ, βεβαιüτατα!
ΤΖΟΥΛΙΑ: Φαßνεται πως εßναι Üπειρη δυστυχßα το να εßναι κανεßς φτωχüς.

ΓΙΑΝΝΗΣ: (Με βαθý πüνο). Αχ δεσποινßς Τζοýλια! ¸να σκυλß μπορεß να ξαπλþνει στον καναπÝ, Ýνα Üλογο μπορεß να δεχτεß χÜδια απü γυναικεßο χÝρι, αλλÜ Ýνα παιδß... (Μ' Üλλο τüνο). Ναι, ναι υπÜρχουνε κι üμως μερικοß που ανυψþνονται, αλλÜ πüσο συχνÜ συμβαßνει αυτü; Εν τω μεταξý ξÝρετε τß Ýκανα εγþ; ΠÞδηξα με τα φορÝματα στο ποταμÜκι του μýλου, με βγÜλανε κι üμως Ýφαγα ξýλο. Την επüμενη ΚυριακÞ, üταν ο πατÝρας κι üλοι οι Üλλοι φýγανε για τον παπποý, κατÜφερα να μεßνω σπßτι. Πλýθηκα καλÜ με σαποýνι και ζεστü νερü, φüρεσα τα καλλßτερÜ μου ροýχα και πÞγα στην εκκλησßα, που μποροýσα να σας δω! Σας εßδα και πÞγα σπßτι μου με την απüφαση να πεθÜνω -αλλÜ Þθελα να πεθÜνω ωραßα και χωρßς πüνους. Τüτε σκÝφτηκα πως εßναι επικßνδυνο να κοιμηθεß κανεßς κÜτω απü θÜμνο κουφοξυλιÜς. Εßχαμε στην αυλÞ μας Ýνα φορτωμÝνο με λουλοýδια, τα Ýκοψα üλα και ξÜπλωσα μαζß τους μÝσα στο κασüνι της βρþμης. ¸χετε παρατηρÞσει πüσο λεßα εßναι η βρþμη, μαλακιÜ στην αφÞ σαν ανθρþπινο δÝρμα. ¸κλεισα το σκÝπασμα και κοιμÞθηκα βαριÜ και ξýπνησα Üρρωστος πολý. Δεν πÝθανα üμως καθþς βλÝπετε. Τß Þθελα; Δεν το ξÝρω! Να σας αποκτÞσω Þταν απολýτως αδýνατον -αλλÜ σεις για μÝνα Þσασταν μια απüδειξη, πüσο δýσκολο Þτανε για μÝνα, πüσον απελπιστικü, το να μη μπορþ να βγω απü τον κýκλο που γεννÞθηκα.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Διηγεßστε χαριτωμÝνα, ξÝρετε. ΠÞγατε ποτÝ σχολεßο;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Λßγο, αλλÜ διÜβασα πολλÜ μυθιστορÞματα και πÞγαινα πολý στο θÝατρο. Εκτüς αυτü, Üκουσα πολλÝς φορÝς καλü κüσμο να μιλÜ κι απ' αυτοýς Ýμαθα πολλÜ.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Μας ακοýτε üταν συνομιλοýμε;
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΒÝβαια! ΠολλÜ ακοýω üταν κÜθομαι στο αμÜξι κι üταν κωπηλατþ στη βÜρκα. Μια φορÜ Üκουσα τη δεσποινßδα Τζοýλια με μια φßλη της.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Μπα, και τι λÝγαμε;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Αυτü δεν μπορþ να σας το πω τþρα, αλλÜ μου φÜνηκε αληθινÜ παρÜξενο που μÜθατε üλες αυτÝς τις λÝξεις. ΚατÜ βÜθος δεν υπÜρχει τüση μεγÜλη διαφορÜ μεταξý ανθρþπων κι ανθρþπων, üσο νομßζουν.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ω! Δεν ντρÝπεστε! ΑλλÜ μεις δεν ζοýμε üπως εσεßς üταν αγαπÜμε.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Εßναι σßγουρο αυτü; Μου φαßνεται δεν πρÝπει να κÜνετε τüσο τον αθþο.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ¹ταν Ýνας παλιÜνθρωπος αυτüς που του 'δωσα την αγÜπη μου.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Αυτü λÝνε πÜντοτε μετÜ, τα κορßτσια.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΠÜντοτε;
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΠÜντοτε μου φαßνεται, γιατß πολλÜκις Üκουσα την ßδια φρÜση σε παρüμοιες περιστÜσεις.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Σε τß περßσταση;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Σαν αυτÞ που αναφÝραμε τη τελευταßα φορÜ.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΣιωπÞ, δεν θÝλω ν' ακοýσω τßποτα πια...
ΓΙΑΝΝΗΣ: Κι εκεßνη δεν Þθελε ν' ακοýσει, εßναι παρÜξενο. Σας παρακαλþ τþρα να μου επιτρÝψετε τþρα να πÜω να κοιμηθþ.
ΤΖΟΥΛΙΑ: (ΤραχειÜ). Τη νýχτα του ¢ι ΓιÜννη να κοιμηθÞτε;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ναι να πÜω να χορÝψω με τους ανθρþπους Ýξω, δε μ' ευχαριστεß καθüλου, σας βεβαιþ.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΠÜρτε το κλειδß για τη βÜρκα κι ελÜτε να τραβÞξετε κουπß στη λßμνη Ýξω. ΘÝλω να δω την ανατολÞ του Þλιου.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Εßναι σωστü αυτü;
ΤΖΟΥΛΙΑ: Εßναι σα να φοβÜστε μη σας βγει τ' üνομα!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Και γιατß üχι; Δεν μ' αρÝσει να γßνομαι γελοßος, δεν μ' αρÝσει να με διþξουνε χωρßς καλÝς συστÜσεις κι Ýπειτα μου φαßνεται πως Ýχω κι υποχρεþσεις απÝναντι στη Χριστßνα.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Μπα Ýτσι; Η Χριστßνα παρουσιÜστηκε πÜλι;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ναι αλλÜ και για σας ακüμα. Ακοýστε τη συμβουλÞ μου και πηγαßνετε στο κρεβÜτι σας.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΜÞπως πρÝπει εγþ ν' ακοýσω εσÜς;

ΓΙΑΝΝΗΣ: Μüνον αυτÞ τη φορÜ για σας και το καλü σας. Σας παρακαλþ, εßναι νýχτα αργÜ κι ο ýπνος μεθÜει, ο νους θερμαßνεται! Πηγαßντε να ησυχÜσετε. Μα τß ακοýγεται; ¸ρχονται οι Üνθρωποι να με πÜρουνε για το χορü. Αν μας βρουν εδþ μÝσα μαζß εßσαστε χαμÝνη!
ΧΟΡΟΣ: (Ακοýγεται απü μακρυÜ κι üσο πÜει πλησιÜζει).

                       Πüσο τρελλÜ μ' αρÝσει
                       η üμορφη κυρÜ!
                       Δεν μπορþ να την αφÞσω,
                       μου τρελλαßνει τη καρδιÜ.
                           ΤραλαλÜ - τραλαλÜ.

                       Και τþρα εκατÜφερα
                       ü,τι θερμÜ ποθοýσα.
                       Απ' üλα εγλυτþσαμε,
                       εμÝνα αγαπÜ,
                       η üμορφη κυρÜ.
                           ΤραλαλÜ - λα - λα!

ΤΖΟΥΛΙΑ: Γνωρßζω τους ανθρþπους μου και τους αγαπþ, üπως κι αυτοß. Ας Ýρθουν και θα δεßτε.
ΓΙΑΝΝΗΣ: ¼χι δεσποινßς Τζοýλια, δεν σας αγαποýν οι Üνθρωποß σας. Τρþνε το ψωμß σας απλþς, μα δεν σας αγαποýν, απü πßσω σας κοροúδεýουνε πιστÝψτε με! Ακοýστε μüνο τι τραγουδÜνε. -αλλÜ üχι μην ακοýτε, καλλßτερα!
ΤΖΟΥΛΙΑ: (Ακοýει). Τß τραγουδÜνε;
ΓΙΑΝΝΗΣ: ¸να σατιρικü τραγοýδι, για σας και για μÝνα!
ΤΖΟΥΛΙΑ: Απαßσιο! Και πüσο ýπουλα... Ω πφ... -
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ο üχλος εßναι δειλüς πÜντα και πρÝπει να φýγουμε!
ΤΖΟΥΛΙΑ: Να φýγουμε για ποý; ¸ξω δεν μποροýμε να πÜμε, μÝσα στη Χριστßνα επßσης...
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΜÝσα στη κÜμαρÜ μου λοιπüν! Η ανÜγκη μας κÜνει και μπορεßτε να μ' εμπιστευτεßτε, γιατß εßμαι ο πιο αληθινüς, ο πιο ειλικρινÞς, ο πιο αφοσιωμÝνος φßλος σας!
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΑλλÜ σκεφτεßτε αν μας ζητÞσουν εκεß μÝσα;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Κλειδþνω τη πüρτα κι αν θελÞσουν να μπουν πυροβολþ. ΕλÜτε, (πÝφτει στα γüνατα) ελÜτε!
ΤΖΟΥΛΙΑ: (Με σημασßα). Μου υπüσχεσθε...-
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ορκßζομαι!
(Φεýγουνε κι οι δυο τρεχÜτοι κι αγχωμÝνοι).

                                        BωβÞ ΣκηνÞ

     (ΖευγÜρια αρραβωνιασμÝνων με γιορτινÜ φορÝματα και λουλοýδια στα καπÝλλα Ýρχονται μÝσα απ' τη τζαμüπορτα, προηγεßται ο βιολιστÞς. ΒÜζουν πÜνω στο τραπÝζι Ýνα βαρÝλι μπýρα κι Ýνα μικρü βαρελÜκι ρακß στολισμÝνα και τα δυο με κλωνÜρια, παßρνουν ποτÞρια και πßνουν. ¸πειτα σχηματßζουν κýκλο, τραγουδοýν και χορεýουν. ¾στερα φεýγουν τραγουδþντας πÜλι απü τη τζαμüπορτα. ¸ρχεται η Τζοýλια απü τ' αριστερü μÝρος μüνη της, βλÝπει την αταξßα που επικρατεß στη κουζßνα και χτυπÜ τα χÝρια, Ýπειτα παßρνει Ýνα κουτÜκι ποýδρα και πουδραρßζεται. Ο ΓιÜννης Ýρχεται μετÜ ενθουσιασμÝνος πßσω της).

ΓΙΑΝΝΗΣ: Να, βλÝπετε; Τους ακοýσατε με τ' αυτιÜ σας! ¹ταν δυνατüν να μεßνουμε εδþ;
ΤΖΟΥΛΙΑ: ¼χι, δεν το ξανακÜνω! ΑλλÜ τþρα τß θα κÜνουμε;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Να φýγουμε, να ταξιδÝψουμε μακρυÜ απü δω.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Να φýγουμε καλÜ, μα να πÜμε ποý;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Στην Ελβετßα, στις λßμνες της Ιταλßας πÞγατε ποτÝ;
ΤΖΟΥΛΙΑ: ¼χι. Εßναι ωραßα;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ω αιþνιο καλοκαßρι, πορτοκαλιÝς, δÜφνες... Αχ!
ΤΖΟΥΛΙΑ: Και τß θα κÜνουμε κει;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ανοßγουμε Ýνα ξενοδοχεßο πρþτης τÜξης, με ξÝνους επßσης πρþτης τÜξης.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ξενοδοχεßο;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Εßναι ολÜκερη ζωÞ, πιστÝψτε με, διαρκþς νÝα πρüσωπα, νÝες γλþσσες, οýτε μια στιγμÞ καιρüς για σκÝψεις κι üνειρα, καμμιÜ αναζÞτηση ασχολßας, γιατß η εργασßα Ýρχεται μüνη της. ΜÝρα και νýχτα χτυπÜ το κουδοýνι, σφυρßζει το τραßνο, πηγαßνει κι Ýρχεται το λεωφορεßο, ενþ το χρυσÜφι χýνεται στο γραφεßο. ΟλÜκερη ζωÞ!
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ναι αυτü λÝγεται ζωÞ. Κι εγþ;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Η κυρÜ του καταστÞματος και στολßδι της φßρμας. Με το παρουσιαστικü σας, το φÝρσιμü σας ω! η επιτυχßα εßναι βÝβαιη. Εσεßς κÜθεστε σαν βασßλισσα στο γραφεßο και μ' Ýνα χτýπημα στο ηλεκτρικü κουμπß πγαινοÝρχονται οι σκλÜβοι. Οι ξÝνοι παρελαýνουν μπρος στο θρüνο σας και τοποθετοýν ταπεινÜ τους θησαυροýς τους στο τραπÝζι σας. Δεν μπορεßτε να φανταστεßτε πüσο τρÝμουν οι Üνθρωποι üταν παßρνουν το λογαριασμü στο χÝρι. Εγþ θα παραφουσκþνω το λογαριασμü κι εσεßς θα τους γλυκαßνετε με το πιο γλυκü χαμüγελü σας. Αχ! Να φýγουμε μüνον απü δω! (Παßρνει απü τη τσÝπη Ýνα δρομολüγιο). ΑμÝσως με το τραßνο που φεýγει γρηγορþτερα, στις 6.30' θα 'μαστε στο ΜÜλμε, στις 8.40' στο Αμβοýργο, Φραγκφοýρτη-Βασιλεßα μια μÝρα και στο Κüμο με το τραßνο του Αγßου ΓαθÜρδου σε -για να δοýμε- το üλον σε τρεις μÝρες. Τρεις μÝρες μüνο!
ΤΖΟΥΛΙΑ: ¼λ' αυτÜ εßν' ωραßα, αλλÜ ΓιÜννη πρÝπει να μου δßνεις θÜρρος! Πες πως μ' αγαπÜς, Ýλα κι αγκÜλιασÝ με!
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΘÝλω μα δεν τολμþ. ¼χι εδþ στο σπßτι. Σας αγαπþ δεν υπÜρχει αμφιβολßα -χωρÜει αμφιβολßα;
ΤΖΟΥΛΙΑ: (Με πραγματικÞ γυναικεßα αιδημοσýνη). Σας! Πες εσý, μεταξý μας δεν υπÜρχουν πια φραγμοß! Πες εσý!
ΓΙΑΝΝΗΣ: (Με βασανισμÝνο τüνο). Δεν μπορþ! ΥπÜρχουν μεταξý μας ακüμα φραγμοß, üσο βρισκüμαστε σε τοýτο το σπßτι -εδþ εßναι ο Κüντες, ποτÝ δεν συνÜντησα Üνθρωπο στη ζωÞ μου, που να αισθÜνομαι τüσο σεβασμü- αρκεß να δω τα γÜντια του πÜνω σε μια καρÝκλα και γßνομαι αμÝσως μικρüς, τüσος δα -αρκεß ν' ακοýσω το κουδοýνι να χτυπÜ εκεß πÜνω και τρομÜζω σα δειλιασμÝνο Üλογο, -και καθþς βλÝπω τþρα τις μπüτες του εκεß να στÝκουν τüσο περÞφανες και τüσο üρθιες, ανατριχιÜζω (σπρþχνει με το πüδι τις μπüτες παραπÝρα). Δεισιδαιμονßα, προκαταλÞψεις που μας πüτισαν απü τη παιδικÞ μας ηλικßα, απü την οποßα üμως δεν μποροýμε ποτÝ ν' απαλλαχτοýμε. ΕλÜτε σ' Üλλον τüπο, σε μια δημοκρατßα και θα δεßτε να γονατßζουν στη λιβρÝα του πορτιÝρη μου, θα δεßτε. ¼χι εγþ üμως. Δε γεννÞθηκα για να μÝνω γονατιστüς, γιατß μÝσα μου υπÜρχει δýναμη χαρακτÞρα κι üταν πιÜσω μια το πρþτο κλαδß θα δεßτε να σκαρφαλþνω ψηλÜ. ΣÞμερα εßμαι υπηρÝτης, σ' Ýνα χρüνο γßνομαι κτηματßας, σε δÝκα χρüνια εισοδηματßας κι Ýπειτα ταξιδεýω Ρουμανßα να στολιστþ και μπορþ -προσÝξτε- μπορþ σας λÝω να καταλÞξω Κüντες.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΚαλÜ... καλÜ!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Α, στη Ρουμανßα αγορÜζεται ο τßτλος του Κüντε και θα γßνετε κι εσεßς ΚοντÝσσα: Η ΚοντÝσσα μου!
ΤΖΟΥΛΙΑ: Τß θα βγÜλω εγþ απ' αυτÜ, τß θα γßνω τþρα εγþ! Πες μου μ' αγαπÜς, αλλιþς -ναι- αλλιþς τß εßμαι;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Θα σας το πω χßλιες φορÝς, αργüτερα. Εδþ πÝρα üχι. Και προπÜντων μακρυÜ οι ευαισθησßες, για να μη χαθεß το παν. ΠρÝπει να πÜρουμε το πρÜγμα μ' ηρεμßα, σαν μυαλωμÝνοι Üνθρωποι. (Παßρνει Ýνα ποýρο, κüβει την Üκρη και το ανÜβει). ΚαθÞστε σεις εδþ, κÜθομαι ýστερα εγþ εκεß και μιλÜμε Þσυχα, σα να μη συνÝβη τßποτα.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ω ΘεÝ μου! Δεν Ýχετε πÜνω σας κανÝνα αßσθημα;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Εγþ; Δεν υπÜρχει πιο ευαßσθητος Üνθρωπος απü μÝνα, απλÜ μπορþ και συγκρατοýμαι.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Πρωτýτερα φιλοýσατε το παποýτσι μου -και τþρα;
ΓΙΑΝΝΗΣ: (ΣκληρÜ). Ναι, πριν! Τþρα Ýχουμε Üλλα να σκεφτοýμε.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Μη μιλÜτε απüτομα σε μÝνα!
ΓΙΑΝΝΗΣ: ¼χι απüτομα, σωστÜ. Μια τρÝλλα Ýγινε, ας μη κÜνουμε Üλλες. Ο Κüντες μπορεß να φανεß ανÜ πÜσα στιγμÞ κι η τýχη μας πρÝπει να αποφασιστεß πριν Ýρθει. Πþς σας φαßνονται τα σχÝδιÜ μου για το μÝλλον; Το παραδÝχεστε;
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΚαλÜ μου φαßνονται, αλλÜ Ýνα ζÞτημα για μια τüσο μεγÜλη επιχεßρηση χρειÜζεται Ýνα μεγÜλο κεφÜλαιο.
ΓΙΑΝΝΗΣ: (Καπνßζει). ¸χω βÝβαια! Τις γνþσεις μου, τη σπÜνια πεßρα μου, τη γλωσομÜθειÜ μου! Αυτü εßναι κÜτι που αξßζει, μου φαßνεται.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΑλλÜ μ' αυτÜ, δεν μποροýμε οýτε τα εισιτÞρια του τραßνου να βγÜλουμε.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Αυτü εßναι αλÞθεια, γι' αυτü ακριβþς ζητþ Ýναν Üνθρωπο που να μπορεß να καταβÜλει το χρηματικü ποσü.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Και ποý θα τονε βρεßτε Ýτσι αμÝσως;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Αυτüν θα τονε βρεßτε εσεßς, αν θα γßνετε συνοδüς μου.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Αυτü δεν μπορþ, δεν Ýχω μÞτε δικÜ μου χρÞματα.
(Παýση).
ΓΙΑΝΝΗΣ: Τüτε üλα ναυαγοýν.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Και;
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΜÝνουν τα πρÜγματα ως Ýχουν.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Νομßζετε θα μεßνω κÜτω απ' αυτÞ τη στÝγη σαν μαιτρÝσσα σας; Νομßζετε θ' αφÞσω να με δεßχνει ο καθÝνας με το δÜχτυλο; Σκεφτεßτε μπορþ να δω στα μÜτια τον πατÝρα μου; ¼χι! ΟδηγÞστε με μακρυÜ απü τη ταπεßνωση και την ατιμßα απü δω! Ω ΘεÝ μου, τß Ýκανα! Ω ΘεÝ μου, ΘεÝ μου! (Κλαßει).
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΑχÜ. Αρχßσαμε...! Τß κÜνατε δηλαδÞ; Αυτü που κÜνανε χιλιÜδες Üλλες πριν απü σας!

ΤΖΟΥΛΙΑ: (ΦωνÜζει σαν 'χει παροξυσμü). Και τþρα περιφρονÞστε με. ΠÝφτω, πÝφτω!
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΠÝστε πÜνω μου, εγþ θα σας σηκþσω αργüτερα.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΠοιÜ φριχτÞ δýναμη μ\' Ýσυρε κÜτω, χαμηλÜ σε σας; Η ßδια που σπρþχνει τον αδýνατο σ' Ýναν ισχυρü; Αυτüν που πÝφτει σε κεßνον που ανεβαßνει; ¹ Þταν Ýρωτας αυτü; ¸ρωτας, αυτü; ΞÝρετε σεις τß εßναι Ýρωτας;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Εγþ; Τþρα θα το μÜθω; ΦαντÜζεστε δεν θα εßχα ξανααισθανθεß Ýτσι, Üλλοτε;
ΤΖΟΥΛΙΑ; ΠοιÜ γλþσσα μιλÜτε και ποιÝς σκÝψεις γυρßζουνε στο νου σας;
ΓΙΑΝΝΗΣ: ¸τσι Ýμαθα κι Ýτσι εßμαι. Μην εßστε τþρα νευρικÞ και μη κÜνετε τη λεπτÞ κυρßα, ü,τι μαγειρÝψαμε θα φÜμε. Να κοßταξε δω κορßτσι μου, Ýλα και θα σου δþσω τþρα Ýνα ποτÞρι φßνο κρασß. (Ανοßγει το συρτÜρι του τραπεζιοý, βγÜζει τη μποτßλια με το κρασß και γεμßζει δυο ποτÞρια μεταχειρισμÝνα).
ΤΖΟΥΛΙΑ: Απü που εßναι αυτü το κρασß εδþ;
ΓΙΑΝΝΗΣ:  Απü το κελλÜρι.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Το Βουργουνδßας του πατÝρα μου;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Δεν εßναι καλü για το γαμπρü του;
ΤΖΟΥΛΙΑ: Κι εγþ πßνω μπýρα...
ΓΙΑΝΝΗΣ: Αυτü αποδεικνýει πως Ýχετε χειρüτερο γοýστο απü μÝνα.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΚλÝφτη!
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΘÝλετε ßσως να λεηλατÞσουμε μαζß;
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ω! ΣυνÝνοχος ενüς κλÝφτη; ΜÝθυσα απüψε κι Þταν üνειρο ü,τι Ýγινε. Νýχτα του ¢ι-ΓιÜννη απüψε; Η γιορτÞ της αθþας χαρÜς-
ΓΙΑΝΝΗΣ: Αθþα! Χμμ...
ΤΖΟΥΛΙΑ: (Πηγαßνει πÜνω-κÜτω). ΥπÜρχει τη στιγμÞ αυτÞ Ýνας Üνθρωπος σ' αυτÞ τη γη που να 'ναι τüσο δυστυχÞς üσο εγþ;

ΓΙΑΝΝΗΣ: Γιατß να εßστε σεις; ¾στερα απü τÝτοια κατÜκτηση! Σκεφτεßτε τη Χριστßνα εκεß μÝσα. Νομßζετε δεν Ýχει κι αυτÞ αισθÞματα;
ΤΖΟΥΛΙΑ: Πριν το πßστευα, τþρα üχι πια. ¼χι, ο δοýλος εßναι δοýλος-
ΓΙΑΝΝΗΣ: Κι η πüρνη εßναι πüρνη!
ΤΖΟΥΛΙΑ: (ΠεσμÝνη στα γüνατα με μπλεγμÝνα χÝρια). Ω ΘεÝ μου, πÜρε μου την ελεεινÞ ζωÞ μου. ΠÜρε με απ' αυτü τον βüρβορο που βουλιÜζω! Σþσε με! Σþσε με!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Δεν αρνοýμαι πως μου προκαλεßτε πολλÞ λýπη. Και τüτε που Þμουνα κÜτω στα χüρτα και σας Ýβλεπα στον κÞπο, -τþρα θα σας το μολογÞσω- εßχα πÜλι τις ßδιες βρþμικες σκÝψεις, που Ýχουν üλα τ' αγüρια.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Κι üμως θÝλατε να πεθÜνετε για μÝνα!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Μες στη κÜσα της βρþμης; ΑυτÜ Þτανε λüγια.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΨÝμματα λοιπüν;
ΓΙΑΝΝΗΣ: (Αρχßζει να νυστÜζει). ΠÜνω-κÜτω! Την ιστορßα αυτÞ την εßχα διαβÜσει κÜποτε στην εφημερßδα για Ýνα καπνοδοχοκαθαριστÞ που κλεßστηκε σε μια κÜσα με κουφοξυλιÝς, επειδÞ εßχε καταδικαστεß να πληρþσει Ýξοδα διατροφÞς...
ΤΖΟΥΛΙΑ: ¸τσι λοιπüν εßστε...-
ΓΙΑΝΝΗΣ: Τß Üλλο να εφεýρισκα; Της γυναßκας πÜντα της αρÝσουν οι κολακεßες, πÜντα με δαýτες τη καταφÝρνουν!
ΤΖΟΥΛΙΑ: Αχρεßε!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Πüρνη!
ΤΖΟΥΛΙΑ: Και θα γινüμουνα το πρþτο κλαδß...-
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΑλλÜ Þτανε σÜπιο.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Και θα γινüμουνα το στολßδι του ξενοδοχεßου...
ΓΙΑΝΝΗΣ: Κι εγþ το ξενοδοχεßο.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Θα κÜθομαι στο γραφεßο, να ελκýω τους πελÜτες και να κÜνω ψεýτικους λογαριασμοýς...-
ΓΙΑΝΝΗΣ: Γι' αυτü θα φρüντιζα μüνος μου...-
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ω ΘεÝ μου, πως μπορεß μια ανθρþπινη ψυχÞ να εßναι τüσο βρωμερÞ;

ΓΙΑΝΝΗΣ: Πλýντε τη λοιπüν.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΛακÝ! ΥπηρÝτη! ΣÞκω πÜνω üταν σου μιλþ.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Πüρνη του λακÝ, κλεßσε το στüμα σου και τρÜβα απü δω. ¸ρχεσαι τþρα να μου πεις πως εßμαι βÜναυσος; Τüσο πρüστυχα που φÝρθηκες εσý απüψε. ποτÝ δεν θα φερüταν μια κυρßα, μια üμοιÜ σου. Νομßζεις Ýνα απλü κορßτσι. αγγßζει Ýτσι τους Üντρες üπως εσý; Εßδες εσý Ýνα κορßτσι της τÜξεþς μου να φÝρεται Ýτσι üπως εσý;;
ΤΖΟΥΛΙΑ: (Συντρßβεται). Δßκιο Ýχεις, χτýπα με, πÜτησÝ με κÜτω, δεν αξßζω περισσüτερο. Εßμαι μια ελεεινÞ, αλλÜ βοÞθα με. Αν υπÜρχει ακüμα τρüπος!
ΓΙΑΝΝΗΣ: (Μαλακþτερα). Δεν θÝλω ν' αρνηθþ πως Ýφταιξα κι εγþ, αλλÜ νομßζετε πως Ýνας Üνθρωπος της σειρÜς μου θα τολμοýσε ποτÝ να σηκþσει τα μÜτια του  σε σας, αν δεν το επιζητοýσατε η ßδια; Εßμαι ακüμα σαστισμÝνος-
ΤΖΟΥΛΙΑ: Και περÞφανος.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Γιατß üχι; Αν και θα πρÝπει να μολογÞσω πως η νßκη Þτανε πολý εýκολη, þστε να μη με μεθýσει...
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΧτυπÞστε με γι' αυτü περισσüτερο!
ΓΙΑΝΝΗΣ: ¼χι. (Σηκþνεται). ΣυγχωρÞστε μου καλλßτερα üσα σας εßπα ως τþρα. Δεν χτυπþ ανßσχυρους και προπÜντων μια γυναßκα. Δεν μπορþ ν' αρνηθþ üτι απü Ýνα μÝρος χÜρηκα που εßδα πως δεν Þτανε χρυσüς εκεßνο που εκεß ψηλÜ μας τýφλωνε απ' τη λÜμψη, που εßδα πως η ρÜχη του γερακιοý δεν Þτανε παρÜ σταχτιÜ, üτι στα τρυφερÜ μÜγουλα Þταν επÜνω ποýδρα, üτι τα λιμαρισμÝνα νýχια μποροýν να 'χουν πÝνθος, üτι το μαντÞλι Þταν βρþμικο κι ας μýριζε αρþματα-! Αλλ' απ' το Üλλο μÝρος πüνεσα που εßδα πως αυτü που επιζητοýσα δεν Þτανε ψηλþτερο, δεν Þτανε στÝρεο, πüνεσα που σας εßδα να πÝφτετε τüσο χαμηλÜ, þστε να στεκüσαστε πολý πιο κÜτω απü τη μαγεßρισσÜ σας, πüνεσα που εßδα πως χτυπιοýνται απü τη βροχÞ τα φθινοπωρινÜ λουλοýδια, πως πÝφτουνε και μεταβÜλλονται σε βüρβορο.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΜιλÜτε σα να στεκüσαστε απü τþρα πιο πÜνω απü μÝνα.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Το κÜνω κιüλας; ΒλÝπετε εγþ μπορþ να σας κÜνω κÜποτε κοντÝσσα, ενþ εσεßς δεν μπορεßτε να κÜνετε εμÝνα κüντε ποτÝ.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ¢λλÜ εγþ γεννÞθηκα απü κüντε κι εσεßς δεν μπορεßτε να το 'χετε ποτÝ.
ΓΙ¢ΝΝΗΣ: Αυτü εßναι αλÞθεια, αλλÜ εγþ μπορþ ο ßδιος να γεννÞσω κüντε, αν-...
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΑλλÜ εσεßς εßστε Ýνας κλÝφτης κι εγþ δεν εßμαι.
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΚλÝφτης δεν εßναι το χειρüτερο! ΥπÜρχουνε και χειρüτερα πρÜγματα. Κι Ýπειτα, üταν υπηρετþ σ' Ýνα σπßτι θεωροýμαι κÜπως μÝλος της οικογÝνειας, σαν παιδß του σπιτιοý και δεν θεωρεßται κλοπÞ üταν το παιδß κüψει Ýνα σταφýλι απü τα κλωνÜρια που γÝρνουν απü το βÜρος του καρποý. (Το πÜθος του ξυπνÜ πÜλι).  Δεσποινßς Τζοýλια, εßστε μια θεσπÝσια γυναßκα, πÜρα πολý καλÞ, για Ýναν Üνθρωπο σαν κι εμÝνα! ΠÝσατε θýμα ενüς μεθυσιοý και θÝλετε να κρýψετε το σφÜλμα σας με την ιδÝα üτι μ' αγαπÜτε. Δεν μ' αγαπÜτε üμως Þ Ýστω σας σαγÞνευσε ßσως μüνο το εξωτερικü μου -και τüτε ο ÝρωτÜς σας δεν εßναι καλλßτερος απü τον δικü μου, αλλÜ δεν μπορþ ποτÝ ν' αρκεστþ να εßμαι για σας μüνο το κτÞνος και την αγÜπη σας δεν μπορþ να τη κερδßσω.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Εßστε τüσο σßγουρος γι\ αυτü;
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΘÝλετε να πεßτε πως μπορεß και να συμβεß κÜποτε; Εγþ θα μποροýσα να σας αγαπÞσω κÜποτε, ναι, δεν χωρεß αμφιβολßα: Εßστε üμορφη, εßστε ειλικρινÞς (τη πλησιÜζει και πιÜνει το χÝρι της), εßστε μορφωμÝνη, γλυκειÜ üταν το θÝλετε κι αν μια φορÜ εξεγεßρετε τη πεθυμιÜ ενüς Üντρα, δε σβÞνει πια ποτÝ (Την αγκαλιÜζει). Εßστε σαν το φλογισμÝνο κρασß κι Ýνα φιλß απü σας - (προσπαθεß να τη παρασýρει Ýξω, προς τα αριστερÜ, αλλ' εκεßνη του ξεφεýγει).
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΑφÞστε με. Δεν με καταφÝρνετε Ýτσι.
ΓΙΑΝΝΗΣ:Πþς λοιπüν; ¼χι Ýτσι, üχι με χÜδια και χßλια ωραßα λüγια; ¼χι και με ωραßα σχÝδια για το μÝλλον και σωτηρßα απü το αßσχος! Πþς λοιπüν;
ΤΖΟΥΛΙΑ: Πþς Πþς, δεν ξÝρω! Δε θα γßνει ποτÝ. Σας σιχαßνομαι σαν τους ποντικοýς, αλλÜ δεν μπορþ να εßμαι χωρßς εσÜς.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Να φýγετε μαζß μου.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Να φýγω; Ναι, βÝβαια να φýγουμε! ΑλλÜ εßμαι τüσο κουρασμÝνη! Δþστε μου Ýνα ποτÞρι κρασß. (Ο ΓιÜννης βÜζει Ýνα ποτÞρι κρασß κι η Τζοýλια κοιτÜ το ρολüι). ΑλλÜ πρÝπει πρþτα να 'χουμε λßγο χρüνο ακüμα. (ΑδειÜζει το ποτÞρι ως το πÜτο και του το δßνει να της το ξαναγεμßσει).
ΓΙΑΝΝΗΣ: Μη πßνετε τüσο πολý, θα μεθýσετε.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Και τß πειρÜζει;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Τß πειρÜζει; Εßναι πρüστυχο να μεθÜ κανεßς. Τß θÝλετε λοιπüν να μου πεßτε;
ΤΖΟΥΛΙΑ: Να φýγουμε! ΑλλÜ πρþτα να μιλÞσουμε, δηλαδÞ εγþ να μιλþ γιατß σεις μιλοýσατε τüσην þρα. διηγηθÞκατε τη ζωÞ σας και τþρα θα διηγηθþ κι εγþ τη δικÞ μου κι Ýτσι γνωριζüμαστε καλλßτερα, πριν τραβÞξουμε μαζß τον ßδιο δρüμο.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Μια στιγμÞ με συγχωρεßτε! ΣκεφτÞτε πριν μου εκθÝσετε τα μυστικÜ της ζωÞς σας, μη μετανιþσετε μετÜ.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Δεν εßστε φßλος μου;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ναι, κÜποτε. ΑλλÜ μη μου εμπιστευτεßτε τßποτα.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ¸τσι το λÝτε κι Ýπειτα τα μυστικÜ μου τα ξÝρει üλος ο κüσμος. Ακοýστε λοιπüν: η μητÝρα μου δεν εßχε καμμιÜν ευγενικÞ καταγωγÞ, ανατρÜφηκε με ιδÝες περß ισüτητας κι ελευθερßας της γυναικüς κι Üλλα τÝτοια κι εßχε απÝχθεια στο γÜμο. ¼ταν τη ζÞτησε ο πατÝρας μου, απÜντησε πως δε θα γßνει ποτÝ γυναßκα του -αλλ' ýστερα Ýγινε. ¹ρθα στον κüσμο εγþ, παρÜ την επιθυμßα της μητÝρας μου καθþς κατÜλαβα. ¹θελε üμως ν' ανατραφþ κατÜ φýσιν, να γßνω παιδß της φýσης κι ακüμα Þθελε να μÜθω üλα üσα μαθαßνουνε τ' αγüρια, για να γßνω παρÜδειγμα üτι κι η γυναßκα μπορεß κÜλλιστα να γßνει üπως ο Üντρας. Φοροýσα αγορßστικα ροýχα κι Ýμαθα να περιποιοýμαι Üλογα. Δεν Þθελε üμως να πÜω στο κτÞμα. ¹θελε να ξυστρßζω και να ζεýγω τ\' αλογα και να πηγαßνω κυνÞγι εδþ κι εκεß, μÜθαινα μÜλιστα και δουλειÝς του χωραφιοý και στο κτÞμα δßνανε γυναικεßες δουλειÝς στους Üντρες και αντρικÝς στις γυναßκες, με αποτÝλεσμα να πÝσει Ýξω το κτÞμα και μεις να γßνουμε ο περßγελως σε üλα τα περßχωρα. ΕπιτÝλους λýθηκαν τα μÜγια στον πατÝρα μου κι επαναστÜτησε, γιατß üλα μεταβλÞθηκαν σýμφωνα με τις επιθυμßες του. Η μητÝρα μου αρρþστησε, -τß αρρþστια δεν ξÝρω- αλλÜ υπÝφερε πολý και συχνÜ απü σπασμοýς. κρυβüτανε στο υπüγειο και στον κÞπο κι Ýμενε νýχτες ολüκληρες στο ýπαιθρο. Τüτε Ýγινε η μεγÜλη πυρκαúÜ που θ' ακοýσατε φαντÜζομαι. Σπßτια, αποθÞκες, στÜβλοι, üλα καÞκανε και μÜλιστα με συνθÞκες που μαρτυροýσαν εμπρησμü, γιατß το ατýχημα Ýγινε ακριβþς την απüμενη μÝρα που τÝλειωνε η ασφÜλεια κι η ανανÝωσÞ της δεν πρüφτασε να πÜει εγκαßρως. απü αμÝλεια του κομιστÞ. (Γεμßζει το ποτÞρι και πßνει).
ΓΙΑΝΝΗΣ: Μη πßνετε Üλλο!
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ω τß πειρÜζει; Μεßναμε που λες Üστεγοι και κοιμüμαστε στ' αμÜξια. Ο πατÝρας δεν Þξερε απü ποý να πÜρει χρÞματα, για να ξαναχτßσουμε το σπßτι μας. Τüτε τονε συμβουλεýει η μητÝρα να πÜει σ' Ýναν εργοστασιÜρχη εδþ κοντÜ, που γνþριζε αυτÞ και να πÜρει δÜνειο. Ο πατÝρας το πÞρε, δεν του ζητÞσανε τüκο üμως, πρÜγμα που τον εξÝπληξε πολý. (Ξαναπßνει). ΞÝρετε ποιüς Þταν ο εμπρηστÞς του σπιτιοý μας;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Η κυρßα μητÝρα σας.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΞÝρετε τß Þτανο εργοστασιÜρχης;
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΕραστÞς της μητÝρας σας.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΞÝρετε τßνος Þτανε τα χρÞματα;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Για σταθεßτε... üχι! Αυτü δεν το ξÝρω.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Της μητÝρας μου,
ΓΙΑΝΝΗΣ: Και του πατÝρα σας συνεπþς, εκτüς κι αν ζοýσανε χωριστÜ.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ¼χι αυτü δεν το κÜνανε! Η μητÝρα μου εßχε μια μικρÞ περιουσßα, αλλÜ δεν θÝλησε να τη δþσει του πατÝρα μου να τη διαχειριστεß και τη κατÝθεσε στον εραστÞ της.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Που τηνε σοýφρωσε!
ΤΖΟ¾ΛΙΑ: Ακριβþς! Τη κατακρÜτησε! ¼λ' αυτÜ τα 'μαθε ο πατÝρας μου, δεν μποροýσε üμως να πÜει στα δικαστÞρια, δεν μποροýσε να μη πληρþσει τον εραστÞ της συζýγου του, δεν μποροýσε ν' αποδεßξει πως τα χρÞματα Þτανε της γυναßκας του. Αυτü Þταν η εκδßκηση της μτÝρας μου γιατß της πÞρε τη διοßκηση του σπιτιοý. Ο πατÝρας μου τüτε εßχε σκεφτεß ν' αυτοκτονÞσει! ΛÝγανε μÜλιστα πως αποπειραθηκε μα απÝτυχε! ¸μεινε λοιπüν στη ζωÞ και πλÞρωνε τ' αντßποινα των πρÜξεþν της. ¹ταν Üσχημος καιρüς για μÝνα τüτε, μπορεßτε να το φανταστεßτε. Συμπαθοýσα τον πατÝρα μου, αλλÜ Ýπαιρνα το μÝρος της μητÝρας μου γιατß δεν Þξερα πως εßχανε τα πρÜγματα. Απü κεßνην Ýμαθα να δυσπιστþ και να μισþ τους Üντρες -γιατß αυτÞ μισοýσε τους Üντρες, üπως εßχα ακοýσει- και της ορκßστηκα να μη γßνω ποτÝ η σκλÜβα ενüς Üντρα.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Κι Ýπειτα αρραβωνιαστÞκατε με τον Κρüνμποτ.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ακριβþς, γιατß απλþς Ýπρεπε να γßνει σκλÜβος δικüς μου.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Και δεν Þθελε;
ΤΖΟΥΛΙΑ: ºσως να 'θελε, μα δεν το κατÝφερε. Τονε βαρÝθηκα.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Το 'δα, στο σταýλο.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Τß εßδατε;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Πþς διÝλυσε τον αρραβþνα.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Αυτü εßναι ψÝμμα! Εγþ διÜλυσα τον αρραβþνα. ΜÞπως εßπε τßποτα τÝτοιο αυτüς ο αχρεßος;
ΓΙΑΝΝΗΣ: :Δεν Þτανε καθüλου αχρεßος! Μισεßτε τους Üντρες, δεσποινßς Τζοýλια;
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ναι! ΠολλÝς φορÝς! ΑλλÜ κÜποτε üταν Ýρχεται η αδυναμßα... Ω! Πφου!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Μισεßτε λοιπüν και μÝνα;
ΤΖΟΥΛΙΑ: Δεν Ýχει üρια το μßσος μου για σας! Μπορþ να σας σκοτþσω σαν σκυλß-
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ο κακοýργος καταδικÜζεται αλλÜ το σκυλß σκοτþνεται.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Πολý σωστÜ.
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΑλλÜ δεν υπÜρχει εδþ κανÝνα σκυλß και κανÝνας κατÞγορος Þ κατηγοροýμενος. Τι θα κÜνουμε τþρα;
ΤΖΟΥΛΙΑ: Θα ταξιδÝψουμε.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Για να βασανßζουμε μÝχρι θανÜτου ο Ýνας τον Üλλο;
ΤΖΟΥΛΙΑ: ¼χι, για ν' απολαýσουμε δυο, τρßα χρüνια Þ üσο μπορÝσουμε, κι ýστερα να πεθÜνουμε.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Να πεθÜνουμε; Τüση βλακεßα! Τüτε εßναι προτιμþτερο ν' ανοßξουμε ξενοδοχεßο.
*ΤΖΟΥΛΙΑ: (Χωρßς ν' ακοýσει τον ΓιÜννη).  Στη λßμνη του Κüμο που 'ναι πÜντα Þλιος, που η δÜφνες εßναι πρÜσινες,τα Χριστοýγεννα κι οι πορτοκαλιÝς ολüχρυσες.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Στο Κüμο üλο βρÝχει και δεν εßδα αλλοý πορτοκÜλια, παρÜ στους μανÜβηδες. ΑλλÜ εßναι καλüς τüπος γιατß Ýχει πολλÝς βßλες που νοικιÜζονταισ' ερωτευμÝνα ζευγÜρια, βιομηχανßα εξüχως προσοδοφüρα, ξÝρετε γιατß; ΚÜνουνε συμβüλαιο για Ýξη μÞνες και φεýγουνε μετÜ τρεις βδομÜδες.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Γιατß μετÜ τρεις βδομÜδες;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Γιατß μαλλþνουνε φυσικÜ! ΑλλÜ το νοßκι üμως πληρþνεται! Κι Ýπειτα ξανανοικιÜζει κανεßς. Κι αυτü επαναλαμβÜνεται διαρκþς, γιατß Ýρωτας υπÜρχει μÝχρι συντÝλειας των αιþνων κι ας μη διαρκεß πολý.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Δεν θÝλετε να πεθÜνετε μαζß μου;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Δεν Ýχω καμμιÜν επιθυμßα να πεθÜνω! Πρþτα γιατß μ' αρÝσει η ζωÞ κι ýστερα γιατß θεωρþ την αυτοκτονßα ως Ýγκλημα προς τον Θεü, που μας τη χÜρισε.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Πιστεýετε στο Θεü εσεßς;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ναι εγþ βÝβαια. Και πηγαßνω κÜθε δεκαπÝντε, την ΚυριακÞ στην εκκλησßα. ΑλλÜ τþρα ειλικρινÜ σας λÝω, βαρÝθηκα πια και πηγαßνω στο κρεββÜτι μου.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ¸τσι; Και νομßζετε πως εßμαι ικανοποιημÝνη μ' αυτü; ΞÝρετε τß χρωστÜει Ýνας Üντρας σε μια γυναßκα που ατιμÜζει;

ΓΙΑΝΝΗΣ: (ΒγÜζει απ' το πορτοφüλι του Ýν αργυρü νüμισμα και το πετÜ στο τραπÝζι). Παρακαλþ, δεν θÝλω να χρωστÜω.
ΤΖΟΥΛΙΑ: (ΚÜνει σαν να μην Üκουσε την ýβρη του). ΞÝρετε τß ορßζει ο νüμος;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Δυστυχþς ο νüμος δεν ορßζει τßποτα για τη γυναßκα που ξελογιÜζει τον Üντρα.
ΤΖΟΥΛΙΑ: (¼πως πριν). Βρßσκετε εκτüς του ταξιδιοý, Üλλη διÝξοδο, να στεφανωθοýμε και να χωρßσουμε;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Κι αν αρνηθþ να παραδεχτþ τον δυσανÜλογο αυτü γÜμο;
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΔυσανÜλογο;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ναι, για μÝνα! ΒλÝπετε εγþ Ýχω καλλßτερους προγüνους απü σας, γιατß δεν Ýχω εμπρηστÝς στο γÝνος μου.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Μπορεßτε να το γνωρßζετε αυτü;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Εν πÜση περιπτþσει, δεν μπορεßτε να μου αποδεßξετε το ενÜντιο, γιατß δεν Ýχουμε γενεαλογικü δÝντρο, παρÜ μüνο το κατÜλογο της δημαρχßας. ΑλλÜ για το δικü σας διÜβασα σ' Ýνα βιβλßο που βρÞκα στο τραπÝζι του σαλονιοý. ΞÝρετε τß Þταν ο προπÜππος σας; ¸νας μυλωνÜς που κοντÜ στη γυναßκα του ο ΒασιλιÜς στον Δανικü πüλεμο, πÝρασε μια νýχτα ολÜκερη. ΤÝτοιους προγüνους Ýχετε κι εγþ δεν Ýχω καθüλου. αλλÜ πορþ να γßνω ο ßδιος.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Εγþ φταßω που Üνοιξα τη καρδιÜ μου σ' Ýνα τιποτÝνιο. που εξÝθεσα την οικογενειακÞ μου τιμÞ.
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΟικογενειακÞ ατιμßα θÝλετε να πεßτε! Να βλÝπετε; Εγþ σας το 'πα! ΒÝβαια δεν πρÝπει να πßνει κανεßς, γιατß ýστερα φλυαρεß! Και δεν πρÝπει να φλυαρεß κανεßς!
ΤΖΟΥΛΙΑ: Πως μετανοþ, ω! πως μετανοþ! ΤουλÜχιστον να μ' αγαποýσατε λιγÜκι...
ΓΙΑΝΝΗΣ: Για τελευταßα φορÜ, τß θÝλατε; ΠρÝπει ν' αρχßσω τα κλÜμματα; ΠρÝπει να πηδÞξω πÜνω απü το καμτσßκι; Να σας πÜρω για τρεις βδομÜδες στο Κüμο; Κι ýστερα τß πρÝπει να κÜνω; Τß θÝλετε; Αρχßζει να γßνεται βασανιστÞριο. Αυτü συμβαßνει üταν χþνει κανεßς τη μýτη του σε γυναικοδουλειÝς. Δεσποινßς Τζοýλια, βλÝπω πως εßστε δυστυχÞς, ξÝρω πως  υποφÝρετε, αλλÜ δεν μπορþ να σας καταλÜβω. Εμεßς δεν δημιουργοýμε τÝτοιες ιστορßες, δεν γνωρßζουμε μßση μεταξý μας! ΚÜναμε τον Ýρωτα σαν παιγνßδι, üταν η δουλειÜ μας αφÞνει καιρü για παιγνßδια, χωρßς να 'χουμε να διαθÝσουμε ολÜκερη μÝρα κι ολÜκερη νýχτα, γι' αυτÜ. Σας βλÝπω, εßστε Üρρωστη. Εßστε ωρισμÝνως Üρρωστη.
TZOYΛΙΑ: ΠρÝπει να 'στε καλüς μαζß μου, μιλÞστε σαν Üνθρωπος. ΒοθÞστε με, πεßτε μου τß να κÜνω, ποιü δρüμο να τραβÞξω;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Για τ'üνομα του Θεοý, τß να σας πω; ΞÝρω λι εγþ ο ßδιος;
ΤΖΟΥΛΙΑ: Παρασýρθηκα, Þμουνα τρελλÞ, αλλÜ σωτηρßα; Δεν υπÜρχει σωτηρßα;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Μεßνετε 'δω και να 'στε Þσυχη, κανεßς δεν ξÝρει τßποτε.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Οι Üνθρωποι Ýξω το ξÝρουνε κι  η Χριστßνα το ξÝρει.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Δεν ξÝρουνε τßποτα και ποιüς ποτÝ θα πßστευε τÝτοιο πρÜγμα.
ΤΖΟΥΛΙΑ: (Με δισταγμü). ΑλλÜ μπορεß να ξανασυμβεß.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Αυτü εßναι αλÞθεια.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Κι οι συνÝπειες;
ΓΙΑΝΝΗΣ: (ΤρομαγμÝνα). Οι συνÝπειες! Ποý εßχα το μυαλü μου, να μη το σκεφτþ αυτü; Ναι Ýνα μÝσον υπÜρχει μüνο -μακρυÜ απü 'δω. Κι αμÝσως! Εγþ δεν θα σας ακολουθÞσω, γιατß εßναι χαμÝνο το παν, αλλÜ να φýγετε μüνη σας, φýγετε -αδιÜφορο ποý.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Μüνη μου; Ποý να πÜω; Δεν μπορþ να το κÜνω αυτü.
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΠρÝπει να το κÜνετε. Και μÜλιστα πριν γυρßσει ο Κüντες. Αν γυρßσει ξÝρετε τß θα συμβεß. ¼ταν κÜνει κανεßς μια φορÜ το σφÜλμα. το ξανακÜνει, Ýπειτα εξοικειþνεται γιατß το αßσχος Ýγινε πια. ¾στερα, üσο πÜει γßνεται θρασýτερος, þσπου επιτÝλους τον ανακαλýπτουν. Φýγετε λοιπüν! ΓρÜψτε γργορþτερα στον Κüντε κι ομολογÞστε τα üλα, εκτüς üτι Þμουν εγþ! Κι ποτÝ δεν θα μαντÝψει πως εßμαι 'γω. Πιστεýω μÜλιστα πως οýτε θα ζητÞσει να μÜθει ποιüς Þταν.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Θα φýγω μüνον αν Ýρθετε κι εσεßς μαζß.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Δεν εßστε καλÜ, δεσποινßς Τζοýλια. Με τον υπηρÝτη σας να δραπετεýσετε; Μεθαýριο θα το 'χουν üλες οι εφημερßδες κι ο Κüντες δεν θα μπορÝσει να το αντÝξει αυτü.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Δεν μπορþ να φýγω!Δεν μπορþ να μεßνω! ΒοηθÞστε με! Εßμαι τüσο κουρασμÝνη, τüσο τρομερÜ κουρασμÝνη. ΔιατÜξτε με! Δþστε μου ζω´, γιατß δεν μπορþ να σκεφτþ, δεν μπορþ τßποτα να κÜνω.
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΒλÝπετε τþρα τß Üθλιο πλÜσμα που εßστε; Γιατß φουσκωνετε λοιπüν και σηκþνετε τη μýτη ψηλÜ σαν να εßστε ο κýριος της δημιουργßας; Εßναι λοιπüν καιρüς να σας διατÜξω! Πηγαßνετε ν' αλλÜξετε φορÝματα, εφοδιασθÞτε με χρÞματα και κατεβεßτε πÜλι εδþ.
ΤΖΟΥΛΙΑ: (Χαμηλüφωνα). ΕλÜτε μαζß μου επÜνω!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Στο δωμÜτιü σας; ΤρελλαθÞκατε πÜλι; (ΔιστÜζει προς στιγμÞν). ¼χι! πηγαßνετε: ΑμÝσως! (Τη πιÜνει απü το χÝρι και την οδηγεß Ýξω απü τη τζαμüπορτα).
ΤΖΟΥΛΙΑ: (Φεýγοντας). ΑλλÜ μßλα μου πιο μαλακÜ, ΓιÜννη!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Η διαταγÞ χτυπÜει πÜντα κÜπως απüτομα! ΚαταλÜβετÝ το κι εσεßς η ßδια τþρα. ΚαταλÜβετÝ το!
(Φεýγουν κι οι δυο. Ο ΓιÜννης ξαναγυρßζει κι αναστενÜζει σαν να ξαλÜφρωσε, κÜθεται στο τραπÝζι δεξιÜ και βγÜζει το σμειωματÜριü του, λογαριÜζει απü κÜπου-κÜπου δυνατÜ. Βουβü μιμικü παßξιμο).
ΧΡΙΣΤºΝΑ: Χριστüς και Παναγßα! Τß χÜλια εßναι αυτÜ εδþ; Τß Ýγινε δω μÝσα;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Η δεσποινßς Τζοýλια φþναξε üλους μÝσα... Τüσο βαθιÜ κοιμüσουνα που δεν Üκουσες τßποτα;
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: ΧαμπÜρι δεν πÞρα!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Και ντýθηκες απü τþρα για την εκκλησßα
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Ναι. Μου υποσχÝθηκες να με συνοδÝψεις εσý σÞμερα.

ΓΙΑΝΝΗΣ: Ναι καλÜ λες. Κι Ýχεις Ýτοιμο και το πουκÜμισü μου. ¸λα δω: (ΚÜθεται δεξιÜ. Του δßνει το Üσπρο πουκÜμισο και τη γραβÜτα και τον βοηθÜ να τη φορÝσει. Ακολουθεß παýση. Ο ΓιÜννης νυστÜζει φανερÜ).
ΓΙΑΝΝΗΣ: Και τß ευαγγÝλιο Ýχει σÞμερα;
ΧΡΙΣΤΙΝΑ. Θα λÝει για την αποκεφÜλιση του ¢γιου ΙωÜννου του Προδρüμου, φαντÜζομαι.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ου, θα διαρκÝσει πÜρα πολý; Αχ, με γρατζοýνισες. Πωπþ, Ýχω μια νýστα!
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Μα τß Ýκανες üλη νýχτα, Ýχεις κÜτι μοýτρα πρÜσινα!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Καθüμουν εδþ και μιλοýσαμε με τη δεποινßδα Τζοýλια.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: ΠοτÝ της αυτÞ δεν θα καταλÜβαινε τι πρÝπει να κÜνει και τß üχι. (Ακολουθεß παýση).
ΓΙΑΝΝΗΣ: Εú, Χριστßνα, Üκου δω!
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Τß;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Εßναι τüσο παρÜξενο, üταν κανεßς το σκÝπτεται...
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Τß πρÜγμα εßναι παρÜξενο;
ΓΙΑΝΝΗΣ: ¼λα. (Ακολουθεß νÝα παýση. Η Χριστßνα βλÝπει το ποτÞρι μισοÜδειο πÜνω στο τραπÝζι).
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: ¹πιατε και μαζß;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ναι!
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Πουφ! ΚοßταξÝ με στα μÜτια!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Να!
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Εßναι δυνατüν; Εßναι δυνατüν;
ΓΙΑΝΝΗΣ: (¾στερα απü λßγη σκÝψη). Ναι εßναι.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Πφφ... ΠοτÝ δεν θα το πßστευα... ¼χι!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Δεν τη ζηλεýεις, ε;
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: ¼χι, üχι αυτÞν! Αν Þταν η ΚλÜρα Þ η Σοφßα ναι! Το κακüμοιρο το κορßτσι! ¼χι δε θα μεßνω πια εδþ, üταν δεν μπορþ να χω πια σεβασμü στ' αφεντικÜ...
ΓΙΑΝΝΗΣ: Και γιατß πρÝπει να 'χουμε σεβασμü;
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Αυτü ρωτÜς εμÝνα εσý, που εισαι τüσο πονηρüς; Θα ´θελες να υπηρετεßς ανθρþπους που φÝρονται ανÞθικα; Ντροπιαζüμαστε κι εμεßς οι ßδιοι τüτε, μου φαßνεται.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ναι αλλÜ ωστüσο μια παρηγοριÜ για μας, που οι Üλλοι δεν εßναι καλλßτεροι απü μας.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: ¼χι αυτü δεν εßναι σωστü, γιατß αν δεν εßναι αυτοß καλλßτεροι, τüτε δεν Ýχει καμμιÜν αξßα να προσπαθοýμε να γßνουμε και μεις σαν τον καλü κüσμο. ΣκÝφτομαι τον Κüντε! ΣκÝφτομαι πüσες λýπες πÝρασε στη ζωÞ του! ¼χι δεν θÝλω να μεßνει περισσüτερο σε τοýτο το σπßτι: Και μ' Ýνα τÝτοιο, σαν εσÝνα! θα Þταν ακüμα ο Κρüμποτ, αν Þταν καλλßτερος Üνθρωπος.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Τß θα πει αυτü;
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Ναι κι εσý καλü παιδß εßσαι αλλÜ πÜντα υπÜρχει μεγÜλη διαφορÜ ανθρþπου με Üνθρωπο -üχι ποτÝ δεν θα το λησμονÞσω αυτü. Η δεσποινßς Τζοýλια που Þτανε τüσο περÞφανη, τüσον απüτομη με τους Üντρες, þστε δεν μποροýσα ποτÝ να σκεφτþ πως θα παραδοθεß σε κÜποιον κι ýστερα να δοθεß σ' Ýνα τÝτοιο σαν κι εσÝνα! ΑυτÞ που 'θελε να σκοτþσει τη κακομοßρα τ ΔιÜνα, γιατß πÞγε με το μαντρüσκυλο! Αυτü θα το 'χω να το μολογÜω! ΑλλÜ εδþ δεν μÝνω περισσüτερο εγþ, στις εικοσιτÝσσερεις Οκτþβρη φεýγω.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Κι ýστερα;
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: ¾στερα να κοιτÜξεις για πουθενÜ αλλοý κι εσý, γιατß Ýφτασε ο καιρüς που θα παντρευτοýμε.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ναι, αλλÜ ποý θα 'βρω καλÞ θÝση. ΤÝτοια θÝση δεν τη ξαναβρßσκω, αν νυμφευτþ.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: ΦυσικÜ δεν μπορεßς να πÜρεις τÝτοια θÝση, αλλÜ μπορεßς να κοιτÜξεις κÜπου για πορτιÝρης Þ να πÜρεις καμμιÜ θÝση υπηρÝτη σε δημüσιο κατÜστημα. Ο μισθüς δεν εßναι πολýς, αλλÜ γυναßκα και παιδιÜ παßρνουν ýστερα σýνταξη.
ΓΙΑΝΝΗΣ: (Με γκριμÜτσα). Αυτü εßναι σχετικÜ θαυμÜσιο, αλλÜ δεν ταιριÜζει στο χαρακτÞρα μου, να σκεφτþ αμÝσως να πεθÜνω για γυναßκες και παιδιÜ. Κι οφεßλω να ομολογÞσω πως Ýχω πρÜγματι υψηλüτερους στüχους.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Καλοß εßναι οι στüχοι σου, αλλÜ Ýχεις κι υποχρεþσεις. ΣκÝψου αυτÞν.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Μη με σκοτßζεις με τις υποχρεþσεις μου. ΞÝρω πολý καλÜ τß Ýχω να κÜνω. (Ακοýει προς τα Ýξω). ¸χουμε καιρü να τα ποýμε αυτÜ, πÞγαινε τþρα μÝσα να ετοιμαστεßς να πÜμε στην εκκλησßα.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Ποιüς περπατÜει πÜνω κÜτω, ακοýς;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Δεν ξÝρω, η ΚλÜρα μπορεß να εßναι.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: (Φεýγοντας). Μπορεß να Þρθε ο Κüντες χωρßς να τονε πÜρουμε χαμπÜρι.
ΓΙΑΝΝΗΣ: (ΤρομαγμÝνος). Ο Κüντες; ¼χι, δεν νομßζω. θα χτýπαγε το κουδοýνι.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: ¸νας Θεüς ξÝρει. ΠοτÝ δεν ξανÜκουσαν τÝτοιο πρÜγμα τ' αυτιÜ μου. (Φεýγει οριστικÜ απü δεξιÜ).
     (Ο Þλιος εν τω μεταξý ανÜτειλλε και φþτισε σιγÜ-σιγÜ τις κορυφÝς των δÝντρων Ýξω στο πÜρκο, οι ακτßνες προχωροýν λοξÜ ως üτου πÝτφτουν μες στο δωμÜτιο, απü το παρÜθυρο. Ο ΓιÜννης πηγαßνει στη τζαμüπορτα και κÜνει νüημα. Η Τζοýλια μπαßνει με φüρεμα ταξιδιοý, στο χÝρι κρατÜ Ýνα μικρü κλουβß σκεπασμÝνο με πετσÝτα και το αφÞνει πÜνω σε μια καρÝκλα).
ΤΖΟ¾ΛΙΑ: ¸τοιμη εßμαι.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Σουτ, η Χριστßνα εßναι ξýπνια.
ΤΖΟΥΛΙΑ: (ΠÜρα πολý ταραγμÝνη σ' üλη την επüμενη σκηνÞ). ΚατÜλαβε τßποτα;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Δεν ξÝρει τßποτε, αλλÜ ΘεÝ μου, πþς εßσαστε Ýτσι;
ΤΖΟΥΛΙΑ: Πþς, πως εßμαι;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Εßστε κατακßτρινη σαν πεθαμÝνη και με το συμπÜθειο, Ýχετε μουτζοýρες στο πρüσωπο.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Δþστε μου νερü λοιπüν. ¸τσι! (Πηγαßνει στο νιπτÞρα και πλÝνει το πρüσωπο και τα χÝρια της). Δþστε μου μια πετσÝτα. Αχ βγÞκε ο Þλιος!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Και φεýγουν τα φαντÜσματα.
ΤΖΟ¾ΛΙΑ: Απüψε πρÜγματι Þτανε φαντÜσματα. ΓιÜννη ÜκουσÝ με: Ýλα μαζß μου, Ýχω χρÞματα!
ΓΙΑΝΝΗΣ: (ΔιστÜζοντας). ΑρκετÜ;
ΤΖΟΥΛΙΑ:. ΑρκετÜ για την αρχÞ. ¸λα μαζß μου. Δεν μπορþ να ταξιδÝψω τÝτοια μÝρα μüνη. Για σκÝψου μüνο, τη μÝρα του ¢η-Γιαννιοý, σ' Ýνα πνιγηρü τραßνο, να στριμþχνεσαι μ' Ýνα σωρü κüσμο που σε τρþει με τα μÜτια και να περιμÝνεις þρες ολüκληρες σε σταθμοýς ενþ θες να φýγεις, να φýγεις... Οχι δεν μπορþ! δεν μπορþ... Κι ýστερα -οι αναμνÞσεις- οι αναμνÞσεις τ' ¢η Γιαννιοý στα παιδικÜ μου χρüνια με την εκκλησßα στολισμÝνη με κλαριÜ σημýδας και κουφοξυλιÜς, το μεσημεριανü τραπÝζι στρωμÝνο για φßλους και συγγενεßς και το απüγεμα στο πÜρκο, μουσικÞν, χορüς, παιχνßδια, Ω... üσο μακρυÜ κι αν φεýγεις, σ' ακολουθοýνε οι αναμνÞσεις, τρυπþνουν απü παντοý και μαζß η θλßψη, η μεταμÝλεια!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Θα 'ρθω μαζß σας, αλλÜ τþρα, στη στιγμÞ, πριν εßναι πολý αργÜ. Εμπρüς πÜμε.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΕτοιμÜσου λοιπüν. (παßρνει το κλουβß).
ΓΙΑΝΝΗΣ: Κι üχι αποσκευÝς για να μη προδοθοýμε.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ναι, σωστÜ. Μüνον üσες μποροýμε να πÜρουμε μαζß μας στο βαγüνι.
ΓΙΑΝΝΗΣ: (παßρνοντας το καπÝλο του) Τι εßναι αυτü; Τι διÜβολο Ýχει εκεß μÝσα;
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ο σπßνος μου εßναι. Δεν θα 'θελα να τον αφÞσω.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ω, για τ' üνομα του Θεοý! Θα κουβαλÜμε κι Ýνα κλουβß μαζß μας. ΠαρÜτα το.
TZOYΛIA: Εßναι το μüνο πρÜγμα που θÝλω να πÜρω μαζß μου. Εßναι το μüνο ζωντανü πλÜσμα που μ' αγαπÜ αφüτου η ΛιÜνα με πρüδωσε. ΓιÜννη, μην εßσαι τüσο σκληρüς, Üσε με να το πÜρω μαζß μου.
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΑφÞστε το εδþ σας λÝω και μη φωνÜζετε τüσο θα σας ακοýσει η Χριστßνα.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ¼χι, δεν τ' αφÞνω σε ξÝνα χÝρια. Θα προτιμοýσα να το σκοτþσω.
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΕντÜξει. Δþστε το σε μÝνα να του στρßψω το λαιμü.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Να μην πονÝσει μüνο. Σας παρακαλþ να μην το πονÝσετε. Δεν θα το αντÝξω.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Εγþ το αντÝχω. Δþστε το σε μÝνα.
ΤΖΟΥΛΙΑ: (παßρνοντας το πουλß απ' το κλουβß, το φιλÜει). Ω, μικρÞ, φτωχÞ ψυχοýλα! Θα μου πεθÜνεις τþρα για χÜρη της κυρÜς σου;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Να χαρεßτε αφÞστε τþρα τις σκηνÝς. Εδþ πρüκειται για το μÝλλον σας, για τη ζωÞ σας. Ας βιαστοýμε! (αρπÜζει το πουλß απ' τα χÝρια της, παßρνει το μαχαßρι του κρÝατος, προχωρεß προς το ξýλο, που λιανßζουν τα κρÝατα. Η Τζοýλια γυρßζει τις πλÜτες). Θα 'πρεπε να εßχατε μÜθει να σφÜζετε κοτüπουλα παρÜ να μου πυροβολεßτε στο βρüντο με το πιστüλι... (δßνει μßα με το μαχαßρι) και τüτε δε θα λιποθυμοýσατε με μια σταγüνα αßμα.
ΤΖΟΥΛΙΑ: (κραυγÜζοντας). ΣκüτωσÝ με! Σκüτωσε και μÝνα! Εσý που σφÜζεις Ýνα αθþο πλασματÜκι χωρßς να σε νοιÜζει διüλου. Ω, σε μισþ, σε σιχαßνομαι. Αßμα μπÞκε τþρα ανÜμεσÜ μας. ΚατÜρα στην þρα που σÞκωσα τα μÜτια μου πÜνω σου! ΚατÜρα στην þρα που μ' Ýπιασε στη μÞτρα η μÜνα μου.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Τß βγαßνει με τις κατÜρες; ¸λα πÜμε!
ΤΖΟΥΛΙΑ: (Σα να τραβιÝται απü το αßμα και προχωρεß προς το ξýλο üπου σφÜχτηκε ο σπßνος της). ¼χι δε φεýγω τþρα. Δε μπορþ! ΠρÝπει να ιδþ- Σσσ! ¸να αμÜξι εßναι Ýξω! (ακροÜζεται ενþ τα μÜτια της εßναι στυλωμÝνα αδιÜκοπα στο ξýλο και στο μαχαßρι το ματωμÝνο). Νüμισες πως δεν μπορþ να δω αßμα; Νüμισες πως εßμαι Ýτσι αδýναμη; Ω πþς θα το 'θελα να ιδþ το αßμα σου, τα μυαλÜ σου χυμÝνα πÜνω σ' αυτü το ξýλο. ¼λα τα ανδρικÜ σου μÝλη να κολυμπÜνε μÝσα στο αßμα. Ω, θα μποροýσα να Ýπινα μÝσα απü το καýκαλü σου, πüσο θα χαιρüμουνα να τσαλαβουτÞσω τα πüδια μου μÝσα στα σπλÜχνα σου και να φÜω την καρδιÜ σου Ýτσι καθþς θα την ξεροτηγÜνιζα. ΘÜρρεψες πως σ' αγαπþ γιατß η μÞτρα μου τρελÜθηκε και θÝλησε το σπüρο σου. Και νομßζεις πως θα κρατÞσω το Ýμβρυü σου μÝσα στα σπλÜχνα μου και θα το θρÝψω με το αßμα μου - να το γεννÞσω και να πÜρω τ' üνομÜ σου! Και ποιο εßναι τ' üνομÜ σου; Σßγουρα δε θÜ 'χεις üνομα! Και να γßνω εγþ η Κυρßα του ΠορτιÝρη Þ η Κυρßα του ΣκουπιδιÜρη! Σκýλε εσý, με το λουρß μου γýρω στο λαιμü σου, εσý λακÝ, που Ýχεις τα οικüσημÜ μου στα μανικÝτια σου. Εγþ να σε μοιραστþ με τη μαγεßρισσα μου, να γßνω αντßζηλος της δοýλας μου! Ωχ! Νüμισες πως εßμαι μια δειλÞ και θα 'θελα να το σκÜσω μαζß σου. ¼χι, τþρα θα σταθþ εδþ κι ας χαλÜσει üλος ο κüσμος!... Θα γυρßσει ο πατÝρας μου, θα βρει το συρτÜρι του σπασμÝνο και τα λεφτÜ του παρμÝνα! Θα χτυπÞσει το κουδοýνι, αυτü εκεß πÜνω, δυο φορÝς για το λακÝ του, ýστερα θα ειδοποιÞσει την αστυνομßα και γω θα του τα πω üλα. ¼λα! Ω, να τÝλειωναν Ýτσι üλα αυτÜ! Αν μποροýν ποτÝ να τελειþσουν! Ναι, θα του 'ρθει αποπληξßα και θα πεθÜνει. ¸τσι θα τÝλειωναν üλα και θα 'ρχüτανε η γαλÞνη, η γαλÞνη, η αιþνια ανÜπαυση! Και τα οικüσημα θα σπÜσουνε πÜνω στο φÝρετρο οι τßτλοι θα εξαλειφθοýν κι ο γüνος του δοýλου θα ριχτεß μÝσα σ' Ýνα ορφανοτροφεßο για να δρÝψει τις δÜφνες του νεροχýτη και να τελειþσει στη φυλακÞ!
( Η Χριστßνα ντυμÝνη για την εκκλησßα, με το προσευχητÜρι, βγαßνει απü το δεξιü μÝρος).

ΤΖΟΥΛΙΑ: (ΤρÝχει προς το μÝρος της, πÝφτει στα χÝρια της σα να ζητÜ προστασßα). Σþσε με Χριστßνα, σþσε με απü αυτüν τον Üνθρωπο.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: (Ακßνητη και κρýα). Τß φωνÝς εßναι αυτÝς χρονιÜρα μÝρα. (ΒλÝπει το ξýλο του κρÝατος). Τß βρωμßσατε τον κüσμο εδþ μÝσα! Τß σημαßνουν αυτÜ; Γιατß ξεφωνßζετε Ýτσι και σκανδαλßζετε üλο τον κüσμο;
ΤΖΟΥΛΙΑ: Εßσαι γυναßκα και φßλη μου! ΦυλÜξου απ' αυτüν τον αχρεßο!
ΓΙΑΝΝΗΣ: (Λßγο δειλÜ και σκοτισμÝνα). Αν οι κυρßες θÝλουν να συζητÞσουν, εγþ πηγαßνω να ξυρισθþ (Εξαφανßζεται δεξιÜ).
ΤΖΟ¾ΛΙΑ: Θα με καταλÜβεις. ΠρÝπει να με ακοýσεις.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: ¼χι, δεν μπορþ να καταλÜβω τßποτα! Και γιατß φορÝσατε αυτü το φüρεμα και κεßνος πÞρε το καπÝλλο; Τß συμβαßνει;
ΤΖΟΥΛΙΑ: ¢κουσÝ με Χριστßνα, ÜκουσÝ με και θα σου τα πω üλα.
ΧΡΙΣΤºΝΑ: Δεν θÝλω να ξÝρω τßποτα.
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΠρÝπει να μ' ακοýσεις!
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Τß ν' ακοýσω; ΑυτÜ που κÜνατε με τον ΓιÜννη; Να, βλÝπετε üτι γι' αυτÜ δεν ενδιαφÝρομαι καθüλου. γιατß δεν θÝλω ν' ανακατωθþ. Αλλ' αν Ýχετε σκοπü να τον καταφÝρετε για να το σκÜσετε, τüτε θα σας κλεßσουμε το δρüμο.
ΤΖΟΥΛΙΑ: (ΦοβερÜ ταραγμÝνη). ΠροσπÜθησε να εßσαι Þρεμη, Χριστßνα κι ÜκουσÝ με! Δεν μπορþ να μεßνω, εδþ οýτε ο ΓιÜννης μπορεß, πρÝπει λοιπüν να φýγουμε.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Χμμ...
ΤΖΟΥΛΙΑ: Α μια τρομερÞ ιδÝα μου 'ρθε ξαφνικÜ: Αν ταξιδεýαμε μαζß κι οι τρεις στο εξωτερικü, στην Ελβετßα και να ανοßγαμε Ýνα ξενοδοχεßο; ¸χω χρÞματα, νÜτα, ο ΓιÜννης κι εγþ θα 'χουμε τη διεýθυνση και συ σκÝφτηκα ν' αναλÜβεις τη κουζßνα. Δεν θα 'ναι ωραßα; Πες τþρα ναι, Ýλα μαζß μας κι üλα διορθþνονται. Πες λοιπüν το ναι! (Την αγκαλιÜζει και τη χτυπÜ τρυφερÜ).
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: (Κρýα και σκεπτικÞ). Χμμ...
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΠοτÝ δεν βγÞκες Ýξω Χριστßνα, ποτÝ δεν ταξßδεψες -πρÝπει κι εσý να βγεις να δεις τον κüσμο. Δεν μπορεßς να φανταστεßς τß διασκεδαστικü πρÜγμα εßναι να ταξιδεýει κανεßς με το τραßνο -διαρκþς νÝα πρüσωπα, νÝοι τüποι κι üταν φτασουμε Αμβοýργο, θα κατεβοýμε να δοýμε τον ζωολογικü κÞπο- τß λες; Κι ýστερα στο Μüναχο, Ýχουμε να δοýμε μουσεßα που Ýχουν πßνακες του Ροýμπενς και του ΡαφαÞλ, οι δυο μεγαλýτεροι ζωγρÜφοι, ξÝρεις. Για το Μüναχο θ' Üκουσες, που Þταν ο βασιλιÜς Λουδοβßκος, ξÝρεις, ο βασιλιÜς που τρελλÜθηκε και θα πÜμε να δοýμε τα παλÜτια του -Ýχει παλÜτια παραμυθÝνια- κι απü κει δεν εßναι μακρυÜ η Ελβετßα, με τις ¢λπεις, σκÝψου, τις ¢λπεις καταχιονισμÝνες μÝσα στο καλοκαßρι και κει εßναι γεμÜτος ο τüπος απü πορτοκαλιÝς και δÜφνες που 'ναι πρÜσινες üλο το χρüνο-
(Ο ΓιÜννης φαßνεται στο δεξιü μÝρος, που ακονßζει Ýνα ξυρÜφι σ' Ýνα λουρß που το κρατÜ με τα δüντια, με το μυαλü στην συζÞτηση που ακοýει μ' ευχαρßστηση και κÜπου-κÜπου κÜνει επιδοκιμαστικÝς κινÞσεις).
ΤΖΟΥΛΙΑ: (Συνεχßζει να μιλÜ γρÞγορα) -κι ανοßγουμε κει Ýνα ξενοδοχεßο, εγþ κÜθομαι στο ταμεßο, ενþ ο ΓιÜννης υποδÝχεται τους ξÝνους, βγαßνει Ýξω, φροντßζει, γρÜφει γρÜμματα, -αυτü λÝγεται ζωÞ, πßστεψÝ με- ýστερα Ýρχεται το λεωφορεßο, χτυπÜνε τα κουδοýνια στο ξενοδοχεßο Þ στο εστιατüριο, κι εγþ γρÜφω τους λογαριασμοýς πιπερþνοντÜς τους λιγÜκι, δεν μπορεßς να φανταστεßς πüσο τρÝμουν οι Üνθρωποι üταν Ýρχεται η þρα να πληρþσουνε τους λογαριασμοýς! Και συ κÜθεσαι σαν κυρßα στη κουζßνα. Δεν θα στÝκεσαι φυσικÜ εσý η ßδια στο τζÜκι και θα 'σαι ντυμÝνη ωραßα και κομψÜ και θα παρουσιÜζεσαι στους ξÝνους και με το εξωτερικü σου -ναι δεν σε κολακεýω- μπορεßς μια μÝρα να παντρευτεßς! να πÜρεις Ýνα πλοýσιο ΕγγλÝζο, βλÝπεις -εßναι τüσο εýκολο να καταφÝρνει κανεßς (αρχßζει να μιλÜ πιο αργüσυρτα) τους ανθρþπους- κι ýστερα θα γßνουμε πλοýσιοι και χτßζουμε μια βßλλα στο Κüμο, φυσικÜ βρÝχει κι εκεß καμμιÜ φορÜ- αλλÜ (με üλο και πιο χαλαρü τüνο) κι ο Þλιος πιστεýω να φαßνεται κι εκεß κÜποτε κι ας εßναι και θολüς κι ýστερα... ýστερα μποροýμε να ταξιδÝψουμε... να γυρßσουμε πÜλι εδþ (παýση) εδþ Þ üπου αλλοý...
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Ακοýστε δεσποινßς Τζοýλια, τα πιστεýετε σεις η ßδια üλ' αυτÜ;
ΤΖΟΥΛΙΑ: (ΣυντριμμÝνη). Αν τα πιστεýω;
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Ναι!
ΤΖΟΥΛΙΑ: (ΚουρασμÝνα). Δεν ξÝρω, δεν πιστεýω γενικÜ σε τßποτα πια. (ΠÝφτει στον πÜγκο και βÜζει το κεφÜλι ανÜμεσα στα χÝρια της, πÜνω στο τραπÝζι). Σε τßποτα! Σε τßποτα απολýτως!
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: (ΣτρÝφει αριστερÜ που στÝκεται ο ΓιÜννης). ¸τσι λοιπüν, σκÝφτηκες να δραπετεýσεις!
ΓΙΑΝΝΗΣ: (ΝτροπιασμÝνος, βÜζει το ξυρÜφι πÜνω στο τραπÝζι). Να δραπετεýσω; Πολý βαρειÜ λÝξη! ¢κουσες τα σχÝδια της δεσποινßδας κι αν κι εßναι κουρασμÝνη ýστερα απü την Üγρυπνη νýχτα που πÝρασε μποροýν ωστüσο τα σχÝδιÜ της να γßνουν πραγματικüτητα.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: ¢κουσε δω, δικÞ σου ιδÝα Þταν να γßνω μαγεßρισσα τουτηνÞς εδþ-
ΓΙΑΝΝΗΣ: (Απüτομα). Σε παρακαλþ να μιλÜς καλλßτερα üταν μιλÜς για τη κυρßα σου! ΚατÜλαβες;
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Κυρßα μου;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ναι!
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: ¼χι, Üκου δω... Üκουσε λοιπüν!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Εσý ν' ακοýς, αυτü θα σου χρησßμευε πολý και να φλυαρεßς λιγüτερο! Η δεσποινßς Τζοýλια εßναι κυρßα σου και γι' αυτü που τη περιφρονεßς τþρα εσý, Ýπρεπε να περιφρονÞσεις πρþτα τον εαυτü σου.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Εßχα πÜντα για τον εαυτü μου την ιδÝα...-
ΓΙΑΝΝΗΣ: ¼τι μπορεßς να περιφρονεßς τον Üλλο;
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: ¼τι ποτÝ δεν θα πÝσω πιο κÜτω απü τη θÝση μου. ¸λα να πεις πως η μαγεßρισσα του Κüντε Ýκαμε κÜτι με το παιδß που φροντßζει τα ζþα, Þ με το βοσκü! ¸λα και πÝστο!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ναι, ü,τι Ýκανες το 'κανες με καθþς πρÝπει Üνθρωπο, σε αυτü εßχες πολý τýχη.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Ω βÝβαια,"καθþς πρÝπει Üνθρωπος" που πουλÜ του αφεντικοý του το σανü απü τον σταýλο!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Εσý τολμÜς να τα λες αυτÜ, που παßρνεις μßζα απü τον μπακÜλη και δωροδοκεßς το χασÜπη;
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Τß;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Και δεν μπορεßς να Ýχεις πια σεβασμü στη κυρßα σου; Εσý, εσý, εσý!
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: ¸λα τþρα μαζß μου στην εκκλησßα! ¾στερα απ' üσα γßνανε πολý θα σου χρησßμευε Ýνα κÞρυγμα.
ΓΙΑΝΝΗΣ: ¼χι δεν πηγαßνω σÞμερα στην εκκλησßα, μπορεßς να πας μüνη σου και να ξομολογηθεßς τις αμαρτßες σου.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Ναι αυτü θα κÜνω και θα γυρßσω με συγχþρεση και για σÝνα ακüμα. Ο Χριστüς Ýπαθε τüσα και πÝθανε στο σταυρü για τις αμαρτßες μας κι üταν προσευχüμαστε με πßστη και μετÜνοια, παßρνει πÜνω του üλες τις αμαρτßες μας.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Το πιστεýεις αυτü Χριστßνα;
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Το πιστεýω, üπως το üτι ζω. Το πιστεýω απü μικρü παιδß και την φýλαξα σ' üλη μου τη ζωÞ, αυτÞ τη πßστη, δεσποινßς Τζοýλια. Κι üταν ξεχειλßζουν οι αμαρτßες, εκεß Ýρχεται η Θεßα ΧÜρις.
ΤΖΟ¾ΛΙΑ: Αχ, αν εßχα τη πßστη σου! Αν, αν...-
ΧΡΙΣΤºΝΑ: Ναι βλÝπετε, δεν μπορεß ο καθÝνας να την Ýχει...-
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ποιüς την Ýχει λοιπüν;
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: Αυτü εßναι το μεγÜλο μυστικü της Θεßας ΧÜριτος, βλÝπετε δεσποινßς κι ο Θεüς δε λαμβÜνει υπüψη του πρüσωπα, αλλÜ οι πρþτοι θα γßνουν τελευταßοι...
ΤΖΟΥΛΙΑ: Τüτε λαμβÜνει υπüψη του τους τελευταßους -
ΧΡΙΣΤΙΝΑ: (Συνεχßζει). -... κι εßναι ευκολþτερο να περÜσει κÜμηλος μες απü τρýπα βελüνας παρÜ πλοýσιος να 'μπει στον παρÜδεισο! ΒλÝπετε Ýτσι εßναι δεσποινßς Τζοýλια. Τþρα εγþ φεýγω μüνη μου και καθþς θα περÜσω θα πω στο παιδß του σταýλου να μη δþσει κανÝνα Üλογο, αν ζητÞσει κανεßς πριν γυρßσει ο Κüντες στο σπßτι. Αντßο! (Φεýγει απü τη τζαμüπορτα).
ΓΙΑΝΝΗΣ: Τß διÜβολο μωρÝ! Ολ' αυτÜ για Ýνα σπßνο;
ΤΖΟΥΛΙΑ: (¢τονα). ΑφÞστε κατÜ μÝρος τον σπßνο. ΒλÝπετε καμμιÜ διÝξοδο; ΒλÝπετε κανÝνα τÝλος;
ΓΙΑΝΝΗΣ: (ΣκÝπτεται). ¼χι!
ΤΖΟΥΛΙΑ: Τß θα κÜνατε αν Þσασταν στη θÝση μου;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Στη θÝση σας, περιμÝνετε μια στιγμÞ. Αν Þμουν ευγενÞς, γυναßκα που ξÝπεσε; Δεν ξÝρω, üχι ξÝρω τþρα!
ΤΖΟΥΛΙΑ: (Παßρνει το ξυρÜφι και κÜνει μια κßνηση). ¸τσι!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ναι! ΑλλÜ εγþ δεν θα το 'κανα -προσÝξτε το καλÜ αυτü. Γιατß εßναι η διαφορÜ μεταξý μας.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Γιατß εσεßς εßστε Üντρας κι εγþ γυναßκα; Τß διαφορÜ εßναι αυτü;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Η ßδια διαφορÜ που εßναι μεταξý Üντρα και γυναßκας.
ΤΖΟΥΛΙΑ: (Με το ξυρÜφι στα χÝρια). ΘÝλω μα δεν μπορþ! Κι ο πατÝρας μου δεν μπüρεσε τüτε που Ýπρεπε να το κÜνει.
ΓΙΑΝΝΗΣ: ¼χι δεν Ýπρεπε να το κÜνει! ¸πρεπε πρþτα να εκδικηθεß!
ΤΖΟΥΛΙΑ: Και τþρα εκδικεßται πÜλι η μητÝρα μου με μÝνα!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Δεν αγαπÞσατε τον πατÝρα σας δεσποινßς Τζοýλια;
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ω, τρομερÜ αλλÜ κÜπως και τον μισοýσα για üλα. Μισοýσα χωρßς να το καταλαβαßνω. Αυτüς μ' Ýκανε να μισÞσω το φýλο μου, να γßνω μισÞ γυναßκα και μισüς Üντρας. Ποιüς φταßει γι' αυτü που Ýγινε; Ο πατÝρας, η μητÝρα, εγþ η ßδια; ΑλλÜ εγþ, δεν Ýχω εγþ. Δεν Ýχω οýτε μια σκÝψη που να μη την Ýχω πÜρει απü τον πατÝρα, οýτε Ýνα πÜθος που να μη το 'χω πÜρει απü τη μητÝρα και το τελευταßο -üτι üλοι οι Üνθρωποι εßναι Ýτσι- το πÞρα απü τον αρραβωνιαστικü μου -γι' αυτü τονε λÝω αχρεßο! ΑλλÜ τß θα γßνει τþρα με το δικü μου παρÜπτωμα; Ν' αποδþσω το σφÜλμα στο Χριστü, üπως κÜνει η Χριστßνα; ¼χι, εßμαι πολý περÞφανη γι' αυτü και πολý μυαλωμÝνη χÜρη στη διδασκαλßα του πατÝρα μου. Κι üτι Ýνας πλοýσιος δεν μπορεß να μπει στον παρÜδεισο, εßναι κι αυτü ψÝμμα κι η Χριστßνα που κρατÜ üσα χρÞματα παßρνει δεν θα μπει επßσης. Ποιüς φταßει για το σφÜλμα μου; Τß μας ενδιαφÝρει επιτÝλους, ποιüς; Εγþ δεν εßμαι που πρÝπει να βαστÜξω πÜνω μου και το σφÜλμα και τις συνÝπειες;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ναι, αλλÜ...- (ΧτυπÜ το κουδοýνι 2 φορÝς συνεχþς, η Τζοýλια πετÜγεται πÜνω, ο ΓιÜννης αλλÜζει γρÞγορα φüρεμα). ¹ρθε ο Κüντες. Σκεφτεßτε αν η Χριστßνα...- (Πηγαßνει πßσω στο τηλÝφωνο, χτυπÜει κι ακοýει).
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΠÞγε στο γραφεßο του;
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ο ΓιÜννης, κýριε Κüμη! (Ακοýει. Η φωνÞ του Κüντε δεν ακοýγεται üταν μιλÜ). ΜÜλιστα κýριε Κüμη. (Ακοýει). ΜÜλιστα κýριε Κüμη, αμÝσως. (Ακοýει). Πολý ευχαρßστως, κýριε Κüμη! (Ακοýει). ΜÜλιστα, σε μισÞ þρα.
TZOYΛΙΑ: (Με φοβερÞ αγωνßα). Τß εßπε; ΧριστÝ μου, τß εßπε;
ΓΙΑΝΝΗΣ: ΖÞτησε τις μπüττες του και τον καφÝ σε μισÞ þρα.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Σε μισÞ þρα λοιπüν! Ω εßμαι τüσο κουρασμÝνη. Δεν μπορþ να κÜνω τßποτα, δεν μπορþ να μετανιþσω, δεν μπορþ να φýγω, οýτε να μεßνω, οýτε να ζÞσω, οýτε να πεθÜνω! ΒοθÞστε με! ΔιατÜξτε με και θα υπακοýσω σα σκυλß! Δþστε μου τη τελευταßα σας υπηρεσßα, σþστε τη τιμÞ μου, σþστε τ' üνομÜ μου! ΞÝρετε τι πρÝπει να θÝλω, αλλÜ δεν θÝλω. Αν το θÝλετε σεις, διατÜξτε με να το κÜνω!
ΓΙΑΝΝΗΣ: Δεν ξÝρω, τþρα δεν μπορþ οýτε 'γω -δεν καταλαβαßνω μÞτε 'γω ο ßδιος τßποτα. Εßναι σαν να μη μ' αφÞνουν ετοýτα τα ροýχα να σας διατÜξω -κι αφ' üτου μου μßλησε ο Κüντες δεν μπορþ να εξγÞσω, κι üμως- α εßναι ο δοýλος, ο λακÝς που κÜθεται στο σβÝρκο! Μου φαßνεται πως αν ερχüτανε τþρα εδþ ο Κüντες και με διÜταξε να κüψω το λαιμü μου, θα το 'κανα στη στιγμÞ.

ΤΖΟΥΛΙΑ: ΚÜντε λοιπüν σα να 'στε σεις αυτüς κι εγþ εσεßς. Πριν μποροýσατε τüσο καλÜ να υποκρßνεστε üταν υποκλιθÞκατε μπροστÜ μου γονατιστüς, πως εßστε ιππüτης και δεν πÞγατε ποτÝ στο θÝατρο και δεν εßδατε ποτÝ πως μαγνητßζουν; (Ο ΓιÜννης γνÝφει καταφατικÜ). ΛÝει στο μÝντιουμ: πÜρε τη σκοýπα, και τη παßρνει, σκοýπισε, και σκουπßζει-
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ο Üλλος üμως πρÝπει να κοιμÜται.
ΤΖΟΥΛΙΑ: (ΕνθουσιασμÝνη). Κι εγþ κοιμÜμαι -üλος ο τüπος φαßνεται μπρος στα μÜτια μου σα να 'ναι γεμÜτος καπνü και σεις φαινüσαστε σα μια σιδερÝνια σüμπα, που μοιÜζει με Üντρα ντυμÝνο στα μαýρα και ψηλü καπÝλλο- και τα μÜτια σας λÜμπουνε σαν κÜρβουνα üταν σβÞνει η φλüγα και το πρüσωπü σας εßναι Üσπρο σαν τη στÜχτη. (Το φως του Þλιου Ýφτασε στο πÜτωμα και πÝφτει πÜνω στο ΓιÜννη). Εßναι τüσο ζεστÜ εδþ, τüσον ωραßα (Τρßβει τα χÝρια της σα να ζεσταßνεται σε φωτιÜ). Τüσο φως και τüση ησυχßα!
ΓΙΑΝΝΗΣ: (Παßρνει το ξυρÜφι και της το δßνει στο χÝρι). Να η σκοýπα! ΠÞγαινε τþρα που εßναι πια φως Ýξω στην αποθÞκη και...- (Της ψιθυρßζει κÜτι στο αυτß).
ΤΖΟΥΛΙΑ: (ΞυπνητÞ). Ευχαριστþ! Πηγαßνω τþρα ν' αναπαυθþ! ΑλλÜ πÝστε μου τþρα ακüμα κι üτι οι πρþτοι μποροýν να συμμεριστοýν τη Θεßα ΧÜρη. ΠÝστε το κι ας μη το πιστεýετε.
ΓΙΑΝΝΗΣ: Οι πρþτοι; 'Οχι, αυτü δεν μπορþ να το πω. ΑλλÜ σταθεßτε δεσποινßς Τζοýλια -ξÝρω. Εσεßς δεν ανÞκετε πια στους πρþτους, γιατß εßστε πιο κÜτω κι απ' τους τελευταßους!
ΤΖΟΥΛΙΑ: ΑλÞθεια! Εßμαι η τελευταßα, πιο κÜτω κι απ' τους τελευταßους! Ω, αλλÜ τþρα δεν μπορþ μÞτε να περπατÞσω. Πεßτε μου μια φορÜ ακüμα πως πρÝπει να πÜω!
ΓΙΑΝΝΗΣ: ¼χι τþρα, δεν μπορþ εγþ πια. Δεν μπορþ.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Κι οι πρþτοι θα γßνουν Ýσχατοι!
ΓΙ¢ΝΝΗΣ: Μη σκÝπτεστε! Μη σκÝπτεστε! Μου παßρνετε üλη τη δýναμÞ μου και γßνομαι δειλüς. Τß! Μου φαßνεται το κουδοýνι κουνιÝται. ¼χι! Να το στουπþσω με χαρτß! Τüσο να τρομÜζω με το χτýπημα του κουδουνιοý! Ναι αλλÜ δεν εßναι απλü κουδοýνι -κÜποιος κÜθεται απü πßσω- Ýνα χÝρι κουνιÝται και κÜτι Üλλο κουνÜει το χÝρι, αλλÜ κλεßστε ε' αυτιÜ σας. Ναι, αλλÜ χτυπÜει δυνατÜ! ΧτυπÜει þσπου να δþσουμε απÜντηση -κι ýστερα εßναι πολý αργÜ! Κι ýστερα - (ΧτυπÜει το κουδοýνι δυο φορÝς δυνατÜ. Ο ΓιÜννης τρομÜζει. ¾στερα σηκþνεται ορθüς). Εßναι φοβερü, αλλÜ δεν υπÜρχει Üλλη διÝξοδος! Πηγαßνετε!
( Η Τζοýλια πηγαßνει Ýξω απü τη τζαμüπορτα με σταθερü βÞμα...).


                                                   Τ Ε Λ Ο Σ


=========================================================

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ:















ΖΩΓΡΑΦΙΚ¹:












=========================================================

 

 

Web Design: Granma - Web Hosting: Greek Servers