ÐåæÜ

Ðïßçóç-Ìýèéá

Ï Dali & Åãþ

ÈÝáôñï-ÄéÜëïãïé

Äïêßìéá

Ó÷üëéá-Áñèñá

ËáïãñáöéêÜ

ÅíäéáöÝñïíôåò

ÊëáóóéêÜ

Áñ÷áßá Åëë Ãñáìì

ÄéáóêÝäáóç

ÐéíáêïèÞêç

ÅéêáóôéêÜ

Ðáãê. ÈÝáôñï

Ðëçñ-Ó÷ïë-Åðéêïéí.

Öáíôáóôéêü

Åñ. Ëïãïôå÷íßá

Ãëõðô./Áñ÷éô.

ÊëáóóéêÜ ÉÉ

 
 

Ó÷üëéá-Áñèñá 

ÄåñìéôæÜêçò ÌðÜìðçò: Ç Ëáúêüôçôá Ôçò ÊñçôéêÞò Ëïãïôå÷íßáò Â'

                  Η ΛΑÚΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

     ΘÝτουμε εδþ το ερþτημα που απ' αφορμÞ του γρÜφτηκε αυτü το βιβλßο, γιατß η ΚρητικÞ λογοτεχνßα κι üχι μüνο η Αναγεννησια­κÞ, αλλÜ κι αυτÞ του 16ου και 15ου αιþνα, Þταν τüσο λαúκÞ, γιατß αγκαλιÜστηκε τüσο πολý απü το λαü και μπÞκε στο στüμα του εßτε σαν αφÞγηση εßτε σαν τραγοýδι. Την απÜντηση θα την βροýμε αν ρßξουμε μια ματιÜ στην πολιτικÞ, οικονομικÞ και κοινωνικÞ ιστορßα της ΚρÞτης.

     Η ΚρÞτη απü το 1209 μÝχρι το 1669 βρισκüταν κÜτω απü την ενετικÞ κατοχÞ, üπως Ýχουμε Þδη αναφÝρει. Η κατοχÞ αυτÞ Þταν αρκετÜ πιεστικÞ, üπως μαρτυροýν οι αλλεπÜλληλες εξεγÝρσεις που συγκλüνισαν το νησß τους δýο πρþτους αιþνες της ενετικÞς κυριαρ­χßας. Και παρüλο που οι εξεγÝρσεις αυτÝς κüπασαν κατüπιν, αυτü δεν οφειλüταν τüσο στην Üμβλυνση της καταπßεσης Þ στην απογοÞ­τευση απü τις προηγοýμενες αποτυχßες, üσο στην απειλητικÞ εμφÜνιση των Τοýρκων. Η απελευθÝρωση θα εßχε νüημα μüνο με την ¸νωση της ΚρÞτης με την βυζαντινÞ αυτοκρατορßα, της οποßας η ανÜμνηση εßχε μεßνει ολοζþντανη στην ΚρÞτη, üπως μαρτυρεß χαρακτηριστικÜ το γεγονüς üτι στις επιγραφÝς για την ενθρüνιση κÜποιου επισκüπου Þ μητροπολßτη, δεν μνημονεýονταν οι σýγχρο­νοι ενετοß δüγηδες, αλλÜ οι βυζαντινοß αυτοκρÜτορες. ¼ταν üμως η αυτοκρατορßα Üρχισε να κλονßζεται, ιδιαßτερα δε Ýπειτα απü την κατÜλυση της το 1453, οι εξεγÝρσεις αυτÝς Ýχασαν το νüημα τους.

     Οι Ενετοß, üπως Þδη εßπαμε, Ýφεραν δικοýς τους αποßκους, στους οποßους μοßρασαν τßτλους και γαßες, και αν και οι ντüπιοι ευγενεßς δεν πειρÜχτηκαν (üταν μÜλιστα βρßσκονταν σε μεγÜλες οικονομικÝς δυσκολßες οι Ενετοß τους χÜριζαν τα χρÝη), οι χωρικοß υπÝστησαν Üγριαν εκμετÜλλευση, ξεπÝσανε στην κατÜσταση του δουλοπÜροικου και γι' αυτü αργüτερα καλωσüρισαν την τουρκικÞ κατοχÞ. ¼μως δεν Þταν μüνο η οικονομικÞ καταπßεση, Þταν κι οι αυθαιρεσßες των κατακτητþν, αρκετÜ συχνÝς φαßνεται, þστε η ανÜμνησÞ τους να διασωθεß και στο δημοτικü τραγοýδι.

ιντÜ 'χεις καπετÜνιο μου κι εßσαι συλλογισμÝνος;

Σε φονικü σε μπλÝξανε, γη σε σασσιναμÝντο;

Μα μÝνα δε με μπλÝξανε εισÝ κανÝνα πρÜμα,

μüνο ΦρÜγκους δεν προσκυνþ...

απαντÜει ο επικεφαλÞς της ομÜδας που τιμþρησε τους Ενετοýς που πρüσβαλαν κÜποιες κοπÝλες στο Ροδακινιü.

     'Αλλες φορÝς ο τüνος δεν εßναι ηρωικüς αλλÜ ο πικραμÝνος πüνος της μÜνας που Ýχει το γιο της στη φυλακÞ.

Μανþλην Ýχουν στη φλακÞ, Μανþλην μαγκλαβßζου,

δÝρνουν και μαγκλαβßζουν τον κι αδικοτυραννοýν τον.

Κι η μÜνα ντου στο γýρο ντου τζαγκουρνομαδισμÝνη

Μανþλη, μην πρικαßνεσαι και μην βαροκαρδßζης,

και τη ΜεγÜλη ΠαρασκÞ και το ΜÝγα ΣαββÜτο

κÜνουν οι γιÜρχοντες μιστÜ, βγÜνουνε φλακιασμÝνους,

κι α δε σε βγÜλου τοτεσÜς ο Θιος δα σε γλυτþση.

     Σßγουρα οι Κρητικοß υπÝφεραν πολλÜ απü τους Ενετοýς, για να φτÜσει μÝχρι τις μÝρες μας ο αποφθεγματικüς στßχος που Üκουσα προ ημερþν τυχαßα απü τον πατÝρα μου:

ΚαλλιÜ του Τοýρκου το σπαθß παρÜ του ΦρÜγκου η κρßση.

     ΠÝρα απü την οικονομικÞ εκμετÜλλευση και τις κÜθε λογÞς αυθαιρεσßες, υπÞρχαν οι αγγαρεßες κι η αναγκαστικÞ υπηρε­σßα στις ενετικÝς γαλÝρες, που μαστßζονταν απü επιδημßες. Πολλοß αγρüτες το Ýσκαγαν στα βουνÜ για να γλυτþσουν.

Περικαλþ σε ναýκληρε κι εσÝ καραβοκýρη
μη δþστε του πολυαγαπþ, βαρý κουπß να λÜμνει.

     Τα βÜσανα των Κρητικþν δεν οφεßλονταν μüνο στους Ενετοýς. ¹σαν και οι μπαρμπαρÝζοι πειρατÝς, που λυμαßνονταν τις ακτÝς, σκοτþνοντας, λεηλατþντας και παßρνοντας δοýλους.

Στων μπαρμπαρÝζω τις αυλÝς, Þλιε μην ανατεßλεις.

     Η ενετικÞ κατοχÞ, αλλÜ και πιο πρþτα η εξÜρτηση του νησιοý απü τη συγκεντρωτικÞ βυζαντινÞ εξουσßα, Ýκανε αδýνατη την εμφÜνιση αυλικÞς ζωÞς και κατÜ συνÝπειαν, αυλικÞς ποßησης, που εßναι το κýριο χαρακτηριστικü του ευρωπαúκοý φεουδαρχικοý μεσαßωνα. ¸χουμε Þδη αναφερθεß στην πνευματικÞ δικτατορßα που ασκοýσαν οι λογιüτατοι εκπρüσωποι της Βασιλεýουσας πÜνω στην πνευματικÞ ζωÞ της αυτοκρατορßας. Εßπαμε ακüμη üτι αυτÞ η δικτατορßα Üρχισε να αμβλýνεται μετÜ την πρþτη Üλωση της Κωνσταντινοýπολης απü τους ΦρÜγκους, που οδÞγησε στη δημιουργßα Ýμμετρων μυθιστοριþν σε δημοτικÞ γλþσσα. ΤÝλος εßπαμε πως οι θρησκευτικÝς ανÜγκες κÜνουν τον κλÞρο να υιοθετÞσει την δημοτικÞ γλþσσα.

     ¼λοι οι παραπÜνω παρÜγοντες οδηγοýν στη διαμüρφωση της εξÞς κατÜστασης: οι ΚρÞτες λογοτÝχνες, στην πλειοψηφßα τους αστοß Þ ευγενεßς, Ýρχονται πιο εýκολα σ' επαφÞ με τους λογοτεχνι­κοýς θησαυροýς της Δýσης, λüγω της ενετικÞς κατοχÞς. Η αρχαÀ­ζουσα λüγια βυζαντινÞ παρÜδοση, που λüγω της γεωγραφικÞς απüστασης και της συγκÝντρωσης της πνευματικÞς ζωÞς στη βασι­λεýουσα δεν Þταν ποτÝ ισχυρÞ και που τþρα Ýχει πια εκλεßψει, δεν επιδρÜ παρÜ ελÜχιστα. Η μüνη βυζαντινÞ παρÜδοση που ασκεß κÜποια επßδραση εßναι αυτÞ των πρüσφατων ρομαντικþν μυθιστο­ριþν στη δημοτικÞ, απü τα οποßα φαßνεται πως παßρνουν και τους αρχαúσμοýς που χρησιμοποιοýν οι προαναγεννησιακοß ΚρÞτες ποι­ητÝς. Την πιο μεγÜλη επßδραση φαßνεται να την δÝχονται üμως απü το δημοτικü τραγοýδι.

     Ο Gareth Morgan παραθÝτει Ýνα ολüκληρο κατÜλογο δημοτικþν τραγουδιþν που Þσαν διαδεδομÝνα στην ΚρÞτη την εποχÞ εκεßνη, και τα οποßα ενÝπνευσαν λüγιες δημιουργßες Þ απετÝλεσαν αφετη­ρßα ντüπιων παραλλαγþν. Σαν τÝτοια τραγοýδια αναφÝρει το Ýπος του "ΔιγενÞ Ακρßτα" (ο κþδικας του ΕσκοριÜλ εßναι ΚρητικÞ παραλλαγÞ), ο Κωνσταντßνος κι η ΑρετÞ, ο ΧατζαρÜκης, που Ýδωσε την παραλλαγÞ του σιορ ΤζανÜκη, της 'Αρτας το γιοφýρι, το κÜστρο της ΩριÜς κ.Ü. Η επßδραση των τραγουδιþν αυτþν εßναι αρκετÜ Ýντονη σε προσωπικÝς Ýντεχνες δημιουργßες üπως η «ΡιμÜδα Κüρης & Νιου».

     ¸ντονες ακüμη εßναι και οι ξενικÝς επιδρÜσεις, üπως στην «ΑδελφÞ Του Μαυριανοý», που Ýχει σαν θÝμα της μιαν ιταλικÞ ιστορßα, πÜνω στην οποßα συνÝθεσε κι ο Σαßξπηρ τον Κυμβελßνο του. Επßσης και στη «ΡιμÜδα Κüρης & Νιου» το θÝμα εßναι ξενικü, δανεισμÝνο απü την γαλλικÞ pastourelle, üπου ο ευγενÞς προσπαθεß ν' αποπλανÞσει την üμορφη βοσκοποýλα.

     Η ανυπαρξßα αυλικÞς ζωÞς με τη δικÞ της ετικÝτα και τρüπο ζωÞς, δßνει τα σκÞπτρα της πνευματικÞς ζωÞς και της διαμüρφωσης του καλλιτεχνικοý γοýστου στους αστοýς οι οποßοι, αν και δεν Þσαν τüσο προνομιοýχοι üσο οι αρχοντορωμαßοι, δεν υφßσταντο την Üγρια καταπßεση και τις αυθαιρεσßες που υφßσταντο οι χωρικοß, απαλλαγμÝνοι καθþς Þσαν απü τις αγγαρßες και την υπηρεσßα στις γαλÝρες. Στα τÝλη δε της ενετικÞς κυριαρχßας, οπüτε πÞραν στα χÝρια τους Ýνα σημαντικü μÝρος του εμπορßου, απüκτησαν αρκετÞ οικονομικÞ δýναμη. Στην ýπαρξη της μεσαßας αυτÞς τÜξης, της αστικÞς, αποδßδει ο ΛιουμπÜρσκι την λαúκüτητα της ΚρητικÞς λογοτεχνßας. ¼μως ας αφÞσουμε τον Αλεξßου να μας περιγρÜψει την κοινωνικÞ σýνδεση του Κρητικοý πληθυσμοý κατÜ την υστερο-ενετικÞ περßοδο.

    "Απü τη διÜλυση της παλιÜς τιμαριωτικÞς κοινωνßας και την ανÜπτυξη ενüς νÝου στοιχεßου στις πüλεις, Ýχει τþρα διαμορφωθεß αστικÞ κοινωνßα, που συστατικÜ της στοιχεßα εßναι Ýνα μÝρος της βενετικÞς ευγÝνειας, που διατηρεß τη θÝση και τα κτÞματÜ του, οι Κρητικοß ευγενεßς (nobili cretesi), δηλαδÞ μια δευτερεýουσα ευγÝνεια εξ απονο­μÞς, οι αστοß (citadini) κι ο λαüς (plebe, gente minuta). Ο πληθυσμüς αυτüς μοιρασμÝνος σε τÝσσερις πüλεις, το ΧÜνδακα, τα ΧανιÜ, το ΡÝθυμνο και τη Σητεßα, πλησιÜζει στην τελευταßα ενετοκρατßα τις τριÜντα χιλιÜδες.

     Απü τις τÜξεις αυτÝς οι τιμαριοýχοι («ενετοß ευγενεßς» οι περισσüτε­ροι) εßναι οι παραγωγοß των γεωργικþν προúüντων, ενþ οι «αστοß» αποτελοýν Ýνα στοιχεßο κυρßως εμπορικü και βιοτεχνικü. Ο «λαüς» εßναι το ναυτικü και εργατικü στοιχεßο. Η θÝση των «Κρητικþν ευγενþν», που αριθμητικÜ εßναι υπερδιπλÜσιοι απü τους «ενετοýς», ποικßλει κατÜ πüλεις. Στο ΧÜνδακα συγχÝονται με τους «αστοýς» και το «λαü» και καταγßνονται με το εμπüριο· στο ΡÝθυμνο Ýχουν κτÞματα και εßναι περισσüτεροι και πλουσιüτεροι απü τους «ενετοýς», ενþ στις Üλλες δυο πüλεις εßναι εξομοιωμÝνοι μ' αυτοýς. Απü τον αστικü πληθυσμü το γνÞσια Ελληνικü στοιχεßο (native greci) εßναι οι «αστοß» κι ο «λαüς», ενþ, üπως θα δοýμε, οι δυο τÜξεις των ευγενþν παρουσιÜζονται σε μεγÜλη κλßμακα εξελληνισμÝνες. Η μαρτυρßα των εκθÝσων εßναι στα δýο αυτÜ σημεßα κατηγορηματικÞ.

     Οι αστοß μας λοιπüν αποτελοýν μια σεβαστÞ πλειοψηφßα σε σχÝση με τους ευγενεßς, και αν κι εßναι στερημÝνοι της πολιτικÞς εξουσßας, üπως Üλλωστε και στην Ευρþπη στη φÜση της αποσýνθε­σης της φεουδαρχßας, εν τοýτοις αποτελοýν θα λÝγαμε την κοινωνι­κÞ πρωτοπορßα, μια κι Ýχουν στα χÝρια τους την οικονομικÞ ζωÞ του τüπου. Οι ευγενεßς Ýχουν μεν τα κτÞματÜ τους, αλλÜ δεν ζουν την αυλικÞ ζωÞ της Δýσης. Οι περισσüτεροι εξÜλλου εßναι φρÝσκοι, δημιουργημÝνοι απü τις επαναστÜσεις, üπως Þδη αναφÝραμε, και κουβαλÜνε μαζß τους σαν τους αρχοντοχωριÜτες του ΜολιÝρου τη λαúκÞ τους καταγωγÞ. Στο τÝλος οι περισσüτεροß τους ξεπÝφτουν οικονομικÜ" κι, üπως λÝει ο Αλεξßου, "Þ γßνονται απλοß αγρüτες, απαλλαγμÝνοι απλþς απü τις αγγαρεßες στις γαλÝρες, Þ συγχÝονται με τους αστοýς και καταγßνονται και αυτοß με το εμπüριο".

     Σ' üλες τις παρüμοιες καμπÝς της κοινοτικÞς εξÝλιξης, το κυ­ρßαρχο γοýστο δεν εßναι το γοýστο της Üρχουσας τÜξης που βρßσκεται σε αποσýνθεση, αλλÜ της ανερχüμενης που κρατÜει στα χÝρια της τα νÞματα της οικονομικÞς ζωÞς. Γι' αυτü κι η ΚρητικÞ λογοτεχνßα εßναι βαθιÜ λαúκÞ, ακüμη και σε Ýνα ποιητÞ üπως ο Σαχλßκης, ο οποßος εμφορεßται απü αντιλαúκÜ φρονÞματα. Και αν και οι διεθνεßς εξελßξεις εμπüδισαν το λαúκü αυτü πνεýμα να πÜρει μια πολιτικÞ αποκρυστÜλλωση, δεν θα πρÝπει καθüλου να υποτιμοýμε τη σημασßα του. Τα Ýργα που ενÝπνευσε Üσκησαν μια τερÜστια παιδευτικÞ επßδραση πÜνω στον Κρητικü λαü. Την ευρýτερη απÞ­χηση που Ýχει σÞμερα η ΚρητικÞ λογοτεχνßα, εκεß την οφεßλει. Και αν, επαναλαμβÜνουμε, δεν υπÞρχαν ατυχεßς διεθνεßς συγκυρßες, (η τουρκικÞ εξÜπλωση και κατοχÞ), σßγουρα θα βλÝπαμε και την πολιτικÞ του Ýκφραση, που θα οδηγοýσε ßσως με επιτυχßα αυτÞ τη φορÜ σε μια δεýτερη δημοκρατßα του αγßου Τßτου.

     Ο Σαχλßκης εßναι αρχοντορωμαßος, τα ποιÞματÜ του üμως δεν αφÞνουν καμιÜν αμφιβολßα για το ποιος Þταν ο κüσμος στον οποßο απευθýνονταν. Κι απüδειξη üτι πως κüσμος αυτüς τα δÝχτηκε, εßναι üτι τα Ýκαναν τραγοýδι. Σßγουρα οι σαν κι αυτüν ξεπεσμÝνοι ευγενεßς νιþθουν πιο κοντÜ στο λαü παρÜ στην τÜξη τους. Κι αν και στους πρþτους κρÞτες ποιητÝς διατηροýνται ακüμη λüγια κι αρχαúκÜ στοιχεßα, στους επüμενους ποιητÝς της ΚρητικÞς αναγÝννησης εξοβελßζονται τελεßως κÜτω απü την ανÜπτυξη μιας νÝας γλωσσικÞς συνεßδησης. Οι λαúκοß εκφραστικοß τρüποι, οι λαúκÝς αποφθεγματικÝς και επιγραμματικÝς φρÜσεις, οι ενσωματωμÝνες μαντινÜδες, τοποθετοýν τα Ýργα τους σε Ýνα πρωτüφαντο επßπεδο λαúκüτητας, που η ανÜμνηση τους, πÝρα απü τις πολυÜριθμες εκδüσεις που γßνονταν μÝχρι και τα τÝλη του περασμÝνου αιþνα στη Βενετßα, θα επιζÞσει για αιþνες και μες απü λαúκÝς παραλλαγÝς.

     Οι παραλλαγÝς αυτÝς βÝβαια εßναι ολιγüστιχες και δεν φτÜνουν την ποιητικÞ χÜρη του πρωτüτυπου, και ανÜμεσα στους στßχους τους παρεμβÜλλεται και πεζüς αφηγηματικüς λüγος. ¼μως αποτε­λοýν τον πιο Üσφαλτο δεßκτη της λαúκüτητας των Ýργων αυτþν και της απÞχησης που εßχαν. ΜοναδικÞ λαμπρÞ εξαßρεση θα αποτελÝσει ο "Ερωτüκριτος", του οποßου το γλωσσικü ιδßωμα Þταν τüσο γνησιüτατα λαúκü, þστε ο λαüς δεν χρειÜστηκε να το απλοποιÞσει καθüλου για να τον αφομοιþσει.

     ΠαραλλαγÝς του "Ερωτüκριτου" δεν υπÜρχουν. ¸χουμεν üμως Ýνα σωρü ανθρþπους που ξÝρουν απ' Ýξω τερÜστια αποσπÜσματÜ του. (Και σÞμερα που διορθþνω αυτÝς τις γραμμÝς, πληροφορÞθηκα απü τον Larry Cool για Ýναν τριαντÜχρονο που τον Þξερε üλον απÝξω). ΜÜλιστα η Ευαγγελßα ΦραγκÜκη, στην ΚρητικÞ ΠρωτοχρονιÜ του 1962 γρÜφει, υπογραμμßζοντας μÜλιστα τα λüγια της, πως η γιαγιÜ της τον Þξερεν üλον απÝξω. Οι κÜποιες απλοποιÞσεις στον στßχο που βλÝπουμε καμιÜ φορÜ σε μαντινÜδες παρμÝνες απ' αυτüν δεν εßναι παρÜ ελÜχιστες. Ο "Ερωτüκριτος" αποδεßχνει Ýτσι περßτρανα πως την αξßα ενüς λογοτεχνÞματος δεν του τη προσφÝ­ρουν η επιτηδευμÝνη φρÜση, ο σπÜνιος εκφραστικüς τρüπος κι üτι Ýνα ποßημα μπορεß να φτÜσει σ' Üμετρα ýψη λογοτεχνικÞς αξßας ακολουθþντας απλþς το λüγο του απλοý λαοý.

     Ο Gareth Morgan στο ενδιαφÝρον μελÝτημÜ του μας μιλÜει για το πþς δουλεýονται οι λαúκÝς αυτÝς παραλλαγÝς απü τα Ýντεχνα Ýργα. Προûπüθεση, λÝει, για να αναπτυχθεß μια λαúκÞ παραλλαγÞ απü Ýνα Ýντεχνο Ýργο, εßναι να περιÝχει λαúκÜ θÝματα, που να βρßσκονται Þδη στο λαúκü ρεπερτüριο. Η "Ερωφßλη" περιÝχει πολλÜ τÝτοια θÝματα, üπως οι καταδιωγμÝνοι εραστÝς, το προφητικü üνειρο, η αυτοκτονßα της ηρωßδας, κ.λπ. Στα θÝματα αυτÜ ο λαúκüς διασκευαστÞς προσθÝτει Üλλα, üπως η κακομεταχεßριση της βασι­λοποýλας απü τον βασιλιÜ πατÝρα της, τα δυο παιδιÜ που μεγαλþ­νουν μαζß για να τους πει μια μÝρα μια μυστηριþδης γριÜ üτι δεν εßναι αδÝλφια, με αποτÝλεσμα να ερωτευθοýν το Ýνα το Üλλο, κ.λπ. Με την επÝκταση των θεμÜτων επÝρχεται η αποδιοργÜνωση της ποßησης, καθþς το ενδιαφÝρον συγκεντρþνεται στην πλοκÞ και üχι στον στßχο. ¸τσι οι στßχοι αποσυνδÝονται, μπαßνουν σε Üλλο στüμα, οι πιο περßπλοκοι απαλεßφονται Þ απλοποιοýνται, προστßθενται Üλλοι κ.λπ. ΥπÜρχει τÝλος η ενοποιητικÞ προσÝγγιση (integration of approach), σýμφωνα με την οποßα επιλÝγεται Ýνα κÝντρο ενδιαφÝ­ροντος, και με βÜση αυτü συντßθεται η ιστορßα. Σαν τÝτοιο κÝντρο ενδιαφÝροντος η "Ερωφßλη" Ýχει τη σκηνÞ που η βασιλοποýλα ξεσκεπÜζει το βατσÝλι που περιÝχει μÝσα τα μÝλη του αγαπημÝνου της. Το üχι αξιüλογο μυθιστüρημα του Ακοντιανοý «Απολλþνιος Της Τýρου» γνþρισε επßσης μια παραλλαγÞ με τον τßτλο "ΤÜρσια", üπου το κÝντρο ενδιαφÝροντος εßναι η αναγνþριση ανÜμεσα στην ΤÜρσια και στον πατÝρα της κι üχι κÜποιο επεισüδιο με τον κεντρικü Þρωα, τον Απολλþνιο.

     Με βÜση τις παραπÜνω παρατηρÞσεις κι απü κÜποιες ιδιομορ­φßες του στßχου, ο Gareth Morgan υποθÝτει üτι το ποßημα της «ΝτολτσÝτας Και Του Φιορεντßνο» εßναι παραλλαγÞ ενüς Ýντεχνου Ýργου που δεν μας Ýχει σωθεß και πο υπρÝπει να γρÜφτηκε γýρω στον 16ο αιþνα. ΒλÝπουμε δηλαδÞ τον λαü να διαφυλÜσσει την ανÜμνηση Ýργων που δεν μπüρεσαν να διαφυλÜξουν οι βιβλιοθÞκες, αν αληθεýει βÝβαια η παραπÜνω υπüθεση.

                                  ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑΣ

     Φοβοýμαι πως για αυτÞ την περßοδο δεν Ýχουμε να ποýμε και σπουδαßα πρÜγματα. Η τουρκικÞ κατοχÞ δεν φÜνηκε να ευνοεß την ανÜπτυξη των γραμμÜτων, σε αντßθεση με την ενετικÞ. Η περισσü­τερο αξιüλογη ποßηση της εποχÞς εμπνÝεται απü τους απελευθερω­τικοýς αγþνες των Κρητþν ενÜντια στους Τοýρκους. Ο «ΜιχÜλης ΒλÜχος» (1705) εßναι το πρþτο μεγÜλο ιστορικü ποßημα σε ρßμα. Το επüμενο εκτενÝς ιστορικü ποßημα (1034 στßχοι) εßναι το «Τραγοýδι Του ΔασκαλογιÜννη», που κατÝγραψε ο αναγνþστης του παπα -ΣÞφη του Σκορδýλη καθ' υπαγüρευση του μπÜρμπα Μπαντζελιοý το 1786, δεκÜξι ολüκληρα χρüνια μετÜ την αποτυχημÝνη εξÝγερση των Σφακιανþν το 1770. Δßπλα στο στιχοýργημα του μπÜρμπα Μπαντζελιοý υπÜρχουν και πολλÜ μικρüτερα.

     Ο Cyril Mango υποστηρßζει πως ο μπÜρμπα Μπαντζελιüς εßχεν επεξεργαστεß το Ýργο του με βÜση προûπÜρχοντα τραγοýδια, κατÜ το πρüτυπο της επεξεργασßας των ομηρικþν επþν, τα οποßα δουλεýτηκαν στη βÜση προηγοýμενων ηρωικþν ασμÜτων.

Ο ΔημÞτρης Πετρüπουλος üμως πιστεýει πως «οι μικρÝς πα­ραλλαγÝς στο σýνολü τους δεν εßναι τßποτε Üλλο παρÜ αποσπÜσμα­τα απü τη μεγÜλη ρßμα, που, καθþς διασþθηκαν προφορικÜ απü στüμα σε στüμα, συντομεýτηκαν Þ τροποποιÞθηκαν σε κÜποιους στßχους με τη συνηθισμÝνη τÜση πολλþν τραγουδιστþν που θÝλουν να τροποποιοýν Þ να προσθÝτουν κÜτι με δικÞ τους επινüηση Þ κÜνοντας συμφυρμοýς με Üλλα üμοια τραγοýδια». Ακüμη λÝει: «...μÝσα σε 16 χρüνια... δεν μποροýσε να γßνει κατεργασßα υλικοý μικρüτερων τραγουδιþν, να γßνουν αυτÜ γενικüτερο κτÞμα, να πÜρουν κÜποια μυθικÞ μορφÞ, κι Ýτσι να συναρμοσθοýν απü κÜποιο ποιητÞ... þστε να αποτελÝσουν την πολýστιχη ρßμα». Για την κατεργασßα των ομηρικþν επþν εßχε μεσολαβÞσει πολý μεγαλý­τερο διÜστημα. Η αντßληψη αυτÞ του Πετρüπουλου φαßνεται να εßναι η πιο πιθανÞ. ΣχετικÜ με τη διαφορÜ του ποιÞματος του μπÜρμπα-Μπαντζελιοý απü τις μεταγενÝστερες παραλλαγÝς σημειþνει ακüμη ο Πετρüπουλος:

    "Η μικρÞ παραλλαγÞ, νεüτερο ασφαλþς δημιοýργημα, εßναι Ýργο κÜποιου ανþνυμου τραγουδιστÞ, που εμιμÞθη το ýφος του κλÝφτικου τραγουδιοý. Το χαρακτηριστικü üμως δημιοýργημα της ΚρητικÞς μοý­σας εßναι η ριμÜδα, που δεν Ýχει σχÝση με το κλÝφτικο τραγοýδι· διαφÝρει σημαντικÜ στο ποιητικü δÝσιμο, στο ýφος, στην Ýκφραση, γνωρßσματα που ξεχωρßζουν καθαρÜ την κλÝφτικη ποßηση απü την ΚρητικÞ στιχουργßα. Το ßδιο ηρωικü θÝμα, με Üλλη μορφÞ παρουσιÜζεται στους στßχους του κλÝφτικου τραγουδιοý και με Üλλη στη δεκαπεντα­σýλλαβη ρßμα της ΚρÞτης, που αρÝσκεται προπαντüς στην πεζÞ αφÞγη­ση λεπτομερειþν, τüπων, προσþπων και πραγμÜτων". ¸χουμε λοιπüν δýο διαφορετικÝς «ποιητικÝς σχολÝς».

     Σαν λογοτεχνικü ýφος οι λαúκÝς παραλλαγÝς εßναι πολý κατþτε­ρες, και θυμßζουν τις παραλλαγÝς της «Ερωφßλης» και της «Βοσκο­ποýλας». ΔÝστε το παρακÜτω απüσπασμα του μπÜρμπα-Μπαντζελιοý, που αναφÝρεται στους Σφακιανοýς πριν την αποτυχημÝ­νη εξÝγερση.

Που 'χαν καρÜβια ξακουστÜ και ναýτες παινεμÝνους,

στην Πüλη και στη ΒενετιÜ περßσσα ξακουσμÝνους.

Δεν εδειλιοýσαν πÝλαγος, φουρτοýνες δεν ψηφοýσα,

και τα στοιχειÜ τση θÜλασσας κι αυτÜνα τα νικοýσα.

Και δα βαρκÜκια βλÝπουσι, σÜπια και τρυπημÝνα,

εις την αμμοýτζα κεßτουνται, ξερÜ, χαρβαλιασμÝνα.

και συγκρßνετÝ το με την αδÝξια ρßμα της λαúκÞς παραλλαγÞς.

Πρωß πρωß με τη δροσÜ π' ανοßγει το ζουμποýλι

αφουκραστÞτε να σας πω το σφακιανü τραγοýδι.

Τραγοýδι να το μÜθετε, τραγοýδι να το λÝτε

και το ΔασκαλογιÜννη μας να κÜθεστε να κλαßτε

ποý τüνε πρþτος τω Σφακιþ, Þτο και νοικοκýρης

και θÝλησε για να γενÞ στην ΚρÞτη Ρωμιοσýνη.

ΚÜθε ΛαμπρÞ Χριστοýγεννα, Þβανε το καπÝλο

και του πρωτüπαπα 'λεγε το Μüσχο εγþ θα φÝρω.

-"ΚÜτσε δα δÜσκαλε Γιαννιü εκεß που μας επρÝπει

να μη το 'κοýση ο παχιÜς τσοι Τοýρκους να μας πÝψει".

-"Ας πÝψει Τοýρκους ο παχιÜς κι ας πÝψει πασαλÞδες

μα βγαßνουν Üντρες στα ΣφακιÜ τοýτα ντεληκανÞδες".

     Ο συνθÝτης του «Τραγουδιοý Του Τσοýλη» Ýχει πιο μÝτριες φιλοδοξßες και λιγüτερες ικανüτητες απü τον μπÜρμπα Μπαντζελιü. Το στιχοýργημÜ του για το φüνο του περιβüητου γενßτσαρου Τσοýλη (1817) κι ολιγüστιχο εßναι, κι Ýχει εκφραστικοýς τρüπους που συναντÜμε σε πολλÜ ΚρητικÜ δημοτικÜ τραγοýδια. Συγκρßνετε τους παρακÜτω στßχους:

Το τσουλÜκι ξεφαντþνει

και τσι κοπελιÝς μαζþνει,

κι ÞπαιζÝ τως και τη λýρα

και στα μÜτια τσι συντÞρα,

κι ÞδιδÝν τως και παρÜδες

να του λÝνε μαντινÜδες

ÞδιδÝν τως και ριαλÜκια,

να του λÝνε τραγουδÜκια.

με τους παρακÜτω στßχους απü το «Τραγοýδι Της ΣοýσαςΣουσÜννας)»:

Μα üποιος δεν εγÜπησε και θÝλει ν' αγαπÞση,

να τονÝ φÜνε τα θεργιÜ, κι η θÜλασσα, κι η ζÞση.

ΕτσÜ κι η Σοýσα, η λυγερÞ, τση ΚρÞτης η κολþνα,

εγÜπα το ΣαλÞ-ΜπαχρÞ, στα πλοýτη και στα φρüνια.

ΕτσÜ η Σοýσα, η λυγερÞ, τση ΚρÞτης το καμÜρι,

εγÜπα το ΣαλÞ-ΜπαχρÞ, Üντρα να τονÝ πÜρη.

ΕτσÜ κι η Σοýσα, η λυγερÞ, του ΚÜστρου το ντιλμπÝρι,

εγÜπα το ΣαλÞ-ΜπαχρÞ, να τονÝ κÜμη ταßρι.

Το τραγοýδι της Σοýσας, που γνþρισε αρκετÝς παραλλαγÝς, βρßσκεται στον αντßποδα της επικοηρωικÞς αφηγηματικÞς ποßησης. Εδþ περιγρÜφεται ο Ýρωτας μιας Κρητικοποýλας, της Σοýσας, με Ýνα νεαρü Τοýρκο, τον ΣαλÞ-ΜπαχρÞ. Ο αδελφüς της üμως που τους ανακαλýπτει, τη μαχαιρþνει. Ο ΣαλÞ-ΜπαχρÞς κÜνει σαν τρελüς για να τη σþσει, επειδÞ üμως δεν τα καταφÝρνει, μαχαιρþνεται κι ο ßδιος. Ο Ýρωτας θριαμβεýει πÜνω απü εθνικÝς και θρησκευτικÝς διαφορÝς.

Σαν εßδε το ΣαλÞ-ΜπαχρÞ η Σοýσα κι αποθαßνει,

εγýρισε στση μÜνας τση κι αυτÜ τα λüγια λÝει:

-"Το βασιγÝτι, ποýκαμα, το χÜλασα και μüνο

να μη με θÜψεις μÜνα μου εις την ΑγιÜ ΤριÜδα,

μüν' κει που θÜψουν το ΜπαχρÞ εις την δεξιÜν του μπÜντα".

Τüσο εξημÝρωνε κι εγÜρνιζεν η μÝρα,
εψυχομÜχειε η λυγερÞ του ΚÜστρου η περιστÝρα.

ΣιμÜ σιμÜ τα βÜλανε τα Üσορτα κορμιÜ ντως,

για να λυγßζουν τσι καρδιÝς απü τα βÜσανÜ ντως.

ΕκειÜ, που θÜψανε το νιο, εβγÞκε κυπαρßσσι,

κι εκειÜ που θÜψανε τη νια εβγÞκε καλαμιþνας.

ΚÜθε πρωß, κÜθε βραδý, και κÜθε νιο φεγγÜρι,

Ýσκυφτεν ο κυπÜρισσος κι εφßλειε το καλÜμι.

ΚÜθε ΣαββÜτο, ΚυριακÞ και κÜθε μπαúρÜμι,

Ýσκυφτεν ο κυπÜρισσος κι εφßλειε το καλÜμι.

¸νας παπÜς επÝρασε κι εßδεν τα κι εφιλιοýντο.

Τα γÝνια του Ýπιασε σφιχτÜ κι Þρχισε να φωνÜζει:

-"ΑμÜν ΑλλÜχ, γειτüνοι μου, αμÜν ΑλλÜχ παιδιÜ μου,

τοýτα τα ξÝνα τα ορφανÜ, τα πολυαγαπημÝνα,

ως εφιλιοýντο ζωντανÜ, φιλιοýνται αποθαμÝνα".

     ¼μως αν κι οι πρωτüτυπες δημιουργßες σπανßζουν τον καιρü της τουρκοκρατßας κι οι ποιητικÝς τους αρετÝς δεν εßναι και τüσο υψηλÝς, ο λαüς Ýχει πÜντα στο στüμα του τα δημοτικÜ τραγοýδια της παρÜδοσÞς του. Χαρακτηριστικü παρÜδειγμα εßναι το τραγοýδι «Η ΑδελφÞ Του Μαυριανοý».

     Η υπüθεση του τραγουδιοý εßναι η εξÞς: Ο Μαυριανüς παινÜται για την αρετÞ της αδελφÞς του. Ο βασιλιÜς τον ειρωνεýεται και στοιχηματßζει να την κατακτÞσει. Εκεßνος δÝχεται βÜζοντας το κεφÜλι του για στοßχημα κι ο βασιλιÜς το βασßλειü του. Ο βασιλιÜς αρχßζει την πολιορκßα κι η αδελφÞ του Μαυριανοý, για να τον ξεφορτωθεß, βÜζει μια βÜγια της στη θÝση της ντýνοντÜς τη με τα δικÜ της ροýχα με την παραγγελιÜ:

Αν σε φιλεß φßλιε τüνε, κι αν σε τσιμπÜ, τσιμπÝ τον

κι αν κüψει την πλεξοýδα σου να μη με μαρτυρÞσεις.

Ο βασιλιÜς της κüβει την πλεξοýδα και το μικρü της δακτυλÜκι, αποδεικτικÜ σημÜδια üτι την κατÝκτησε. ΠÜνω που θριαμβολογεß, εμφανßζεται η αδελφÞ του Μαυριανοý, με Üκοπη την πλεξοýδα της και σþο το δαχτýλι της, οπüτε ο βασιλιÜς αναγκÜζεται να εγκατα­λεßψει το βασßλειο του.

    Η ιστορßα δεν εßναι ελληνικÞ, αλλÜ παρμÝνη απü τη Δýση. Την ßδια υπüθεση χρησιμοποιεß και ο Σαßξπηρ για τον «Κυμβελßνο». Το üνομα Μαυριανüς εßναι το ελληνικοποιημÝνο üνομα του ΜÜριανσον. Οι ανομοιοκατÜληκτοι στßχοι του τραγουδιοý (που το τοποθε­τοýν κατÜ τον Μüργκαν ανÜμεσα στον 13ο και Ι6ο αιþνα) Ýφτασαν μÝχρι και τις μÝρες μας, και μας σþθηκαν σε δýο ολüτελα πρüσφατες παραλλαγÝς, η μια του 1935 κι η Üλλη πιθανþς υστερüτερη, η οποßα περιÝχεται στη συλλογÞ της κας ΤαχατÜκη (Ýκδοση 1976).

     Θα Þταν αδικßα να κλεßσουμε το κεφÜλαιο για την τουρκοκρατßα χωρßς να αναφÝρουμε τα σατιρικÜ ποιÞματα που Þσαν πολý διαδε­δομÝνα την εποχÞ αυτÞ, και η απαγγελßα τους σκορποýσε Üφθονο γÝλιο στις συντροφιÝς. Εßναι χαρακτηριστικü üτι «Το Τραγοýδι Του Τσοýλη» εßναι επικοσατιρικü, üπως το χαρακτηρßζει ο ΑλεξÜκης, γραμμÝνο σε τροχαúκü μÝτρο, αν και το θÝμα του θα δικαιολογοý­σε και Ýναν «ηρωικü» ιαμβικü δεκαπεντασýλλαβο.

     Εßναι χαρακτηριστικÞ η χρÞση του τροχαúκοý μÝτρου στα εýθυμα και σατιρικÜ στιχουργÞματα. Στη συλλογÞ του κου ΠιτυκÜκη,12 απü τα δεκαεπτÜ σατιρικÜ στιχουργÞμα που παραθÝτει, μüνο τα...τεσσερÜμισι εßναι γραμμÝνα σε ßαμβο. Η «βιαστικÞ» ξεκινÜει με ßαμβο και καταλÞγει σε τροχαßο. Στην «ομÜδα μουσι­κÞς» του ΚÝντρου ΖωÞς και Πολιτισμοý της ΕΠΟΙΖΩ εßχαμε κÜποτε, προετοιμÜ­ζοντας μια εκδÞλωση για το δημοτικü τραγοýδι, διατυπþσει δýο υποθÝσεις, τις οποßες θÝτουμε προς συζÞτηση και παραπÝρα Ýρευνα απü τους ειδικοýς. Η πρþτη εßναι üτι ο τροχαßος (-υ), αποτελεß μια μετρικÞ αναπαρÜσταση του γÝλιου. Η δεýτερη εßναι üτι αποτελεß την ακριβÞ αντßθεση του ßαμβου (υ-) που χρησιμο­ποιεßται για τη σοβαρüτερη ποßηση. Ο ßαμβος αναπαριστÜνει την ανθρþπινη κßνηση στη δουλειÜ. Πρþτα Ýνα μÜζεμα δýναμης, και μια εισπνοÞ, και μετÜ η δυνατÞ κßνηση και η βßαιη εκπνοÞ, üπως στο σκÜψιμο, στο κüψιμο με το τσεκοýρι κ.λπ. Την αßσθηση σοβαρüτητας λοιπüν που εμπνÝει ο ßαμβος ßσως την αντλεß απü το ρυθμικü σχÞμα της δουλειÜς το οποßο αναπαριστÜ με το μÝτρο του, και κατ' αντßθεση ο τροχαßος εκφρÜζει την «μη σοβαρÞ», την εýθυμη και σατιρικÞ ποßηση.

     Το τραγοýδι «Με Τη Θεια Μου Τη Θοδþρα» εßναι γνωστü σε üλους τους Κρητικοýς κι οι μη Κρητικοß μπορεßτε να το βρεßτε στον «ΚαπετÜν ΜιχÜλη» του ΚαζαντζÜκη. Εδþ θα περιοριστοýμε να παραθÝσουμε Ýνα αληθινÜ χαριτωμÝνο τραγουδÜκι, που το παρα­θÝτει ο κος ΠιτυκÜκης στη συλλογÞ του, με τον τßτλο «Ο... βαρÜρρωστος».

Αχι, μÜνα δεν μπορþ
σφÜξε μου 'να πετεινü
βÜλε μου και στο ζουμÜκι
εμισÞ οκÜ ρυζÜκι.
Δþσε μου κι Ýνα κουτÜλι
μα να μη σιμþσουν Üλλοι
γιατß θα 'ρωστÞσω πÜλι.

                           ΚΡΗΤΙΚΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

     Με την κατÜληψη του ΧÜντακα απü τους Τοýρκους το 1669, μπαßνει Ýνα μηχανικü τÝρμα στην ανÜπτυξη της ΚρητικÞς αναγÝννη­σης. Οι δεσμοß με τη Δýση κüβονται κι οι ΚρÞτες λüγιοι καταφεý­γουν στα ΕπτÜνησα φορτωμÝνοι με τη νοσταλγßα για τη χαμÝνη τους πατρßδα. Ο Μαρßνος ΤζÜνε ΜπουνιαλÞς, διεκτραγωδþντας την κατÜσταση των κρητþν εμιγκρÝδων μετÜ την κατÜληψη της ΚρÞ­της, γρÜφει:

Αν σμßξουν δεν γνωρßζουνται, μüνον οποý ρωτοýσιν:

«Απü ποιον τüπο ξÝνε μου εßσαι;» μα δεν μποροýσιν

Üλλο να συντυχαßνουσι, «Μ' απü την ΚρÞτη» λÝσι,

κι ο εις το χÝρι τ' αλλουνοý πιÜνουσινε και κλαßσι.

    «Ο τελευταßος αυτüς στßχος», λÝει ο ΔημαρÜς, «μας φανερþνει πüσο δυνατÞ εßναι πια η ποιητικÞ παρÜδοση στην ΚρÞτη, þστε να μπορεß να προσφÝρει τÝτοιες αψεγÜδιαστες δημιουργßες ακüμη και μÝσα απü μια απλÞ χρονογραφßα».

     Η σκυτÜλη μεταφÝρεται τþρα στα ΕπτÜνησα. ¸ντεχνη λογοτε­χνικÞ δημιουργßα αξιþσεων δεν θα ξαναβροýμε στην ΚρÞτη παρÜ μετÜ απü διακüσια χρüνια. Οι προηγοýμενες üμως λογοτεχνικÝς δημιουργßες εßχαν ρßξει πλοýσιες ρßζες μÝσα στο Ýδαφος της λαúκÞς παρÜδοσης, που εξακολουθεß να δουλεýεται γüνιμα απü τον απλü πια λαü. ¼μως πριν μιλÞσουμε για τις λαúκÝς δημιουργßες στην περßοδο της Τουρκοκρατßας, καλü θα εßναι να κÜνουμε μια σýντο­μη αναδρομÞ στο Κρητικü δημοτικü τραγοýδι, που επηρεÜζει τις δημιουργßες εκεßνης της εποχÞς.

Ας ξεκινÞσουμε πρþτα απü το ριζßτικο, που θεωρεßται το πιο σφριγηλü και ρωμαλÝο, μα και το πιο παλιü. Η παρÜδοσÞ του φαßνεται να ξεκινÜει πριν απü την ανÜκτηση της ΚρÞτης απü τον Νικηφüρο ΦωκÜ (961 μ.Χ.), που Þταν τüτε υπüδουλη στους Σαρακη­νοýς. ΟπωσδÞποτε üμως τους αμÝσως επüμενους δυο αιþνες το βρßσκουμε να γνωρßζει μεγÜλη ακμÞ. ΠολλÜ θÝματα του ριζßτικου τραγουδιοý εßναι παρμÝνα απü τον ακριτικü κýκλο, που κεßνη την εποχÞ απλþνεται σ' üλη τη βυζαντινÞ επικρÜτεια. Οι ΚρητικÝς μÜλιστα ριζßτικες παραλλαγÝς θεωροýνται απü τις καλýτερες, απü Üποψη και τεχνικÞς και αισθητικÞς (ΔουλγερÜκης), σημÜδι πως η ποιητικÞ και μουσικÞ φüρμα πÜνω στην οποßα δουλεýτηκαν Þταν Þδη αποκρυσταλλωμÝνη κι ολοκληρωμÝνη. Γßνεται μÜλιστα και μια μετατüπιση, απü το καθαρÜ επικü, αφηγηματικü ýφος, στο λυρικü. Ο ποιητÞς μετÝχει συναισθηματικÜ στα ηρωικÜ κατορθþματα τα οποßα αφηγεßται. Σας παραθÝτουμε Ýνα γνωστü ριζßτικο με ακριτικü θÝμα, το θÜνατο του ΔιγενÞ.

Ο ΔιγενÞς ψυχομαχεß κι η γη τüνε τρομÜσσει.

ΒροντÜ κι αστρÜφτει ο ουρανüς και σειÝτ' ο απÜνω κüσμος,

κι ο κÜτω κüσμος Üνοιξε και τρßζουν τα θεμÝλια,

κι η πλÜκα τον ανατριχιÜ πþς θα τüνε σκεπÜση,

πþς θα σκεπÜση τον αητü, τση γης τον αντρειωμÝνο.

Σπßτι δεν τον εσκÝπαζε, σπÞλιο δεν τον εχþρειε,

τα üρη εδρασκÝλιζε, βουνοý κορφÝς επÞδα,

χαρÜκια αμαδολüγαγε και ριζιμιÜ ξεκοýνειε.

Στο βßτσισμÜ πιανε πουλιÜ, στο πÝταγμα γερÜκια,

στο γλÜκιο και στο πÞδημα τα λÜφια και τ' αγρßμια.

Ζηλεýγει ο ΧÜρος με χωσιÜ μακρÜ τüνε βιγλßζει

κι ελÜβωσÝν του την καρδιÜ και την ψυχÞν του πÞρε.

     Αυτüς ο νÝος χαρακτÞρας που παßρνουν τα ριζßτικα, σε συνδυα­σμü με το γεγονüς üτι τραγουδιοýνται ομαδικÜ κι üχι απü Ýνα μüνο τραγουδιστÞ, τα οδηγεß σε μια προοδευτικÞ βρÜχυνση. Απü το παραπÜνω ριζßτικο εßναι ζÞτημα αν τραγουδοýνται σÞμερα οι μισοß στßχοι.

Το ριζßτικο τραγοýδι χωρßζεται σε τρεις περιüδους: την βυζαντινÞ, την ενετικÞ και την τουρκικÞ. ¸να δεßγμα απü την πρþτη περßοδο εßναι και το παρακÜτω τραγοýδι:

Αποý την Üκρη των ακριþ, ως τε να πÜη στην Üλλη,

Ýχουσι τÜβλες αργυρÝς, στρωμιÜ μαλαματÝνια,

ποτÞρια με τις ερωθιÝς κι αποý τα δη πλανÜται

κι επÝρασ' Ýνας βασιλιÜς κι εßδε τα κι επλανÝθη:

«ΧριστÝ μην Þμουν βασιλιÜς, ΧριστÝ μην Þμουν ΡÞγας,

να πÝζευγα να χüρευγα με νιες και μαυρομÜτες».

     Και σχολιÜζει ο ΔουλγερÜκης:

    "¸να τÝτοιο τραγοýδι εßναι δýσκολο να το τοποθετÞσει κανεßς σ' Üλλη, μετÜ τη βυζαντινÞ εποχÞ, üπως υποδεικνýει κι ο κ. Κουρμοýλης, σε μελÝτη του σχετικÞ με το Ýπος και την επικÞ ýλη. Τα «μαλαματÝνια στρωμιÜ», τα ποτÞρια με τις «ερωθιÝς», τους ανÜγλυφους δηλ. Ýρωτες, οι αργυρÝς τÜβλες κι η μνεßα ενüς βασιλιÜ σκανδαλισμÝνου, οδηγοýν τα βÞματÜ μας στα βυζαντινÜ χρüνια. ΑυτÞ η συμπαθητικÞ ωραιολογßα κι η θεμιτÞ ποιητικÞ υπερβολÞ, εßναι στοιχεßα που τα ξεχνÜ το ριζßτικο της επομÝνης ενετικÞς περιüδου. Σ' αυτÞ την περßοδο το τραγοýδι επιδιþ­κει την καθαρÞ απεικüνιση του πραγματικοý, την απλοýστερη Ýκφρα­ση, τη ρεαλιστικüτερη εικüνα. Τραγοýδια ακüμα που μας μιλοýν για μεγÜλους ρηγÜδες, βασιλοποý­λες, για πýργους, για βßγλες, για ΑρμÝνους, για σπαθιÜ, για κοντÜρια και ραβδιÜ, απηχοýν την ΒυζαντινÞ εποχÞ".

     Και συνεχßζει πιο κÜτω, αναφερüμενος στις Üλλες δυο περιüδους:

    "Ο κýκλος της ΕνετικÞς περιüδου, Ýχει χτυπητÜ τα χαρακτηριστικÜ της ιπποσýνης που μας Ýφεραν οι ΦρÜγκοι με τον ερχομü τους. Το κυριüτερο üμως χαρακτηριστικü του εßναι Üλλο. Πιο πλοýσια και πιο ρεαλιστικÜ θÝματα απασχολοýν τα τραγοýδια του. ΑυτÜ τα τραγοýδια δεßχνουν μια τεχνοτροπßα κατασταλαγμÝνη τþρα κι ελευθερωμÝνη απü τη βαριÜ ποιητικÞ υπερβολÞ των τραγουδιþν των θρυλικþν ακριτικþν κατορθωμÜτων. Σ' αυτÞ την εποχÞ ο Κρητικüς τραγουδιστÞς Ýχει αμεßωτη τη λυρικÞ διÜθεση αλλÜ μÝνει περισσüτερο πιστüς στα γεγονü­τα, εßτε τραγικÜ εßτε ευχÜριστα, εßτε μικρÜ εßτε μεγÜλα εßν' αυτÜ.

    "Στον τρßτο κýκλο της Τουρκοκρατßας το ριζßτικο τραγοýδι κÜνει μια στροφÞ προς την αλληγορßα. Ο Κρητικüς αγρüτης, ελευθερωμÝνος την εποχÞ της Τουρκοκρατßας απü τα συχνÜ δυναστικÜ μÝτρα των Ενετþν αρχüντων, επανασυνδÝεται ψυχικÜ με τη γη του. Πιο ελευθερωμÝνος τþρα Ýχει στενüτερες επαφÝς μαζß της, γßνεται φυσιολÜτρης και τραγουδεß την αγÜπη του για τη φýση, τον πüθο του να ελευθερωθεß, με αλληγορßες. Αυτüς ο κýκλος μας Ýχει δþσει μερικÜ απü τα ωραιüτερα ποιμενικÜ, κυνηγετικÜ, φυσιολατρικÜ, επαναστατικÜ τραγοýδια της χþρας μας. Την ßδια εποχÞ, στις αρχÝς της βÝβαια, ο Κρητικüς παßρνει απü τα Ýργα της ΚρητικÞς προσωπικÞς λογοτεχνßας τη ρßμα και τη σχολαστικüτητα σε λεπτομερειακÝς αφηγÞσεις".

     ΠολλÜ ριζßτικα πÝρασαν μÝσα και απü τις τρεις περιüδους, εßτε αφÞνοντας ξεχωριστÞ παραλλαγÞ, εßτε γνωρßζοντας μια Üνευ προη­γουμÝνου απÞχηση. Η πιο χαρακτηριστικÞ περßπτωση εßναι του πανελλÞνια γνωστοý και αγαπητοý ριζßτικου, «Πüτε Θα ΚÜνει Ξα­στεριÜ». Η παραλλαγÞ, την οποßα σας παραθÝτουμε, ανÜγεται στην πρþτη, την βυζαντινÞ περßοδο, üπως φανερþνουν οι λÝξεις σπαθß και κοντÜρι.

ΧριστÝ να ζþνουμουν σπαθß και να 'πιανα κοντÜρι,

να πρüβαινα στον Ομαλü, στη στρÜτα τω Μουσοýρω,

να σýρω τ' αργυρü σπαθß και το χρουσü κοντÜρι,

να κÜμω μÜνες δßχως γιους, γυναßκες δßχως Üντρες,

να κÜμω και μωρÜ παιδιÜ με δßχως τσι μανÜδες.

     Εßναι φανερü üτι αυτü το τραγοýδι μιμεßται ο ΜιχαÞλ Γλυκüς, üταν το 1156 γρÜφει τους στßχους:

γονεßς ατÝκνους καθιστÜ, τÝκνα χωρßς γονÝων,

εκ της αγκÜλης της μητρüς το βρÝφος αφαρπÜζει,

το βρÝφος απεστÝρησε μητÝρος θηλαζοýσης...

πρÜγμα που σημαßνει üτι το τραγοýδι αυτü εßναι προγενÝστερο. Η μεταγενÝστερη παραλλαγÞ με την οποßα μας εßναι γνωστü το ριζßτικο αυτü, αν και Ýγινε διÜσημο σαν τραγοýδι αντßστασης ενÜντια στην τουρκικÞ κατοχÞ, ανÜγεται στην περßοδο της ενετο­κρατßας και καταφÝρεται ενÜντια στην ενετικÞ κατοχÞ. Αυτü απο­δεικνýει ο ΤζÝημς Νοτüπουλος (με τον οποßο συμφωνεß και ο Gareth Morgan) ξεκινþντας απü τη λÝξη «ματρüνα», που δεν σημαßνει üπλο, üπως πιστεýεται λαθεμÝνα, αλλÜ φυσιγγιοθÞκη, σε μια ιταλι­κÞ διÜλεκτο. Οι Μουσοýροι επßσης, στην στρÜτα των οποßων θÝλει να κατεβεß ο ποιητÞς, Þταν μια πολý γνωστÞ οικογÝνεια, απü τις δþδεκα εκεßνες που Þλθαν στην ΚρÞτη μετÜ την απελευθÝρωσÞ της απü τον Νικηφüρο ΦωκÜ, κι εßχαν βÜλει τους Ενετοýς σε πολλοýς μπελÜδες. Στην τουρκοκρατßα τα ßχνη της οικογÝνειας αυτÞς χÜνο­νται. Μια πιθανÞ υπüθεση εßναι üτι Üλλαξαν üνομα για να γλυτþ­σουν απü την απηνÞ καταδßωξη των Ενετþν, üπως εßχαν κÜνει κι Üλλες ισχυρÝς οικογÝνειες.

     Η ιστορßα του τραγουδιοý αυτοý δεν σταματÜει στην τουρκοκρα­τßα· φτÜνει μÝχρι τις μÝρες μας, üπου Ýγινε τραγοýδι αντßστασης των φοιτητþν ενÜντια στη δικτατορßα. ΜÜλιστα, μετÜ την κατÜληψη της νομικÞς σχολÞς τον ΦλεβÜρη του 1973, στη θÝση του στßχου «να κατεβþ στον ομαλü, στη στρÜτα των Μουσοýρων», τραγουδοýσαν οι φοιτητÝς «να κατεβþ στη ΝομικÞ, στις στρÜτες της ΑθÞνας».

     Ο Samuel Baud Bovy σ' Ýνα σχετικü μελÝτημÜ του διαπιστþνει ομοιüτητες ανÜμεσα στα ριζßτικα και τα κλÝφτικα τραγοýδια, τα οποßα διαφÝρουν απü τα τραγοýδια της ανατολικÞς ΚρÞτης (ριζßτι­κα εßναι τα τραγοýδια που τραγουδιοýνται στα «ριζÜ» των βουνþν της δυτικÞς ΚρÞτης) και τα νησιþτικα. Πιστεýει δε üτι εξαιτßας της σχετικÞς   γεωγραφικÞς απομüνωσης των περιοχþν στις οποßες αναπτýχθηκαν, διατÞρησαν τον αρχαúκü τους χαρακτÞρα, δεχüμε­να τις λιγüτερες ξενικÝς επιδρÜσεις.

     Τα ριζßτικα Ýχουν βÝβαια ομοιüτητες, Ýχουν üμως και διαφορÝς απü τα κλÝφτικα. ¸να χαρακτηριστικü που ξεχωρßζει τα ριζßτικα απü τα κλÝφτικα εßναι η επανÜληψη συλλαβþν. Ας πÜρουμε Ýνα πλατιÜ γνωστü ριζßτικο απü τον ομþνυμο δßσκο του ΓιÜννη Μαρκü­πουλου, το «Αγρßμια Κι ΑγριμÜκια Μου». Οι στßχοι του εßναι:

Αγρßμια κι αγριμÜκια μου, λÜφια μου μερωμÝνα

πÝστε μου ποý 'ν' οι τüποι σας και ποý τα γονικÜ σας.

γκρεμνÜ 'ναι μας οι τüποι μας, λÝσκες τα χειμαδιÜ μας

τα σπηλιαρÜκια του βουνοý εßναι τα γονικÜ μας.

     Οι στßχοι αυτοß τραγουδιοýνται ως εξÞς:

Αγρßμια κι αγριμÜκια μου αγρßμια κι αγριμÜκια μου.

ΛÜφια, ε, λÜφια μου μερωμÝνα, ναι μερωμÝνα,

πÝστε μου ποý 'ναι οι τü - πÝστε μου ποý 'ν' οι τüποι σας κ.λπ.

     Η Ýνωση üμως των πρþτων τεσσÜρων συλλαβþν του δεýτερου στßχου (πÝστε μου που) στο ßδιο μουσικü θÝμα με τον πρþτο στßχο εßναι κÜτι το κοινü ανÜμεσα στα ριζßτικα και στα κλÝφτικα.

    "Η εκτÝλεση του ριζßτικου" γρÜφει ο Samuel Baud Bovy, "καθορßζεται απü τις εξÞς συμβÜσεις: α) Τραγουδιοýνται μüνο απü Üνδρες, β) Τραγουδιοýνται ομαδικÜ. γ) Δεν υπÜρχει συνοδεßα οργÜνου". Και συνεχßζει:

    "Οι ιδιαßτερες αυτÝς συνθÞκες εκτÝλεσης των ριζßτικων τραγουδιþν καθορßζουν και τη μουσικÞ τους πρωτοτυπßα. ¼ντας ανεξÜρτητα απü το χορü και μη υποκεßμενα στις «κανονιστικÝς» επιδρÜσεις των επαγγελματιþν οργανοπαιχτþν, διατηροýν μια μεγÜλη ρυθμικÞ ελευθερßα. ¼μως καθþς εκτελοýνται απü πολλοýς τραγουδιστÝς ταυτüχρονα, διακρßνει κανεßς πÜντοτε την παρουσßα ενüς κανονικοý παλμοý, που απü μüνος του εξασφαλßζει μια ελÜχιστη ταýτιση στις φωνÝς.

   Οι ßδιες αυτÝς αιτßες καθορßζουν και τη διακüσμησÞ τους. Εßναι τραγοýδια διακοσμημÝνα, και κανÝνα üργανο δεν Ýρχεται να τους κλÝψει αυτÞ τους τη διακüσμηση. ¼μως η διακüσμησÞ τους αυτÞ δεν Ýχει κεßνη την πληθωρικüτητα που παρουσιÜζουν ορισμÝνα τραγοýδια της ηπειρωτικÞς ΕλλÜδας, που ο σολßστ εκτελεß, ιδιαßτερα στο τÝλος μιας φρÜσης, αληθινÝς καντÝντσες.

...
    Εκτελοýνται σχεδüν πÜντα απü δυο ομÜδες, συχνÜ ανταγωνιστικÝς, (οι φßλοι του γαμπροý κι οι φßλοι της νýφης, οι τραγουδιστÝς του χωριοý στο οποßο γßνεται το πανηγýρι κι οι τραγουδιστÝς απü το διπλανü χωριü), Ýτσι þστε το πνεýμα του ανταγωνισμοý και του να τη «φÝρεις στον Üλλο» που επικρατεß, και που εßναι χαρακτηριστικü των βουνßσιων Κρητικþν, Ýχει σαν αποτÝλεσμα να τραγουδιοýνται συνÞθως με üλη την Ýνταση της φωνÞς...

   ΤÝλος το γεγονüς üτι εßναι μια συλλογικÞ εκδÞλωση, μια εκδÞλωση της κοινüτητας, καθþς και το γεγονüς üτι ξεφεýγουν απü την ανÜγκη ανανÝωσης που χαρακτηρßζει τον επαγγελματßα μουσικü, τους Ýχει εξασφαλßσει μια αξιοσημεßωτη σταθερüτητα".

    "ΣÞμερα", υποστηρßζει ο Baud Bovy, "το ριζßτικο τεßνει να εκφυλι­σθεß. Σημειþνει την παρεμβολÞ διστßχων, εßτε στη μÝση εßτε στο τÝλος, που τραγουδιοýνται με γρÞγορο, χορευτικü ρυθμü". Αυτü το χαρακτηριστικü, που το επισημαßνει και στις ουγγρικÝς τσιγγÜνικες ραψωδßες, το αποδßδει σε εποχÝς παρακμÞς του λαúκοý τραγου­διοý.

     ΣÞμερα, οι παραδοσιακοß üροι εκτÝλεσης του ριζßτικου Ýχουν αλλÜξει. Δεν τραγουδιÝται πια μüνο απü Üνδρες, αλλÜ κι απü γυναßκες. Δεν τραγουδιÝται πια μüνο ομαδικÜ, αλλÜ κι απü μεμονωμÝνους τραγουδιστÝς, συνÞθως επαγγελματßες, για τις ανÜγκες του ραδιüφωνου και της τηλεüρασης. Ακüμη (αυτü δεν το σημειþ­νει ο Baud Bovy, γιατß το φαινüμενο ßσως να μην εßχε εμφανισθεß ακüμη üταν Ýγραψε τη μελÝτη του), στην εκτÝλεση των ριζßτικων υπÜρχει και συνοδεßα λýρας. ΤÝλος σημειþνει ο Baud Bovy, «üπως οι νεαροß χορευτÝς που εßδαμε να χορεýουν στους ΛÜκκους προτιμοýσαν αντß τους πολεμικοýς χοροýς που Üφηναν Ýκθαμβους τους περιηγητÝς του περασμÝνου αιþνα, την κυματοειδÞ χÜρη του συρτοý και του καλαματιανοý, Ýτσι κι ορισμÝνοι τραγουδιστÝς Ýχουν δþσει ριζßτι­κα σ' εκτελÝσεις üπου επικρατεß Ýνας συναισθηματισμüς κακοý γοýστου, που τα στερεß απü το αυστηρü τους ýφος».

     Η πρüβλεψÞ του üμως üτι «τßποτε δεν μπορεß να παρατεßνει την ýπαρξη του ριζßτικου καθþς μετασχηματßζεται η κοινωνßα την οποßα εξÝφραζε», προς το παρüν φαßνεται να διαψεýδεται.

     ¼πως το ριζßτικο εßναι η χαρακτηριστικÞ μορφÞ τραγουδιοý που επικρατεß στη δυτικÞ ΚρÞτη, Ýτσι και στην ανατολικÞ εßναι η μαντινÜδα.

     Για την ετυμολογßα της λÝξης Ýχουν προταθεß διÜφορες ερμη­νεßες. Μßα εßναι üτι προÝρχεται απü την ενετικÞ λÝξη matinada που θα πει «βραδινü Þ νυχτερινü τραγοýδι». 'Αλλη, üτι προÝρχεται απü τη λÝξη «μÜντης», επειδÞ υπÜρχουν μαντινÜδες με προφητικü περιεχüμενο· μια τρßτη ερμηνεßα τÝλος εßναι üτι προÝρχεται απü τη λÝξη «πατινÜδα», που σημαßνει το περιδιÜβασμα στους δρüμους τραγουδþντας, που καταλÞγει σε καντÜδα κÜτω απü το παρÜθυρο της αγαπημÝνης.

     Ο F. Ragovin υποστηρßζει üτι η μαντινÜδα υπÞρχε στην ΚρÞτη πολý πριν την ενετικÞ κατοχÞ. Ο ισχυρισμüς αυτüς μας αφÞνει σκεπτικοýς, γιατß ξÝρουμε üτι η ρßμα εμφανßζεται στη δημοτικÞ ΚρητικÞ ποßηση δýο αιþνες αφοý Üρχισε να εμφανßζεται στην Ýντεχνη (βλÝπε περß Σαχλßκη), στις αρχÝς δηλαδÞ του 18ου αιþνα. Μας εßναι εξÜλλου δýσκολο να φανταστοýμε δßστιχα που να μην ομοιοκαταληκτοýν. ΜÝνει üμως ανοιχτü το ζÞτημα των «δανεßων» των κρητþν ποιητþν, που ολοφÜνερα παßρνουν απü τη λαúκÞ ποßηση -εκτüς πια κι αν φαντασθοýμε üτι πÞραν ανομοιοκατÜληκτα δßστιχα και τα μετÝτρεψαν σε ρßμα. Ο Μüργκαν αναφÝρει üτι Ýχουν διασωθεß μαντινÜδες που τραγουδιοýνται και σÞμερα σε χειρüγραφα του 15ου και 16ου αιþνα, üμως κι αυτüς αμφιβÜλλει αν εßναι γνÞσια λαúκÜ δημιουργÞματα Þ προÝρχονται απü Ýντεχνα Ýργα. ΑφÞνουμε λοιπüν το ζÞτημα ανοικτü μÝχρι να μπορÝσουν να αποφανθοýν οι φιλüλογοι. Αυτü που μποροýμε να επισημÜνουμε εδþ εßναι η ευρýτατη διÜδοσÞ τους, η πλοýσια θεματολογßα τους (υπÜρχουν πÜνω απü διακüσιες διαφορετικÝς κατηγορßες, σε σý­γκριση με τις δεκαπÝντε περßπου κατηγορßες στις οποßες χωρßζο­νται τ' Üλλα ελληνικÜ δημοτικÜ τραγοýδια, αναφÝρει ο ΡÜγκοβιν) κι η στενÞ σýνδεσÞ τους με κÜθε σχεδüν εκδÞλωση της κοινωνι­κÞς ζωÞς, πανηγýρια, γÜμοι, βαφτßσια, ακüμη και κηδεßες.

     Δεν μπορþ να μην αναφÝρω Ýνα ανÝκδοτο σχετικÜ με αυτÝς τις «επικÞδειες» μαντινÜδες. Σ' Ýνα διπλανü χωριü απü το δικü μου, το Καβοýσι, πÝθανε κÜποτε Ýνας γÝρος κι οι τρεις κüρες του τον μοιρολογοýσαν. ΞÜφνου το μοιρολüι γßνεται Ýμμετρο. ΛÝει η πρþτη κüρη:

Στον κÜτω κüσμο που θα πας, κρÜτα και μια ντομÜτα·
το μεσημÝρι που θα φας να κÜμεις μια σαλÜτα
.

     ΛÝει η δεýτερη:

Στον κÜτω κüσμο που θα πας, κρÜτα κι Ýνα μαροýλι,
να βÜλεις στη σαλÜτα σου μαζß με λßγο αγγοýρι
.

     Η τρßτη üμως η φουκαριÜρα που δεν εßχε το ποιητικü ταλÝντο των δýο πρþτων, προσθÝτει απλþς «κρÜτα πατÝρα και κιοντανÝ» (πρÜσο), προς μεγÜλη θυμηδßα των παρευρισκομÝνων, που μη μπορþντας να κρατηθοýν, ξÝσπασαν σε τρανταχτÜ γÝλια, μπροστÜ στο φÝρετρο, επιβεβαιþνοντας τη λαúκÞ ρÞση üτι δεν υπÜρχει κηδεßα αγÝλαστη üπως και γÜμος Üκλαυτος.

     Εκεß üμως που οι μαντινÜδες δßνουν και παßρνουν, εßναι στα πανηγýρια και στους χοροýς. Τüτε ο ερωτευμÝνος βρßσκει την ευκαιρßα να εκφρÜσει τον ÝρωτÜ του για εκεßνη που αγαπÜ, τον πüνο, τη λýπη Þ τη χαρÜ Þ ακüμη και την οργÞ του για την Üπιστη. Τüτε γßνονται ακüμη και «μαντιναδομονομαχßες» και νικητÞς εßναι αυτüς που καταφÝρνει ν' αποστομþσει τον αντßπαλü του με τις πιο πετυχημÝνες μαντινÜδες. ΚαμιÜ φορÜ, üταν τυχαßνει να Ýχει κανεßς για αντßπαλο γυναßκα, της λÝει ξετσßπωτες μαντινÜ­δες για να την κÜνει να ντραπεß και να μην απαντÞσει. Αν üμως αυτÞ τýχει να εßναι καμιÜ καπÜτσα, δεν του χαρßζει κÜστανα και του απαντÜ με τον ßδιο τρüπο, πρÜγμα που για τον Üντρα εßναι πιο εξευτελιστικü.

     ΧαρακτηριστικÞ εßναι η «απÜντηση» που Ýδωσε μια «μαýρη κι Üσκημη», üπως την χαρακτÞρισε κÜποιος με τη μαντινÜδα του.

Πως εßμαι μαýρη κι Üσκημη κατÝχω το, θωρþ το,

μα εκειÜ που τü 'χουν οι üμορφες τü χω κι εγþ, χαρþ το.

     Να αναφÝρουμε τÝλος της αμßμητη μαντινÜδα που Üκουσε στο γÜμο του κÜποιος δÜσκαλος, λßγο περασμÝνος, που 'χε παντρευτεß πιτσιρßκα.

Ω κακομοßρη δÜσκαλε εßντα σε περιμÝνει

οξεßα θÝλει το μουνß κι üχι περισπωμÝνη.

     ΥπÜρχουν Üνθρωποι που ο στßχος κυλÜει μÝσα απü το στüμα τους üπως το νερü απü την πηγÞ. Σε Ýνα διπλανü χωριü απü το δικü μου, υπÞρχαν παλιÜ δυο Üνδρες με μεγÜλη στιχοπλαστικÞ ικανü­τητα. Οπüτε συναντιþντουσαν συζητοýσαν Ýμμετρα, και Þταν με­γÜλη απüλαυση να τους ακοýς.

   Οι μαντινÜδες τραγουδιοýνται πÜνω σχεδüν σε üλους τους χορευ­τικοýς σκοποýς. ΦυσικÜ κÜποιες μαντινÜδες, ανÜλογα με το περιε­χüμενο τους, ταιριÜζουν περισσüτερο με ορισμÝνους σκοποýς παρÜ με Üλλους. Οι εýθυμες κι οι σατιρικÝς ταιριÜζουν περισσüτερο με το γρÞγορο ρυθμü του πεντοζÜλη και του μαλεβιζιþτη, ενþ οι λυπητερÝς κι οι ερωτικÝς με τον αργü ρυθμü του σιγανοý και του συρτοý.

     ΠαλιÜ που τα πανηγýρια γßνονταν στην πλατεßα και τα καφενεßα του χωριοý, που üλοι γνωρßζονταν μεταξý τους και τις περισσüτε­ρες φορÝς ο λυρÜρης Þταν χωριανüς, δεν εßχε κανεßς καμιÜ δυσκο­λßα να σηκωθεß και να πει την μαντινÜδα που Þθελε. ΣÞμερα üμως που τα ΚρητικÜ γλÝντια Ýχουν μετατοπισθεß στ' αστικÜ κÝντρα και τις ταβÝρνες, τις μαντινÜδες τις ακοýμε πια απü το στüμα των λυρÜρηδων και των λαουτιÝρηδων κι üχι απü το στüμα του κüσμου που γλεντÜ. ¸να πρþτο αρνητικü σ' αυτÞ την κατÜσταση εßναι üτι το τραγοýδι χÜνει τον αυθüρμητο χαρακτÞρα του, παýει ν' αποτελεß γνÞσιαν Ýκφραση συναισθημÜτων και καταντÜ «επαγγελματικÞ» υποχρÝωση. Το Üλλο αρνητικü εßναι üτι δεν Ýχουν üλοι οι λυρÜρηδες το λεπτü κεßνο γοýστο που θα τους επιτρÝψει να κÜνουνε καλÞ επιλογÞ απü τις μαντινÜδες που θα ποýνε. ΚαμιÜ φορÜ τυχαßνει σε ΚρητικÜ κÝντρα ν' ακοýσεις μαντινÜδες αληθινÜ εμετικÝς. ΒÝβαια υπÜρχουν πÜντα κι οι εξαιρÝσεις. ΘυμÜ­μαι κÜποτε Ýνα λαουτιÝρη σε κÜποιο πανηγýρι του Σταυροý, στα ¼ρη, που εßχεν αληθινÜ εξαßσιο γοýστο. ¼ταν Üκουσα τις πρþτες μαντινÜδες, νüμισα πως Þταν συμπτωματικÜ ωραßες. ¼ταν üμως εßπε και την:

ΕμÜθαν το πως σ' αγαπþ του μπαλκονιοý σου οι βιüλες,

κι üταν περνþ απü το στενü μοσχομυρßζουν üλες.

δεν κρατÞθηκα και Üρπαξα χαρτß και μολýβι.

     Τα ριζßτικα κι οι μαντινÜδες εßναι τα πιο ζωντανÜ στοιχεßα της ΚρητικÞς λαúκÞς ποιητικÞς παρÜδοσης, üμως δεν εßναι και τα μüνα. ΥπÜρχουν κι Üλλα ΚρητικÜ δημοτικÜ τραγοýδια, που αν και δεν Ýχουν πια τη διÜδοση των δυο πρþτων, εξακολουθοýν παρüλα αυτÜ ν' ακοýγονται αρκετÜ. Κι αν και σÞμερα μεταδßδονται κυρßως üχι τραγουδιστÜ, αλλÜ αφηγηματικÜ, δεν υπÜρχει αμφιβολßα üτι παλιüτερα, πολλÜ απ' αυτÜ τραγουδιüντουσαν. Το ποßημα του 'Αη Γιþργη, που Üκουγα μικρüς πολλÝς φορÝς απü τη μητÝρα μου, ανακÜλυψα üτι τραγουδιüταν.

'Αγιε μου Γιþργη, αφÝντη μου, ομορφοκαβαλλÜρη,

που 'σαι ζωσμÝνος στο σπαθß, με το χρυσü κοντÜρι,

τη χÜρη και τη δüξα σου θÝλω να αναθιβÜλω

για το θεργιü που σκüτωσες τση χþρας το μεγÜλο.

¸να θεργιü που Þτονε 'ς τση χþρας το πηγÜδι

Üθρωπο το ταÀζανε κÜθε πρωß και βρÜδυ·

κι αν δεν του πηαßναν Üθρωπο, Üθρωπο να δειπνÞση,

σταλιÜ νερü δεν Üφηνε να κατεβÞ στη βρýση.
     Ο ΓκÜρεθ Μüργκαν ανÜγει αυτÜ τα μισοθρησκευτικÜ τραγοýδια καθþς και τα κÜλαντα, σε προενετικÞ εποχÞ. Τα περισσüτερα αφηγηματικÜ τραγοýδια τα τοποθετεß ανÜμεσα στον 13ο και 17ο αιþνα και λßγα απ' αυτÜ πιο πριν. Τα πιο πολλÜ τραγοýδια βÝβαια υπÝστησαν αλλαγÝς με την πορεßα του χρüνου. Σε κÜποια προστÝθηκαν τοýρκικες λÝξεις, που üμως εßναι εýκολο να ανιχνευθοýν σαν μεταγενÝστερη προσθÞκη, και να επιτευχθεß η σωστÞ τους χρονολüγηση. Σε Üλλα ποιÞματα πÜλι, üπως ο 'Αη Γιþργης που μüλις αναφÝραμε κι ο σιορ ΤζανÜκης, ο αρχικüς ανομοιοκατÜληκτος στßχος τους μετατρÜπηκε σε ρßμα.
     Στη συντριπτικÞ πλειοψηφßα τους τα ΚρητικÜ δημοτικÜ τραγοý­δια εßναι σε δεκαπεντασýλλαβο στßχο. ΥπÜρχουν üμως μερικÜ σε δωδεκασýλλαβο και ενδεκασýλλαβο. Σε ενδεκασýλλαβο, ανÜμεσα στα Üλλα, εßναι και το «ΚÜστρο Της ΩριÜς» και τα τραγοýδια τα αναφερüμενα στον προακριτικü Þρωα ΓιÜννη. Αν επιβßωσαν, εßναι γιατß τραγουδιüντουσαν σε ορισμÝνες ωραßες μελωδßες, που δυστυχþς δεν μας Ýχουν σωθεß. ΑνÜγονται στην πρþτη περßοδο της ενετικÞς κατοχÞς, ßσως και πιο πριν. Σας παραθÝτουμε Ýνα δεßγμα, τη «ΦιλημÝνη», που καταγρÜφηκε ολüτελα πρüσφατα (1933) κι εßναι σε ανομοιοκατÜληκτο στßχο, χαρακτηριστικü της λαúκÞς ποßη­σης σε üλη την προενετικÞ και ενετικÞ περßοδο.

             Η ΦΙΛΗΜΕΝΗ

ΚÜτω στο γιαλü, κÜτω στο περιγιÜλι

κüρην αγαπþ, ξανθειÜ και μαυρομÜτα,

δþδεκα χρονþ κι ο Þλιος δεν την εßδε.

Μüνο η μÜνα της μονÜκριβη την Ýχει

ρüδο την καλεß, τριαντÜφυλλο την κρÜζει.

-"Κανελüριζα και Üνθη της κανÝλας

τι κιτρßνισες, και τι 'σαι χλωμιασμÝνη;

Μην αρρþστησες, μην εκρυφοθερμÜνθης";

-"Δεν αρρþστησα, κρουφÞ δεν Ýχω θÝρμη  

μα χθες το δειλινü, οψÝς αργÜ το βρÜδυ

πÞρα το σταμνß, νερü να πα να φÝρω.

Κι ηýρηκα 'να παιδß, σαν να 'ταν ξÜδερφος μου

και με φßλησε στα μÜθια και στα φρýδια

και στα μÜγουλα που 'χα το κοκκινÜδι!"

   Ο ενδεκασýλλαβος ομοιοκατÜληκτος κατÜ δßστιχα στßχος Þλθε απü την Ιταλßα μετÜ την κατÜκτηση της ΚρÞτης απü τους Τοýρ­κους. Ο «Μπρουτζομοýρης» που σας παραθÝτουμε καταγρÜφηκε το 1944.

   Ο ΜΠΡΟΥΤΖΟΜΟΥΡΗΣ

Αφρουκαστεßτε, φßλοι και δικοß μου,

να σÜσε πω την παραπüνεσÞ μου.

Μιαν αγÜπη εßχα μπιστεμÝνη

μες στην καρδιÜ μου Þτον ριζωμÝνη.

Μιαν ταχινÞ περνþ απ' την αυλÞ τζης,

καμÜρι και στολÞ 'τον το κορμß τζης.

Μιαν ταχινÞ περνþ τη γειτονιÜ τζης,

σαν ρüδα Þσανε τα μÜγουλα τζης.

Σκýφτω καλÜ να την καλοξανοßξω

κι εκεßνη 'θÜρρεψε να την φιλÞσω.

-"ΠÞγαινε, λÝω φýγε, μπρουτζομοýρη

μη βÜλω και σου σπÜσουνε τη μοýρη.

ΠÞγαινε, λÝω, φýγε, κακομοßρη

μη βÜλω τον πατÝρα να σε δεßρει".

Στο τÝλος üμως, καθþς αυτüς πεθαßνει απü Ýρωτα, η σκληρÞ της καρδιÜ λυγßζει.

Σκýφτει, γλυκÜ φιλεß τüνε στο στüμα
κι ομÜδι ξεψυχßσανε στο στρþμα.
Μαζß μαζß τσοι βÜλανε στο μνÞμα
Ýδε αδικιÜ που Þτονε και κρßμα.

                                 ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟ ΙΝΤΕΡΜΕΤΖΟ

     Ποιüς εßπε πως τα παραμýθια εßναι μüνο για μικρÜ παιδιÜ; ΥπÜρχουν παραμýθια και για μεγÜλους· Þ μÜλλον υπÞρχαν, γιατß τα παραμýθια αυτÜ δεν «λειτουργοýν» πια, υπÜρχουν μüνο σαν στοι­χεßα λαúκÞς παρÜδοσης που η λαογραφßα αγωνßζεται να καταγρÜψει πριν εξαφανισθοýν.

     ¸να απü τα στοιχεßα που διακρßνουν αυτÜ τα παραμýθια εßναι ο σýντομος, αποφθεγματικüς και καμιÜ φορÜ, αινιγματικüς λüγος. Τα διακρßνει επßσης η επανÜληψη, üπως το δημοτικü τραγοýδι. Παρατηροýμε ακüμη üτι στις λαúκÝς αφηγÞσεις σπανßζει ο πλÜγιος λüγος. ¸τσι η αφÞγηση παßρνει δραματικÞ ζωντÜνια, καθþς επαναλαμβÜνονται αυτοýσια τα λüγια των δρþντων προσþπων.

     Θα σας παραθÝσω Ýνα τÝτοιο «παραμýθι για μεγÜλους», Ýνα απü τα πολλÜ που Üκουγα üταν Þμουν μικρüς απ' τη μητÝρα μου κι ευτυχþς εßχα τη προνοητικüτητα να τη βÜλω να μου τα ξαναδιηγηθεß και να τη μαγνητοφωνÞσω Ýνα χρüνο ακριβþς πριν πεθÜνει (1979), λες και ψυχανεμιζüμουνα πως σε λßγο θα Þταν πολý αργÜ.
----------------------------------------------------------------------------------------

     ¹τανε μια φορÜ Ýνας νεαρüς, που 'θελε να βρει μια κοπελιÜ του γοýστου του, που να ταιριÜζουνε οι χαρακτÞρες τους, να τüνε καταλαβαßνει και να τÞνε καταλαβαßνει, για να τη παντρευτεß. Σηκþνεται λοιπüν μια ταχυνÞ, παßρνει τη μαγκοýρα του και ξεκινÜ για το ταξßδι. Στο δρüμο που επÞγαινε συναντÜ Ýνα γÝρο.
 -"¿ρα καλÞ σου μπÜρμπα», του λÝει.
 -"Καλþς το παλικÜρι. Για ποý με το καλü";
 -"ΠÜω στο χωριü που Ýχω μια δουλειÜ".
 -"Κι εγþ εκειÜ πÜω".

     Επηγαßνανε, επηγαßνανε και ξαφνικÜ πÝφτουνε πÜνω σε μια μερτακωνιÜ (μυρτιÝς). ΛÝει ο γÝρος:
 -"Απü επαÝ δα θα μπω Ýνας και δυο θα βγω". Μπαßνει λοιπüν μÝσα στις μερτιÝς, και σε λßγο βγαßνει Ýξω κρατþντας Ýνα χοντρü ραβδß. Επηγαßνανε, επηγαßνανε και σαν εφτÜξανε στο χωριü του λÝει:
 -"Δεν Ýρχεσαι παιδß μου να πÜμε ßσαμε το σπßτι μου να πιοýμε μια ρακÞ";
 -"Να 'ρθω μπÜρμπα", απαντÜει ο νεαρüς. Πηγαßνουνε λοιπüν στο σπßτι του. Ο γÝρος εßχε μια κüρη κι üταν εφτÜξανε, πÞγε να τους ανοßξει την αυλüπορτα.
 -"'Αμαχα κι ατÜραχα, καλη­σπÝρα τση αφεντιÜς σου", καλησπερßζει ο νεαρüς.
 -"Εßχαμε μα ψüφησε, καλησπÝρα τση αφεντιÜς σου", απαντÜ η κοπÝλα. (ΔηλαδÞ πολý Þσυχη προûπÜντηση, δεν Þλθε κανεßς σκýλος να μας γαυγßσει, λÝει ο νεαρüς κι η κοπÝλα του απαντÜ üτι εßχανε μα ψüφησε). Μπαßνουνε μÝσα, κÜθονται και πηγαßνει η κοπελιÜ και φÝρνει τσι ρακÝς. Τηνε ξανοßγει καλÜ καλÜ ο νεαρüς και λÝει.
 -"¸δε σπßτι σπιτωσÜ, μα 'χει αρÜ δοκαρωσÜ" (καλÞ εßναι δηλαδÞ η κοπÝλα, μα Ýχει αραιÜ δüντια).
 -"Μα 'ναι σßγουρα ας εßναι κι αρÜ", απαντÜει η κοπελιÜ.
     "ΜωρÝ ετουνηνιÝ σαν να μου κÜνει", σκÝφτεται ο νεαρüς.
 -"ΜωρÝ καμινωσÜ κεινιÝ, μüνο πως παραστραβßζει", λÝει πÜλι σε λßγη þρα ο νεαρüς (η μýτη της Þταν λßγο στραβÞ).
 -"Μα ντρÝτα (ßσια) βγÜζει τον καπνü κι ας παραστραβßζει κιüλας", απαντÜ η κοπελιÜ. Επεßστηκε ο νεαρüς üτι αυτÞ Þταν η κοπÝλα που ζητοýσε. ΕκÜτσανε, εφÜγανε, εσυνεννοηθÞκανε, Þδωκε ο νεαρüς το λüγο του να την πÜρει.
 -"Φεýγω δα εγþ", λÝει ο νεαρüς, "να πÜω στο χωριü μου κι ü,τι μιλÞσαμε, αν εßναι τυχερü θα γενεß". Σηκþνεται λοιπüν να πÜει στο χωριü του. Σε λßγες μÝρες λÝει να πÝψει πεσκÝσι στη κοπελιÜ. ΠιÜνει λοιπüν και γεμßζει Ýνα ασκß κρασß, βρÜζει Ýνα πετεινü και τüνε ντρουβαδιÜζει (τον βÜζει στον τρουβÜ) παßρνει και Ýνα γουλßδι τυρß και τριÜντα κριθινοκουλοýρες, τα δßνει στο φαμÝγιο του και του λÝει να τα πÜρει και να τα πÜει στο σπßτι τση κοπελιÜς.
 -"Δþσε τση πολλÜ χαιρετßσματα", του λÝει, "και να τση πεις πως το αφεντικü μου μοý 'πε να σου πως πως τριαντÜρης εßναι λÝει ο μÞνας, σþγυρü 'ναι το φεγγÜρι κι ο που φÝρνει την ημÝρα στη πετσÝτα  'ναι δεμÝνος και του τρÜγου το δερμÜτι, τσßτα κüρδα  'ναι γεμÜτο".
     Σηκþνεται λοιπüν ο φαμÝγιος και ξεκινÜ για το σπßτι τση κοπελιÜς. Στο δρüμο üμως βρßσκει παρÝα κι εκÜτσανε κι εφÜγανε το μισü γουλßδι το τυρß, ολüκληρο τον πετεινü, Þπιανε το μισü κρασß κι εφÜγανε και τσι μισÝς κουλοýρες. Πηγαßνει λοιπüν στση κοπελιÜς, τση δßνει αυτÜ που περισσÝψανε και τση λÝει:
 -"Χαιρετι­σμοýς πολλοýς απü τον ντεληκανÞ σου, μοý  'δωκÝ αυτονÝ το πεσκÝσι να σου το κρατþ και μοý 'πε να σου πω πως τριαντÜρης εßναι λÝει ο μÞνας, σþγυρü 'ναι το φεγγÜρι κι ο που φÝρνει την ημÝρα, στην πετσÝτα 'ναι δεμÝνος, και του τρÜγου το δερμÜτι τσßτα κüρδα 'ναι γεμÜτο".
     Θωρεß η κοπελιÜ το πεσκÝσι κι εκατÜλαβε üτι ο φαμÝγιος κÜπου Þκατσε κι Þφαγε αυτÜ που λεßπανε. Του βÜνει λοιπüν να φÜει, τον περιποιεßται κι üταν Þτανε να φýγει του λÝει.
 -"Ευχαριστþ πολý για το πεσκÝσι να πεις στο αφεντικü σου και να του πεις ακüμη πως δεκαπεντÜρης εßναι ο μÞνας (εßχε φÜει δηλαδÞ τις μισÝς κουλοýρες), εμισü 'ναι το φεγγÜρι (και το τυρß μισü), του τρÜγου το δερμÜτι, ντÜντουλα προς ντÜντουλα (το ασκß δηλαδÞ νταντουκλοýσε, επειδÞ δεν Þταν καλÜ γεμÜτο) κι ο που φÝρνει την ημÝρα μουδ' εκοýστη μουδ' εφÜνη (εξαφανßστηκε δηλαδÞ ο πετεινüς), και πες του ακüμη πως αν αγαπÜ την πÝρδικα, τον κüρακα μη δεßρει".

     Γυρßζει λοιπüν ο φαμÝγιος στο χωριü, βρßσκει τ' αφεντικü του και του λÝει:
 -"Χαιρετισμοýς πολλοýς απü την κοπελιÜ σου και μου ’πε να σου πω πως δεκαπεντÜρης εßναι λÝει ο μÞνας, εμισü 'ναι το φεγγÜρι, του τρÜγου το δερμÜτι, ντÜντουλα προς ντÜντουλα, κι ο που φÝρνει την ημÝρα, μουδ' εκοýστη μουδ' εφÜνη".
 -"Α, ετσÜ λοιπüν, μουδ' εκοýστη μουδ' εφÜνη, στÜσου δα κερατÜ κι εγþ θα σε καταστÝσω" λÝει τ' αφεντικü και τον αρπÜ και τον τουλουμιÜζει στο ξýλο. ΑπÜνω που τις Ýτρωγε, θυμÜται ξαφνικÜ ο φαμÝγιος.
 -"ΣτÜσου αφεντικü να σου πω κι εßντα Üλλο μου 'πε. Αν αγαπÜς λÝει την πÝρδικα, τον κüρακα μη δεßρεις".
 -"Ε, καλÜ να πÜθεις κερατÜ", του λÝει το αφεντικü, "γιÜντα δε μου το 'λεγες πιο πρþτα, εδÜ, ÞφαÝς τσι".* (Βλ. το σχüλιο στο τÝλος του κομματιοý).
-------------------------------------------------------------------------------------------

     Το παραμýθι αυτü λεγüταν σαν μισοαßνιγμα κι αποτελοýσε κατÜ κÜποιο τρüπο Ýνα τεστ ευφυßας, αν δηλαδÞ οι ακροατÝς θα καταλÜβαιναν αμÝσως τι σÞμαινε το «σþγυρο φεγγÜρι» κι «ο που φÝρνει την ημÝρα», Þ θα ζητοýσαν εξηγÞσεις. ¼σοι βÝβαια μÜ­ντευαν τον συμβολισμü, Ýνιωθαν ικανοποßηση.

     ¼πως καταλαβαßνετε, εßναι αμφßβολο αν αυτü το παραμýθι απευθυνüταν στις τρυφερÝς ηλικßες. ¼πως σßγουρα δεν Þταν για παιδιÜ (σÞμερα θα το λÝγαμε «ακατÜλληλο για ανηλßκους») και το παρακÜτω παραμýθι που θα σας διηγηθþ, που το Üκουσα πολλÝς φορÝς απü το στüμα της γιαγιÜς μου, η οποßα, σε αντßθεση με τη μÜνα μου, κÜθε Üλλο παρÜ πουριτανÞ Þταν.
----------------------------------------------------------------------------

¹ταν μια φορÜ κι Ýνα καιρü μια βοσκοποýλα κι ακριβþς δßπλα απü την καλýβα της Þταν το παλÜτι του βασιλιÜ. Η βοσκοποýλα εßχε Ýνα βασιλικü και τον επüτιζε κÜθε βρÜδι. Την þρα που τον πüτιζε Þθελ' α προβÜλλει ο βασιλιÜς να της πει:
 -"Βοσκοποýλα που βαγιοκλαδßζεις και ποτßζεις το βασιλικü σου, για πε μου πüσα φýλλα 'χει"; Κι αυτÞ Þθελ' α του απηλοηθεß.
 -"ΔÜσκαλος εßσαι, γρÜμματα ξÝρεις, για πε μου πüσα Üστρα Ýχει ο ουρανüς"; ΑυτÞ η δουλειÜ γινüτανε κÜθε βρÜδυ.
    Μια μÝρα πηγαßνει ο βασιλιÜς και ντýνεται ψαρÜς, παßρνει κι Ýνα πανÝρι ψÜρια κι αρχßζει να διαλαλεß «ψÜρι καλü, ψÜρι καλü, εδþ το φρÝσκο το ψÜρι». Τ' ακοýει η βοσκοποýλα, πετιÝται στο δρüμο και φωνÜζει τον ψαρÜ. ΠλησιÜζει αυτüς.
 -"ΒÜλε μου Ýνα κιλü ψÜρι", του λÝει. Αυτüς βÜνει το ψÜρι στη ζυγαριÜ, το ζυγßζει και της το δßνει. «Πüσο κÜνει;», τον ρωτÜ.
 -"¸να φιλß", της απαντÜ.
 -"¸να φιλß";
 -"ΕτσÜ το δßνω εγþ το ψÜρι μου, Ýνα φιλß". Μα! μου! η κοπελιÜ, αμετÜπειστος ο ψαρÜς. Τι να κÜνει και αυτÞ, εστÜθηκε και την εφßλησε. Το ßδιο βρÜδι üπως πÜντα πηγαßνει η βοσκοποýλα να ποτßσει το βασιλικü της.
 -"Βοσκοποýλα που βαγιοκλαδßζεις και ποτßζεις το βασιλικü σου, για πε μου πüσα φýλλα 'χει";
 -"ΔÜσκαλος εßσαι, γρÜμματα ξÝρεις, για πε μου πüσα Üστρα Ýχει ο ουρανüς";
 -"ΨαρÜς δεν Þμουνα, ψαρÜς εγßνηκα κι γþ 'μαι που σε φßλησα και σου 'δωκα το ψÜρι», απαντÜει ο βασιλιÜς.
     "Α, κερατÜ κι εγþ α σε καταστÝσω", λÝει φουρκισμÝνη απü μÝσα της η βοσκοποýλα. Μια μÝρα λοιπüν πιÜνει και βÜφεται ολüκληρη με καπνιÜ απü τον ανηφüρα (καμινÜδα). Πηγαßνει και στο κηποýλι της και βγÜζει Ýνα μεγÜλο ραπÜνι. Εßχε κι Ýνα αρνÜκι, το σφÜζει και το κÜνει δυο κομμÜτια. ΚατÜ τα μεσÜνυχτα, πηγαßνει στο παλÜτι του βασιλιÜ. Ρßχνει το Ýνα κομμÜτι το αρνß του λιονταριοý που φýλασσε την πüρτα για να την αφÞσει να περÜσει. Μπαßνει μÝσα, πηγαßνει στην κρεβατοκÜμαρα, üπου βρßσκει τον βασιλιÜ να κοιμÜται. Τον σκου­ντÜ στον þμο και του λÝει:
 -"Ξýπνα βασιλιÜ μου, εßμαι ο χÜρος κι Þλθα να πÜρω τη ψυχÞ σου".
 -"Μα χÜρε μου", φωνÜζει αγουροξυπνημÝνος κι Ýντρομος ο βασιλιÜς, "δε γßνεται να το αναβÜλουμε, εßμαι πÜνω στον ανθü της νιüτης μου, να σου δþσω ü,τι θÝλεις, κ.λπ. κ.λπ." κλαψοýριζε κλαßγοντας ο βασιλιÜς.
 -"Δε γßνεται τßποτα", λÝει αμετÜπιστη η βοσκοποýλα, "ü,τι γρÜφει δε ξεγρÜφει".
 -"Βρε αμÜν", ο βασιλιÜς, τßποτα αυτÞ. Στο τÝλος κÜνει πως σκÝφτεται.
 -"Να σου πω", του λÝει, "υπÜρχει Ýνας τρüπος να σου χαρßσω τη ζωÞ. Να σταθεßς να σου βÜλω αυτü το ραπÜνι στον κþλο". Εßντα να κÜνει ο βασιλιÜς, εστÜθηκε και του 'βαλε το ραπÜνι στον κþλο.

     Το Üλλο βρÜδι πÜλι που πüτιζε η βοσκοποýλα το βασιλικü της, να σου κι ο βασιλιÜς.
 -"Βοσκοποýλα που βαγιοκλαδßζεις και ποτßζεις το βασιλικü σου, για πε μου πüσα φýλλα 'χει";
 -"ΔÜσκαλος εßσαι, γρÜμματα ξÝρεις, για πε μου πüσα Üστρα Ýχει ο ουρανüς";
 -"ΨαρÜς δεν Þμουνε, ψαρÜς εγßνηκα, κι εγþ 'μαι που σε φßλησα και σου 'δωκα το ψÜρι".
 -"ΧÜρος δεν Þμουνε, χÜρος εγßνηκα κι εγþ 'μουνε που σου 'βαλα το ρÜπανο στον κþλο".

     ΜετÜ απ' αυτü ντρÜπηκε ο βασιλιÜς και την επÞρε γυναßκα του και ζÞσαν αυτοß καλÜ και μεις καλýτερα.
-----------------------------------------------------------------------------------------

     Εßπαμε πως τÝτοιου εßδους παραμýθια Ýχουν πÜψει προ πολλοý να κυκλοφοροýν στα στüματα των μεγÜλων. Τα σüκιν ανÝκδοτα τα Ýχουν υποκαταστÞσει τελεßως. Και καθþς σÞμερα οι μüνοι που ακοýνε παραμýθια εßναι τα παιδιÜ, η γιαγιÜ μου, μην Ýχοντας σε ποιον να τα διηγηθεß, καθüταν και τα Ýλεγε σε μÝνα. ¸τσι, üταν κÜποτε η δασκÜλα μου, η συγχωρεμÝνη η κυρßα ΕιρÞνη (πÞγαινα τüτε στη δευτÝρα δημοτικοý), ρþτησε ποιο παιδß θÝλει να Ýλθει να μας πει Ýνα παραμýθι, πετÜχτηκα πÜνω και εßπα: «Εγþ! Εγþ!». ΒγÞκα Ýξω και διηγÞθηκα το παραμýθι μου. Αφοý τÝλειωσα μου λÝει:
 -"ΔερμιτζÜκη, παιδß μου, τÝτοιου εßδους παραμýθια δεν τα λÝνε στο σχολεßο".
 -"ΕμÝνα κυρßα μοý το εßπε η γιαγιÜ μου", εßχα εγþ ατρÜνταχτο το επιχεßρημα.

     ¼μως μη νομßζετε πως στα παιδικÜ μου χρüνια γαλουχÞθηκα μüνο με τα πορνü παραμýθια της γιαγιÜς μου (Þξερε αρκετÜ η συγχωρεμÝνη) Þ τα σοφιστικÝ (περßτεχνα) παραμýθια της μητÝ­ρας μου. ΘυμÜμαι ακüμα την εικüνα που εßχα πλÜσει με την παιδικÞ μου φαντασßα της λαφßνας που «üπου βρßσκει γÜργαρο νερü θολþνει και το πßνει». ¸χω ακüμη ολοζþντανο στο μυαλü μου τον Κωνσταντßνο καβÜλα πÜνω στο Üλογο του και την αδελφÞ του την ΑρετÞ στα καποýλια να τον ρωτÜει:

 -"'Αχι, αδÝλφι ΚωνσταντÞ, μια λιβÜνια τη βγÜνεις!"

κι αυτüς να της απαντÜ:

 -"ΛιβÜνι εκοπÜνισα και για κειονÜ τη βγÜνω".

     ¼μως, απ' üλες, πιο ζωντανÝς μÝνουν μες στη μνÞμη μου οι μορφÝς του "ΚαπετÜν ΚαζÜνη" και της "Κριτσοτοποýλας".
-------------------------------------------------------------------------------------

*  ΣΗΜ: ΤελικÜ τοýτος ο κüσμος εßναι απßθανος! Το λÝω γιατß το ßδιο περßπου παραμýθι, το Üκουγα κι εγþ απü τη γιαγιÜ μου κι üταν την Ýχασα και μεγÜλωσα, νüμισα πως Ýχασα οριστικÜ και το παραμýθι, μιας κι εßχα ξεχÜσει σημαντικÝς λεπτομÝρειες. Ωστüσο η θειÜ μου, αδερφÞ του πατÝρα μου και φυσικÜ κüρη της χαμÝνης γιαγιÜς μου, εßχε μÜθει το παραμýθι και ...την Ýβαλα να μου το διηγηθεß προ λßγων ετþν και τη ...μαγνητοφþνησα με σκοπü να το καταγρÜψω (πρÜμα που χει γßνει Þδη χειρüγραφα) και να το αναρτÞσω στα παραμýθια μου με τη τελικÞ σημεßωση, πως üποιος ξÝρει κÜτι για τον δημιουργü του να μου το αναφÝρει για να τον βÜλω απü κÜτω. Κι ενþ ο φüρτος μ' εμπüδισε να το περÜσω στο ΣτÝκι εγþ, η τýχη το 'φερε να το ανεβÜσει ο φßλος μου ο ΜπÜμπης, βÝβαια ...üχι ακριβþς üπως το ξÝρω εγþ, αλλÜ δε βαριÝσαι; ΑνÜρτησα κι εγþ τη δικÞ μου εκδοχÞ, κι αυτÞ στα ΛαογραφικÜ! κι Ýννοια σας: Ýχει ενδιαφÝρον!
     Φßλε ΜπÜμπη σ' ευχαριστþ πÜρα πολý. Με κατασυγκßνησες
!!!
                                   ΠÜτροκλος ΧατζηαλεξÜνδρου

----------------------------------------------------------------------------------------

                                       Η ΚΡΙΤΣΟΤΟΠΟΥΛΑ

     (Το παρακÜτω κεßμενο αποτÝλεσε τη βÜση εισÞγησÞς μου σε συνÝδριο στην Σλοβενßα. Captain Cazanis and Critsotopoula, the last Cretan epics, Romanticna Pesnitev, Proceedings of the conference «The romantic epic poem», Ljubljana, 4-6 December 2000. Univerza v Ljubljani, Ljubljana, 2002, pp. 601-608)

 

     Τα Κριτσοτοποýλα καιΚαπετÜν ΚαζÜνη τους Üκουγα συχνÜ απü τη μητÝρα μου üταν Þμουν μικρüς, ιδιαßτερα κÜποιες κρýες χειμωνιÜτικες νýχτες, καθισμÝνοι μπροστÜ στο τζÜκι. Εßχα μÜλιστα μÜθει κι ο ßδιος αρκετοýς στßχους. ¼ταν πÞγαινα στην Ýκτη δημοτικοý, ξεκινþντας απü Ýνα λαογραφικü Ýνστικτο θα Ýλεγα, Ýβαλα τη μητÝρα μου και μου τους υπαγüρεψε και τους Ýγραψα σ' Ýνα τετρÜδιο. Η αξßα της "Κριτσοτοποýλας" δεν βρßσκεται τüσο στις λογοτεχνι­κÝς της αρετÝς, üσο στη θÝση της σαν κοινωνικü φαινüμενο -αποτελεß ßσως το τελευταßο επικü ποßημα που γρÜφτηκε στην ιστορßα, και που λειτοýργησε επικÜ, το πÞρε δηλαδÞ ο λαüς και το Ýκανε κτÞμα του.
     Εßχα μüνιμα την υποψßα üτι η μητÝρα μου ßσως αποτελοýσε μια εξαßρεση μαθαßνοντας απÝξω το ποßημα αυτü. ¼μως στο Üρθρο του φιλüλογοý μου στο γυμνÜσιο ΔημÞτρη ΠαπαδÜκη "Το Κρυφü Σχολειü Της ΜονÞς ΦανερωμÝνης ΙερÜπετρας Κι Η Κριτσοτοποýλα ΡοδÜνθη" (ΚρητικÞ Εστßα, Ιαν. - Φεβρ. 1981), διαβÜζουμε πως «οι μανÜδες κι οι γιαγιÜδες μεγαλþνουν τα παιδιÜ ομορφοπλÝκοντας στο στüμα τους την ηρωικÞ ζωÞ της ΡοδÜνθης Þ τραγουδþντας αποσπÜσματα απü την "Κριτσοτοποýλα" του ΔιαλλινομιχÜλη που Ýχουν αποστηθßσει». 'Αρα πρÝπει να υπÞρξαν κι Üλλες γυναßκες, εκτüς απü τη μητÝρα μου, που απομνημüνευσαν το ποßημα. Ενδεικτικü πÜντως της «επικÞς φυσικüτητας» των ποιημÜτων αυτþν εßναι η διαβεβαßωση της μητÝρας μου üτι τα αποστÞθισε διαβÜζοντÜς τα μüνο μια φορÜ. ¼σο κι αν φαßνεται υπερβολικüς ο ισχυρισμüς αυτüς, εκφρÜζει πÜντως την ευκολßα με την οποßα τα απομνημüνευσε.
     Πριν μελετÞσουμε το ßδιο το Ýργο, νομßζω πως εßναι σκüπιμο να παραθÝσουμε μια βιογραφßα του συγγραφÝα, του ΜιχÜλη ΔιαλλινÜ Þ ΔιαλλινομιχÜλη, πρÜγμα που θα μας διευκολýνει αρκετÜ στην κατανüησÞ του (αντιγρÜφουμε απü το Üρθρο του Μανþλη ΓιαλουρÜκη "Ο ΜιχÜλης ΔιαλλινÜς Κι Η ΚρητικÞ Ιστορßα", ΒραδυνÞ, 5-5-1969).

     Ο ΔιαλλινÜς καταγüταν απü μια οικογÝνεια που τις ρßζες πρÝπει ν' αναζητÞσουμε στη Δαλματßα. ¼ταν ακüμη η Βενετßα κυριαρχοýσε στη Μεσüγειο, ο Φραγκßσκος ΓιαλλινÜς, ο μακρινüς πρüγονüς του εγκαταστÜθηκε κει και χρßσθηκε ευγενÞς απü τον Δüγη ΠÝτρο Γραδενßγο, το Ýτος 1294. Αργüτερα μÝλη της οικογÝνειÜς του μεταναστεýουν στην ΚÝρκυρα και στην ΚρÞτη. Απü αυτοýς καταγüταν ο γνωστüς Κερκυραßος θαλασσογρÜφος. Εκεßνοι που προτßμησαν την ΚρÞτη εßδαν στο τÝλος το επßθετü τους να παραποιεßται με τη συγχþνευσÞ του με τον τßτλο ευγενεßας ντε (ντε ΓιαλλινÜς, ΔιαλλινÜς). Η παραποßηση τελικÜ επικρÜτησε, με τη καθιÝρωση του επιθÝτου ΔιαλλινÜς και τον πλÞρη εξελληνισμü των μεταναστþν.
     Ο ΜιχÜλης ΔιαλλινÜς γεννÞθηκε το 1853 στη ΝεÜπολη της ΚρÞτης και παντρεýτηκε τη Μαρßα ΧρυσÜκη, κüρη οπλαρχηγοý. Τα ελληνικÜ γρÜμματα τα διδÜχτηκε στο μοναστÞρι των Κρεμα­στþν, αλλÜ η ÝφεσÞ του για μÜθηση Þταν τüση, þστε θεωρεßται Ýνας απü τους πιο μορφωμÝνους της εποχÞς του. Γνþριζε για παρÜδειγ­μα τουρκικÜ και ιταλικÜ, στα οποßα προφανþς υπÞρξε αυτοδßδα­κτος. Το 1878 τον βρßσκουμε υπασπιστÞ του οπλαρχηγοý Μανþλη Κüκκινη, αργüτερα δε δικηγüρο και δικαστικü.
     ΠολυταξιδεμÝνος με τα μÝτρα της εποχÞς του, κατüρθωσε να συγκεντρþσει περιου­σßα, που του επÝτρεψε να ιδιωτεýει και ν' ασχολεßται με τις αγαπημÝνες του ιστορικÝς Ýρευνες, που αποτελοýν κι Ýνα πολýτιμο τμÞμα της προσφορÜς του. Ιδιαßτερα μελετÜ την προ­σφορÜ της ΑνατολικÞς ΚρÞτης στους απελευθερωτικοýς αγþνες του νησιοý, η οποßα εßχε παραμεληθεß απü τους Üλλους ιστορικοýς ερευνητÝς. Το 1909 κυκλοφüρησε τα "ΠοιÞματα", συλλογÞ πατριω­τικþν κυρßως ποιημÜτων. Το 1912 κυκλοφüρησε το δεýτερο Ýργο του, το μικρü Ýπος της "Κριτσοτοποýλας". Το 1927 κυκλοφüρησαν τα "'Απαντα", ποιητικÞ συλλογÞ διανθισμÝνη με ιστορικÜ σημειþματα και συμπληρωμÝνη με δυο Ýμμετρα θεατρικÜ Ýργα. Τüσο στα ποιÞματα, üσο και στα θεατρικÜ Ýργα και ιδιαßτερα στις κατατοπιστικÝς σημειþσεις που παραθÝτει ο ßδιος, υπÜρχουν πλÞθος Üγνω­στες ιστορικÝς πληροφορßες.
     Ο ΜιχÜλης ΔιαλλινÜς υπÞρξε πνευματþδης ομιλητÞς μ' Ýντονη σατιρικÞ διÜθεση, την οποßα επεσÞμανε σε χρονογρÜφημα του ο ΚονδυλÜκης. Οι σατιρικοß του στßχοι αποτελοýν γνÞσιο μνημεßο λαúκÞς θυμοσοφßας και σ' αυτοýς κυρßως οφεßλει την εκτßμηση που του Ýτρεφαν οι χωρικοß της περιφÝρειÜς του.
    Με το θÜνατο του, Ýνα σημαντικü μÝρος του Ýργου του Ýμεινε ανÝκδοτο. Στα χρüνια της κατοχÞς, σ' Ýρευνα που Ýγινε απü τους Γερμανοýς στο σπßτι της εγγονÞς του Μαρßας Εμ. ΠιτυκÜκη, Ýνα μÝρος των χειρογρÜφων του χÜθηκε. Σþθηκαν üμως αρκετÜ, που με τη φροντßδα της εßδαν τελικÜ το φως της δημοσιüτητας ('Απαντα Β' τüμος, 1970). Λßγο αργüτερα επανεκδüθηκε κι ο Α' τüμος.

    Η "Κριτσοτοποýλα" αποτελεßται απü 1367 δεκαπεντασýλλαβους ιαμβικοýς στßχους, οι οποßοι ομοιοκαταληκτοýν κατÜ δßστιχα, ε­κτüς απü κÜποια σημεßα üπου ομοιοκαταληκτοýν χιαστß (ο α με τον γ και ο β με τον δ). Σ' αυτü περιγρÜφεται η ζωÞ της ΡοδÜνθης, της κüρης του πρωτüπαπα της ΚριτσÜς, Ýνα κεφαλοχþρι που βρßσκεται λßγο πιο Ýξω απü τον 'Αγιο Νικüλαο. Τη ΡοδÜνθη απαγÜγει Ýνας τοýρκος, ο Χουρσßτ αγÜς, για να την κÜνει γυναßκα του. ΑυτÞ üμως τον σκοτþνει, φορÜει τα ροýχα του, και πηγαßνει και βρßσκει τον καπετÜν ΚαζÜνη στο βουνü, και κρýβοντÜς του πως εßναι γυναßκα, του ζητÜ να την πÜρει μαζß του. ¸τσι και γßνεται. Στο εξÞς η ΡοδÜνθη συμμετÝχει σ' üλες τις περιπÝτειες του καπετÜν ΚαζÜνη και των παλικαριþν του, και διακρßνεται για την ανδρεßα της. Σκοτþνεται τελικÜ στη μÜχη της ΚριτσÜς, το 1823, οπüτε κι αποκαλýπτεται πως εßναι γυναßκα και μÜλιστα η χαμÝνη κüρη του πρωτüπαπα.

     Το ποßημα ξεκινÜει με μια μικρÞ εισαγωγÞ 12 στßχων, üπου ο ποιητÞς αποκαλýπτει την πρüθεσÞ του να αφηγηθεß μια θαυμÜσια ιστορßα, Ýνα «διαμÜντι ατßμητο», που του την διηγÞθηκε Ýνας γÝρος απü τη ΒιÜννο.
     Κατüπιν μεταβαßνουμε στο Α' μÝρος (32 στßχοι). (Το ποßημα χωρßζεται σε δÝκα μÝρη, τα οποßα κατÜ το πρüτυπο των ομηρικþν επþν επιγρÜφονται με γρÜμματα του ελληνικοý αλφαβÞτου). Εκεß δßνεται η χρονικÞ και τοπικÞ αναφορÜ της ιστορßας: 1821, Ýτος της επανÜστασης, ΚριτσÜ, ελληνοχþρι της επαρχßας ΜεραμβÝλλου. Ο ποιητÞς περιγρÜφει την ενδυμασßα των κατοßκων, μιλÜει για την αγÜπη και την ομüνοια που τους διακρßνει, για την γενναιüτητÜ τους και παραθÝτει στοιχεßα απü τη θρησκευτικÞ και την κοινοτι­κÞ τους ζωÞ.

     Στο Β μÝρος (30 στßχοι) περιγρÜφονται οι γυναßκες, η ενδυμασßα τους, η νοικοκυροσýνη τους, και οι ψυχικÝς τους αρετÝς.

     Στο Γ μÝρος (33 στßχοι) ο ποιητÞς μιλÜει για την κüρη του πρωτüπαπα την ΡοδÜνθη, περιγρÜφει τις χÜρες και τις ομορφιÝς της κι αναφÝρει το γεγονüς üτι την βÜφτισε Ýνας «φιλÝλληνας μüσκοβος», που Ýδωσε μÜλιστα στον πατÝρα της «εκατü χρυσÜ ναπολεüνια»

                    με εντολÞ την κüρη του μ' αυτÜ να εκπαιδεýσει.

   Στο Δ' μÝρος (46 στßχοι) ο ποιητÞς μιλÜει για το κρυφü σχολειü της μονÞς της ΦανερωμÝνης, στο οποßο φοßτησε η ΡοδÜνθη. Με το μÝρος αυτü ολοκληρþνεται η αναφορÜ στο χρονικü και τοπικü πλαßσιο, γνωρßζουμε το ιστορικü της κεντρικÞς ηρωßδας, και στο εξÞς η δρÜση αρχßζει να προχωρεß γοργÜ.

     Στο Ε' μÝρος (22 στßχοι) βλÝπουμε την ΡοδÜνθη να κÜθεται Ýνα πρωινü στον αργαλειü της και να υφαßνει, τραγουδþντας με τüσο μελωδικÞ φωνÞ, που

                        ενüμιζες πως Ýψαλλαν του ουρανοý Üγγελοι

                        και τ' αηδüνια το γροικοýν κι Üφωνα Ýχουν μεßνει.

     Στο ΣΤ' μÝρος (470 στßχοι) κÜνει την εμφÜνισÞ του ο Χουρσßτ αγÜς απü το ΧουμεριÜκο. Μαγεýεται απü το τραγοýδι της ΡοδÜνθης κι αποφασßζει να την απαγÜγει. Γυρßζει στο χωριü του, βρßσκει το φßλο του τον ΟμÝρη, του ζητÜ να πÜρει μερικοýς Üνδρες και να πÜνε στην ΚριτσÜ να του φÝρουν την ΡοδÜνθη. Ο ΟμÝρης, μετÜ απü αρκετοýς δισταγμοýς, δÝχεται. Παßρνει τους Üνδρες του, πηγαßνουν στην ΚριτσÜ και παßρνουν την ΡοδÜνθη αφοý πρþτα σφÜζουν τη μÜνα της που προσπαθεß να τους εμποδß­σει. ¼ταν γυρßζουν οι Κριτσþτες στο χωριü τους απü μια κηδεßα που εßχαν πÜει και μαθαßνουν τα καθÝκαστα, τρÝχουν να τους προλÜβουν, üμως τþρα πια εßναι πολý αργÜ. ΦτÜνουν οι τοýρκοι στο ΧουμεριÜκο,

                        και σÝρναν τη ΡοδÜνθη μας κλιτÞ και λυπημÝνη,

                        σα μαραμÝνη ροδαρÜ, σαν χþρα κουρσεμÝνη.

     Παßρνουν οι χανοýμισες την ΡοδÜνθη και την ετοιμÜζουν για το γÜμο που θα γßνει το βρÜδι. Σαν Ýγινε ο γÜμος,


                       ΜÝνει η ΡοδÜνθη κι ο Χουρσßτ οι δυü τως ς' Ýνα σπßτι,

                       και πÜει για να της ριχθÞ. Μ' αυτÞ του λÝγει- Χουρσßτη,

                       Εγþ θα εßμαι δια σε σαν Þσε συ για μÝνα,

                       μα με την τÜξη θα γενÞ πρÝπει το κÜθε Ýνα.

                       Μη βιÜζεσαι παρακαλþ, εγþ εßμ' εδικÞ σου,

                       Ýβγαλε πρþτα τ' αργυρÜ ετοýτα τ' ÜρματÜ σου.

                       και τα λοιπÜ φορÝματα με την υπομονÞ σου,

                       και πÝσε στο κρεβÜτι σου να 'ρθω στην αγκαλιÜ σου.

                       ΒγÜζει αμÝσως το σκυλß ü τι και αν εφüρει,

                       και πÝφτει στο κρεβÜτι του και προσκαλεß την κüρη.

                       Μ' αυτÞ αμÝσως χýνεται σα φοβερü λιοντÜρι,

                       και σοýρνει το μαχαßρι του απ' τ' αργυρü θηκÜρι.

                       Και το καρφþνει στου Χουρσßτ μια, δυο και τρεις στο στÞθος,

                       κι απÝξω διεσκÝδαζε αμÝριμνο το πλÞθος!

                       Απü τους πüνους ο Χουρσßτ κÜνει να ξεφωνÞση,

                       μα κεßνη εν τω μεταξý το στüμα του 'χε κλεßση.

                       Και δþστου μüνο μαχαιριÝς στο στÞθος κι επελÝκα,

                       (¼ρσε του λÝγει Üπιστε που δες ΡωμιÜ γυναßκα).

                        Κι εκεß 'που θε να Ýρεε αßμα της παρθενßας,

                        Ýτρεξε το φαρμακερü αßμα της Τυραννßας!

                        Σαν τον αποτελεßωσε η ανδρειωμÝνη κüρη,

                        βγÜζει ευθýς τα νυφικÜ φορÝματα που 'φüρει.

                        ΒÜζει τα ροýχα του Χουρσßτ· ζþνεται τ' ÜρματÜ του,

                        κι αυτüς την ονειρεýεται στον ýπνο του θανÜτου!

                        Κι απü μια πüρτα 'που 'διδε στου ΜπÝη το περβüλι,

                        πιδÝξια και σιγÜ-σιγÜ πηγαßνει και ανοßγει.

                        Κι ενþ στο πüρτεγο γλεντοýν οι ΓενιτσÜροι üλοι

                        χωρßς να την ιδÞ κανεßς κατüρθωσε να φýγη.

                        Σχßζει λαγκÜδια και βουνÜ κι εκεß που επερνοýσε,

                        δεν Ýλεγες πως περπατεß μüνο πως επετοýσε.

     Η ΡοδÜνθη φτÜνει στο ξωμονÜστηρο του Αγßου ΙωÜννη, γονατßζει μπροστÜ στο κüνισμα της Παναγßας και κÜνει την προσευχÞ της, Ýνα λυρικü ξεχεßλισμα üλο παρÜπονο για τα κακÜ που τη βρÞκαν. Κατüπιν κüβει τα χρυσüξανθα μαλλιÜ της, τα κρεμÜει στο προσκυνητÜρι και γρÜφει παραγγελιÜ üποιος τα βρει να τα πÜρει και να τα πÜει στον πατÝρα της, για να τα βÜλει μÝσα στον τÜφο της μÜνας της. ¸πειτα συνεχßζει τρεχÜλα το δρüμο της. Ξημερþματα φτÜνει στο Μεσακü Λασßθι, üπου συναντÜ Ýνα παπÜ και τον παρακαλεß να την οδηγÞσει στον καπετÜν ΚαζÜνη. Αυτüς πρÜγματι την πηγαßνει στο λημÝρι του. ¼ταν επιτÝλους τον συναντÜ, του λÝει ψÝματα πως εßναι αγüρι κι üτι τον εßχε πÜρει σκλÜβο του Ýνας γενßτσαρος, αλλÜ κατÜφερε να του το σκÜσει και τον παρακαλεß να τον πÜρει μαζß με τα παλικÜρια του. Ο καπετÜν ΚαζÜνης, μετÜ απü αρκετοýς ενδοιασμοýς, συγκατατßθεται.

     ΑμÝσως μετÜ περιγρÜφεται Ýνα ανδραγÜθημα της Κριτσοτοποýλας (Þ του Σπανομανþλη, üπως την φωνÜζουν, ο καπετÜν ΚαζÜνης κι οι Üνδρες του, γιατß δεν εßχε τρßχες). Μαζß με τρßα Üλλα παλληκÜρια μπαßνουν μÝσα στο χωριü Λßμνες για να εκδικηθοýν κÜποιο ΚαμπουρομπιλÜλη γιατß επιτßθετο της μιας κοπÝλας και της Üλλης. Τον πετυχαßνουν μαζß με την παρÝα του, τÝσσερεις Üλλους Τοýρ­κους, τη στιγμÞ που Þσαν Ýτοιμοι να οργιÜσουν πÜνω σε κÜποιες χριστιανοποýλες. Οι τρεις σýντροφοß της διστÜζουν κι αναρωτιοýνται αν θα πρÝπει να ειδοποιÞσουν τον καπετÜνιο που Ýχει μεßνει Ýξω απü το χωριü, για να Ýλθει μ' ενισχýσεις. 'Ομως η Κριτσοτοποýλα που θυμÜται το δικü της πÜθημα, δεν κρατιÝται.

                        Μα ο Μανþλης δεν βαστÜ κτυπÜ το γιαταγÜνι,

                        παßζει της πüρτας δυνατÜ κι αυτÞ ευθýς ανοßγει,

                        κüβει του 'νοýς την κεφαλÞ σαν στÜχυ με δρεπÜνι,

                        κι οι Üλλοι Τοýρκοι κοßταζαν ο κÜθε εις να φýγη.

                        ΣÝρνει και ταις πιστüλες του, τους Üλλους σημαδεýει

                        κι αφοý εξÜπλωσ' Üλλους δυο και τÝταρτο γυρεýει!

                        Τον τÝταρτο τον εßχανε οι Üλλοι τελειþσει,

                        Ýνας μονÜχα πρüφτασε απ' üλους να γλυτþσει!

                        Κüβει των δυο τες κεφαλÝς, παßρνει και τ' ÜρματÜ των,

                        κι Ýπειτα εγυρßσανε και λεν στον αρχηγü των,

                        πως Üμαχα κι ατÜραχα εκÜμαν την δουλειÜ των

                        κι εδüξασαν ως Χριστιανοß τον Ιησοýν Χριστü των.

     Στο Ζ' τμÞμα (141 στßχοι) περιγρÜφεται η ανεýρεση του πτþμα­τος του Χουρσßτ, η οργÞ των Τοýρκων κι η απüφασÞ τους να εκδικηθοýν. ¸τσι αιτιολογεß ο ποιητÞς την εκστρατεßα που ανÝλα­βε στις αρχÝς του 1823 ο ΧασÜν πασÜς ξεκινþντας απü την ΙερÜπετρα κατÜ του ΜεραμπÝλου, για να καταπνßξει την επανÜστα­ση της περιοχÞς αυτÞς. Στη μÜχη της ΚριτσÜς οι τρεις χιλιÜδες επαναστÜτες αντÝταξαν σθεναρÞ Üμυνα απÝναντι στους δεκÜξι χιλιÜδες επιτιθÝμενους τουρκαλβανοýς του ΧασÜν. Οι πολιορκημÝ­νοι σκορπßζουν τον θÜνατο στους επιτιθÝμενους, Ýτσι που

                       δεν επρüφταινε ψυχÝς να δεμαθιÜζει ο χÜρος.

     Το Η τμÞμα εßναι μια θλιμμÝνη αναπüληση του ποιητÞ για τα παλιÜ Ýνδοξα, ηρωικÜ χρüνια, τον καιρü της κλεφτουριÜς και της επανÜστασης, τον καιρü της ανδρεßας και του αγνοý Þθους. Τüτε τα αγνÜ ελληνικÜ Þθη κι Ýθιμα, τþρα οι ξενικÝς επιδρÜσεις κι η ξενομανßα.

                        Τüτε εμýριζεν ο νηüς αγνüτητα και χÜρι,

                        τþρα χει μüνον ιερÜν ιδÝαν και φροντßδα,

                        καμιÜς βαμÝνης παχουλÞς χιαντÝζας το ποδÜρι,

                        και τßποτα δεν σκÝπτεται για σπßτι και πατρßδα.

                        Αχ! τüτε τα παρÜσημα τα παßρναμε στη μÜχη,

                        τþρα αυτüς üπου καλÜ με την ΑυλÞ θα τα 'χει.

                        Τüτε διασκεδÜζανε στους καθαροýς αÝρες,

                        και 'πßναν Üδολα πιοτÜ σπανßως δε καφÝδες,

                        και τþρα στο καφÝ σαντÜν με κÜτι μπιραριÝρες,

                        πßνομεν σπßρτα της ΦραγκιÜς, -ψευτιÝς και μπουρδελÝδες.

                        Η κÜθε νηÜ 'χε φυσικÜ τα χεßλη σαν κερÜσιο,

                        και δεν εβÜφετο ποτÝ κÜθε καλü κορÜσιο.

                        Α! τüτε οι γυναßκες μας φοροýσαν κοντογοýνια,

                        και μοιÜζανε με πÝρδικες σαν εßναι στο λιβÜδι,

                        τþρα φοροýν μεταξωτÜ στιβÜνια με δακοýνια,

                        και βÜφουνται με σουλουμÜ και με τ' αυγοý τ' ασπρÜδι.

                        Ο κüσμος τþρα περπατεß με ψεýδος και απÜτη,

                        κι ο εις τ' αλλοý κυττÜζουνε να βγÜλουνε το μÜτι

                        Μ' εθνομαρτýρους ψεýτικους κι αληθινοýς αγýρτας,

                        και δραχμοκαταβροχθιστÜς και εθνοκρημνοσýρτας.

     Στο Θ' τμÞμα (122 στßχοι) περιγρÜφει ο ποιητÞς τις ενισχýσεις που Ýρχονται στους Κριτσþτες. ¼μως και πÜλι δεν κρατιÝται και αντιπαραβÜλει με τους σημερινοýς νÝους, τους αγνοýς εκεßνους αγωνιστÝς.

                       Που βÜνετε γιαλιστερÜ κολÜρα και γιακÜδες,

                        κι αντß τραγοýδια ελληνικÜ μας ψÜλλετε καντÜδες.

                        Τους γÝροντες αγωνιστÝς να μην περιφρονεßτε

                        γιατß αυτοß 'ναι αφορμÞ κι ελεýθερα μιλεßτε.

                        Και σεις οι στρατιωτικοß, üπου κατακτυπÜτε,

                        ταις σπÜθες σας στην αγορÜ πρÝπει να τους τιμÜτε.

                        Γιατß τα φρýδια του εχθροý αυτοß τα ταπεινþσαν,

                        και τα σπαθιÜ που ζþνεσθε ετοýτοι σας τα δþσαν.

                        Αυτοß επολεμοýσανε τους Τοýρκους νýκτα μÝρα,

                        για ν' αναπνÝουμε εμεßς ελεýθερον αÝρα.

και καταλÞγει ο ποιητÞς με μιαν αποστροφÞ γι' αυτοýς που πÝσαν για την ελευθερßα.

                        Ω σεις που μαρτυρÞσατε για την ελευθερßα,

                        ψηλοß αετοß χρυσüφτεροι κοσμοεξακουσμÝνοι,

                        αν και σας εξεχÜσανε üλοι κι η ιστορßα,

                        üμως απü τη μοýσα μου δεν εßσθε ξεχασμÝνοι.

     Στο Ι τμÞμα (391 στßχοι), ο ποιητÞς μας δßνει μια επικÞ περιγρα­φÞ της τελικÞς μÜχης, που Ýληξε και πÜλι με τη νßκη των ΕλλÞνων.

                        ΒλÝπεις εδþ χριστιανοýς πÝντ' Ýξι εßν' πεσμÝνοι

                        και παραπÝρα εκατü ΦελÜδες σκοτωμÝνοι.

                        ΘρÞνους ακοýς, σπαθιÝς θωρεßς, που ποταμüς το αßμα

                        Ýτρεχε και σχημÜτιζε μÝσ' στα λαγκÜδια ρÝμα.

                        ¸διδε Þλιος λαμπηρüς εκεßνη την ημÝρα,

                        μ' απ' τους καπνοýς των κανονιþν και τουφεκιþν ομÜδι,

                        εσυννεφοσκεπÜστηκε üλη η ατμοσφαßρα,

                        που νüμιζες πως βρßσκεσαι στα πρüθυρα του 'Αδη.

     Ο ποιητÞς εξαßρει και το ρüλο των γυναικþν σ' αυτÞ τη μÜχη, που κουβαλοýν στους πολεμιστÝς εφüδια και νερü να δροσιστοýν κι αναφÝρει με περηφÜνεια μια «νÝα σπαρτιÜτισσα» μÜνα, που κρατþντας στην αγκαλιÜ της τον σκοτωμÝνο γιο της, λÝει σ' αυτÝς που κλαßγανε:

                        Μην κλαßτε, και τον πüνο σας καθÝνας σας ας πνßξει,

                        και εις τον εχθρüν μια τουφεκιÜ περσüτερη ας ρßξει.

                        Κι Ýπειτα σφßγγει τον νεκρü μÝσα στην αγκαλιÜ της

                        και τÝτοια λüγια του 'πενε η νÝα ΣπαρτιÜτις:

                       -Για την πατρßδα τη γλυκιÜ σ' ανÜθρεψα παιδß μου,

                        γιατß επÞγες μÜρτυρας, πÞγαινε στην ευχÞ μου.

     ¼μως και πÜλι δεν κρατιÝται ο ποιητÞς, ξανακÜνει τη σýγκριση στους αμÝσως επüμενους στßχους.


                        Α, δυστυχþς δεν βρßσκονται τþρα τÝτοιες μανÜδες,

                        οýτε και δεν ευρßσκονται τÝτοιοι πολεμιστÜδες...

     ΠÜνω στη μÜχη, η Κριτσοτοποýλα βλÝπει ξαφνικÜ τον ΟμÝρη που σκüτωσε τη μητÝρα της κι ορμÜει κατÜ πÜνω του. Ακολουθεß μια Üγρια μονομαχßα ανÜμεσÜ τους, üμως η Κριτσοτο­ποýλα καταφÝρνει να τον σκοτþσει και του παßρνει το κεφÜλι.

                        ΖÞσε Σπανομανþλη μου! φωνÜζει ο ΚαζÜνης.

Οι Τοýρκοι ορμοýν να γλυτþσουν το κεφÜλι του ΟμÝρ κι οι ¸λληνες για να σþσουν την Κριτσοτοποýλα. Στη συμπλοκÞ που ακολουθεß η Κριτσοτοποýλα πληγþνεται θανÜσιμα.

                        Δεν εßναι εδþ χριστιανοß κανÝνα παλικÜρι,

                        να πÜρει το κεφÜλι μου, τοýρκος να μην το πÜρει;

φωνÜζει η Κριτσοτοποýλα στους συντρüφους της σαν τον Κωνστα­ντßνο Παλαιολüγο.  

     ºσως οι στßχοι αυτοß, να δεßχνουν κραυγαλÝοι και να κÜνουν φτηνÞ εντýπωση σε καλλιεργημÝνο κοινü, üμως δεν πρÝπει να υπÜρχει αμφιβολßα για τη συγκßνηση που σκορποý­σαν στις λαúκÝς μÜζες, που Þταν βαθιÜ ριζωμÝνος ο μýθος του μαρμαρωμÝνου βασιλιÜ. Ο πατÝρας μου που Þταν παρþν στην ηχογρÜφηση, μπüρεσε και θυμÞθηκε κÜποιο στßχο απ' αυτü το επεισüδιο που η μητÝρα μου δεν μπüρεσε να θυμηθεß, ενþ αμφι­βÜλλω αν θυμüταν Üλλο στßχο απü το υπüλοιπο Ýργο. ºσως τελικÜ οι παραπÜνω στßχοι να μην εßναι Ýνδειξη ποιητικÞς αδυναμßας του ποιητÞ, αλλÜ Ýκφραση της βαθιÜς λαúκÞς του αßσθησης.

                        Το φονικü εκρÜτησε απ' το πρωß ως το βρÜδι,

                        Ο χÜρος κÝρνα τακτικÜ θÜνατο στο ποτÞρι

                        κι αγκαλιασμÝνες οι ψυχÝς πηγαßνανε στον 'Αδη.

     Οι Τοýρκοι νικÞθηκαν, üμως στους δικοýς μας εßχαν σωθεß τα πολεμοφüδια κι Ýτσι αποφÜσισαν ν' αποχωρÞσουν. Την επομÝνη, βρßσκοντας ο ΧασÜν Ýρημη την ΚριτσÜ, μπαßνει μÝσα και την κατακαßει. Σαν Ýφυγε ο ΧασÜν με το ασκÝρι του κατεβαßνουν οι Κριτσþτες απü τα üρη και βÜζουν μÝσα στα μισοκαπνισμÝνα ερεßπια τους πληγωμÝνους να τους περιποιηθοýν, πριν αγριÝψουν οι πληγÝς τους. Ο γιατρüς που ανοßγει το στÞθος του Σπανομανþλη για να δει πþς εßναι η πληγÞ του, βλÝπει Ýκπληκτος πως εßναι γυναßκα. Η πληγÞ εßναι θανÜσιμη και δεν υπÜρχει σωτηρßα. Οι φßλες της την περιποιοýνται, ενþ οι Κριτσþτες μαθαßνουν με συγκßνηση üτι το γενναßο αυτü παλικÜρι που τüσο εßχε διακριθεß στη μÜχη, δεν Þταν Üλλη απü την κüρη του πρωτüπαπα, τη ΡοδÜνθη. Η ΡοδÜνθη βρßσκεται τþρα στις τελευταßες της στιγμÝς:

                        Κι αρχßζει να παραμιλεß με σφαλικτÜ τα μÜτια,

                        αχ, δεν λαμποκοποýν σαν πριν τα λαμπερÜ διαμÜντια.

                        Και με φωνÞ αδýναμη αρχßνησε να λÝει,

                        'ποý ο καθεßς που την γροικÜ ωσÜν το ΠÝτρο κλαßει.

                        ΠατÝρα τι γυρεýουνε εδþ στο σπßτι üλοι,

                        üσοι επÝσαν μÜρτυρες απ' των εχθρþν το βüλι;

                        ΠατÝρα μου, δεν μου μιλÜς; ποý βρßσκεσαι; τι κÜνεις;

                        Να! ο Ζερβονικüλας μας και ο ΔασκαλογιÜννης.

                        Ο ΔιÜκος ΑθανÜσιος κι ο ΡÞγας ο Φερραßος.

                        ΑγαπητÝ πατÝρα μου πþς Þλθε η μητÝρα;

                        εδþ στο σπßτι πÝρα;

                        Για κýττα την πþς μας κυττÜ με μÜτια βουρκωμÝνα

                        εσÝνα και εμÝνα!

                        Τα Χερουβεßμ και Σεραφεßμ με τους λοιποýς αγγÝλους

                        τι θÝλουν επιτÝλους;

                        Γιατß βαστοýνε φωτεινÜ μαρτυρικÜ στεφÜνια,

                        με θεßα περηφÜνεια;

                        Ποιους θε να στεφανþσουμε; πατÝρα μου γνωρßζεις

                        πες μου και μη δακρýζεις.

                        Για κýτταξε πατÝρα μου αυτüν τον καβαλÜρη

                        που θÝλει να με πÜρη;

                        Εßναι ο Üγιος Γεþργιος. Α! δεν θα αποθÜνω!

                        στη σκλαβωμÝνη ΚρÞτη μας δουλειÜ 'χω για να κÜνω.

                        ΘÝλω ακüμα κÜμποσους Τοýρκους να τελειþσω

                        στους αδελφοýς μας Χριστιανοýς βοÞθεια να δþσω.

                        Ποιοι εßν' αυτοß που στÝκονται στσ' αγγÝλους απü πÜν;

                        Α, ο Χριστüς κι η ΠαναγιÜ. Θε μου μην αποθÜνω,

                        ΧριστÝ και Παναγßα μου λßγο καιρü ακüμα

                        αφÞστε με να ζÞσω,

                        'που να πατÞσω ελεýθερο της ΚρÞτης μας το χþμα

                         κι Ýπειτα ας ξεψυχÞσω.

     ΟπωσδÞποτε οι στßχοι αυτοß δεν εßναι αριστουργηματικοß, üμως προκαλοýν Ýντονη δραματικÞ εντýπωση με την επανειλημμÝνη χρÞση των ημιστιχßων, που εßχαν χρησιμοποιηθεß για τη δημιουργßα παρüμοιων εντυπþσεων Þδη απü το Ýπος του "ΔιγενÞ Ακρßτα". Κι üταν πεθαßνει η ΡοδÜνθη, οι ελεγειακοß στßχοι που βÜζει ο ποιητÞς στο στüμα των φιλενÜδων της που τη θρηνοýν, εßναι αρκετÜ συγκινητικοß.

                        Γιατß; γιατß δεν μας μιλÜς γλυκüφωτο αστÝρι,

                        για πες μας πþς εχλþμιασες Ýτσι σαν νεκροκÝρι.

                        Αχ! εξαδÝλφη μου γλυκιÜ ποιο Üχαρο μαχαßρι,

                        επÞρ' ο χÜρος κι Ýκοψε της νιüτης σου το νÞμα,

                        ποιο μαýρο χÝρι Üπλωσε και σε 'σβησε αστÝρι.

                        Ποια μοßρα Þταν που σ' Ýπεψε σ' αραχνιασμÝνο μνÞμα;

                       'Αραγε ξεýρ ' η μÜνα σου ψυχÞ αγιασμÝνη,

                        üτι θα πας να την ευρÞς για να σε περιμÝνη;

                        Αχ! ποý να βρω τ' αθÜνατο νερü να σε ποτßσω,

                        πÝστε μου σεις ποιος το κρατεß, üρη βουνÜ και δÜση,

                        κανεßς δεν μ' αποκρßνεται· και πþς θα σ' αναστÞσω;

                        Απ' τον καημü το στÞθος μου πηγαßνει για να σπÜση.

                        Τüτε σηκþνεται μια γριÜ και λÝγει στην ΕλÝνη,

                        με μιαν αδýνατη φωνÞ και συγκεκινημÝνη.

                        -Σþπα παιδß μου σþπασε μην κÜνεις να θρηνÜται,

                        κι αυτÞν την πÝτρα την σκληρÞ με τα πικρÜ σου λüγια.

                        μüν' κλαßεις Ýναν Üγγελο üπου γλυκοκοιμÜται,

                        στον Üγγελο δεν πρÝπουνε θανÜτου μοιρολüγια.

                        Μην πης, μην πης πως πÝθανε, πως εßν' αποθαμÝνη,

                        μüν' πες πως Ýνας Üγγελος στους ουρανοýς πηγαßνει.

    Στη δραματικÞ συγκßνηση προσθÝτει και ο θÜνατος του πατÝρα της ΡοδÜνθης, που μην αντÝχοντας τον πüνο απü το χαμü της κüρης του, σωριÜζεται κÜτω νεκρüς. Τους θÜβουν και τους δυο μαζß, στο ßδιο μνÞμα που Ýθαψαν και τη μÜνα της.

     Την "Κριτσοτοποýλα" δεν θα τη χαρακτÞριζε κανεßς λογοτεχνικÞ κορυφÞ. ΠαρÜ τις αρετÝς της, μας θυμßζει περισσüτερο τα Ýργα των πρþτων προαναγεννησιακþν κρητþν ποιητþν, με την αδεξιüτητα των στßχων και την ανÜμικτη με λüγια στοιχεßα γλþσσα τους. Με τον ΔιαλλινÜ φαßνεται να κλεßνει ο κýκλος της ΚρητικÞς λογοτεχνßας. Οι επüμενοι λογοτÝχνες εßναι περισσüτερο ¸λληνες παρÜ ΚρÞτες. Τα Ýργα τους απευθýνονται περισσüτερο στον μÝσο ¸λληνα καλλιεργημÝνο αστü, παρÜ στην ευαισθησßα του απλοý Κρητικοý κι ας νιþθουν οι ßδιοι μÝχρι στα κατÜβαθα της ψυχÞς τους Κρητικοß, üπως ο ΚαζαντζÜκης και ο ΠρεβελÜκης. Τα Ýργα που γρÜφτηκαν μετÜ την "Κριτσοτοποýλα" και που θα μποροýσαν να χαρακτηρισθοýν λαúκÜ ΚρητικÜ, ξεπÝφτουν αναπüφευκτα σε μια απλÞ ηθογραφßα.

     Μιλþντας για τη λαúκüτητα των Ýργων της ΚρητικÞς λογοτεχνßας αναφερθÞκαμε στους üρους που οδÞγησαν στην ανÜπτυξη μιας πολιτισμικÞς ομοιογÝνειας μÝσα στον Κρητικü λαü. Αργüτερα αυτÞ η πολιτιστικÞ ομοιογÝνεια ενισχýθηκε ακüμη περισσüτερο, üμως με Ýνα ολüτελα αρνητικü τρüπο: με την τουρκικÞ κατοχÞ. Η ΚρÞτη για λüγους ιστορικοýς δεν ανÝπτυξε την ναυτικÞ εκεßνη δýναμη που εßχαν αναπτýξει για παρÜδειγμα η ¾δρα, οι ΣπÝτσες και τα ΨαρÜ. Οι αγωνιστÝς που ανÝδειξε Þταν καπετÜνιοι του βουνοý κι üχι της θÜλασσας. Το γεωγραφικü αυτü κλεßσιμο της ΚρÞτης συνετÝλεσε στην πολιτιστικÞ της απομüνωση και στην αποφυγÞ ξÝνων επιδρÜσεων. Δεν υπÞρξε εδþ κανÝνας ΡÞγας Φερραßος που να μεταφÝρει τα ιδεþδη της ΓαλλικÞς ΕπανÜστασης. Η ΚρÞτη τρεφüταν πολιτιστι­κÜ κι ιδεολογικÜ μüνον απü το Ýδαφος της παρÜδοσÞς της. Η Üμβλυνση των οικονομικþν ανισοτÞτων μÝσα στην κοινÞ φτþχεια κι η σκληρÞ τουρκικÞ καταπßεση, κÜνανε την ομοιογÝνεια και τη σý­μπνοια του Κρητικοý λαοý ακüμη μεγαλýτερη. Τþρα δεν υπÜρχουν προνομιοýχες τÜξεις που να συμμαχοýν με τον κατακτητÞ. Οι ΚαλλÝργηδες ανÞκουν σε περασμÝνες εποχÝς.

     Με την απελευθÝρωση üμως της κυρßως ΕλλÜδας τα πρÜγματα αλλÜζουν. Οι αστικÝς δυνÜμεις αρχßζουν να αναπτýσσονται σιγÜ-σιγÜ, απλþνοντας την πολιτιστικÞ τους επιρροÞ και στην ΚρÞτη. ¼μως και εδþ αρχßζει να ξεπροβÜλλει μια ντüπια αστικÞ τÜξη που μπαßνει πρωτοπορεßα στους ξεσηκωμοýς του '66 και του '89. Η επαναστατικÞ ορμÞ των Κρητþν που αγωνßζονται αρχικÜ για την ανεξαρτησßα και κατüπιν για την Ýνωση, συμπαρασýρει την ανερχü­μενη ελλαδικÞ αστικÞ τÜξη στους νικηφüρους αγþνες του '12 και '13. Και δεν εßναι τυχαßο που ο μεγÜλος ηγÝτης της αστικÞς επανÜστασης, αυτüς που κÜνει την ΕλλÜδα των πÝντε θαλασσþν και των δýο ηπεßρων, εßναι Κρητικüς.

     Ο ΔιαλλινομιχÜλης εßναι ο βÜρδος αυτÞς της επανÜστασης, που ξεκινÜ ορμητικÜ μετÜ τις πρüσφατες πολιτικÝς νßκες της (1909) για την απελευθÝρωση των υπüλοιπων σκλαβωμÝνων περιοχþν. Ο διπλασιασμüς της ΕλλÜδας αναδεικνýει αυτοδικαßως την αστικÞ τÜξη σ' «εθνικÞ» τÜξη που απλþνει την επιρροÞ της σ' üλες τις λαúκÝς μÜζες.

     Ο ΔιαλλινομιχÜλης εßναι αστüς: μορφωμÝνος και πολυταξιδεμÝνος (Ýστω και για τα μÝτρα της εποχÞς του), οικονομικÜ αυτοδημιοýρ­γητος, σε βαθμü μÜλιστα που να του επιτρÝπει να ιδιωτεýει και να ασχολεßται με τις αγαπημÝνες του ιστορικÝς Ýρευνες, üπως μας λÝει ο βιογρÜφος του, αποτελεß μια τραγικÞ φυσιογνωμßα. Λüγω της καταγωγÞς του εßναι συνδεδεμÝνος και νιþθει ταυτισμÝνος με το λαü. Δεν εßναι τυχαßο τ' üτι δεν κατÜγεται απü καμιÜ μεγαλοýπολη, αλλÜ απü το καινοýριο χωριü, τη σημερινÞ ΝεÜπολη, την πιο μικρÞ απü τις πÝντε κωμοπüλεις του νομοý Λασιθßου. ΚοινωνικÜ üμως εßναι αστüς, πλοýσιος δικηγüρος και μÜλιστα αρκετÜ καλλιεργημÝνος. Οι λüγιες επιδρÜσεις δεν κρýβονται εξÜλλου στο Ýργο του. Με τα ποιÞματÜ του υμνεß τις νßκες της τÜξης εκεßνης, που εßναι προορισμÝνη να διαλýσει τον ηρωικü και ιδανικü του κüσμο. ΣυναισθηματικÜ εßναι ταυτισμÝνος με τους Κριτσþτες και τις Κριτσþτισσες, Ýτσι üπως τους περιγρÜφει στο Α' και Β' μÝρος της "Κριτσοτοποýλας".
     Το μικρü αυτü Ýπος στο οποßο υμνεß τους ηρωικοýς αγþνες μιας αγροτικÞς κοινωνßας, αποτελεß θριαμβικü εμβα­τÞριο για τους αγþνες μιας νÝας αστικÞς κοινωνßας, που εßναι προορισμÝνη να την υποκαταστÞσει, μαζß με τα καινοýρια Þθη κι Ýθιμα και τις καινοýριες αξßες που μεταφÝρει. Την αντßφαση δεν τη νιþθει κι εκεß Ýγκειται η τραγικüτητα της φυσιογνωμßας του. Παραπαßει ανÜμεσα σε δυο κüσμους, τους οποßους αδυνατεß να συμφιλιþσει. Απü κει προÝρχονται περισσüτερο οι αδυναμßες του Ýργου του κι üχι τüσο απü δικÝς του λογοτεχνικÝς ανεπÜρκειες.

     Η φυσικÞ λειτουργßα του Ýπους εßναι να μεταδßδεται απü στüμα σε στüμα. Αυτü Ýγινε με τα ομηρικÜ Ýπη, αυτü Ýγινε με το Ýπος του "ΔιγενÞ Ακρßτα". Αυτü Ýγινε και με το Ýπος της "Κριτσοτοποýλας", παρÜ τις φτωχικÝς του λογοτεχνικÝς αρετÝς και δεν Ýγινε με την "Οδýσσεια" του ΚαζαντζÜκη, παρüλο που Ýχει μεταφραστεß σε δýο τουλÜχιστον απ' üσο ξÝρω, ξÝνες γλþσσες.

     Μια ολοφÜνερη αρετÞ του Ýργου εßναι ο γρÞγορος αφηγηματικüς λüγος. Ο ποιητÞς ποτÝ δεν επαναλαμβÜνει, ποτÝ δεν λÝει κÜτι δυο φορÝς. Δεν μπορεßς να πηδÞξεις καμιÜ γραμμÞ διαβÜζοντÜς το, δεν μπορεßς να παραλεßψεις κανÝνα στßχο απαγγÝλλοντÜς το, γιατß αμÝ­σως διαταρÜσσεται η κανονικÞ ροÞ. Το αμεßωτο ενδιαφÝρον που παρουσιÜζει κÜθε νÝος στßχος, καθþς εßναι μεστüς απü περιεχüμε­νο, τον κÜνει ν' αποτυπþνεται πιο Ýντονα στο μυαλü, κÜνει πιο εýκολη την απομνημüνευσÞ του. Η γοργüτητα κι η Üνεση της αφÞγησης του ΔιαλλινÜ λεßπουν απü πολλÜ δημοτικÜ τραγοýδια, των οποßων οι στßχοι πολλÝς φορÝς φαßνονται ασýνδετοι και χαλα­ροß.

     ¼μως το Ýργο δεν εßναι σ' üλη του την Ýκταση αδιÜπτωτα επικü, αφηγηματικü. ΥπÜρχουν λυρικÝς παρεμβολÝς, üπως η προσευχÞ της Κριτσοτοποýλας, 54 στßχοι κι ηθικοσατιρικÜ αποσπÜσματα, üπου ο ποιητÞς σατιρßζει την καινοýρια εποχÞ και θρηνεß την απþλεια του παλιοý ηρωικοý κüσμου. ¸τσι üμως σταματÜ η ροÞ της αφÞγησης στα πιο επικÜ σημεßα, θρυμματßζοντας την επικÞ φüρμα.

     Η παρÝλευση της ηρωικÞς εποχÞς, η απþλεια της λαúκÞς πολιτι­στικÞς ομοιογÝνειας, εκφρÜζεται διττÜ στην "Κριτσοτοποýλα" και μÝσα απü το περιεχüμενο και μÝσα απü τη φüρμα. ΜÝσα απü το περιεχüμενο, με τις Üμεσες ηθικοσατιρικÝς αναφορÝς του ποιητÞ. ΜÝσα απü τη φüρμα, με τη θραýση της επικÞς ενüτητας του Ýργου με τις παρεμβολÝς αυτÝς, που δεν το αφÞνουν να λειτουργÞσει ολοκληρωμÝνα επικÜ. Και γι' αυτü Ýχω πολý Üμεσες αποδεßξεις: Ακριβþς τα αντιεπικÜ αυτÜ μÝρη του Ýργου εßναι που δεν μπüρεσε να απομνημονεýσει η μητÝρα μου. Ενþ η αφÞγησÞ της προχωρεß κανονικÜ στην κασÝτα üπου την εßχα ηχογραφÞσει, φτÜνοντας στο σημεßο της προσευχÞς η μÝχρι θρησκοληψßας θρÞσκα μÜνα μου σταματÜει. -«Δεν την κατÝχω την προσευχÞ», λÝει. ¼μως το πιο εκπληκτικü εßναι üτι ενþ συνεχßζει την αφÞγησÞ της, ξαφνικÜ πιο κÜτω θυμÜται κÜποιους στßχους απü την προσευχÞ τους οποßους κι απαγγÝλει. Θεωροýσε δηλαδÞ ολüτελα φυσικü να μη θυμÜται την προσευχÞ, νιþθοντας üτι προσθÝτει ελÜχιστα στο ενδιαφÝρον του Ýργου και γι' αυτü δεν κÜνει καμιÜ προσπÜθεια να θυμηθεß τους λßγους στßχους που της Ýρχονται λßγο πιο ýστερα στο μυαλü.

     ΧαρακτηριστικÞ αδυναμßα του Ýργου εßναι η μορφικÞ του σýνδε­ση. Το πüσο λßγο απασχολεß τον ποιητÞ η φüρμα φαßνεται απü τον αβßαστο τρüπο με τον οποßο παρεμβÜλει τους ηθικοσατιρικοýς στßχους του διακüπτοντας την αφηγηματικÞ ροÞ. ¼μως οι μορφι­κÝς αδυναμßες του φαßνονται κι απü Üλλα σημεßα. ΚαταρχÞν το κÝντρο ενδιαφÝροντος δεν βρßσκεται στο τÝλος, üπως του αντιστοι­χεß φυσιολογικÜ (π.χ. η κατÜληψη της Τροßας κι η επιστροφÞ στην ΙθÜκη στα ομηρικÜ Ýπη), αλλÜ στη μÝση. Το κÝντρο ενδιαφÝροντος εßναι το τι απογßνεται η Κριτσοτοποýλα μετÜ την απαγωγÞ της. Μüλις η Κριτσοτοποýλα σκοτþνει τον Χουρσßτ και καταφÝρνει να το σκÜσει και να βρει τον καπετÜν ΚαζÜνη και τα παλικÜρια του, το ενδιαφÝρον εξανεμßζεται. Η μητÝρα μου ελÜχιστους στßχους θυμÜται απü εκεß και πÝρα και μÜλιστα εκεßνους που αναφÝρονται σε εξατομικευμÝνα επεισüδια, üπως εßναι η εξολüθρευση του ΚαμπουρομπιλÜλη κι η σýγκρουση της Κριτσοτοποýλας με τον ΟμÝρ. Ο τελικüς θÜνατος της ηρωßδας εßναι περισσüτερο λυρικüς παρÜ επικüς, θυμßζοντας μας τον αργü θÜνατο της Αρετοýσας στον "ΒασιλιÜ Ροδολßνο" κι ßσως και της "Ερωφßλης". Και παρüλο που αποτελεß üπως Þδη αναφÝραμε μια απü τις πιο καλÝς στιγμÝς του Ýργου, σαν αντιεπικü στοιχεßο δεν μπüρεσε η μητÝρα μου να απομνημονεýσει τους σχετικοýς στßχους.

     Οι μορφικÝς αυτÝς αδυναμßες λεßπουν απü τον "ΚαπετÜν ΚαζÜ­νη", που αν και συντομüτερος (364 στßχοι), εßναι πιο ολοκλη­ρωμÝνος επικÜ. Το ποßημα εßναι χωρισμÝνο σε δýο μÝρη. Στο πρþτο μÝρος αναφÝρονται τα γενεαλογικÜ του καπετÜν ΚαζÜνη, καθþς και το γιατß πÞρε το παρατσοýκλι «ΚαζÜνης». ¼ταν μεγÜλωσε λßγο το παιδß το πÞγαν οι γονεßς του σε Ýνα μοναστÞρι να το βαφτßσουν. Ενþ Þταν Ýτοιμοι για τη βÜφτιση πλακþνουν ξαφνικÜ οι τοýρκοι, λεηλατοýν το μοναστÞρι, σπÜζουν την κολυμπÞθρα, οπüτε για να μη μεßνει αβÜφτιστο το παιδß, το βαφτßζουν τελικÜ μÝσα σε καζÜνι.

     Στο δεýτερο μÝρος περιγρÜφεται η ιστορßα με τον ΑλιδÜκο. Ο ΑλιδÜκος Þταν Ýνας χειροδýναμος Τοýρκος απü το ΧουμεριÜκο, φßλος του πατÝρα του ΚαζÜνη. Κανεßς δεν τολμοýσε να τα βÜλει μαζß του. ΚÜποτε προκÜλεσε το γιο του φßλου του, τον Μανωλιü, να παλÝψουν κι üποιος βÜλει τον Üλλο κÜτω. ΦυσικÜ νßκησε ο Μανωλιüς. Ο ΑλιδÜκος üμως Ýγινε πιο τοýρκος απü το κακü του και θα τον εßχε σκοτþσει αν ο Μανωλιüς δεν το 'βÜζε στα πüδια üπως τον συμβοýλεψαν να κÜνει κεßνοι που παραβρÝθηκαν στη σκηνÞ.

     Μια μÝρα ο πατÝρας του Μανωλιοý φορτþνει το γÜιδαρü του απιδο-μÞλο-κýδωνα και πηγαßνει να τα πουλÞσει στο ΧουμεριÜ­κο, üπου εßχε κÜποιους φßλους. Μüλις τον βλÝπει ο ΑλιδÜκος πιÜνει και τον σπÜζει στο ξýλο, βÜζει τα τουρκÜκια και του σκορπßζουν την πραμÜτεια και κüβουν και του μουλαριοý τ' αφτιÜ και την ουρÜ. Γυρßζει περßλυπος ο γÝρος στο χωριü του, το ΜαρμακÝτο και παραπονιÝται του Μανþλη üτι αν δεν πÜλευε τüτε με τον ΑλιδÜκο üπως τον εßχε συμβουλÝψει, δεν θα πÜθαινε αυτÜ που 'παθε. Ο Μανωλιüς ακοýει και δεν μιλεß, μα μÝσα του βρÜζει. ΚÜνει üμως υπομονÞ, γειαßνουν οι πληγÝς του πατÝρα του και μια χειμωνιÜτικη βραδιÜ ξεκινÜει για το ΧουμεριÜκο. Σαν κλεßνουν τα καφενεßα, κινÜ ο ΑλιδÜκος για το σπßτι του. ΦτÜνει μπροστÜ στην πüρτα, και ετοιμÜζεται να ανοßξει.

                        Μα τη στιγμÞ που Þγγιζε στην πüρτα του ν' ανοßξη

                        γροικÜ μια χÝρα ζωντανÞ επÜνω του ν' αγγßξη.

                        -Ποιος εßσαι; σÝρνει μια φωνÞ. -'Απιστε μη μιλÞσης

                        γιατ' αν φωνÜξης θα χαθÞς αμÝσως, δεν δα ζÞσης,

                        μüνο παραßτα τ' Üρματα- ποιος εßμαι; με γνωρßζεις.

                        -Να σου τα δþσω Μανωλιü και κÜμ' ü,τι ορßζεις.

                        Του παραδßδει τ' Üρματα ευθýς γιατ' εφοβÞθη.

                        -Εμπρüς (του λÝγει) παρευθýς θα πÜμε στο ΛασÞθι.

                         ΕπαρακÜλιε, Ýτασε, αλλÜ σαν εßδε üμως

                         πως θα 'μπαßνε σ' ενÝργεια του μπαρουτιοý ο νüμος,

                         Ýτρεχε με τα τÝσσερα ημπüρει δεν ημπüρει

                         και φθÜνουν ξημερþματα στου Λασηθιοý τα üρη.

Σαν φτÜνουνε στο σπßτι, ο πατÝρας προσπαθεß να τον μεταπεß­σει.

                        ΚÜθισε (λÝγ' ο Τσοýμαρος) ΑγÜ μου, ξεκουρÜσου

                        ΚουρÜσθηκες: συνÞφερε- Ýλα στα λογικÜ σου.

                        Και συ πατÝρα φÝρε δω το «'Αγιο ΤεφτÝρι»

                        που εßν' απ' αγριüπρινο αμÝσως εις το χÝρι

                        και ü,τι γρÜφει του ΑγÜ πως χρεωστεßς να δþσης

                        τους ραβδισμοýς 'που σου 'παιξε με τüκο να πλÞρωσης.

                        (φωνÜζει τüτ' ο γεροντÞς) πως θα γενÞ παιδß μου

                         μüνο παραßτα τον ΑγÜ που να 'χης την ευχÞ μου.

                         Τüτε μα μÜνιτα πολý του λÝγει ο Μανþλης

                         που απü τον πολý θυμü εσυγκρατεßτο μüλις.

                        -Αν δεν του δþσης τις ραβδιÝς που σου 'δωσε οπßσω

                         Þμαρτον θε μου Þμαρτον, εσÝνα θα ραβδßσω

                         κι αφοý το Ýργον μου αυτü θε ν' αποτελειþσω

                         και τον ΑγÜ το φßλο σου μπροστÜ σου θα σκοτþσω.

                        -Παßξε μου γÝρο κÜμποσες απÜλαφρα στη ρÜχη

                         που να γλυτþσουμε κι οι δυο γιατ' ßσως üρκο θα 'χει

                         εßπε ο ΑγÜς -ΑδυνατÝς λÝγ' ο Μανþλης πÜλι

                         κοιτÜζοντÜς τους και τους δυο με μÜνιτα μεγÜλη.

                         Ο γÝρος τüτε σκþθηκε και τον ΑγÜ αρχßζει

                         αλýπητα και δυνατÜ να τον καταραβδßζη

                         κι αυτüς σε κÜθε ραβδισμü εφþναζε «ινσÜφι»

                         ο δε Μανþλης τις ξυλιÝς μια μια στον τοßχο γρÜφει.

                         Σαν Ýφθασε στον αριθμü 30 λÝγει «στÝκα».

                         Δþσε του για ενθýμηση και για τον τüκο δÝκα

                         ακüμη ραβδισμοýς καλοýς- κι αν του εκαλοφÜνει,

                         το φÝρσιμο που σου 'καμε ας σου το ξανακÜνει.

                         Παßζει τ' ακüμη κÜμποσες κι Ýπειτα τον αφÞνει

                         κι απü το τüσο κüπανο ολüπριστος εγßνη.

                         Εις την αξιοδÜκρυτη αυτÞ σαν Þλθε θÝση

                         θÝλ' ο Μανþλης ýστερα τραπÝζι να του στÝση.

                         Δια να διασκεδÜσουνε να φÜνε και να πιοýνε

                         κι αν Ýφταιξε ο εις τ' αλλοý για να συγχωρεθοýνε.

                         Μ' ΑγÜς του λÝει «Μανωλιü εγþ φαÀ δεν θÝλω

                         μüν' να γυρßσω γρÞγορα πßσω στο ΜεραμβÝλλο».

                        -Εßσαι ελεýθερος ΑγÜ να πας εις το χωριü σου

                         κι üτ' Ýπαθες τη σÞμερο τα φταßει το μυαλü σου.

                         ΜÜλιστα θα κουρÜστηκες και θα σου κÜμω χÜρι

                         να πÜρεις το κουτσÜφτικο και μαýρο μας μουλÜρι

                         αυτü που του 'κοψες τ' αφτιÜ και την ουρÜ ΑληδÜκο

                         σαν Ýδειρες τον κýρη μου κÜτω στο ΧουμεριÜκο.

                         Μα δεν σου το χαρßζομε μüνο θα το πληρþσεις

                         και πεντακüσια γρüσια, γι' αυτü θε να μας δþσης.

                         Κι αν δεν τα στεßλης, μüνος μου θε να 'ρθω να τα πÜρω

                         που δεν γλυτþνεις κι αδελφοß να εßσθε με το χÜρο.

                         Και διπλοπαραγγÝλω σου Ρωμιοýς να μην πειρÜζης

                         γιατß κι αυτοß 'χουνε ψυχÞ και να τους λογαριÜζης.

                         Κι üταν θελÞσης Χριστιανοý τßποτε να μιλÞσης

                         με ζÜχαρη κι ανθüνερο το στüμα να γÝμισης.

                         ΕÜν μου πουν πως Ýκαμες ανοησßας Üλλας

                         δεν δα γροικÞσης μοναχÜ τη ζεστασιÜ της μπÜλας.

                         ¸φυγ' ο ΑγÜς και γýρισε το βρÜδι στο χωριü του

                         κι επÞγε και ξεπÝζεψε νýκτα στο σπιτικü του.

                         Και δÝκα μÝρες μοναχüς στα σκοτεινÜ εκλεßσθη

                         þστε που γειÜναν οι πληγÝς κι η κεφαλÞ ξεπρßσθη.

                         Πρþτη δουλειÜ του Þτανε σαν Ýγειανε να στεßλη

                         τα 500 γρüσια σε κεντητü μανδÞλι.

                         Κατüπιν τους Χριστιανοýς τüσον τους αγαποýσε

                         που πÜντοτε μ' ευγÝνεια και σπλÜχνος τους μιλοýσε.

                         Κι ουδ' Üλλους Τοýρκους Üφηνε να τους κακολογοýνε

                         «ΦοβÝρα θÝλουν οι κακοß να περιορισθοýνε».

                         ΑυτÞ 'τανε η ανδρειÜ η πρþτη του ΚαζÜνη

                         üπου δεν επροσκýνησε ποτÝ Τοýρκου φερμÜνι.

                         Κι αυτü εγßνηκ' αφορμÞ κι εις το βουνü εβγÞκε

                         και τ' üνομα τ' αθÜνατο στην ιστορßα αφÞκε.

     Εδþ το επικü ενδιαφÝρον διατηρεßται αμεßωτο σε üλο το Ýργο. Το κÝντρο ενδιαφÝροντος (η τιμωρßα) βρßσκεται στο τÝλος, üπου αντιστοιχεß φυσιολογικÜ. Η μοναδικÞ ηθικοδιδακτικÞ παρεμβολÞ ξεκινÜει απü τον 57ο στßχο και φτÜνει μÝχρι τον 89ο. Απü τους 33 συνολικÜ αυτοýς στßχους, η μητÝρα μου μüνο τους δýο πρþτους απομνημονεýει.

                        Αχ, οι παλιοß πεθÜναν κι ετÜφησαν ομÜδι

                        τ' Üφταστα μεγαλεßα κι ανδραγαθÞματÜ των.

     ΘυμÜται üμως και προσθÝτει «λÝει επαÝ δυο τρεις λÝξεις μα Ý τσι κατÝχω». Απü το υπüλοιπο ποßημα παραλεßπει καμιÜ σαρανταπενταριÜ στßχους. Πολλοß απ' αυτοýς εßναι επιβραδυντικοß (retarding) και üχι αναδρομικοß (retrogressive) για να χρησιμοποιÞσουμε την ορολογßα του Λοýκατς, που αποτελοýν δηλαδÞ πλατειασμü απομακρýνοντας την Ýκβαση με τρüπο μηχανικü κι üχι δημιουργικü, προσθÝτοντας δηλαδÞ στο ενδιαφÝρον μας. ΤÝτοιοι εßναι οι 12 απü τους 14 στßχους üπου ο πατÝρας προσπαθεß να μεταπεßσει τον Μανωλιü και να μη δεßρει τον ΑλιδÜκο.

     Οι υπüλοιποι στßχοι που παραλεßπει εßναι σκüρπιοι μÝσα στο κεßμενο. ΚÜποιοι απ' αυτοýς εßναι περιττοß, üπως ο τρßτος και ο τÝταρτος απü τους παρακÜτω στßχους.

                        Στα χßλια επτακüσια σαρÜντα εγεννÞθη,

                        ο πÜππος του Μανþλης (και τοýτος παληκÜρι)

                        αλλ' ακριβþς ετüτε εβγÞκαν στο ΛασÞθι,

                        ν' αρπÜσουν και να κλÝψουν, Τοýρκοι και Γενßτσαροι.

                        ΑβÜφτιστο παιδß 'ταν üταν στην ΚρουσταλλÝνια,

                        οι χωρικοß γονεßς του το παν να το βαφτßσουν.

     ¼πως βλÝπετε οι στßχοι αυτοß πλεονÜζουν, η αφÞγηση προχωρεß μια χαρÜ και χωρßς αυτοýς. ΚÜποιοι πÜλι μονοß στßχοι παραλεßφθηκαν (üπως και στη "Κριτσοτοποýλα") λüγω της χιαστß ομοιοκαταληξßας που υπÜρχει σε κÜποια τμÞματα του Ýργου. Για παρÜδειγμα:

                        Στα χßλια επτακüσια ενενÞντα εξ γεννÞθη,

                        θα Þτο καθþς λÝγουν ΦλεβÜρης Þ και ΜÜρτης,

                        στο ΜαρμακÝτο (εßναι χωρßο στο Λασßθι)

                        εκεß επρωτοεßδε τον Þλιο ο αντÜρτης.

     Ο δεýτερος στßχος που παραλεßπεται, αφενüς φÝρει σε ρßμα, που εßναι η επικρατοýσα μορφÞ ομοιοκαταληξßας, τον α με τον γ στßχο, και αφετÝρου η απÜλειψÞ του δεν δημιουργεß κανÝνα αßσθημα κενοý. ΕλÜχιστοι εßναι οι στßχοι που αλλοιþθηκαν, ενþ σε μια περßπτωση παραλεßπεται Ýνα ολüκληρο ημιστßχιο. Οι στßχοι,

                        γροικοýν αλüγων γδοýπους και φτÜνουν οι αγÜδες

                        και μπαßνουν αγριεμÝνοι, πεζοß και καβαλÜροι

γßνονται:

                        γροικοýν αλüγων γδοýπους και φτÜνουν οι αγÜδες
                        πεζοß και καβαλÜροι.

     Η απÜλειψη του λεκτικÜ εκφραστικοý ημιστßχιου «και μπαßνουν αγριεμÝνοι» χÜρη μεγαλýτερης εκφραστικüτητας που πετυχαßνεται μορφικÜ με την παραμονÞ μüνο του δεýτερου ημιστßχιου, ενισχýει τις παρατηρÞσεις του ΓκÜρεθ Μüργκαν σχετικÜ με τη σημασßα των ημιστßχιων στα ακριτικÜ Ýπη.
     Τα ημιστßχια, ενþ αρχικÜ δημιουργÞθηκαν εντελþς μηχανικÜ εξαιτßας του μουσικοý θÝματος πÜνω στο οποßο ετραγουδοýντο τα τραγοýδια (το θÝμα αυτü απλωνüταν σε ενÜμισι στßχο, ενþ το δεýτερο ημιστßχιο σχεδüν απαγγελüταν φτÜνοντας κÜποτε στο σημεßο να παραλειφθεß), ξαφνικÜ απüκτησαν μια λειτουργικÞ θÝση μÝσα στο Ýργο. Το ημιστßχιο Ýχει πρüθεση «να εισαγÜγει μια παýση, που μπορεß να κλεßνει και να ικανοποιεß την αßσθηση του προηγοý­μενου τμÞματος και ρßχνει πÜντα νÝα δýναμη στη γραμμÞ που ακολουθεß... το αποτÝλεσμα μπορεß να εßναι πολý ισχυρü, ιδιαßτερα στο τÝλος ενüς ποιÞματος» (π.χ. το ημιστßχιο με το οποßο τελειþνει το ριζßτικο "O ΔιγενÞς Cυχομαχεß".

                        Να 'χε η γης πατÞματα κι ο ουρανüς κερκÝλια
                        να πÜτου τα πατÞματα να 'πιανα τα κερκÝλια
                        να δþσω σεßσμα του ουρανοý.

     'Αλλες φορÝς χρησιμοποιεßται για το «μÜζεμα δýναμης, που οδηγεß στο Üνοιγμα ενüς καινοýριου θÝματος», Þ για να εισαγÜγει μια ομιλßα. Χρησιμοποιεßται ακüμη για σαρκασμü και για απειλÞ, μας λÝει ο ΓκÜρεθ Μüργκαν.

     Αυτü που η μητÝρα μου Ýκανε εντελþς ασυνεßδητα και διαισθητι­κÜ, ν' απαλεßψει δηλαδÞ το πρþτο ημιστßχιο για χÜρη της Ýντονης εντýπωσης που προκαλεß το δεýτερο αν μεßνει μüνο του, κÜνει εντελþς συνειδητÜ και σκüπιμα ο ΔιαλλινομιχÜλης στην Κριτσοτοποýλα, που εßδαμε τι ωραßο αποτÝλεσμα μας δßνει στον επιθανÜτιο μονüλογο της ΡοδÜνθης. Το üτι τα ημιστßχια αυτÜ εßναι τα δεýτερα κι üχι τα πρþτα, καθορßζεται απü τις απαιτÞσεις της ρßμας.

     Ο "ΚαπετÜν ΚαζÜνης" εßναι Ýργο αισθητικÜ ανþτερο απü την "Κριτσοτοποýλα" και στιχουργικÜ και μορφικÜ και θεματικÜ. Η γλþσσα εßναι πιο ανüθευτα λαúκÞ, οι λüγιες λÝξεις αποφεýγονται (μüνο μετρικοß λüγοι κÜνουν τον ποιητÞ να καταφεýγει σ' αυτÝς), και αφθονοýν οι λαúκοß εκφραστικοß τρüποι. Η αφÞγηση της μÜνας μου εßναι απüλαυση σ' αυτü το Ýργο, καθþς τονßζει χαρακτηριστι­κÜ λÝξεις και φρÜσεις λαúκÝς. Αξßζει να σημειþσουμε εδþ πüσο ξÝνος εßναι ο διασκελισμüς στο ποιητικü αßσθημα του λαοý. Τους παρακÜτω στßχους üπου υπÜρχει διασκελισμüς,

                        ΑλλÜ αυτÜ τα ξÝρετε και μοναχÜ τα χεßλη
                        θα ανοßξω για να σας επþ για Ýναν ΑλιδÜκο

τους απÞγγειλε η μÜνα μου με τρüπο που Ýδειχνε üτι δεν καταλÜ­βαινε τη νοηματικÞ σýνδεσÞ τους. Στην "Κριτσοτοποýλα" υπÜρχει Ýνας διασκελισμüς στους παρακÜτω στßχους:

                        μη λυπηθεßτε τους ρωμιοýς κτυπÜτε τους με τüση
                        σκληρüτητα και απονιÜ και κÜθε γιαταγÜνι
                        να κüβει αλýπητα ρωμιοýς, μÝχρι να αποστομþσει.

     Καθþς παρακολουθοýσα το κεßμενο ακοýγοντας την κασÝτα, πρüσεξα üτι πιο κÜτω υπÞρχε ο διασκελισμüς αυτüς. ¸βαλα τüτε στοßχημα με τον εαυτü μου üτι η μητÝρα μου δεν θα θυμüταν τους στßχους αυτοýς και το κÝρδισα, παρüλο που δεν παρÝλειψε οýτ' Ýνα στßχο σ' αρκετÞν Ýκταση πριν και μετÜ. Δεν εßναι τυχαßο λοιπüν που ο ΚορνÜρος, Ýχοντας υψηλÜ ανεπτυγμÝνο λαúκü αßσθημα, αποφεýγει συστηματικÜ τους διασκελισμοýς, πρÜγμα που δεν κÜνει ο ΧορτÜτσης κι ας εßναι κατþτερüς του ποιητÞς (ο διασκελι­σμüς εßναι δεßγμα στιχουργικÞς δεξιοτεχνßας).

     Για την ολοκληρωμÝνη φüρμα του "ΚαπετÜν ΚαζÜνη" Ýχουμε Þδη μιλÞσει: υπÜρχει μüνο μια ηθικοδιδακτικÞ παρεμβολÞ και το κÝντρο ενδιαφÝροντος βρßσκεται κανονικÜ στο τÝλος.

     Σημειþνουμε ακüμη την πιο ολοκληρωμÝνη θεματικÞ ανÜπτυξη. Η "Κριτσοτοποýλα" μας φαßνεται σε αρκετÜ σημεßα κραυγαλÝα και παρατραβηγμÝνη. Ο "ΚαπετÜν ΚαζÜνης" ικανοποιεß μια σýγχρονη αßσθηση ρεαλισμοý και μυθιστορηματικÞς πεζüτητας, καθþς αμ­βλýνει την μανιχαúστικÞ αντßθεση ανÜμεσα στους χριστιανοýς και τους τοýρκους. Ο πατÝρας του ΚαζÜνη κι ο ΑλιδÜκος Ýχουν πολλÜ απü τα χαρακτηριστικÜ των middle of the road heroes (αμφιταλα­ντευüμενοι Þρωες) του σερ Ουþλτερ Σκωτ, για τους οποßους τüσο τον επαινεß ο Λοýκατς. Ο πατÝρας Ýχει ξεχÜσει το ξýλο που Ýφαγε, εßναι πρüθυμος να συγχωρÝσει. Ο ΑλιδÜκος δεν φανατßζεται απü το ξýλο που τρþει, αλλÜ συνετßζεται. ¸τσι προβÜλει η προσωπικüτη­τα του Μανωλιοý, το εφηβικü πεßσμα του, μ' ελκυστικÞ φαιδρüτητα, καθþς τον βλÝπουμε να απειλεß τον πατÝρα του üτι θα δεßρει τον ßδιο αν δεν πιÜσει να δεßρει τον ΑλιδÜκο. Και το λεπτü, ισορροπημÝνο χιοýμορ που υπÜρχει σ' üλο το Ýργο (π.χ. üταν ο Μανωλιüς θÝλει να στρþσει τραπÝζι του ΑλιδÜκου μετÜ τις ξυλιÝς που Ýφαγε), προσθÝτει αρκετÜ στο μικρü αυτü Ýπος.

     Εκτüς απü τα δýο αυτÜ Ýπη ο ΔιαλλινÜς Ýγραψε και δýο ιστορικÜ δρÜματα, την "ΣμαρÜγδα" (που üπως μου εßπε η μητÝρα μου εßχε κÜποτε ανεβαστεß απü τοπικü ερασιτεχνικü θßασο) και την "ΕλÝ­νη". Θα Þταν ενδιαφÝρουσα μια μελÝτη τους για να φανεß με ποιο τρüπο εκφρÜζεται η νÝα αßσθηση ιστορικüτητας στο Ýπος και στο δρÜμα. (Με τον ΔιαλλινομιχÜλη καταπιÜστηκα πÜλι 20 χρüνια μετÜ, με ανακοßνωσÞ μου σε συνÝδριο. "Ο λαúκüς Κρητικüς δραματουργüς ΜιχÜλης ΔιαλλινÜς: Το λαúκü θÝατρο στην υπηρεσßα της απελευθÝρωσης των αλýτρωτων περιοχþν, Α' ΔιεθνÞς ΣυνÜντηση Λαúκοý ΘεÜτρου, ΠεριφÝρεια Ιονßων ΝÞσων, ΠρακτικÜ του Συνεδρßου που Ýγινε στη ΖÜκυνθο 27-28-29 Σεπτεμβρßου 2002, ΖÜκυνθος 2003, σελ. 119-124. Βρßσκεται επßσης στο ηλεκτρονικü περιοδικü «Κρητικοß».).

     Επßσης Ýγραψε και πολλÜ ποιÞματα, κυρßως πατριωτικοý περιεχομÝνου. Τα πολεμικÜ (πρωτοχρονιÜτικα) κÜλαντα 1912-13 εßχαν υποκαταστÞσει κÜποτε για αρκετü καιρü τα κανονικÜ.

     Τον ΔιαλλινÜ δεν πρÝπει να τον κρßνουμε με τα μÝτρα της λüγιας κριτικÞς. ΠρÝπει να τον κρßνουμε βÜσει της απÞχησης που εßχε και της παιδευτικÞς επßδρασης που Üσκησε στον κüσμο. Και μüνο üταν αναλογισθοýμε üτι οι βÜρδοι της νεüτερης ΕλλÜδας, Σολωμüς και ΠαλαμÜς, μÝνουν Üγνωστοι στον απλü χωριÜτικο επαρχιþτικο κüσμο, τüτε μüνο μποροýμε να τοποθετÞσουμε τον ποιητÞ στη σωστÞ του διÜσταση, και να εκτιμÞσουμε την προσφορÜ και την απÞχηση που εßχε. ΜÝτρο της απÞχησης αυτÞς θεωρþ και το δßστιχο που διÝσωσε η μνÞμη του πατÝρα μου, το οποßο απηýθυνε ο ΔιαλλινÜς στους επßστρατους στον Üγιο Νικüλαο, λßγο πριν απü τη μικρασιατικÞ καταστροφÞ.

                        Εσý λαÝ που ψÞφιζες και Γοýναρη και ΡÜλλη,
                        γλÜκα εδÜ να πολεμÜς τον ΜουσταφÜ ΚεμÜλη.

     Για τους νεüτερους ΚρÞτες λογοτÝχνες δεν θα μιλÞσουμε, αφενüς γιατß Ýχουν μιλÞσει γι' αυτοýς πιο διεξοδικÜ και πιο εμπεριστατω­μÝνα Üλλοι περισσüτερο αρμüδιοι, και αφετÝρου γιατß, üπως εßπα­με, το Ýργο τους εßναι περισσüτερο ελληνικü παρÜ Κρητικü. Για τους μεγÜλους σýγχρονους KρÞτες λογοτÝχνες (ΚαζαντζÜκης κ.λπ.) Ýχουν γραφεß ειδικÝς μελÝτες. Για üλους üμως Ýχει γρÜψει δυο λüγια στο βιβλßο του "Η ΝεοκρητικÞ ΛογοτεχνικÞ ΣχολÞ" ο Αντþνης ΣανουδÜκης. Σ' αυτü και παραπÝμπουμε üλους üσους θα Þθελαν να Ýχει μια συνÝχεια αυτü το Ýργο.

                                                    ΤÝλος
______________________________________________________________________________________

                                         ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
                      (Οι τüμοι αναφÝρονται στα ΚρητικÜ ΧρονικÜ)
______________________________________________________________________________________
   1) ΜÜριο Βßττι: Ιστορßα της ΝεοελληνικÞς λογοτεχνßας, εκδüσεις ΟδυσσÝας.
   2) ΕρατοσθÝνης ΚαψωμÝνος: Το σýγχρονο κρητικü ιστορικü τρα­γοýδι, εκδ. ΘεμÝλιο.
   3) Jean Tulard, Iστορßα της ΚρÞτης, εκδüσεις Ζαχαρüπουλος.
   4) ΣτÝφ. Ξανθουδßδη-Θ. ΛουλουδÜκη, Ιστορßα της ΚρÞτης, ΑθÞνα 1981
   5) ΑλÝξη Σολωμοý, Το Κρητικü θÝατρο, εκδüσεις ΠλειÜς.
   6)   Κþστα Θρακιþτη, Σýντομη ιστορßα της ΝεοελληνικÞς λογοτε­χνßας, εκδüσεις Δßφρος.
   7) ΒαγγÝλη ΣκουβαρÜ, ΤÜ ΝεοελληνικÜ ΓρÜμματα, ΑθÞνα 1976.
   8) ΕιρÞνη ΟυσταγιαννÜκη-ΤαχατÜκη, ΛαογραφικÜ σταχυολογÞματα, ΑρχÜνες 1976.
   9) Μαρßα ΛιουδÜκη, ΜαντινÜδες, εκδüσεις Γνþσεις.
10) Αντþνη ΣανουδÜκη, Η νεοκρητικÞ λογοτεχνικÞ σχολÞ, εκδü­σεις Κνωσσüς.
11) Σπýρου ΖαμπÝλιου, ΙστορικÜ σκηνογραφÞματα.
12) Μανþλη ΠιττυκÜκη, ΔημοτικÜ τραγοýδια στην ΑνατολικÞ ΚρÞ­τη, ΝεÜπολις 1975.
13)  'Αρνολντ ΧÜουζερ, ΚοινωνικÞ ιστορßα της τÝχνης, εκδüσεις ΚÜλβος.
14) F. Ragovin, Cretan Mantinades, εκδüσεις Κνουσσüς.
15) ΓιÜννη ΚορδÜτου, Ιστορßα ΝεοελληνικÞς λογοτεχνßας, εκδüσεις Eπικαιρüτητα.
16)   Κ.Θ. ΔημαρÜ, Ιστορßα ΝεοελληνικÞς Λογοτεχνßας, εκδüσεις ºκαρος.
17) Μ. Μανοýσακα, Ιστορßα της ΚρητικÞς Λογοτεχνßας.
18) Γιþργου ΣεφÝρη, ΔοκιμÝς, εκδüσεις ºκαρος.
19) Georg Lukacz, The historical novel, Penguin.
20) ΜÜρθας ΑποσκÞτου, ΜολιÝρος και κρητικü θÝατρο. ΣυμβολÞ στη συγκριτικÞ μελÝτη τþν αναγεννησιακοß λογοτεχνιþν. ΚρητικÜ ΧρονικÜ, ΙΑ 102-170.
21)   Αλεξßου ΛευτÝρη: Η ΦυλλÜδα του ΓαδÜρου, Þτοι γαδÜρου, λýκου και αλεποýς διÞγησις ωραßα. Θ 81-118.
22) Αλεξßου Στυλιανοý: Ο χαρακτÞρ του «Ερωτüκριτου». ΣΤ 351-422.
23) Αλεξßου Στυλιανοý: Απüκοπος ΙΖ 183-251 (πßν. ΣΤ-Ζ).
24) Ζþρα Γεωργßου: Ο ποιητÞς Μαρßνος ΦαλιÝρος. Α' ΓενικÜ. Β' ¸κδοσις του Ýργου του: 1. Ερωτικüν Ενýπνιον. 2. Λüγοι Διδακτι­κοß. 3. Ρßμα ΠαρηγορητικÞ. Β 7-40, 213-234, 410-435.
25) ΚουκουλÝ Φαßδωνος: Περß το στιχοýργημα «ΣυναξÜριον των ευγενικþν γυναικþν και τιμιωτÜτων αρχοντισσþν». Ζ 55-00.
26) ΚριαρÜ ΕμμανουÞλ: Ο λαúκüτροπος χαρακτÞρας της κρητικÞς λογοτεχνßας, οι λογοτεχνßες της ΑναγÝννησης και η βυζαντινÞ δημοτικÞ παρÜδοση. Ζ 298-314.
27) Μανοýσακα Μ.-Parlangeli Or.: 'Αγνωστο κρητικü «ΜυστÞριο των Παθþν του Χριστοý». Η 109-132.
28) Cavarnos John: ΑνÝκδοτα ποιÞματα του ΑνδρÝου Σκλεγγßου. Δ 7-20
29) Liubarsky G.N: Ο Κρης ποιητÞς ΣτÝφανος Σαχλßκης. ΙΔ 308-334
30) Morgan Gareth: Cretan poetry: Sources and inspirations. ΙΔ 7-08, 203-270, 379-434.
31) Vitti Mario: Il poema parenetico di Sachlikis nella tradizione inedita de cod. Napoletano. ΙΔ 173-200.
32) ΑλεξÜκη ΙωÜννου: Ο Τσοýλης και το τραγοýδι του. Β 107-170.
33) Αλεξßου ΛευτÝρη: ΡιμÜδα για τη θρüνιαση της μητρüπολης του Αγßου ΜηνÜ. Ι 101-133.
34)   ΑνÝκδοτοι δημοτικαß παραλλαγαß της «Ερωφßλης» και της «Βοσκοποýλας». 1 241-272.
35) Η χρονολüγηση του κρητικοý δημοτικοý τραγουδιοý. 1Ε-ΙΣΤ 00-77.
36) ΣπανÜκη ΣτÝργιου: Το Κρητικü γλωσσικü ιδßωμα. ΙΕ-1ΣΤ 148-152.
37) Baud-Bovy Samuel: La place des ριζßτικα τραγοýδια dans la chanson populaire de la Grece moderne. 1Ε-ΙΣΤ 97-105.
38) Cyril Mango: Quelques remarques sur la chanson de Daskaloyanis, Η 44-54.
39)   Notopoulos James: Το Kρητικü τραγοýδι του Ομαλοý και η «πατρüνα». ΙΒ 171-175.
40) Η επßδρασις του κλÝφτικου τραγουδιοý εις τα τραγοýδια της ΚρÞτης. ΙΕ-ΙΓΤ 78-92.
41) Στυλιανοý Αλεξßου: Η ΚρητικÞ λογοτεχνßα και η εποχÞ της, Η 70-10Κ.
42) ΕλÝνης Λ. Κακουλßδη: ο ΙωÜννης ΜορεζÞνος και το Ýργο του, ΚΒ 10-10.
43) V. Pecoraro: Contributi allo studio dello teatro Cretese, ΚΒ 307-413.
________________________________________________________________________________

 

 

Web Design: Granma - Web Hosting: Greek Servers