ÐåæÜ

Ðïßçóç-Ìýèéá

Ï Dali & Åãþ

ÈÝáôñï-ÄéÜëïãïé

Äïêßìéá

Ó÷üëéá-Áñèñá

ËáïãñáöéêÜ

ÅíäéáöÝñïíôåò

ÊëáóóéêÜ

Áñ÷áßá Åëë Ãñáìì

ÄéáóêÝäáóç

ÐéíáêïèÞêç

ÅéêáóôéêÜ

Ðáãê. ÈÝáôñï

Ðëçñ-Ó÷ïë-Åðéêïéí.

Öáíôáóôéêü

Åñ. Ëïãïôå÷íßá

Ãëõðô./Áñ÷éô.

ÊëáóóéêÜ ÉÉ

 
 

ÅíäéáöÝñïíôåò 

Åëðéíßêç: Ãõíáéêåßá Åîáßñåôç ÌáôéÜ...

¹ρθες.

Σαν ανοιξιÜτικο πρωινü

σ' ανοιχτÜ παραθυρüφυλλα.

¹ρθες.

Μ' Ýνα φιλß δειλü

Ýστρωσα χαλß να διαβεßς

το δýσβατο δρüμο της ζωÞς μου.

¹ρθες.

Και δε ξÝρω πως,

δε ξÝρω γιατß,

φþλιασες εκεß που ο Þλιος

Ýχει πÜψει να επισκÝπτεται.

¹ρθες.

Κι ο τρüμος μου μεγÜλος

στη σκÝψη και μüνο να σε χÜσω.

Να φýγεις, μακριÜ,

σ' Üλλο παρÜθυρο να λÜμψεις.

Μüνο και μüνο,

γιατß εγþ δεßλιασα,

να σου ανοßξω την πüρτα.
........................................

Το παγωμÝνο ξýλο
σκÜβει τη μαλακÞ σÜρκα.
Στο κενü το βλÝμμα φτιÜχνει
εικüνες γλυκοφßλητες.
Το λευκü δÝρμα που καßει
δοξÜζει τον Ýνα θεü
τüσο, üσο μπορεß.
ΜπλÝκεται στους βοστρýχους της λατρεßας
αμφßβολη ακüμη πßστη
και μετÝωρη.
Η Ποßηση κι ο ¸ρωτας
ο ¸ρωτας κι ο ΘÜνατος
προûποθÝτουν Üσκηση κι ασκητικÞ.
Οι εραστÝς κι οι ποιητÝς
δε μποροýν να 'ναι λßγοι, οýτε λßγο.
Ο Üντρας, η γυναßκα,
εργÜτες της πßστης τους,
χýνουν ιδρþτα και δÜκρυ ξεχασμÝνο
στο ιερü του Θεοý τους, καθεßς μονÜχος.
Σ' Ýνα λευκü χαρτß κι Ýνα κρεβÜτι
δειπνοýν με δαßμονες.
¸να ποτÞρι κρασß για üσα Þταν
κι üσα θα 'ρθουν.
Πεζοπορßα σ' απüκρημνες πλαγιÝς
για μια νýχτα αγιοσýνης.
Φως εßναι ο ¸ρωτας κι αγÝρας...
πüνος και κüπος
ορισμüς και κανüνας
του ποτÝ και του τßποτε...
.....................................

Μην κλαις αυτοýς, φßλε
Που πÝταξαν μακριÜ.
Κλαßγε αυτοýς, φßλε
Που ξÝμειναν απü φτερÜ.
Αυτοýς που πατÞσαν τα üνειρÜ τους
Και τα Ýκαναν μισολιωμÝνες σüλες,
ΦαγωμÝνα πλÝον απü τον χρüνο και τον κüπο
Και κλεισμÝνα σε ντουλÜπι παλιü κι υγρü.
Αυτοýς που Ýμαθαν,
Στεγνοß πια,
Να κοιτÜζουν μüνο ßσια μπροστÜ.
Οýτε αριστερÜ οýτε δεξιÜ.
Οýτε τ' αστÝρια, οýτε το χþμα.
Τα πηγÜδια τους, στερεμÝνα απü φρεσκÜδα,
ΦαρμÜκι βγÜζουν και λÜσπη.
Τα ποτÜμια τους, κßτρινα απü την Üμμο
Της ξηρασßας τους.
Το δÜκρυ τους, χÜντρα που στολßζει
Σ' Üλλων περιστÜσεις.
Η κüγχη της μοναξιÜς τους
Γκρßζα Ýχει γßνει,
Σαν το μολýβι που κουβαλοýν
Και γρÜφουν πταßσματα κι εγκλÞματα,
Των Üλλων πÜντα και ποτÝ
Τα δικÜ τους.
Τα σýννεφα, κÜγκελα τα κÜνουν.
Και τον αναστεναγμü, φωτιÜ.
Τη λÜβα της καρδιÜς, πÝτρα.
Κι üτι δουν να ανθßζει,
Το πατοýν μ' οργÞ,
Να μη θυμßζει πως
Ο κüσμος εßναι üμορφος.
Αυτοýς κλÜψε, φßλε.
Που üταν η ζωÞ χτýπησε το κουδοýνι,
ΦοβÞθηκαν μην εßναι κλÝφτης.
Αυτοýς φßλε,
Που παντρεýονται το κορμß τους το αποσυντιθÝμενο.
Αυτοýς φßλε.
Τους πεθαμÝνους πριν το τÜφο.
ΚλÜψε τους.
                    Αýγουστος 2004
.........................


ΣκοτÜδι μου.

Σε τεμαχßζω με τις φλüγες των κεριþν.

Σ' αρωματßζω με καπνοýς και μαγειρικÝς.

Σε σπουδÜζω με διαβÜσματα Üνομα.

Νýχτα μου...

Το παιχνßδι σου διαλÝγω,

βÜζοντας στüχους-θýματα,

μÝσα απü γυÜλινα ποτÞρια.

Με ταλαιπωρεßς, σε ταλαιπωρþ,

μου τραγουδÜς, σου γελþ.

ΒραδιÜ μου,

οι μουσικÝς σου δυνατÝς κι ßδιες,

οι δικÝς μας ρουτßνες σαν Üγραφοι νüμοι

κι οι γλυκÝς μας συμμορßες,

σχεδιÜζουν τον κüσμο απ’ την αρχÞ.

¿ρες μου μικρÝς...
Τüτε που μüνο εγþ μαζß μου εßμαι,

κι Ýξω απ' την πüρτα Ýχω αφÞσει τα üλα,

καλþ φαντÜσματα που θÝλω,

για να μου βασανßσουν τον χρüνο πριν τον ýπνο.

Τον ουρανü σας που κοιτÜζω κατÜματα,

ονειρεýομαι να αγγßξω.

Τα στßγματÜ σας, αστÝρια μου χαμογελοýν

απ' το ψηλü παρÜθυρο,

ψιθυρßζοντας στ' αφτß μου

λüγους τρυφεροýς και μεγÜλους.

Αφοý ξÝρουν,

üτι τα λüγια αυτÜ κι οι υποσχÝσεις,

διαρκοýν μßα και μüνη νýχτα.

¸τσι üπως θα Ýπρεπε.

¼λες οι ομορφιÝς κι üλοι οι ¸ρωτες

εßναι μεγÜλα

üταν Ýχουν ημερομηνßα λÞξης στη συσκευασßα.


                                             15/10/04
.........................


Το υπüλευκο δÜκρυ που κυλÜ κι ανακατεýεται με τον ιδρþτα των λαγüνων σου, χαρÜζει τον δρüμο στις νýχτες να ξýνουν πληγÝς παλιÝς κι οι κραυγÝς λυτρþνουν τα κτÞνη που κοιμοýνται αθüρυβα, μÝσα σε κορμιÜ, αφρÜτα απü την ανÜγκη.
Η παρÜδοση σε φοβßζει στο μετÜ.
Τα χÝρια δειλιÜζουν ν' αγγßζουν αυτü που για λßγες στιγμÝς αγÜπησαν.
Γιατß;
Γιατß ο πüθος γεννÜ πÜθος και το Üδειασμα οικειüτητα.
Τη λαγνεßα μπορεßς να τη καταλÜβεις...
Τη σιωπÞ üχι.
Η διαφορÜ της τρýπας και του üλου, γßνεται ορατÞ μετÜ, üταν τα πÜντα δεν εßναι πλÝον βιαστικÜ.
Τüτε τρÝχεις να φýγεις.
Δε σηκþνεις το Ýνα που εßναι τα πολλÜ.
Το χÜσμα των φýλων.
Το δεßλιασμα στην γυναßκα εßναι πριν.
Που ψηλαφεß το πüθο με τ' ακροδÜχτυλα και το πüνο με τα φιλιÜ.
Στο üχι της νυχτιÜς, σου απαντÜ με τα μÜτια και τους αναστεναγμοýς...
Το τρÝμουλο της προσμονÞς...
Τη συστολÞ της επιθυμßας...
Η ικεσßα για Ýνα φιλß, σηματοδοτεß την αρχÞ του τÝλους της.
ΜετÜ... σερβßρεται στο δßσκο σου σαν ζεστü κυρßως πιÜτο...

Εßν' Ýτοιμη για το μικρü της θÜνατο.
.........................

ΔανÜη

Κρýο...

Το φιλß ζητιανεýεται μετÜ απü πüνο

κι ανÜγκη.

Η επιθυμßα εφÞβων, σχεδüν χαζολüγημα.

Ο καιρüς, εχθρüς της οικειüτητας.

Σ' Ýνα χοτÝλ, με αγοραßους (;) στεναγμοýς

πÜνω σε παγωμÝνα σεντüνια

σμßγουν μÝλη, σμßγουν παρελθüντα και μÝλλοντα

τα ναι και τα ßσως υπερβÜσεων που πλÜθονται με τον χρüνο.

Τα βλÝμματα χαμηλÜ απü την συστολÞ

απελευθερþνονται στην κραυγÞ και στρÝφονται πÜνω

σε ΑυτÞν

την γυναßκα που Ýλουσε η χρυσÞ βροχÞ.

Η ζωοδüτρα μÞτρα μιας γενιÜς, ενüς γÝνους

κοιμÜται τον ýπνο της ελευθερßας, ορßζοντας την ομορφιÜ

εκ νÝου.

ΔανÜη...

Η ζωÞ μÝσα απü συμπληγÜδες απÝκτησε το üνομÜ σου.

Οι φρÜχτες δανεßζονται ονüματα απü μýθους.

Οι πüρτες του στÜβλου Ýχουν πρüσωπο κι επþνυμο.

ΕπιστρÝφεις στο χÜδι που αγαπÜς και φοβÜσαι.

Κλεßνεις τα μÜτια και κορφολογεßς αισθÞσεις

ν' αφεθεßς σε χÝρια Ýμπειρα στο πüνο.

Νιþθεις το μÜταιο των αναζητÞσεων και της αποκοτιÜς.

Οι απαντÞσεις üλες Þταν μπροστÜ σου, πÜνω σου.

ΑντÝχεις.

«ΘÝλεις να γßνεις το κορßτσι μου»;
 
                                     ΝοÝμβρης 2004

.............................................

                                            Γυναßκες

Γυναßκες μüνες.

Γυναßκες Üφιλες.

Γυναßκες ßσιες, σα σανßδες.

Που πηγαßνουν μüνο μπρος Þ πßσω

Γυναßκες που φοβοýνται να κοιτÜξουν αλλιþς.

Γυναßκες που φοβοýνται να κοιταχτοýν στον καθρÝφτη.

Γυναßκες τρομαγμÝνες απü τις επιθυμßες τους.

Γυναßκες θλιμμÝνες απü την απραξßα τους.

Γυναßκες που κοιτοýν πßσω και δε βλÝπουν τßποτα.

Κοιτοýν δßπλα στο κρεβÜτι και... τι εßναι αυτüς;

Γυναßκες που βλÝπουν το χρüνο να χαρÜζει το κορμß.

¸να κορμß στερημÝνο απü τον πüθο.

Γυναßκες που ψÜχνουν τη χαρÜ σ' Ýνα χÜπι

κι Ýνα ποτÞρι... Ýνα;

Γυναßκες που ζοýνε για Ýνα σÞριαλ.

Γυναßκες του καναπÝ.

Γυναßκες σκαντζüχοιροι

Γυναßκες εξαßσιες.

Γυναßκες αισθησιακÝς.

Γυναßκες μüνες

Γυναßκες στα τριÜντα.
---------------------------------------------------------------------------

                                Γυναßκα 1η: Ελπßδα

     Οι γρßλιες δεν αφÞνουν το φως να εισβÜλλει στο μικρü δωματιÜκι, παρÜ τις περασμÝνες δþδεκα το μεσημÝρι. Το μüνο Üνοιγμα προς τον Ýξω κüσμο που διÝθετε αυτÞ η φωλιÜ, λειτουργεß τþρα σα διαχωριστικü της αλÞθειας της απü τον υπüλοιπο κüσμο. Το κορμß της, κοιμισμÝνο, εßναι ξαπλωμÝνο, γυμνü, πÜνω στα χρησιμοποιημÝνα σεντüνια. Μüνη κι αμÝριμνη, βρßσκεται στην αγκαλιÜ ενüς ýπνου χωρßς üνειρα.
     Η Ελπßδα Λιακοποýλου μπορεß να περηφανευτεß πως στην αυγÞ των τριÜντα της χρüνων, βρÞκε, Ýστω και λßγο αργÜ, αυτü που πÜντα Ýψαχνε: το χαμü της. Τον συνÜντησε τυχαßα σ' Ýνα μπαρ που μαζεýονται ξεπεσμÝνοι καλλιτÝχνες. Τι σχÝση Ýχει η Ελπßδα μ' αυτοýς; Καμßα απολýτως. ¹θελε να λογßζεται, απλÜ, για καλλιτÝχνης, Ýστω και ξεπεσμÝνη. Αφοý λοιπüν δοκßμασε και δε της Ýκατσε, αποφÜσισε πως το μüνο που μπορεß να κÜνει, εßναι τουλÜχιστον να βρßσκεται στον ßδιο χþρο μ' αυτοýς. Απ' το ολüτελα...
     Τη πρþτη φορÜ που πÞγε, μüνο καπÝλο που δεν εßχε φορÝσει, προκειμÝνου να μεßνει απαρατÞρητη και να κüψει κßνηση. ¼που κι αν Ýστρεφε το βλÝμμα της Ýβλεπε περßπου ενδιαφÝρουσες φÜτσες, περßπου ενδιαφερüντων ανθρþπων. Την επüμενη που αποφÜσισε να πÜει, Ýβαλε τα πÝπλα της. ΑυτÜ της αθωüτητας και του φýλου της. Τüτε τον εßδε... Μια σκοτεινÞ φυσιογνωμßα παρμÝνη απü τα φιλμ-νουÜρ χαμηλþν προδιαγραφþν. Καθüλου üμορφος, καθüλου ψηλüς, καθüλου εýκολος. Μα Þταν η πρþτη φορÜ που η Ελπßδα γνþρισε Ýναν Üντρα, που αν Þταν μυρωδιÜ, θα 'ταν αυτÞ του σανταλüξυλου και του πιπεριοý μαζß. ¼ταν Üρχισαν να μιλοýν πρþτη φορÜ, δεν τον εßχε δει καλÜ-καλÜ μÝσα στο μισοσκüταδο. Το μüνο που της Ýμεινε σαν εντýπωση, Þταν το υπεροπτικü ýφος του: "Σε θÝλω; Σε παßρνω! Σε βαριÝμαι; Σε πετÜω". Ποßος εßσαι ρε φßλε; ΑναρωτÞθηκε, αρκετÜ εκνευρισμÝνη.
     Τη δεýτερη φορÜ που μιλÞσανε, κατüρθωσε να του θυμþσει. ¸νας Üντρας που φÝρνει αντßρρηση στα πÜντα μπορεß να 'ναι δýο πρÜγματα, σκÝφτηκε. ¹ βολεμÝνος Þ συναισθηματικÜ ανþριμος. Αυτüς, κατÝληξε, πρÝπει να 'ναι και τα δýο, εφüσον δεν εßχε ξανασυναντÞσει, τüση αμφισβÞτηση. ΚαλÝ με üλους τα 'βαζε αυτüς! Μ' üλους τους Üλλους δηλαδÞ. Ο ßδιος θεωροýσε πως την αυτοκριτικÞ του την Ýχει κÜνει, συνεπþς, τα 'χει λýσει, Üρα δε θα συζητÜ πρÜγματα δεδομÝνα. (Μεταξý μας, δεν εßχε και τüσο Üδικο). Την Ýκανε πÜντως Üνω-κÜτω. Η Ελπßδα Λιακοποýλου, της Üγνωστης οικογÝνειας αλλÜ των υψηλþν προδιαγραφþν, Ýφτασε να υπεραμýνεται αδýναμων πεποιθÞσεþν της, σ' Ýναν Üγνωστο. Τον κατηγüρησε γι αυτü. Ακοýς κει! Ποιος εßσαι εσý, κýριε, που αμφισβητεßς αξßες που 'χουν εδραιωθεß μες στο χρüνο; Τüτε Üρχισε βÝβαια να ψιθυρßζει, χαμηλüφωνα, στον ßδιο της τον εαυτü, πως μπορεß η συζυγßα, η απολυτüτητα κι ο Üκρατος συναισθηματισμüς να ισχýουν για πολλοýς, η ßδια üμως τα επÝλεξε γιατß δεßλιασε να δþσει τις μÜχες της. Αυτü üμως δεν χρειαζüταν να το ξÝρει ΑΥΤΟΣ!
     ΧωμÝνη ως το λαιμü μÝσα στα κüμπλεξ και τις ανασφÜλειες, συνÝχισε να συναντÜ -δÞθεν τυχαßα- αυτü τον Üντρα και να δοκιμÜζει, κÜθε φορÜ, τις αντοχÝς και τα ονειρικÜ της πιστεýω. ΚÜθε φορÜ προσπαθοýσε να του αποδεßξει κÜτι. ¼χι στον ßδιο δηλαδÞ, αλλÜ στον εαυτü της. Μα, μÜταια, εφüσον κατÝληγε στο ßδιο συμπÝρασμα: üτι εßχε ξεχÜσει να ζει! Της το τüνιζε με κÜθε ευκαιρßα, μα η Ελπßδα δεν εßχε καμßα διÜθεση να το παραδεχτεß μπροστÜ του. Αυτü μας Ýλειπε. Δεν εßχε γεννηθεß ακüμη ο Üντρας που θα μποροýσε ευγενικÜ να διαχειριστεß την ανυπαρξßα της. Αυτüν που 'χε δßπλα της, τον βüλευε να την θεωρεß αποýσα γιατß δε τον απασχολοýσαν Ýτσι, τα υπαρξιακÜ προβλÞματα μιας γυναßκας.
     Τüτε Üρχισε το παιχνßδι τους. Αυτüς, αφÝντης γαρ και παντογνþστης, κατüρθωσε να της επισημÜνει την υποτακτικÞ της φýση. Με πονÞματα Ýντεχνα πονηρÜ, Üρχισε να εκμαιεýει φαντασιþσεις της που ποτÝ δεν παραδÝχτηκε η ßδια. Σα μαÝστρος σε φανταστικÞ ορχÞστρα, χωρßς να την Ýχει αγγßξει ποτÝ, διηýθυνε τους αυτüχειρες οργασμοýς της με Ýνα üπλο: τον πüνο. Μα üχι πüνο οξý Þ οξýθυμο. ¸ναν πüνο απλü κι απαλü. Γλυκü üσο κι η αμαρτßα που κουβαλοýσε στο μυαλü της. Οι εντολÝς δßνονταν εκ του μακρüθεν. Οι οδηγßες χρÞσεως της αυτüνομης λßμπιντο, βασανιστικÜ απλÝς. ΜονολεκτικÝς. Τα σκηνικÜ που 'πλαθε στο μυαλü της, Þταν αυτÜ που θα διαφÝντευαν για πÜντα τα üνειρÜ της: ΔωμÜτια χωρßς θÝα, με διÜφορους ανθρþπους, αλλÜ συγκεκριμÝνους πρωταγωνιστÝς. Τη γεýση και την ηδονÞ.
     Η Ελπßδα Λιακοποýλου, Ýγινε για πρþτη φορÜ στη ζωÞ της, Ýρμαιο των εντολþν ενüς Üντρα και της Üρεσε. ¼χι μüνο της Üρεσε, το ζητοýσε ο οργανισμüς της. Συνειδητοποßησε πüσο της Üρεσε αυτü που της Ýμαθε ΑΥΤΟΣ: Να κÜνει Ýρωτα στον εαυτü της. Ν' αγαπÜ πρþτα η ßδια το κορμß της, την κÜθε πτýχωση, τον κÜθε πüρο, την ßδια την αßσθηση των χεριþν της πÜνω στο δÝρμα της. ¸μαθε να προκαλεß το πüνο, μüνο τüσο þστε να 'ναι απολαυστικüς. Μüνο τüσο, þστε να της ανοßγει Üλλους διαδρüμους και μονοπÜτια στη προσωπικÞ της ηδονÞ. ¸μαθε να δßνει σχÞμα και μορφÞ στις φαντασιþσεις της υποταγÞς της. Να δßνει χρþμα στο σχοινß, γεýση στο Ýδεσμα, βλÝμμα στο φανταστικü ως τüτε, ΑφÝντη της.
     ΑΥΤΟΣ, Þταν πÜντα -και ποτÝ- 'κεß. ΜετÜ απü κÜθε μοναχικü της οργασμü, σκεφτüταν αν τελικÜ εßχε ανÜγκη τη φυσικÞ του παρουσßα... Τüτε την εßχε. ¹ξερε üμως πως Ýπρεπε να περιμÝνει το πλÞρωμα του χρüνου της. Τüτε που θα μποροýσε ν' αφεθεß στα Ýμπειρα χÝρια του και το κολασμÝνα διορατικü νου ενüς ανθρþπου, που πολλÝς φορÝς στο μυαλü της, φÜνταζε σα ΜεφιστοφελÞς, που περνÜ απü διÜφορα σþματα και ψυχÝς ανÜ τους αιþνες, για να επιτελÝσει το Ýργο του. ¹ξερε πως üταν θα 'ταν Ýτοιμη, θα παραδßδονταν στο Θεü και ΔαßμονÜ της: τον ΑφÝντη της. ΑΥΤΟΣ, Πυγμαλßωνας σωστüς, Ýτρεφε εν τω μεταξý, το πεινασμÝνο της μυαλü με πληροφορßες. ΔικÝς του, μονüπλευρες, αμφßσημες, εικüνες. Της προωθοýσε εναλλακτικÝς, ενδεχομÝνως για να τη τεστÜρει, ενδεχομÝνως για να τη καθοδηγÞσει. Δεν εßχε σημασßα και δε την Ýνοιαζε Üλλωστε, εφüσον οτιδÞποτε της πρüτεινε με γλýκα κι εφηβικÞ ορμÞ, το ρουφοýσε και το επεξεργαζüταν, üπως Ýκανε πÜντα σ' üτι την ενδιÝφερε.
     ¼ταν Ýδωσε τις προσωπικÝς της μÜχες που καθüλου δε τον αφοροýσαν, -βλÝπε αλλαγÞ εργασßας, διαζýγιο, οικονομικÞ δυσπραγßα-, του κÜκιωσε. Γιατß ο ΑφÝντης και ΜÝντορÜς της, δεν ερχüταν να τη σþσει; ΦυσικÜ και δεν Þθελε να παραδεχτεß, πως κανεßς Üλλος δε μποροýσε να ζÞσει τη ζωÞ της γι αυτÞν. ¼λ' αυτÜ üμως κÜποια στιγμÞ πÝρασαν. Τις ευθýνες της τις πλÞρωσε με τüκο. ΖωγρÜφιζε αρχικÜ τον πüνο της, μελανÞ, μα τελικÜ ακüμα κι αυτüς, Ýγινε κομμÜτι ενüς μεγÜλου ουρÜνιου τüξου που ονüμασε η ßδια: Ο ΑΓΩΝ ΜΟΥ -βλÝπε κÜποιον περιþνυμο Üνδρα-...
     ΠολλÝς φορÝς κατÜ την διÜρκεια της πορεßας αυτÞς, της εßχε πει να μÜθει να περιμÝνει. ΑρχικÜ δε μποροýσε να περιμÝνει, οýτε να καταλÜβει. Η ορμÞ της ανωριμüτητÜς της δε της Ýδινε το περιθþριο να μÜθει, πως ο χρüνος, σε üσα Ýχουν να κÜνουν με τους ανθρþπους, πÜντα ανοßγει πüρτες, πÜντα παρουσιÜζει λýσεις. Ακüμα και τα συμπερÜσματα βγαßνουν, σαν απü μüνα τους, λες, σοφþτερα κι ουσιαστικþτερα.
     'Ανοιξε λοιπüν, η Ελπßδα Λιακοποýλου, το προσωπικü της δρüμο, περπÜτησε προς το Üγνωστο και συνÝχισε με μßα τρομερÞ εσωτερικÞ ικανοποßηση, πως τþρα πλÝον Þταν Ýτοιμη κι εßχε λýσει τα μικρÜ καθημερινÜ, που δε της επÝτρεπαν να γßνει μια "αξιοπρεπÞς" δοýλα. Εκεßνος, δε την περßμενε μ' ανοιχτÝς αγκÜλες, üπως Þθελε η ßδια να πιστεýει. ¹ταν ο ßδιος το τρüπαιο, üχι η επιβρÜβευση. ΚλÞθηκε λοιπüν να μπει στο πετσß του ρüλου της και να συρθεß στα πüδια του. ¼χι αδιαμαρτýρητα. Γιατß, ρε φßλε, εδþ κατüρθωσα κι Ýκανα τüσο χαμü γýρω μου κι üταν σε παßρνω τηλÝφωνο να βρεθοýμε μου απαντÜς «ßσως»; Ποιος εßσαι; ¸τσι λοιπüν κι εντελþς ξαφνικÜ, η Ελπßδα συνειδητοποßησε πως ΑΥΤΟΣ, Þταν αυτüς που 'ταν πÜντα. Η ßδια εßχε αλλÜξει στη διαδρομÞ. ΑπελευθερωμÝνη λοιπüν απü τις απαιτÞσεις της, κßνησε προς τους Üντρες που ονειρευüταν κι üχι τον ¸να.
     Η Ελπßδα Λιακοποýλου για πρþτη φορÜ στη ζωÞ της, κατÜλαβε πως η μοναξιÜ της εßναι τιμημÝνη και πολýτιμη. Κανεßς δε μποροýσε να τη διαχειριστεß καλýτερα απü την ßδια. Οýτε καν ο πολυπüθητος ΑφÝντης που του τη παραχωροýσε που και κÜπου, þστε να εμπλουτßσει το ερωτικü της παιχνßδι. Ο ßδιος, χαλαρωμÝνος πλÝον απü το βÜρος της ανατροφÞς της δοýλας του, το μüνο που 'κανε Þταν να δρÝπει τους καρποýς των προσωπικþν της ταξιδιþν: τη μαγειρικÞ της, τη τρομερÞ της κουτσομπολßστικη φλυαρßα, τον εθισμü της μ' Ýνα μικρü, απειροελÜχιστο κομμÜτι του λαιμοý του, την ακατÜσχετη λογοδιÜρροιÜ της για τα πιο ηλßθια πρÜγματα, που χαλÜρωνε και τους δýο. Και στον Ýρωτα, αχ... σ' αυτü τον Ýρωτα... Ελεýθεροι Üνθρωποι κι οι δýο, Ýστω και περιστασιακÜ, δßνανε τις μÜχες τους με κÜθε στÜλα ιδρþτα, τους θανÜτους τους, με κÜθε βαθιÜ ανÜσα σ' Ýν' απρüσμενο χÜδι. ΕπανεξετÜζανε τη ζωÞ τους, σε κÜθε μικρü Þ μεγÜλο οργασμü, που τους χÜριζε το παιχνßδι στη προσωπικÞ τους πατρßδα, τυλιγμÝνοι σ' Ýνα ζευγÜρι μπλε σεντüνια, που χαιδεýανε περιστασιακÜ, τ' αγαπημÝνα και πονεμÝνα κορμιÜ.
     ΑΥΤΟΣ, δεν Þταν αυτüς πια. ¹ταν απλÜ Ýνας. ¸νας που ποτÝ δεν Þθελε να γßνει ΑΥΤΟΣ, γιατß δε μπορεß να σηκþνει την ευθýνη, του να εßναι κÜτι τÝτοιο. Απü το διαχωριστικü του υπüλοιπου κüσμου και του κüσμου της, περνοýσαν κÜμποσοι "¸νας", καθÝνας με το δικü του ζευγÜρι σεντüνια και τις δικÝς του πατρßδες πÜνω στο κορμß και την καρδιÜ της. Ο Γιþργος, παραδεßγματος χÜριν, κÜθε τüσο διεκδικοýσε τη κοιλÜδα ανÜμεσα στα στÞθη, που τη στüλιζε με διÜφορα επßθετα και κρεμþδη εδÝσματα. Ο Κþστας εßχε κατοχυρþσει μßα φορÜ το μÞνα, τους παχουλοýς μηροýς της και χÜραζε αργÝς διαδρομÝς με την γλþσσα του, σαν αυτÝς που κÜνουν τα σαλιγκÜρια üταν βρÝξει και βγουν απü τις κρυψþνες τους. Ο ΜιχÜλης, εßχε υπογρÜψει συμβολαιογραφικÞ πρÜξη χρÞσης κι εκμετÜλλευσης της περιοχÞς των κυμÜτων, που προκαλοýσε το λßπος της κοιλιÜς, που üλα καταλÞγανε σε μßα μαγικÞ κßνηση, üταν τη φιλοýσε, στο κομψü αφαλü της. Ο ΜÜριος εßχε βÜλει τα συρματοπλÝγματα γýρω απü τη περιοχÞ του εφηβαßου της και το διαχειριζüτανε κατÜ βοýληση, üταν το επÝτρεπε η περßσταση και βρισκüταν μαζß της. Και τüσοι Üλλοι... Πüσοι αλÞθεια;
     Η Ελπßδα Λιακοποýλου, εκεßνο το πρωινü στις δþδεκα, δεν Þθελε να σηκωθεß απü το κρεβÜτι. Δεν υπÞρχε Üλλωστε λüγος. Δεν Ýπρεπε ν' αλλÜξει σεντüνια, οýτε να ετοιμÜσει το κορμß για τον επüμενο ανÝστιο, που θα της χτυποýσε τη πüρτα. Η προηγοýμενη βραδιÜ, üπως κι η επüμενη θα στÝγαζε το μεγαλýτερο Ýρωτα κι εραστÞ της: τον Εαυτü της...!

                              Γυναßκα 2η: Ανδρονßκη

     Τι εßχε πλÝον να επιφυλÜξει η ζωÞ στην Ανδρονßκη ΛεμεδÜκη το γÝνος ΤοπαζÜκη, στα 85 της χρüνια; Με üλα την προßκισε. ΜÝσα στον κλινικÜ νεκρü εγκÝφαλü της, δεν υπÞρχε χþρος οýτε για Üλλο πüνο, οýτε για Üλλες συγκινÞσεις. Στο σχεδüν νεκρικü κρεβÜτι της, ο χρüνος αλλÜ και οι εικüνες της ζωÞς της Ýμοιαζαν σαν Ýνα üνειρο, τüσο θολü και λευκü üσο και τα ελÜχιστα μακριÜ μαλλιÜ της που απλþνονταν στο μαξιλÜρι. Γýρω της, üση απü την φαμελιÜ της απÝμεινε στην ζωÞ και σχεδüν στον κüσμο τον πραγματικü. Σχεδüν; Θα εξηγÞσω σε λßγο.
     Η Ανδρονßκη ΤοπαζÜκη, λßγο πριν την λÞξη του πολÝμου, ακολουθοýσε την καθημερινÞ της ρουτßνα στο ορεινü χωριü της ΚρÞτης που της επιφýλαξε ο Θεüς σαν πατρßδα. Νωρßς το πρωß, προκειμÝνου να εξασφαλßσει το λÜδι που θα αντÜλλασσε στον λαδÝμπορα για να δημιουργÞσει την προßκα της, πÞγαινε να κÜνει δουλειÝς σε ξÝνα χωρÜφια, Üλλων χωριανþν, μια και η δικÞ της οικογÝνεια δεν μποροýσε να φροντßσει για τα μελλοýμενα των θηλυκþν της. ¸τσι κι εκεßνη την μÝρα του Ιουλßου κßνησε για το διπλανü χωριü, με τα πüδια, üπου θα μÜζευαν, μια ντουζßνα κοπÝλες, τις πατÜτες που θα αναδýονταν απü το φρεσκοσκαμμÝνο απü το υνß χþμα του τερÜστιου χωραφιοý.
     Στο μικρü μυαλü της αλλÜ και στο μικρü κορμß των 19 της χρüνων, δεν υπÞρχαν σκÝψεις και εκρÞξεις που επÝτρεπε μüνο η πολυτÝλεια μιας αστικÞς ζωÞς. Μα να, που στον πηγαιμü της, της προÝκυψε ο παιδικüς φßλος που γýρισε μüλις απü τον στρατü, και παραμονεýοντας πßσω απü τον μεγÜλο πλÜτανο, θÝλησε να της κÜνει το χειρüτερο δþρο που δεν του ζÞτησε ποτÝ. ΚλÜδεψε το μüνο πρÜγμα αξßας που κουβαλοýσε πÜνω της και το μüνο που θα μποροýσε να ανταλλÜξει με Ýνα φερÝλπιδα γαμπρü: την τιμÞ της. ΠοτÝ της δεν ομολüγησε τι Þταν πιο οδυνηρü. Ο ξÝνος επισκÝπτης του κορμιοý της Þ η απþλεια της τιμÞς; ΠονεμÝνη και ντροπιασμÝνη, ξÝροντας κλασσικÜ üτι Ýστω κι αν δεν προκÜλεσε, αυτÞ θα πλÞρωνε το τßμημα της ντροπÞς κι üχι ο θýτης, προσπÜθησε να κρυφτεß σε Ýναν ερειπωμÝνο στÜβλο þστε να σωθεß απü το οργισμÝνο üπλο του αδελφοý της που την κυνηγοýσε, þστε με το αßμα της να ξεπλýνει τα λασπüνερα που πιτσßλισαν το καθαρü κοýτελο της οικογÝνειας ΤοπαζÜκη.
     Με την αιμορραγßα της ψυχÞς αλλÜ και του διερρηγμÝνου υμεναßου ακüμα παροýσα, Ýτρεξε στην γειτονικÞ μεγαλοýπολη, να μαζÝψει üσα κομμÜτια της απÝμεναν, συνειδητοποιþντας πως üχι μüνο Þταν πλÝον μüνη της, αλλÜ κουβαλοýσε κι Ýνα παιδß στην κοιλιÜ της, καρπü των βεβιασμÝνων ενεργειþν του παιδικοý της φßλου. ¸πιασε λοιπüν δουλειÜ στο τοπικü βρεφοκομεßο, γÝννησε μüνη σε Ýναν θÜλαμο, με μüνη παρÝα μια συνÜδελφο μαγεßρισσα που κÜποτε εßχε ξεγεννÞσει και μια γαúδοýρα, και παρÝδωσε την απüδειξη της αμαρτßας προς υιοθÝτηση. Στην δεκαετßα του 40 οι διαδικασßες παρÜδοσης και υιοθÝτησης Þταν ενοχλητικÜ απλÝς. ¸τσι εξαφανßστηκε το κοριτσÜκι απü μπροστÜ της, αν κι η ßδια επÝλεξε να συνεχßσει να δουλεýει στο βρεφοκομεßο, βλÝποντας κÜθε μÝρα την απουσßα του παιδιοý που Ýφτιαξε η ßδια, ανÞμπορη να επιδιþξει Üλλες αλλαγÝς.
     ¸χοντας το μυστικü της καθüλου καλÜ κρυμμÝνο, αλλÜ τις πληγÝς της σκουπισμÝνες σαν την σκüνη κÜτω απü το εντυπωσιακü χαλß, χÜρηκε üταν ο μετρßων ικανοτÞτων ΒαγγÝλης ΛεμεδÜκης δÝχτηκε το προξενιü που κανüνισε η μαγεßρισσα-μαßα. Τι Üλλο θα μποροýσε να ζητÞσει απü την ζωÞ της; Ο γÜμος Ýγινε και σαν κυρßα πλÝον δÝχτηκε την συγχþρεση απü τον υποψÞφιο δολοφüνο μεγÜλο της αδελφü, αλλÜ στο πατρικü χωριü δεν πÜτησε ποτÝ γιατß δεν το επÝτρεπε η ντροπÞ της. ΓÝννησε δýο παιδιÜ, με διαφορÜ 2 χρüνων, ενþ αυτÝς Þταν και οι μüνες αποδεßξεις στην ζωÞ της, πως Þταν γυναßκα, εφüσον ο ΒαγγÝλης θεωροýσε πως Ýκανε και χÜρη στην «χρησιμοποιημÝνη» σýζυγü του και τον οινοπνευματιασμÝνο ποýτσο του, τον χÜριζε μÝχρι και πριν το πρþτο καρδιακü επεισüδιο, σε üποια μαζß με τον αντρισμü του, δεχüταν και τα λεφτÜ που στεροýσε απü το σπßτι του.
     Η Ανδρονßκη λοιπüν, πÜλι μüνη της αλλÜ παντρεμÝνη αυτÞ τη φορÜ, μεγÜλωσε σε Ýνα σπιτικü δýο παιδιÜ, μια κüρη που Þταν τüσο Üσχημη üσο και ο πατÝρας της κι Ýνα γιο που Þξερε πως εßχε ημερομηνßα λÞξης. Η κüρη που πÞρε τον ρüλο της δυνατÞς στην οικογÝνεια, ταξιδεýοντας απü δουλειÜ σε δουλειÜ κι απü ντροπÞ για το σπßτι της σε ντροπÞ για τον εαυτü της, κατÝληξε να παντρευτεß Ýναν Αλβανü μετανÜστη που ερωτεýτηκε την υπηκοüτητÜ της και να κÜνει Ýνα παιδß, που οýτε στα üνειρÜ της δεν θα φανταζüταν üτι θα γινüταν τüσο üμορφο.
     Ο γιος απü την Üλλη, αφοý πÝρασε τα πρþτα 25 χρüνια της ζωÞς του ψÜχνοντας ποιος απü το σπιτικü του εßχε το μεγαλýτερο φταßξιμο για την κατÜντια τους, τα υπüλοιπα μÝχρι τþρα 25 χρüνια του, τα Ýχει περÜσει παßζοντας μπουζοýκι σε Ýνα δωμÜτιο που στÝγαζε ανÝκαθεν το ρημαγμÝνο απü τις αυτοχαρακιÝς του κορμß, περιμÝνοντας απü την σκýλα την αδελφÞ του να τον συντηρεß. Οι γυναßκες που πÝρασαν απü πÜνω του, το μüνο που του Üφησαν Þταν κÜποιες σπασμÝνες χορδÝς στο ερασιτεχνικü μπουζοýκι, þσπου τον βαρÝθηκαν αυτÝς, τις βαρÝθηκε κι αυτüς. ΕντÜξει, ρε παιδιÜ, μπορεß η μαλακßα να μη συνεχßζει αυτü το εßδος πÜνω στην γη αλλÜ, Üμα λÜχει, πÜντα η καλýτερη φßλη ενüς Üνδρα αποδεικνýεται η παλÜμη του.
     ΦυσικÜ, πρÜγματα üπως οι τρεις απüπειρες δολοφονßας κατÜ του πατÝρα (που στο κÜτω-κÜτω της γραφÞς, το Üξιζε) με σκουριασμÝνο σουγιÜ, οι δýο κατÜ της Ανδρονßκης με το μαξιλÜρι στον ýπνο της, οι Üλλες δýο κατÜ της αδελφÞς με βραστü νερü στους μαστοýς της, αλλÜ και η μßα κατÜ του παιδιοý της με το μπουζοýκι, δεν συζητιοýνται παραÝξω, αλλÜ και δεν αφοροýν κανÝνα γιατρü Þ κοινωνικÞ υπηρεσßα, εφüσον κι οι γεßτονες που Üκουγαν τα ουρλιαχτÜ, δεν εßχαν καμßα υποχρÝωση να αντιδρÜσουν. ΣιγÜ Üλλωστε, που αυτοß οι αξιοπρεπεßς Üνθρωποι, θα ασχολοýνταν τüσο φανερÜ με τις εσωτερικÝς υποθÝσεις ενüς σπιτικοý που πÜντα τους Üρεσε να χρησιμοποιοýν σαν κακü παρÜδειγμα στις απογευματινÝς συνευρÝσεις τους. Το θαýμα εßναι βÝβαια πως κανÝνας δεν πÝθανε τüτε, Üρα και κανεßς δεν θα πεθÜνει σε επüμενη απüπειρα, οπüτε, με αυτÞ τη σιγουριÜ, ο γιος εξακολουθεß να ζει χωρßς ιατρικÞ παρακολοýθηση Þ φαρμακολογßα, σχεδüν τρελüς, σχεδüν λογικüς, σχεδüν εδþ, σχεδüν στον κüσμο του. Το σχεδüν που λÝγαμε;
     Η τýχη κι η ζωÞ λοιπüν, δεν εßχε να δþσει τßποτε Üλλο στην Ανδρονßκη, που τþρα, ακüμα και στο νεκροκρÝβατο, της διαφεýγουν κÜποια πρÜγματα που ενδεχομÝνως να σκüτωναν την μαραμÝνη της καρδιÜ απü την υπερβολικÞ χαρÜ. Την ημÝρα που Ýθαβε τον ξενογαμÞκουλα Üντρα της και βßωσε την τελευταßα απüπειρα δολοφονßας της απü τον γιο της, στην γειτονικÞ πüλη, την πρωτεýουσα του νομοý που κÜποτε την γÝννησε, κατÝβηκε μια σεβÜσμια κυρßα και μÝσα απü την σουßτα του πολυτελοýς ξενοδοχεßου της, Ýκανε τυφλÝς εφορμÞσεις για να βρει τι; Την μÜνα της. ΠÝφτει, τυχαßα, πÜνω σε μßα πρþτη της εξαδÝλφη που δεν Þξερε ποτÝ την ýπαρξÞ της, λες και ο χρüνος μα και το ταγμÝνο, Ýχουν Ýνα μαγικü τρüπο να κÜνουν ανθρþπους να συναντþνται τüτε, που ο Ýνας χρειÜζεται πιο πολý τον Üλλο.
     ΧαμÝνες και οι δýο προσπαθοýν, η μßα να καλýψει τις απορßες της κüρης που ποτÝ δεν υπÞρξε αλλÜ και ποτÝ δεν την Ýψαξαν, ενþ η Üλλη να την ενημερþνει για περιστατικÜ που θα μποροýσαν Üνετα να συνθÝσουν Üλλη μια κινηματογραφικÞ επιτυχßα του Ξανθüπουλου και της ΖÞλια. Τüτε Ýφτιαξαν και το επιτελικü σχÝδιο: η εξαδÝλφη θα Ýκανε τις πρþτες κινÞσεις προς την κüρη της Ανδρονßκης και θα κανüνιζε Ýνα ραντεβοý þστε να γνωριστοýν οι δýο αδελφÝς αλλÜ και να σχεδιÜσουν την συνÜντηση με την μÜνα. Για τον πατÝρα, οýτε λüγος. Η κüρη δεν Þθελε να τον δει μπροστÜ της. Εδþ και την μÜνα της, ακüμα δεν της εßχε συγχωρÞσει που δεν εßχε ψÜξει να την βρει.
     Το ραντεβοý κανονßστηκε, Ýγινε και το μüνο που απÝμεινε απü τις δýο αδελφÝς εßναι μια τυπικÞ συμπÜθεια και επιφýλαξη απü την πλευρÜ της νüμιμης, üτι, τι να δεßξω τþρα στην νεοεμφανισθεßσα και πλοýσια, απü την κατÜντια του σπιτικοý μας. Την τρÝλα την δικÞ μου που παραμÝνω σ' αυτü και πληρþνω την δειλßα μου, Þ την τρÝλα του αδελφοý μου που Þταν και παραμÝνει δημüσιος κßνδυνος αλλÜ κι ο απολýτως ιδιωτικüς μας; Η χαμÝνη αδελφÞ απü την Üλλη, ενþ πÞγε με την χαρÜ πως θα συναντÞσει την χαμÝνη της οικογÝνεια που Þταν Ýτοιμη να την αγκαλιÜσει, ανακÜλυψε πως üχι μüνο δεν την βρÞκε, üχι μüνο δεν Þθελε να την αγκαλιÜσει, αλλÜ και πως κατÜ πÜσα πιθανüτητα δεν θα τους Ýβλεπε ποτÝ και την πολυπüθητη αδελφÞ ποτÝ ξανÜ. Η μÜνα; Πþς εßναι η μÜνα; Της μοιÜζω; Πþς Þταν νÝα; Δεν θα προλÜβαινε να την ρωτÞσει ποτÝ. Η επßσημη δικαιολογßα Þταν πως η καρδιÜ της Ανδρονßκης δεν θα Üντεχε τüση και τÝτοια συγκßνηση. Τελεßα.
     Κανεßς δεν μπÞκε στον κüπο να ρωτÞσει την ßδια την Ανδρονßκη για το αν Þθελε να την δει Þ üχι. Κανεßς δεν εßχε μπει στον κüπο να ενδιαφερθεß αν αυτÞ η γυναßκα κοιμüταν και ξυπνοýσε κÜθε μÝρα της μßζερης αυτÞς ζωÞς της, με την μüνη επιθυμßα να σφßξει στην αγκαλιÜ της το χαμÝνο της παιδß. Γιατß το παιδß αυτü μπορεß να μην Þταν καρπüς ενüς μεγÜλου Ýρωτα Þ του γÜμου της, αλλÜ Þταν δικü της. Κανεßς δεν την εßχε ρωτÞσει ποτÝ πüσο βαριÝς Þταν οι τýψεις της üλα αυτÜ τα χρüνια αλλÜ και η κρυμμÝνη Ýγνοια της για την τýχη του κοριτσιοý της. Κανεßς. Οýτε ο Θεüς. ΜÜλλον αυτüς Þξερε. Τα Ýμαθε τελευταßα.
     Η Ανδρονßκη Üρχισε την ψιλοκουβεντοýλα μαζß του üταν πρωτοÝπεσε σε λÞθαργους κι οι γιατροß ανακοßνωσαν στην οικογÝνειÜ της, πως εκτüς üλων των Üλλων πÜσχει απü γεροντικÞ Üνοια. Του τα εßπε üλα κι Üρχισε απü την αρχÞ, τüτε στο χωριü, και τις πρþτες της αναμνÞσεις. ¹ξερε, μÝσα στην ÜνοιÜ της, πως την Üκουγε προσεκτικÜ. 'Αλλωστε, δεν τον εßχε πολυαπασχολÞσει ποτÝ πριν, Üρα εßχε κÜθε δικαßωμα. Την μÝρα που οι δýο κüρες συναντÞθηκαν, ως απü σýμπτωση, η Ανδρονßκη εßχε πιÜσει την ιστορßα απü εκεßνη την μÝρα που ο ΜανωλÜκης την βßασε. Τα εßπε του Θεοý, απü τη καλÞ και την ανÜποδη. Να ξÝρει κι εκεßνος, πþς ανακÜλυψε τον Ýρωτα μια κοπελοýδα, πþς πüνεσε, που πüνεσε, γιατß πιο πολý πüνεσε... 
     Την μÝρα που συναντÞθηκαν οι δýο αδελφÝς, η Ανδρονßκη περιÝγραφε στον Θεü της το πþς δημιουργÞθηκε ο μüνος κι ανεξßτηλος καημüς της ζωÞς της: 
     Η χαμÝνη κüρη της.

                           Γυναßκα 3η: Χρυσοýλα

      Η μαμÜ της, της το Ýλεγε πÜντα: «Τους Ýρωτες, μια γυναßκα τους πληρþνει τοις μετρητοßς». Δεν την Üκουσε üμως. Πþς θα μποροýσε Üλλωστε να σταματÞσει την πλημμýρα, (κι üχι μüνο συναισθημÜτων) που της προκÜλεσε στα ευερÝθιστα 16 της χρüνια ο Σπýρος; Στα εßκοσß του τüτε ο ßδιος, Üντρας φτασμÝνος στα μÜτια της, Þταν και Θεüς της. Ο Θεüς του μεταμεσονýχτιου πυρετοý της, ο θεüς της ραφÞς του παντελονιοý της, ο Θεüς των κακογραμμÝνων λευκωμÜτων της, που πÜντα Þταν ανορθüγραφα, μια και το παιδß, δεν Ýπαιρνε απü γρÜμματα. Η μÜνα της, üμως, εßχε βρει την λýση. Θα την Ýκανε κομμþτρια για λßγο καιρü, μÝχρι να βρει Ýναν καλü γαμπρü, να ανταλλÜξει τα σκοýρα κÜλη της με την ανυπαρξßα της προßκας της.
      Αν δεν Ýγινε κατανοητü ως τþρα, μιλÜμε για την Χρυσοýλα, ετþν τριαντατριþν, μητÝρα τριþν παιδιþν, το μεγαλýτερο απü τα οποßα, ο ΔημÞτρης, εßναι στα 16 του. ¹ρθε λοιπüν ο Σπýρος, Ýκανε Üνω-κÜτω το σπιτικü της κυρα-Ανθοýλας, Ýκανε Üνω-κÜτω και την λßμπιντο της κüρης της, μα ανακÜτεψε και λßγο πιο δυνατÜ απ' üσο Ýπρεπε τις τριχοýλες του εφηβαßου της Χρυσοýλας, με αποτÝλεσμα, στην αυγÞ των 17 της χρüνων να βρßσκεται εγκυμονοýσα στον Ýκτο μÞνα, με τον Σπýρο της στα σκαλιÜ της εκκλησßας και τον παπα-ΔημοσθÝνη, σε λειτουργικü οßστρο, να ψÜλει δυνατÜ για να δικαιολογÞσει τα μαýρα χιλιαρικÜκια που θα Ýπαιρνε απü τον κουμπÜρο.
     Με την κοιλιÜ στο στüμα και τον Σπýρο χαμÝνο λßγο στο διÜστημα, Üρχισαν να φτιÜχνουν το σπιτικü τους, που περιελÜμβανε, Ýνα τραπÝζι, Ýξι καρÝκλες, Ýνα διπλü κρεβÜτι και τα ηλεκτρικÜ. ΕυτυχισμÝνη η Χρυσοýλα, εφüσον ο θεüς της Ýγινε κι Üντρας της και τþρα Þταν μßα Κυρßα. ΞημÝρωσε ο μεγαλοδýναμος την μÝρα που γεννÞθηκε ο μικρüς ΔημÞτρης, γÝλια και χαρÝς, ξεμαλλιασμÝνη απü τον τοκετü η Χρυσοýλα, μοßραζε πεντοχßλιαρα ο πατÝρας του Σπýρου, ΔημÞτρης γαρ, απü αυτÜ, ξÝρετε, που δεν εßχε κι Þταν η πρþτη φορÜ που η νεαρÞ μαμÜ, πρüσεξε το βλÝμμα του Üντρα της που εßχε το κενü που μπορεß να Ýχει μüνο Ýνα μυαλü ταξιδεμÝνο. Δεν Ýδωσε φυσικÜ σημασßα, μιας και η χαρÜ, μα και η Ýγνοια της μητρüτητας, δεν της Üφηναν περιθþρια για Üλλες σκÝψεις.
     ΦυσικÜ, κανεßς δεν ανÝφερε πως ο πεθερüς Ýπαιρνε ψυχοφÜρμακα ανÝκαθεν, οýτε üτι η πεθερÜ εßχε εκπνεýσει απü τον γÜμο της μετÜ απü τις Üπειρες επιθÝσεις τρÝλας του Üντρα της. ¹ταν ψιλÜ γρÜμματα αυτÜ για την νιüπαντρη, νιüγεννη κι ερωτευμÝνη Χρυσοýλα. ¼ταν üμως, κÜποιους μÞνες μετÜ, ο Σπýρος Üρχισε να βυθßζεται σε Ýνα λÞθαργο χωρßς τελειωμü κι αφοý μετÜ απü πολý καιρü Üρχισε η ßδια να σκÝφτεται πως υπÜρχει μßα πιθανüτητα να μην εßναι δικü της σφÜλμα αυτü, μßλησε για πρþτη φορÜ στην μητÝρα της. Η κυρ-Ανθοýλα, στα μÝσα και τα Ýξω των νοσοκομεßων τüσα χρüνια, ρþτησε, Ýμαθε, Ýκανε και μια συζÞτηση στην συμπεθÝρα και εßδε απü νωρßς τι τους περιμÝνει.
     Η πρþτη επßσκεψη του ψυχßατρου στο σπßτι, εν αγνοßα του Σπýρου, δεν πÞγε καλÜ. Ο ενδιαφερüμενος, Ýμπειρος σε τÝτοιου εßδους ανακρßσεις απ' τον πατÝρα του, δεν την Ýχαψε, Ýδινε τις απαντÞσεις που νüμιζε πως Ýτσι θα τον ξεφορτωνüταν μια και καλÞ, τον ξαπüστειλε τον γιατρü με ευγÝνεια και με το που Ýκλεισε η πüρτα πßσω του, Üρχισε να πετÜ στην Χρυσοýλα üλα τα εýθραυστα αντικεßμενα του σπιτικοý τους. ¼ταν τελεßωσαν αυτÜ, Þταν λιγοστÜ Üλλωστε και με μουσικÞ υπüκρουση το σπαραξικÜρδιο κλÜμα του μωροý που απü πολý νωρßς στην ζωÞ του Ýνιωθε ανÞμπορο να διαχειριστεß μια τÝτοια κατÜσταση, ο Σπýρος, αποτελεßωσε την πρþτη τÝτοιου εßδους εμπειρßα της Χρυσοýλας, σπÜζοντας με το ξýλο της σκοýπας της δýο πλευρÜ και μετατοπßζοντÜς της, Ýνα σπüνδυλο.
      Φεýγοντας εκεßνο το βρÜδυ απü το σπßτι για να «ηρεμÞσει», η Χρυσοýλα τηλεφþνησε στην μÜνα της να την πÜει στο νοσοκομεßο αφοý αφÞσουν το παιδß στην αδελφÞ της, χρησιμοποßησαν και τις γνωριμßες της κυρ-Ανθοýλας þστε να μην κληθεß η αστυνομßα απü τους εφημερεýοντες και παρ' üλες τις συμβουλÝς των γιατρþν, δεν δÝχτηκαν κι οι δυο τους να παραμεßνει η ΧρυσÞ στο νοσοκομεßο γιατß Ýπρεπε μεν να φροντßζει το παιδß της, Ýστω και με δυο πλευρÜ λιγüτερα, αλλÜ και να περιθÜλψει και τον ανÞμπορο ÝρωτÜ της που το πρþτο που θεωροýσε üτι χρειαζüταν (ακοýς μÜνα;) Þταν αγÜπη και τρυφερüτητα.
     Περνþντας τα χρüνια, αλλÜ κι οι κρßσεις του Σπýρου, περνþντας κι οι διÜφοροι ψυχßατροι απü το σπιτικü τους, ο καθÝνας αφÞνοντας μια συνταγογραφßα και μια παραßνεση στην ερωτευμÝνη Χρυσοýλα πως ο σýζυγüς της χρειαζüταν να μεßνει λßγο καιρü Ýγκλειστος σε κÜποια κλινικÞ, η γυναßκα, γÝννησε εν τω μεταξý Üλλα δýο παιδιÜ, Üλλαζε κÜθε τüσο δουλειÝς για να θρÝψει το σπιτικü της, Üλλαζε κÜθε τüσο δικαιολογßες στα αφεντικÜ του συζýγου αλλÜ και τον γýρω κüσμο σε απορßες Þ παρÜπονα για την αλλοπρüσαλλη συμπεριφορÜ του.
     ¼ταν το κÜνεις μια φορÜ, μετÜ μαθαßνεις και σου βγαßνει αβßαστα. Η ßδια εßχε πατÞσει πλÝον τα εικοσιεφτÜ, þριμη και με λßγες λευκÝς τριχοýλες στα μαλλιÜ αλλÜ üχι και στο εφηβαßο που Üρεσαν τüσο πολý στον Σπýρο της. Τα στραβÜ της, της τα Ýβγαζε κι η τÝχνη της κομμωτικÞς που εßχε μÜθει για λßγο, μα οι πελÜτες λιγüστεψαν εφüσον δεν μποροýσε με τρßα παιδιÜ να πηγαßνει στα σπßτια τους, αλλÜ και δεν μποροýσε να ρισκÜρει να Ýρχονται οι καρακαλτÜκες κουτσομπüλες σπßτι της και να σχολιÜζουν τον Üντρα και αφÝντη της.
     Ο Σπýρος πλÝον, εßχε αφÞσει την δουλειÜ του, εßχε ξεπουλÞσει τα χωραφÜκια που του εßχαν μεßνει, προκειμÝνου να αποδεßξει πως εßναι Üντρας και μπορεß κι αυτüς να φÝρνει λεφτÜ στο σπßτι και να ζÞσουν 5 στüματα. Τις βραδιÝς που τα παιδιÜ Ýπεφταν για ýπνο και ο Σπýρος εßχε αρÜξει αιωνßως μπροστÜ στην τηλεüραση, η απü νωρßς γυναßκα Χρυσοýλα, σιδερþνοντας τα πλυμÝνα, σε κÜθε πÜτημα του σιδεροý τα Ýβαζε με τον Θεü που δεν φýλαξε üπως θα Ýπρεπε τον Σπýρο της, που δεν του Ýφτανε του Üτιμου ο πεθερüς της, ο οποßος συντηροýσε την τρÝλα του μÝσω των παιδιþν του, αλλÜ Þθελε και τον αντροýλη της.
     ¿σπου ξημÝρωσε η μÝρα, που ο Σπýρος, σε μια Ýκρηξη οργÞς, κüντεψε να σκοτþσει τον εντεκÜχρονο ΔημÞτρη, επειδÞ του αντιμßλησε. Το παιδß πÞγε με σοβαρüτατα τραýματα στο κεφÜλι και το σþμα απü σιδηρολοστü στο νοσοκομεßο, η κυρÜ-Ανθοýλα μÜζεψε τ' Üλλα δυο παιδιÜ και τ' ανÝλαβαν η αδελφÞ του Σπýρου με τον Üντρα της, μαζß με το δικü τους κι ο Σπýρος πÝρασε την αυτüφωρη διαδικασßα στο τοπικü κρατητÞριο μιας και πρüλαβαν μεν τον θÜνατο του παιδιοý, αλλÜ δεν κατüρθωσαν να προλÜβουν τους γεßτονες που τηλεφþνησαν στην αστυνομßα μπας και κατüρθωναν να σþσουν εκεßνοι τα ασυμμÜζευτα. Το μüνο βÝβαια που συμμÜζεψαν, τÝσσερις Üντρες (απ' αυτοýς τους γνωστοýς, τους χοντροýς με το μουστÜκι και δεßκτη νοημοσýνης θαμμÝνο στο καβÜλο των στολþν τους εδþ και χρüνια), δεν Þταν οýτε τα αßματα του παιδιοý, οýτε το αßμα της καρδιÜς της Χρυσοýλας, παρÜ μüνο τον αγριεμÝνο Üντρα, που η δýναμη της τρÝλας του, τους δυσκüλεψε ανησυχητικÜ πολý.
     Εφüσον την διαβεβαßωσαν üτι το παιδß δεν εßχε υποστεß ανÞκεστο βλÜβη, η Χρυσοýλα πÞρε αποφÜσεις. Τα παιδιÜ θα τα κρατοýσε η κουνιÜδα της και αυτÞ θα εγγυüταν, με τα απαραßτητα μÝσα, þστε να Ýχει υπ' ευθýνη της τον Σπýρο στο σπßτι, Þσυχο, για να ηρεμÞσει, χωρßς τις φωνÝς και τα κλÜματα των καρπþν του ÝρωτÜ της. Το ενδεχüμενο εγκλεισμοý του Σπýρου, το θεωροýσε προσωπικÞ της Þττα. ¹ταν υπεýθυνη γι αυτüν. ¹ταν η δουλειÜ της να τον γιατρÝψει, γιατß Þταν η δουλειÜ της να τον αγαπÜ. Με την σταυροφορßα της λοιπüν ανÜ χεßρας, και τον Σπýρο με βλÝμμα θολü απü τη φαρμακολογßα, πÞγαν εκδρομÞ στο σπßτι τους. Ελλεßψει πρþτου, θεþρησε üτι δεν τρÝχει και τßποτα, εßναι καλÞ ευκαιρßα να περÜσουν το μÞνα του μÝλιτüς τους.
     Ο μÞνας πÝρασε, το μÝλι κι αυτü ανεπιστρεπτß. Η χολÞ που κρατοýσε στην διαýγειÜ του ο Σπýρος για τον υπüλοιπο κüσμο, αλλÜ και τη βλαμμÝνη γυναßκα του, κοιμüταν στον καναπÝ μαζß του. Τα παιδιÜ γýρισαν στο σπßτι, μιας και η κουνιÜδα της, μην αντÝχοντας τÝσσερα παιδιÜ σε Ýνα σπιτικü, συν τον Üρρωστο πατÝρα της, χþρισε. Η ζωÞ επÝστρεψε στους συνÞθεις ρυθμοýς;
     ¼χι. ¹ μÜλλον, ναι. Η ζωÞ επÝστρεψε. Η Χρυσοýλα Üλλαξε. ΠÝτσωσε η ζωÞ της, πÝτσωσε κι η ßδια. ¼σο σιδÝρωνε, σκεφτüταν πως Ýπρεπε Üλλη μια φορÜ να πÜρει αποφÜσεις. Ακüμη δεν εßχε ξεκαθαρßσει στο μυαλü της αν Þταν δικÞ της αποτυχßα η πορεßα της ασθÝνειας του Üντρα της. Θα μποροýσε Üραγε να το κÜνει ποτÝ; Δεν Þξερε. Το μüνο απ' τα λßγα που Þξερε, Þταν πως Ýπρεπε να περιμÝνει. ΚÜθε γυναßκα υπεýθυνη, εßτε ξÝρει να περιμÝνει να λυθοýν κÜποια πρÜγματα, εßτε πρÝπει να περιμÝνει Ýως üτου ενηλικιωθοýν τα παιδιÜ της για να διαχωρßσει τη ζωÞ της, νομßζοντας πως Ýτσι θα αποφýγουν τα τραýματα.
     ºσως αυτü που φοβüτανε τελικÜ η κÜθε Χρυσοýλα, Þταν üτι δεν θα εßχε Ýνα Σπýρο σαν δικαιολογßα üτι τα πρÜγματα της ζωÞς της Ýγιναν σκατÜ. ºσως αυτü που φοβÜται η κÜθε Χρυσοýλα, εßναι üτι δεν μπορεß να υπÜρξει ζωÞ χωρßς τον Üνθρωπü της, γιατß δεν εßχε ζωÞ πριν απ' αυτüν. Στην κÜθε τσÜκιση των πουκαμßσων που σιδÝρωνε, αυτÞ την ιερÞ þρα που κÜθε γυναßκα εκμεταλλεýεται και προσπαθεß να τακτοποιÞσει το μυαλü της, μÜτωνε. Μια πληγÞ και μια σταγüνα για κÜθε τσÜκιση, για κÜθε χρüνο που πÝρασε και για κÜθε χρüνο που θα Ýρθει. Πολý αßμα, πολý ψÝμα, πολλÞ θλßψη και πολλÞ απüγνωση.
     ¼ταν Ýκαψε το χÝρι της επßτηδες με το σßδερο, Ýψαχνε απλÜ γι' Üλλη μιÜ καλÞ δικαιολογßα να ουρλιÜξει...

                              Γυναßκα 4η: Αμßρ

     Η Αμßρ Ýχει αφÞσει το βλÝμμα της να χαθεß στο γλυκü ηλιοβασßλεμα του μεσογειακοý θÝρετρου. Μαζß με τη μÝρα, ταξιδεýουν κι οι αναμνÞσεις της. Απαραßτητα, εφüσον γι' αυτü το λüγο επÝλεξε για πρþτη φορÜ να κÜνει δþρο στον εαυτü της Ýνα 15μερο σ' Ýνα οικογενειακü μÝρος, μüνη, χωρßς συντρüφους κι εραστÝς, χωρßς καθορισμÝνα ραντεβοý και role-plays. Εßναι η τρßτη της μÝρα εδþ και το μüνο που χρειÜζεται εßναι διÝξοδος. Αν Þταν συνειδητÞ μουσουλμÜνα θα μιλοýσε, αν και γυναßκα, στον μουφτÞ. Αν Þταν χριστιανÞ, στον ιερÝα της. Αν αρκετÜ απελευθερωμÝνη, σ' Ýνα ψυχολüγο. Αν üχι μüνη, σ' Ýναν Ýμπιστο φßλο. Αν απελπισμÝνη, σε κÜποιον Üγνωστο. ¹ταν  απ' üλα και τßποτε απ' αυτÜ. 'Αρα δε μποροýσε να μιλÞσει σε κανÝνα. Τι θα μποροýσε να πει κιüλας; Κι απ' αυτÜ, πüσα θ' Üντεχε ν' ακοýσει ο ακροατÞς της;
      ΜÜζεψε τα υπÜρχοντÜ της απ' την σεζ-λονγκ της πισßνας κι οδηγÞθηκε στην καμπÜνα της. Εκεß, μ' Ýνα dry martini (shaken not stirred) ανÜ χεßρας και χαλαρωτικü τσιγÜρο απü ντüπιο (του θÝρετρου) χορταρικü, σκηνοθÝτησε τον εαυτü της, þστε να προχωρÞσει, ξαπλωμÝνη, απÝναντι στο καθρÝφτη, τις εξομολογÞσεις. Το μüνο που κÜλυπτε το Ýντονο κορμß της Þταν μια διÜφανη τουρκουÜζ τουνßκ που κοντραριζüταν με την σκοýρα επιδερμßδα της.
     ΠαρατÞρησε το σþμα της πιο προσεκτικÜ, αγγßζοντÜς το. Τα 35ετÞ στÞθια της, Þταν γεμÜτα και στητÜ ακüμη, χÜρις στις κρÝμες της. Τα πüδια κοντÜ και γυμνασμÝνα, με τους μηροýς της να θυμßζουν δρομÝα των 200 μÝτρων. Οι γλουτοß της üρθιοι και στρογγυλοß, το πιο δυνατü της σημεßο, αλλÜ και το πιο πολýτιμο εργαλεßο. Τα καστανÜ της μαλλιÜ πλαισßωναν τ' αμυγδαλωτÜ πρÜσινα μÜτια της και τα σκοýρα χαρακτηριστικÜ ενüς προσþπου που συνδυÜζει τη σκληρüτητα της ηλικßας αλλÜ και τον αισθησιασμü του φýλου της.
     Η Αμßρ, αρχικÜ εγκαταστÜθηκε στο Παρßσι, κυνηγημÝνη απü τη μÞνη της οικογÝνειÜς της στην Ιορδανßα. Την Ýστειλαν παραδüξως, να σπουδÜσει εκεß κι αυτÞ, αντß να γυρßσει πßσω Üθικτη, ερωτεýτηκε. ΧρησιμοποιÞθηκε. ΑνÞκουστο! Το φοβερüτερο απ’ üλα εßναι üτι της Üρεσε κιüλας. Της εßπαν να μη ξαναγυρßσει γιατß την αποτÜσσουν απü κüρη τους. ¸τσι για να ζÞσει αλλÜ και να τελειþσει τις σπουδÝς της, Ýκανε αυτü που Þξερε καλýτερα: ερωτευüταν. ¼χι üμως σε φτηνÜ πεζοδρüμια. Δεν θα χαρÜμιζε ποτÝ τον αισθησιασμü της στον κÜθε περαστικü. 'Αφηνε να την ψαρÝψουν σε lobbies ξενοδοχεßων κι επþνυμα μπαρ, üποτε Þθελε, üπως Þθελε, χωρßς να εßναι υπüλογη σε κανÝναν, οýτε εραστÞ οýτε νταβατζÞ.
     Μεγαλþνοντας αποφÜσισε να γßνει πιο επαγγελματßας. Στα 25 της λοιπüν, Ýδωσε το μανατζÜρισμα των υπηρεσιþν της σ' Ýνα εξειδικευμÝνο γραφεßο που κανüνιζε τα ραντεβοý με τους επιφανεßς πελÜτες διακριτικÜ και με κÜθε λεπτομÝρεια. ΑνÝλαβε Ýνα ειδικü κομμÜτι της δουλειÜς, που κÜτεχε και της λειτουργοýσε καλÜ: την υποτακτικüτητα. Σε Üντρες και γυναßκες. Εßχε μÜθει απü νωρßς üτι για το κορμß της, Ýρωτας και πüνος ανταμþνουν γλυκÜ σε μια συνουσßα. Εßχε μÜθει απü νωρßς, πως τα εξουσιαστικÜ απωθημÝνα των εραστþν της Þταν και τα πιο πολýτιμα. Γι αυτü εßχε και σταθεροýς πελÜτες. ¹ταν καλÞ σ' αυτü, εφüσον τüσο το παιχνßδι του πüνου üσο και αυτü του πüθου, το Þλεγχε καλÜ. Μπορεß να υπÞρξαν περιστÜσεις που πληγþθηκε, αλλÜ üχι τüσο ανεπανüρθωτα. ¼τι κι αν Þταν το αντιμετþπιζε.
      ΑπειλÞ και κßνδυνο Ýνιωσε üταν μετακüμισε, πÜλι για επαγγελματικοýς λüγους στο ΜιλÜνο. Εκεß, στο διαμερισματÜκι της, αρκετÝς φορÝς χρειÜστηκε να βÜλει πÜγο στους μþλωπες και κρασß στις πληγÝς. Οι Üνθρωποι, οι εραστÝς Þταν πιο επιθετικοß εκεß. ¸πρεπε να τους καθοδηγÞσει καλýτερα þστε η επιβολÞ του πüνου να εßναι ερωτικÞ κι üχι βÜναυση. ¹ξερε πως μποροýσε να το κÜνει. Εßχε αρκετÜ Ýνσημα κολλÞσει τüσα χρüνια και στον Ýρωτα και στους ανθρþπους. ΠολλÝς φορÝς αναρωτιüταν üτι κι ο ΝουζÝ, κÜμποσα χρüνια πριν απ' την ßδια: «Ο Ýρωτας κι ο πüνος: 'Αραγε γιατß ο Ýρωτας προκαλεß πüνο και γιατß επιζητεß να τον προκαλÝσει; Γιατß ο Ýρωτας υφßσταται τον πüνο και γιατß επιζητεß να τον υποστεß
     ΣαφÞ απÜντηση δε μποροýσε να Ýχει η Αμßρ, σκεφτüταν üμως το πüσο πιο γλυκÜ απελευθερþνονταν τα Ýνστικτα των ομοκρÝβατþν της üταν της προκαλοýσαν πüνο, Þ το πüσο μÝσα στην πρÜξη της αφομοιωνüταν üταν την στιγμÞ του οργασμοý της (γιατß εßχε πÜντα οργασμοýς) ο σýντροφüς της γινüταν πιο βßαιος. ºσως Þταν κι αυτÞ σαν τους εθισμÝνους στην κÜνναβη που, üταν ζητοýν μεγαλýτερες συγκινÞσεις προχωροýν σε πιο βαριÜ ναρκωτικÜ.
      Μπορεß και κατÜ βÜθος να μην Þθελε να μÜθει. Τα ωραιüτερα στην ζωÞ αρχßζουν με Ýνα "ßσως" κι Ýνα "μπορεß". Τα χειρüτερα με το "ναι" και το "üχι", γιατß αυτÜ τελειþνουν πριν καν αρχßσουν. Γι αυτü ακολοýθησε αυτÞ την πορεßα. Τα ναι και τα üχι δεν της ταßριαζαν. Εßχε κληθεß απü πολý νωρßς να πει ναι σε üσους κανüνιζαν την ζωÞ της κι ακüμη πιο νωρßς γι αυτÞν, να πει üχι στο γεγονüς üτι την καθüριζαν. Στην δουλειÜ της επßσης, Ýλεγε üλο "μÜλιστα". ΜÜλιστα Κýριε. ΜÜλιστα Κυρßα. ΘυμÞθηκε ξαφνικÜ τον πρþτο διακορευτÞ της στα 18 και κÜτι, στο Παρßσι. ¸να ΣλÜβο συμφοιτητÞ της. Αυτüς την μýησε στις χÜρες και τις χαρÝς. Αυτüς της Ýμαθε την ασýλληπτη απüλαυση και αχρειüτητα των τροφαντþν της οπισθßων. Αυτüς της Ýμαθε πως η γυναßκα στις χþρες του, Þταν ταγμÝνη για το "μÜλιστα" στο κρεβÜτι, αφοý τις καθετüτητες της κÜθε ημÝρας τις διαφÝντευε μüνο αυτÞ.
     Ο Γκüραν της αφιÝρωσε Ýξι μÞνες απü τον χρüνο του και καθüρισε τον υπüλοιπο δικü της. ¼σο Þταν μαζß του, αλλÜ και στην συνÝχεια μετÜ, ο δρüμος της Þταν εξαιρετικÜ πιο σαφÞς. Η δημιουργικüτητα αλλÜ και οι επιδüσεις της, κÜθε μÝρα, Ýφταναν σε καινοýρια ζενßθ. Πρþτη φορÜ αισθανüταν πως Üρχιζε συνειδητÜ μια ανοδικÞ πορεßα προς το Üγνωστο, χωρßς τα πισωγυρßσματα των αναστολþν και των απωθημÝνων της. Την Ýκανε να ισοπεδωθεß, να νιþσει την κÜθαρση και να ξαναρχßσει το δικü της αλφÜβητο αυτÞ την φορÜ. ¹ταν αρκετÜ Ýξυπνη, τüτε και τþρα, για να συνειδητοποιÞσει εγκαßρως πως δεν Þξερε που θα την Ýβγαζε η πορεßα αυτÞ. Εßναι αρκετÜ συνειδητοποιημÝνη για να καταλÜβει πως στην παροýσα φÜση δεν την Ýνοιαζε, τουλÜχιστον üσο Þταν ακüμη στα φüρτε της. ¹ μÞπως την Ýνοιαζε;
      ΠολλÝς φορÝς τον τελευταßο καιρü Ýπιασε τον εαυτü της να σκÝφτεται πως, Ýχει τα πÜντα: τα σπßτια της, τους επιφανεßς γνωστοýς της, την οικονομικÞ Üνεση να κÜνει στην υπüλοιπη ζωÞ της üτι θÝλει, το σπορ αμαξÜκι της, την μοναχικüτητα και την αυτονομßα της üταν την Þθελε. ΚÜτι Üρχισε üμως να της λεßπει και να αποζητÜ. Η συνÝχεια της γενιÜς της, που την εßχε αρχßσει η ßδια: Ýνα παιδß. Το βιολογικü της ρολüι, δÞλωνε παρουσßα κÜθε φορÜ που κοιταζüταν γυμνÞ στον καθρÝφτη και χÜιδευε την στητÞ κοιλιÜ της, μα και κÜθε φορÜ που οι εραστÝς της βýζαιναν τα στÞθη της, φανταζüταν πþς θα Þταν να Ýβγαζε απü τις θηλÝς της γÜλα, μητρικü, την θρεπτικüτερη τροφÞ και να την ρουφοýσε το μωρü της.
     ΠολλÝς φορÝς, üπως τþρα, καθüταν στην πολυθρüνα της μπροστÜ στον καθρÝφτη, Üνοιγε τα πüδια της þσπου τα πÝλματα να ακουμπÞσουν στα πλÜγια του καθßσματος και παρατηροýσε για þρα πολλÞ το Üνοιγμα που παρουσßαζε ο κüλπος της μÝσα απü τη πληγÞ του ανοιχτοý της αιδοßου. Σκεφτüταν πüσο λßγες λÝξεις υπÜρχουν για να χαρακτηρßσουν και να κατονομÜσουν αυτü το θαýμα της φýσης που εκτüς απü εξαιρετικÝς απολαýσεις, χαρßζει την ßδια την ζωÞ. 'Ανοιγε με τα δÜχτυλÜ της, τα εσωτερικÜ της χεßλη και φανταζüταν πþς θα Þταν üταν θα εßχε διαστολÞ και το κεφαλÜκι του παιδιοý της θα προσπαθοýσε ν' αντικρýσει πρþτη φορÜ τον κüσμο, βγαßνοντας απü εκεß μÝσα. Μια φορÜ εßχε χρησιμοποιÞσει Ýναν τερÜστιο φαλλü, μüνο και μüνο να κατορθþσει να καταλÜβει πþς θα μποροýσε να νιþσει. Μα ο φαλλüς Ýμπαινε με κüπο, δεν Ýβγαινε. Κι ο οποιοσδÞποτε πελÜτης Ýμπαινε και üχι μüνο στον κüλπο της.
     Ποιος θα γινüταν πατÝρας; ΑρχικÜ, εßχε σχεδιÜσει να βρει Ýναν απü τους μüνιμοýς της πελÜτες, τον Πιερ, Ýναν πενηντÜχρονο, πλοýσιο, επιτυχημÝνο, οξυδερκÞ, πολýγλωσσο και πολυμαθÞ, με κλßση στις τÝχνες üσο και στο εργασιακü του πεδßο που Þταν απολýτως θετικü. Θα Ýβγαζε το σπιρÜλ, θα του Ýλεγε πως απü τüτε κι Ýπειτα δεν θα χρησιμοποιοýσαν προφυλακτικü, Ýτσι για Ýκπληξη αλλÜ και για δþρο, αυτüς üπως πÜντα θα τελεßωνε μÝσα της κι η ßδια θα Ýμενε Ýγκυος και θα γεννοýσε το παιδß χωρßς να του πει τßποτα. Δεν Þθελε Üλλωστε πατÝρα. ΑμÝσως μετÜ απ' αυτÞ την σκÝψη απÝρριψε την ιδÝα καθþς, θα Ýφτανε που Þξερε αυτÞ ποιος θα Þταν ο πατÝρας και σε κÜποια  στιγμÞ απüγνωσης μπορεß και να το απεκÜλυπτε, εßτε στον ßδιο εßτε στο παιδß.
     ΑποφÜσισε πως θα κÜνει τεχνητÞ γονιμοποßηση και θα απευθυνθεß για δüτη σε μια τρÜπεζα σπÝρματος. Μποροýσε Üραγε να το κÜνει αυτü; Και που, ΜιλÜνο Þ Παρßσι; ¹ αλλοý; Θα Ýπρεπε να ρωτÞσει τον δικηγüρο της. ΜετÜ τον προσεκτικü σχεδιασμü, Üρχισαν οι τýψεις κι οι ενοχÝς. ΚοιτÜζοντας την ανοιχτÞ της πληγÞ και με το μυαλü συννεφιασμÝνο κÜμποσο απü τις ευεργετικÝς επιδρÜσεις του αλκοüλ και του «εýθυμου» χορταρικοý, προσπαθοýσε να μετρÞσει πüσοι Üντρες και πüσα αντικεßμενα εßχαν μπει μÝσα της. 'Αρχισαν να κυλοýν δÜκρυα στα μÜτια απü τις τýψεις, μιας και συνειδητοποιοýσε πως το πρþτο σπßτι που θα φιλοξενοýσε το παιδß της, εßχε εισπρÜξει τüσο σπÝρμα μÝσα του που αν το μÜζευε üλα αυτÜ τα χρüνια, θα Ýκανε μπÜνιο μÝσα σ' αυτü σαν την ΚλεοπÜτρα, αλλÜ σε ολüκληρη την ΝεκρÜ ΘÜλασσα. Δεν Þταν καθαρÞ. ¸πρεπε να εξαγνιστεß.
     Παραπατþντας, Ýφτασε στο μπÜνιο της καμπÜνας, γÝμισε την μπανιÝρα με χλιαρü νερü κι ολüκληρο το μπουκÜλι με το αφρüλουτρο και τα Üλατα και βυθßστηκε μÝσα. Κλαßγοντας, Üρχισε να τρßβει με τον αλßφι, μανιασμÝνα, κÜθε εκατοστü του κορμιοý της, προσπαθþντας να βγÜλει üλα τα υπολεßμματα ιδρþτα και σπÝρματος üλων των ανθρþπων που εßχαν περÜσει απü πÜνω της, λες κι üλ' αυτÜ τα σωματικÜ υγρÜ, εßχαν παραμεßνει σε στρþσεις, δημιουργþντας Ýνα δεýτερο δÝρμα. ¼ταν τα χÝρια της Ýφτασαν στην ηβικÞ της χþρα, σταμÜτησε απüτομα. ΜÝσα στα μαστουρωμÝνα της δÜκρυα, κατÜλαβε ξαφνικÜ πως δεν μποροýσε να καθαρßσει τον πολυχρησιμοποιημÝνο της κüλπο με σαποýνι και σφουγγÜρι. Απελπßστηκε. Δεν θα μποροýσε ποτÝ να εßναι αρκετÜ καθαρÞ για το παιδß της. Δεν θα αποδεικνýονταν ποτÝ ικανÞ για να το φÝρει υγιÝς στην ζωÞ, πüσο μÜλλον να το μεγαλþσει.
     Ο ýπνος, Þρθε στο κουρασμÝνο της μυαλü σα βÜλσαμο που θ' απÜλυνε την μαýρη αýρα που εßχε ζωγραφßσει στην ψυχÞ της. ¼ταν την Ýπαιρνε ο ΜορφÝας στην τρυφερÞ του αγκαλιÜ, το πρüσωπü της Þταν παραμορφωμÝνο απü τον πüνο. Δεν Þταν ο πüνος, που τüσο αγαποýσε Üλλωστε. ¹ταν αυτüς ο βαθýς, που üσους οργασμοýς κι αν εßχε κατÜ την διÜρκειÜ του, δεν θα εξωραÀζονταν ποτÝ, οýτε τελικÜ η ßδια θα λυτρωνüταν απ' αυτüν.
     Η Αμßρ Τ., βρÝθηκε την επομÝνη στις 12 απü την καμαριÝρα του θÝρετρου, πνιγμÝνη στην μπανιÝρα με τα χαρακτηριστικÜ του προσþπου της ακüμα παραμορφωμÝνα. Ο ιατροδικαστÞς που κλÞθηκε απü την αστυνομßα, üταν διÝταξε να μεταφÝρουν το νεκρü κορμß της στο νοσοκομεßο, δεν παρÝλειψε να προσÝξει τα σημÜδια που φαßνονταν στα τροφαντÜ αλλÜ ξυλιασμÝνα οπßσθια της νεκρÞς.

 

 

Web Design: Granma - Web Hosting: Greek Servers