Πεζά

Ποίηση-Μύθια

Ο Dali & Εγώ

Θέατρο-Διάλογοι

Δοκίμια

Σχόλια-Αρθρα

Λαογραφικά

Ενδιαφέροντες

Κλασσικά

Αρχαία Ελλ Γραμμ

Διασκέδαση

Πινακοθήκη

Εικαστικά

Παγκ. Θέατρο

Πληρ-Σχολ-Επικοιν.

Φανταστικό

Ερ. Λογοτεχνία

Γλυπτ./Αρχιτ.

Κλασσικά ΙΙ

 
 

Ενδιαφέροντες 

Φουρουκλάς Λάκης: Οι Γυναίκες Της Συγγνώμης

     Θ' αρχίσουνε μια νέα, μια δεύτερη ζωή, μαζί, μακριά απ' όλους κι όλα, μακριά απ' τους μικρόνοες και μικρόκαρδους ανθρώπους, μακριά απ' το χθες που ήταν πόνος και φως και μοναξιά και τρυφερότητα.
     Θα είναι επιτέλους ξανά μαζί, αν και δεν υπήρξαν ποτέ πριν, αν και πάντοτε ήταν. Ταίριαζαν, όπως η πρωινή δροσιά στα φύλλα των δέντρων, όπως η αγάπη στην ψυχή, όπως η ζωή στη ζωή. Ταίριαζαν οριστικά κι αμετάκλητα κι ας μην συναντήθηκαν ποτέ τα κορμιά κι ας τα φιλιά που αντάλλαξαν ήταν εκείνα της φιλίας, στο μάγουλο και στο μέτωπο. Στο αγαπημένο μάγουλο και στο αγαπημένο μέτωπο.
     Ναι, σύντομα θα είναι κοντά της ο αγαπημένος. Ανυπομονεί, αγωνιά, ανατριχιάζει, αναρωτιέται. Τί θα της φέρει το αύριο, αναρωτιέται. Θα είναι λαμπερό, όπως το φαντάζεται, όπως το ζωγράφισε στο μέσα της ή θα είναι κι εκείνο γεμάτο πόνο, με μικρές εκλάμψεις χαράς, όπως ήταν το παρελθόν;
     Κι εκείνος! Πώς θα αντιδράσει στη συμβίωση μαζί της; Θα μπορέσει να επουλώσει σύντομα τις πληγές που τον χάραξαν; Θα της δώσει την αγάπη που της αξίζει; Της αξίζει;
     Εφτά χρόνια φαγούρας και τώρα που έφτασε στην πηγή, τώρα που είναι έτοιμη να πιει το νερό και να δροσίσει τους πόθους της, τώρα νιώθει πιο αβέβαιη παρά ποτέ. Πριν, τα πράγματα ήταν δύσκολα αλλά απλά. Αυτός αλλού, αυτή αλλού, υπήρχε μία τάξη, στο μέσα και στο έξω της. Ήξερε που πήγαινε, ήξερε τι ζητούσε. Προς εκείνον πήγαινε, την αγκαλιά του ζητούσε, ένα ανεκπλήρωτο έρωτα ζούσε.
     Κάθεται στη μικρή της αυλή, παρέα με τα λουλούδια, τις γάτες και κάποια περαστικά κοτσύφια και σκέφτεται. Σκέφτεται! Το μυαλό της ταξιδεύει συνέχεια στο χθες, προσπαθεί να συλλάβει το αύριο. «Θα μπορέσει να τη ξεπεράσει;» αναρωτιέται. «Θα μπορέσει; Αλλά, και γιατί, παρακαλώ, να μην μπορέσει; Έχουν περάσει, άλλωστε, τόσα χρόνια... 'Αλλαξε! Αλλάξαμε...»
     Μοιάζει να πονά πολύ. Τον κόσμο εντός της τρώνε οι αμφιβολίες, οι ανασφάλειες, ο φόβος. Ο φόβος ότι το όνειρο δε θα βγει αληθινό, ότι τα χρόνια που θυσίασε θα πάνε χαμένα, ότι ποτέ δε θα την αγκαλιάσει, ότι ποτέ δε θα την αγαπήσει όπως Εκείνη. Εκείνη τη μία, τη μοναδική, Εκείνη που του χάρισε μια νέα ζωή και που έκλεψε τη δική του, Εκείνη που θα έπρεπε να μισεί με όλη της την ψυχή, αλλά δεν, αφού το μίσος της θα ήταν μικρόπρεπο, δίχως αντικείμενο, χωρίς ουσία.
     Εφτά χρόνια! Πόσο γρήγορα, πόσο βασανιστικά αργά πέρασαν. Και τώρα; Τώρα μετρά τις ώρες, τις στιγμές που απομένουν, μέχρι που να βρεθεί κοντά του. Να τον κρατήσει στην αγκαλιά της δίχως όρους, χωρίς περιορισμούς και διακοπές, να τον κρατήσει, ως το τέλος.
     Την αγκαλιά του σκέφτεται και χαμογελά, τα φιλιά του σκέφτεται και μαλακώνει, την αγκαλιά και τα φιλιά του σκέφτεται και τρομάζει. «Πώς θα είναι, άραγε; Πώς θα είναι
Οι σκιές του δειλινού ζωγραφίζουν τους τοίχους, η ροδιά ζωντανεύει καταπράσινη μπρος στα μάτια της ετούτη τη μοναδική στιγμή του Ιούνη.
     «Λίγες ώρες μόνο μείνανε... Λίγες ώρες μείνανε... Μετά θα ξέρω... Εφτά χρόνια μοναξιάς... Εφτά χρόνια φαγούρας... Θα ξέρω αν θα φτάσουν στο τέλος τους... Εκείνος λέει πως με αγαπά, αλλά... Αλλά, ίσως να ήμουν το αποκούμπι του... Γι' αυτό... Ίσως...»
     Τα δάκρυα αρχίζουν να ρέουν σιωπηλά, το βλέμμα της να φωτίζει. «Το τέλος ή η αρχή,» σκέφτεται. «Το τέλος ή η αρχή
     Κάθεται εκεί, στη μικρή αυλή, μέχρι να σκοτεινιάσει, μέχρι το φεγγάρι να ανατείλει στον πλήρη κύκλο του. Κάθεται μέχρι να στραγγίξουν τα πηγάδια της ψυχής. Κάθεται μέχρι να ανατείλει η καινούρια μέρα στη ζωή της. Κάθεται, και περιμένει, και πλάθει την εικόνα του μέσα της. Το χαμόγελο του. Το πικρό του χαμόγελο. Τα κοντοκουρεμένα μαλλιά. Το μέλι των ματιών του. Τα χέρια του που σκλήρυναν. Τα χέρια του, που ανυπομονεί να την κρατήσουν, να τη χαϊδέψουν, τα χέρια του...



ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΕΒΕ
Σουλιέ 14 & Σαρκουδίνου 136 11744 Αθήνα Τηλ. 2107777788,  Fax. 2107757757

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

ΤΙΤΛΟΣ         :  Οι γυναίκες της συγνώμης
ΣΥΓΓΡΑΦΕAΣ :  Λάκης Φουρουκλάς
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ    :  Φανή Καραφύλλη
ΕΙΔΟΣ           :  Μυθιστόρημα
ΣΕΙΡΑ            :  Σταθμός
Α' Έκδοση     :  Νοέμβρης 2008
Σελ: 240       Τιμή:   16,00 ευρώ              ISBN: 978-960-417-249-8

Λίγα λόγια για το βιβλίο:
Η ιστορία μας αναφέρεται σε μια παρέα ανθρώπων που, με κάποιον τρόπο, οι ζωές τους συνδέονται...
Θα υπάρξει άραγε μια νέα αρχή, μια καινούργια ζωή, για τον Δημήτρη που αποφυλακίζεται ύστερα από επτά χρόνια και τη Χριστίνα που τον περίμενε και τον αγαπούσε τόσο καιρό; Θα μπορέσουν να απαλλαγούν από το παρελθόν τους και να ζήσουν επιτέλους τον έρωτά τους;
Η Μίρα, η Βέρα, η μικρή Σλάβα τί ρόλο έπαιξαν στη ζωή του Δημήτρη;
Ο Μάνος αγάπησε τόσο πολύ τη Χριστίνα ώστε να μην αντέξει το χωρισμό τους;
Ο Καπετάνιος κι οι γυναίκες που πέρασαν από τη ζωή του, γυναίκες κοινές μα αγαπημένες κι η αγαπημένη όλων, ο μεγάλος του έρωτας, η Ελένη, πώς συνδέεται με τον Δημήτρη και πόσο επηρέασε τη ζωή του;
Η Κατερίνα κι η Μαρία, με την ιδιαίτερη κι όχι εύκολα αποδεκτή από τους πολλούς σχέση τους...
Όλοι, μα όλοι, μαζεύουν τα κομμάτια τους και προσπαθούν να ξαναρχίσουν τη ζωή τους, αφήνοντας πίσω τις οιμωγές και τα τραύματα του παρελθόντος. Για κάποιους η άνοιξη φάνηκε σχετικά νωρίς, για άλλους άργησε περισσότερο... Το αποτέλεσμα μετρά όμως. Για να δούμε λοιπόν τί γεύση αφήνει στους ήρωές μας; Τους αποζημιώνει για όλες τις ατυχίες και τις περιπέτειές τους;

Λίγα λόγια για το συγγραφέα:
Ο Λάκης Φουρουκλάς γεννήθηκε στη Ζιμπάμπουε το 1970 από Κύπριους γονείς, μεγάλωσε στην Κύπρο, έζησε στην Αθήνα και την Τσιάνγκ Μάι της Ταϊλάνδης, ενώ σήμερα ζει σε ένα ημιορεινό χωριό της Κύπρου.
Δούλεψε σε διάφορες εφημερίδες και ραδιοσταθμούς.
Έχει εκδώσει τέσσερα βιβλία. Από τις εκδόσεις Γη στη Λευκωσία κυκλοφόρησαν οι συλλογές διηγημάτων "Αιώνια Αγαπημένη" και "Γαλανή & Λεύκιος", καθώς κι η νουβέλα "Το Λάθος Πάθος". Από τις εκδόσεις Διόπτρα κυκλοφόρησε στην Ελλάδα το μυθιστόρημα "Μίρα, Το Λουλούδι Του Πολέμου".
Διηγήματά του έχουν δημοσιευτεί στα περιοδικά Να ένα μήλο και Ρωγμές στην Ελλάδα κι Εξάγγελος στην Κύπρο, καθώς και σε διάφορες λογοτεχνικές ιστοσελίδες. Φωτογραφίες του φιλοξενούνται σε μεγάλο ταξιδιωτικό οδηγό για την Ινδία και σε βιβλίο για την αρχιτεκτονική σε διάφορες χώρες του κόσμου.
Διατηρεί προσωπικό μπλογκ, επίσης ένα αγγλόφωνο κι ένα μπλογκ με φωτογραφίες από τα ταξίδια του (βλ. Λινκς μου)

Οπισθόφυλλο

Υπάρχουν γυναίκες που, όταν αγαπούν, ξέρουν να υπομένουν και να συγχωρούν. Ακόμα κι αν το παρελθόν έρχεται αδυσώπητο να ορθώσει εμπόδια και να μην αφήσει τις παλιές πληγές να κλείσουν.
Ο Δημήτρης, μετά από μία τραγική περιπέτεια που άλλαξε τη ζωή του, βρίσκει τη Χριστίνα να τον περιμένει να κάνουν μια καινούργια αρχή. Τίποτα δε θα είναι εύκολο σε αυτή τη σχέση, αφού ο έρωτας θα πρέπει να έρθει αντιμέτωπος με τις σκιές του παρελθόντος και να βγει νικητής.
Δίπλα τους θα βρεθεί ο Καπετάνιος που, με την πείρα της δικής του πολυτάραχης ζωής, θα είναι ο φάρος που θα τους δείξει το δρόμο, όταν θα νιώσουν πως χάνονται πια μέσα στη φουρτουνιασμένη θάλασσα του κοινού τους ταξιδιού.
Μα κάποιοι άνθρωποι είναι γραφτό να είναι μαζί, ακόμα κι αν όλα δείχνουν το αντίθετο. Και είναι η ζωή αυτή που ξέρει πότε είναι ο κατάλληλος καιρός για δυο ανθρώπους να βρεθούν μαζί και να χαρούν το υπέροχο ταξίδι της αγάπης. 

Πληρ: Σοφία Τσιβιτζή Υπεύθυνη Δημ. Σχέσεων Τηλ: 210-7777788 εσωτ. 131

------------------------------------------------------------------------------


  (Απόσπασμα από το βιβλίο του που κυκλοφόρησε...)

     Και ήρθαν μέρες γαλήνια δύσκολες, τρυφερά αμήχανες. Δύσκολες, καθώς ο Δημήτρης προσπαθούσε να προσαρμοστεί στις νέες πραγματικότητες, καθώς η Χριστίνα είχε κοντά της τον αγαπημένο και δεν ήξερε τι να κάνει μ' αυτόν. Αμήχανες για τους ίδιους λόγους. Ζούσαν μαζί, αλλά σαν ένα ζευγάρι γερασμένο, που με τα χρόνια ανέπτυξε μια σχέση γλυκιάς συγκατάβασης, σχεδόν αδελφική.

     Η Χριστίνα στεναχωριόταν και δεν το έδειχνε, πέθαινε μέσα της και δεν έβγαζε μια κραυγή για βοήθεια. Ήθελε να του δώσει χώρο και χρόνο. Χώρο για να προσαρμοστεί στη νέα ζωή, χρόνο για να παλέψει με τους δαίμονές του και να ξεκαθαρίσει το μέσα του αχούρι. Ο Δημήτρης, την έβλεπε να υποφέρει, διάβαζε τον πόνο και τη λύπη και τη μοναξιά στα μάτια της, αλλά δεν μπορούσε να της προσφέρει γιατρειά, ανακούφιση. Όχι ακόμη. Ναι, την αγαπούσε, «την αγαπώ όπως την ίδια μου τη ζωή,» σκεφτόταν, αλλά ένιωθε πως τη συγκεκριμένη στιγμή δε θα μπορούσε να της χαρίσει παρά περισσότερο πόνο, πιότερη θλίψη.

     Έτσι, κατέληξαν σ' ένα αμίλητο συμβιβασμό. Ξόδευαν σχεδόν όλο το χρόνο τους μαζί, περπατώντας, πίνοντας, συζητώντας, σιωπώντας, αλλά ποτέ δεν έπιαναν στα χείλη τα θέματα που καίγαν: τον έρωτα της Χριστίνας για κείνον, το έγκλημα που πάντα τον ακολουθούσε, το αύριο που ίσως να μπορούσε να ήταν αλλιώς.

     Η κοινή τους ζωή, η τόσο επίπεδη, η τόσο προβλεπτή, ήταν πόνος κι απόλαυση την ίδια ώρα. Πόνος για την πλήρη εγκατάλειψη απ' τους φίλους, απόλαυση για το δέσιμο μεταξύ τους που έμοιαζε να γίνεται παρ' όλες τις δυσκολίες όλο και πιο δυνατό. Τις πρώτες εκείνες μέρες ο Δημήτρης προσπάθησε να βρει και να ξαναδέσει τα νήματα που τον ένωναν με τους αλλοτινούς φίλους, να βρει μια νέα ζωή κι ακέραιες ελπίδες στα γνώριμα μονοπάτια του χθες. Αλλά, σύντομα αντιλήφθηκε ότι έτρεφε αυταπάτες. Τίποτα δε θα μπορούσε να είναι ξανά όπως παλιά. Τα αστεία μπαγιάτεψαν, τα αισθήματα σκούριασαν, κανείς απ' τους συντρόφους του χθες δεν ήθελε να είναι φίλος του και πάλι. Ήταν στιγματισμένος, τον ξέγραψαν. Έτσι, μοναδική φίλη και αδελφή παρέμεινε για κείνον η Χριστίνα. Κάθε βράδυ, πολύ αργά, όταν τα πολλά φώτα έσβηναν κι οι θόρυβοι γαληνεύαν έβγαιναν έξω, στις ήσυχες γειτονιές της μικρής τους πόλης. Περπατούσαν αργά και τρυφερά αγκαλιασμένοι, ψιθυρίζοντας αναμνήσεις, χαμογελώντας μυστικά. Οι βόλτες αυτές μύριζαν οδύνη και σωτηρία για το Δημήτρη, σωτηρία κι οδύνη για τη Χριστίνα. Του θύμιζαν τους περίπατους με τη μεγάλη αγάπη της ζωής του, τη Μίρα, δάκρυζε σιωπηλά κι ανακουφιζόταν με τις αναμνήσεις του. Της θύμιζαν το αύριο που ονειρευόταν, χαμογελούσε και ξεγελούσε τη θλίψη της, πονούσε στην ιδέα ότι εκείνο το αύριο δεν ήταν τώρα...

     Την πρώτη φορά που πάτησε το πόδι του, έστω αργά, στο κάστρο, εκείνο το κάστρο που χρόνια πριν έγινε το σκηνικό για μια τρυφερή στυγνή δολοφονία, ένιωσε τις ανάσες του να κόβονται, τις δυνάμεις του να τον εγκαταλείπουν, ένιωσε την παρουσία Της εκεί. Και κάθισε μόνος πάνω σ' ένα βράχο κι έκλαψε. Έκλαψε πικρά, έκλαψε τελεσίδικα, έχωσε το μαχαίρι και πάλι βαθιά στη νοητή πληγή, αναζητώντας μια έξοδο απ' τα αδιέξοδά του. Η Χριστίνα καθόταν λίγο πιο πέρα και τον παρατηρούσε σκεφτική, αθέατη, σκυμμένη στον εαυτό της, στις θεές της τύχης παραδομένη. «Ό,τι είναι να γίνει, θε να γίνει,» σκεφτόταν καθώς ο ήχος των κυμάτων σπούσε τη σιωπή, καθώς ο νοτιάς της χάιδευε το πρόσωπο, καθώς... εκείνος την κοιτούσε. «Μίρα,» πήγε να φωνάξει αλλά συγκρατήθηκε. Βγήκε απ' το ονειροπόλημά του. «Χριστίνα,» ψιθύρισε, «Χριστίνα, έλα εδώ, σε παρακαλώ...» Σηκώθηκε, πήγε κοντά του. Της έκανε χώρο στο βράχο και κάθισε δίπλα του, την έκλεισε στην αγκαλιά του, φίλησε τα μαλλιά της που μύριζαν γιασεμί κι ονειροφαντασία.

     Παρέμειναν εκεί, τυλιγμένοι μες στην πολύλογη σιωπή, ρουφώντας τους ήχους της φύσης, καταβροχθίζοντας το φως της ημισελήνου, παίρνοντας ζεστασιά ο ένας απ' την ύπαρξη του άλλου.

     Καθώς ο ήλιος πρόβαλλε κροκοκόκκινος μέσα από τη θάλασσα, η Χριστίνα ένιωθε πιο αισιόδοξη παρά ποτέ. Είχε μόλις ζήσει μια από εκείνες τις στιγμές μαγείας που πάντα ονειρευόταν. Είχε περάσει μια νύχτα στην αγκαλιά του, είχε κουρνιάσει στον κόρφο του, μυρίστηκε τους χυμούς του κορμιού του. Δεν μπορεί, το αύριο έπρεπε και θα ήταν καλύτερο. Όσο για το Δημήτρη, αυτός δεν ένιωσε ακριβώς τα ίδια πράγματα. Απλά ένιωσε καλύτερα, ένιωσε για πρώτη φορά μετά από καιρό άνθρωπος και γι' αυτό ευγνωμονούσε τη Χριστίνα, αλλά έως εκεί. Το αύριο θα έπρεπε να περιμένει.

     Είχε ξημερώσει για τα καλά όταν έφτασαν στο σπίτι της Χριστίνας. Ω, ήθελε τόσο πολύ, όσο τίποτα στον κόσμο, να τον πάρει μαζί της στο δωμάτιό της, στο κρεβάτι της, να σβήσει επιτέλους τους πόθους της, αλλά δεν προσπάθησε να το κάνει. Μπορούσε να διαβάσει στα μάτια του την άρνηση. Έτσι, απλά τον αγκάλιασε και τον φίλησε στο μάγουλο, χάιδεψε φευγαλέα τα μαλλιά του και του ευχήθηκε να δει όνειρα ταξιδιάρικα.

     Κλείστηκε στο δωμάτιό της, έπεσε με τα ρούχα στο κρεβάτι, και αντί να αρχίσει να κλαίει όπως θα περίμενε κανείς, ένα πλατύ χαμόγελο ζωγραφίστηκε στα διψασμένα της χείλη. Αν και η κατάληξη ετούτης της μέρας δεν ήταν ακριβώς αυτή που ευχόταν, ωστόσο, είχε γίνει το πρώτο βήμα. Κάτι ήταν κι αυτό. Έκλεισε τα μάτια και προσπάθησε να φέρει και πάλι στο μυαλό της τις εικόνες που προηγήθησαν, να θυμηθεί τη μυρωδιά του κόρφου του, να νιώσει τη ζεστασιά της αγκάλης του. Ένιωθε καλά, τόσο καλά, σα γλυκιά νοσταλγία, σα χάδι ερωτικό. Όταν τελικά αποκοιμήθηκε το κορμί της είχε πάρει τη στάση του εμβρύου, κι ανάμεσα στα πόδια και στην αγκαλιά της, κρατούσε σφικτά ένα μαξιλάρι, που ίσως κάποια μέρα σύντομα, να έπαιρνε άλλη μορφή.

                                            Περίληψη



     Ε
ίναι ένα μυθιστόρημα για τον πόνο και τη λύτρωση, τη λύπη και τη χαρά.
Είναι η ιστορία καθημερινών ανθρώπων που ξεχειλίζουν από πάθη και διαπρέπουν -όπως όλοι άλλωστε- στα λάθη. Είναι η ιστορία του Δημήτρη και της Χριστίνας.

     Ο Δημήτρης βγαίνει από τη φυλακή μετά από μακροχρόνια κάθειρξη, για ένα φόνο που διέπραξε από... αγάπη. Πλήρωσε για το έγκλημα του, αλλά ωστόσο οι ενοχές κι οι φοβίες του, δεν τον εγκαταλείπουν. Τώρα που είναι ελεύθερος νιώθει χαμένος, εξοστρακισμένος από μια στενόμυαλη κοινωνία, που αδυνατεί να καταλάβει. Βουλιάζει στην κατάθλιψη.

     Μοναδικό του στήριγμα στον υπέρ πάντων αγώνα που δίνει για να πιστέψει και πάλι στη χαρά της ζωής είναι η Χριστίνα. Η Χριστίνα που τον περίμενε για χρόνια ολόκληρα να βγει από τη φυλακή για να γίνει επιτέλους δικός της, αφού ήταν από πάντα ερωτευμένη μαζί του.

     Ο Δημήτρης και η Χριστίνα είναι δυο συνηθισμένοι άνθρωποι, που ψάχνουν απεγνωσμένα να βρουν την ευτυχία, που όλο πέφτουν και όλο σηκώνονται, που παίζουν χαρτιά με τη μοίρα, βάζοντας στην τσόχα τις ζωές τους.

     Δύο ήρωες. Δύο μοναξιές που συναντιόνται και χωρίζουν. Και άλλοι ήρωες. 'Αλλες μοναξιές που τους περιτριγυρίζουν χρωματίζοντας τις μέρες τους.

     "Οι Γυναίκες Της Συγνώμης" είναι μια ιστορία για τους ανθρώπους. Για τους ανθρώπους που ρουφάνε τους χυμούς της ζωής με πάθος και δίψα, και για κείνους τους άλλους, που μένουν με το κατακάθι της.

 

 

Web Design: Granma - Web Hosting: Greek Servers